Για νέο κύμα εθνικισμού στην Ευρώπη εξαιτίας της κρίσης του ευρώ, κάνει λόγο ο Philip Stephens σε άρθρο του στην Financial Times, ενώ στην ίδια εφημερίδα, ο Γερμανός καθηγητής της στρατιωτικής Ακαδημίας Αμβούργου και διευθυντής του «Κέντρου Στρατηγικής και Ανώτερης Ηγεσίας» Klaus Schweinsberg, επισημαίνει τον αυξανόμενο κίνδυνο διάλυσης της Ε.Ε. από την επικράτηση εθνικιστικών ιδεολογιών και κομμάτων, επιβεβαιώνοντας το ρητό που θέλει την ιστορία να επαναλαμβάνεται.
Ο Philip Stephens υποστηρίζει ότι υπό τις παρούσες συνθήκες δεν είναι πλέον απίθανο να φανταστεί κάποιος ακόμα και τη διάσπαση αυτής της υπερεθνικής διακυβέρνησης που ονομάζεται Ε.Ε., με αφορμή ένα ακόμα οικονομικό σοκ. Ωστόσο, σε αυτή την περίπτωση, η υποβόσκουσα αιτία είναι κυρίως πολιτικής φύσης. Η νέα αυτή μορφή εθνικισμού, βρίσκει έδαφος τόσο στις αδύναμες όσο και στις δυνατές χώρες της Ε.Ε. Στην Ιρλανδία, για παράδειγμα, το τελευταίο, ως τώρα, θύμα της κρίσης στην ευρωζώνη, οι ψηφοφόροι φοβούνται ότι η ανεξαρτησία που κέρδισε από την Βρετανία πριν από έναν αιώνα, χάνεται εξαιτίας του ΔΝΤ και της Ε.Ε. Οι Ευρωπαϊκοί Θεσμοί που εξασφάλισαν την καθιέρωση της δημοκρατίας σε χώρες όπως η Ισπανία, Πορτογαλία και η Ελλάδα, κατέληξαν να εμποδίζουν την ευημερία τους.
Η άλλη πλευρά του νομίσματος, η Γερμανία, παραπονιέται ότι επωμίζεται το βάρος της διάσωσης των άσωτων γειτόνων της. «Αυτό που έχει χαθεί είναι το αίσθημα του κοινού συμφέροντος με βάση το οποίο οικοδομήθηκε η Ευρωπαϊκή Ένωση», σημειώνει ο Stephens, ο οποίος δηλώνει σύμφωνος με την άποψη της Γερμανίας η οποία συνοψίζεται στο ότι η Ε.Ε. και η ευρωζώνη συνδέονται απόλυτα μεταξύ τους. Το ανησυχητικό, όμως, στην παρούσα φάση είναι πως η Γερμανία δεν φαίνεται να διαθέτει την πολιτική βούληση να διασώσει το κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα, παρά τις διαβεβαιώσεις για το αντίθετο. «Οι αγορές δεν είναι τυφλές. Μπόρεσαν να αντιληφθούν την διστακτικότητα του Βερολίνου για το ελληνικό και το ιρλανδικό bailout αλλά και για τη μελλοντική χρήση του μηχανισμού διάσωσης», εξηγεί ο συντάκτης. Η κρίση στη ευρωζώνη, λοιπόν, αν και έχει τις ρίζες της σε οικονομικά ζητήματα, αποδεικνύεται ακόμα πιο καταστροφική καθώς οι κυβερνήσεις αποτυγχάνουν να θέσουν υπό έλεγχο τις εξελίξεις. Ενδεικτικό είναι ότι η Γερμανία έχει διαχωρίσει ήδη τα εθνικά συμφέροντά της από αυτά της Ε.Ε. Ο Stephens καταδικάζοντας τη στάση της γερμανικής πολιτικής, υποστηρίζει ότι τα παράπονα της Γερμανίας, η οποία διατυμπανίζει ότι επιθυμεί απλά να είναι μία «κανονική» χώρα-μέλος της Ε.Ε., δεν έχουν βάση.
Η χώρα αυτή είναι πολύ μεγάλη, πολύ δυνατή και στρατηγικά σημαντική για να είναι απλώς «κανονική», γράφει ο συντάκτης καταλήγοντας στο ότι η ευρωζώνη μπορεί τελικά να διασωθεί με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, εφόσον υπάρξει πολιτική βούληση, η οποία δεν θα πρέπει να επιτρέψει την επαναδημιουργία της Ευρώπης σύμφωνα με το γερμανικό μοντέλο και να καταδικάσει τις περιφερειακές οικονομίες σε ημι-μόνιμες αποπληθωριστικές πιέσεις.
