Σελίδες

Σάββατο 4 Δεκεμβρίου 2010

Οι Ιρλανδοί και εμείς

Οταν η Ιρλανδία απέκτησε το δικό της Μνημόνιο, η πρώτη και καθολική αντίδραση στην Ελλάδα ήταν ότι το έργο το έχουμε ξαναδεί και μάλιστα σε μας δόθηκε η τιμή να παρακολουθήσουμε την παγκόσμια πρεμιέρα του. Η άποψη αυτή είναι ορθή, αλλά μέχρις ενός σημείου. Γιατί, εκτός από τα κοινά στοιχεία, υπάρχουν και σημαντικές διαφορές, τις οποίες διαγράφουμε. Για να μνημονεύσω την πιο χτυπητή, το πρόβλημα της Ιρλανδίας αποδεικνύει, πέρα από κάθε αμφισβήτηση, ότι οι δρόμοι που οδηγούν στον γκρεμό είναι δύο και όχι ένας. Δηλαδή, εκτός από το αναποτελεσματικό και διεφθαρμένο κράτος, υπάρχει και η οδός της απορρύθμισης, των ιδιωτικοποιήσεων και της ατομικής απληστίας.

Ισως επειδή στην Ελλάδα μάς αρέσει να μιλάμε με γενικές και βαρύγδουπες έννοιες, όπως «πλουτοκρατία» και «επίθεση κατά του λαού», ή, αντίστροφα, «ιδιωτική πρωτοβουλία, που στραγγαλίζεται από επάρατο Δημόσιο», έχουμε την τάση να υποβαθμίζουμε τις διακρίσεις. Ετσι, ενώ όλοι ξέρουμε ότι αλλιώς εκδηλώθηκε η κρίση στις ανεπτυγμένες χώρες κι αλλιώς σε μας, η κεφαλαιώδης αυτή διαφορά δεν αποτελεί θέμα πραγματικής συζήτησης. Μια και μιλάμε για την Ιρλανδία, η περίπτωσή της είναι χαρακτηριστική: εκεί το πρόβλημα δημιουργήθηκε από τις τράπεζες, οι οποίες, λειτουργώντας υπό καθεστώς απορρύθμισης, έφτιαξαν τεράστιες φούσκες προς όφελος των ολίγων. Κι όταν οι φούσκες έσκασαν, η κυβέρνηση αναγκάστηκε να παρέμβει με τεράστια ποσά, για να μην καταρρεύσουν, και τα τεράστια αυτά ποσά δημιούργησαν ελλείμματα και αύξησαν το χρέος, με αποτέλεσμα να επιβάλουν μιαν απίστευτα σκληρή λιτότητα, που σημαίνει το εξής απλό: ότι, για να ισοσκελιστούν ξανά τα βιβλία, θα πρέπει να γίνουν περικοπές στο δημόσιο τομέα, δηλαδή να την πληρώσουν εκείνοι που δεν είχαν καμιά ευθύνη για την κρίση. Διότι έχω κάθε λόγο να πιστεύω ότι στην Ιρλανδία οι άνθρωποι πλήρωναν κανονικά τους φόρους τους, οι προμήθειες του Δημοσίου δεν αποτελούσαν ανεξάντλητη πηγή παράνομου πλουτισμού και οι κυβερνήσεις δεν διόριζαν τους οπαδούς τους σε διάφορους φορείς που δεν εξυπηρετούν την κοινωνία αλλά τους τυχερούς, οι οποίοι κατάφεραν να εξασφαλίσουν μια θέση σ' αυτούς, επειδή ψήφιζαν ένα από τα δύο κόμματα εξουσίας.
Λυπάμαι που το λέω, αλλά στη γαλανή πατρίδα μας, σε αντίθεση με ό,τι συνέβη αλλού, το πρόβλημα δεν δημιουργήθηκε από τις ελληνικές τράπεζες, στις οποίες μπορούμε να προσάψουμε μύρια όσα, αλλά όχι αυτό. Είμαστε, λοιπόν, ειδική περίπτωση, έθνος ανάδελφον, όπως λένε μερικοί. Γιατί στην Ελλάδα, με ελάχιστες εξαιρέσεις, όπως π.χ. το ΕΣΥ, που σήμερα παραπαίει, κοινωνικό κράτος δεν αποκτήσαμε ποτέ. Αντ' αυτού, είχαμε μια ιδιότυπη συμβίωση της ατομικής ιδιοτέλειας, με τη ρητορική μιας λαϊκίστικης «προοδευτικότητας», που εγκαινίασε ο Ανδρέας Παπανδρέου και στη συνέχεια υιοθέτησε η Αριστερά. Κι αν το σύστημα δούλεψε μέχρι πρόσφατα, οφείλεται στο ότι κυκλοφορούσαμε με μια εθνική πιστωτική κάρτα, χωρίς όριο στο πόσο ξοδεύουμε και με ημερομηνία εξόφλησης