«Σε ένα κλίμα ζήλιας και δυσαρέσκειας ενισχύονται οι εθνικιστικές ιδέες και τα ακροδεξιά κόμματα. Στο τέλος, υπάρχει κίνδυνος να ξεσπάσουν ακόμα και ένοπλες συγκρούσεις», τονίζει στο δημοσίευμά του ο καθηγητής Klaus Schweinsberg και αναλύει: Ξέρουμε πλέον ότι η εκρηκτική εμφάνιση του Γάλλου προέδρου Ν. Σαρκοζί στη σύνοδο κορυφής της ΕΕ, το Σεπτέμβριο, κατά την οποία υποστήριξε τη συστηματική απέλαση των «Ρομά», ήταν απλώς ο υποτονικός προάγγελος όσων επαπειλούνται στην Ευρώπη κατά τη δεκαετία που μόλις ξεκίνησε. Στην ΕΕ της ειρήνης υπεισέρχεται η μη ειρήνη. Πρώτα η λεκτική φιλονικία για τους «Ρομά», μετά το ρήγμα για τον κοινοτικό προϋπολογισμό, στη συνέχεια η δυσαρέσκεια για το πείσμα της Ιρλανδίας και τώρα, οι υβριστικές κορώνες για τη Γερμανίδα καγκελάριο.
Ο σπόρος της «μη ειρήνης» βρίσκεται ήδη στο χώμα. Η εσωτερική ενότητα και συνοχή των 27 κρατών-μελών απειλούνται. Οι φυγόκεντρες δυνάμεις στην ΕΕ θα αυξηθούν, επειδή είναι αναμενόμενο ότι σχεδόν παντού η ανάγκη για μείωση των ελλειμμάτων θα φέρει υποχώρηση της ανάπτυξης και το τίμημα για τις δημοσιονομικές υπερβολές θα πρέπει να το πληρώσουν τα μεσαία στρώματα και οι απλοί πολίτες.
Δεδομένου ότι γίνεται αντιληπτή η αποτυχία της ενσωμάτωσης των μεταναστών στα περισσότερα κράτη, ότι μέρα με τη μέρα εξαφανίζεται η ανεκτικότητα έναντι των μειονοτήτων, των αλλοδαπών και των πολιτικά ετερόδοξων και ότι υπάρχει φόβος ότι οι τρομοκρατικές δράσεις θα φέρουν στα όρια της αποτελεσματικότητάς τους τα δημοκρατικά συστήματα λήψης αποφάσεων, οι εκκλήσεις, που ακούγονται ήδη σε χαμηλούς τόνους, για έναν ισχυρό εθνικό ηγέτη θα διογκωθούν. Το 2010 οι ακροδεξιοί ήταν σχεδόν σε όλες τις εκλογικές μάχες οι μεγάλοι νικητές. Στη Γαλλία, στην Ουγγαρία, στο Βέλγιο, στην Ολλανδία, στην Αυστρία και στη Σουηδία πέτυχαν κατά το πλείστον να συγκεντρώσουν διψήφια ποσοστά. Μέχρι πριν από λίγα χρόνια φαινόταν αδιανόητο στη γενιά μας ότι θα μπορούσαν να σημειωθεί στην ΕΕ για άλλη μια φορά η βία και οι ένοπλες συγκρούσεις. Η ιδέα της αιώνιας ειρήνης αποδεικνύεται ψευδαίσθηση. Και μάλιστα, όχι μόνο λόγω της φανερής πλέον τρομοκρατικής απειλής, αλλά και λόγω των εστιών, που σιγοκαίνε εντός και μεταξύ των κρατών της ΕΕ. Για πρώτη φορά μετά την ιδρυτική πράξη του 1957, ορισμένα κράτη στην ΕΕ αμφισβητούν ανοιχτά και πάλι εδαφικά σύνορα (βλ. π.χ. Ουγγαρία, Σλοβενία, Κροατία).
Λόγω της αυξανόμενης αντιευρωπαϊκής διάθεσης σε πολλές χώρες, η ακινησία στην ΕΕ θα είναι για τα επόμενα χρόνια η καλύτερη δυνατή προοπτική. Γιατί η ενίσχυση των ακροδεξιών θα παράσχει στις φυγόκεντρες δυνάμεις της Ευρώπης μεγαλύτερη δυναμική. Και υπάρχουν φωνές, που φοβούνται ακόμα και τη διάλυση της ΕΕ και πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπόψη. Σε όλη την Ευρώπη υπάρχουν λόγοι να ανησυχούμε: σε περιοχές με μεγάλο ποσοστό μεταναστών – όπως στη νότια Γαλλία – υπάρχει κίνδυνος να ξεσπάσουν τα επόμενα χρόνια ταραχές, που θα τις ακολουθήσουν ένοπλες συγκρούσεις. Κι αυτό ισχύει ιδιαίτερα σε περίπτωση που η κυβέρνηση ενός οικονομικά αδύναμου κράτους θελήσει να προβεί σε επίδειξη ισχύος στο λαό.
ενδιαφερον
ΑπάντησηΔιαγραφή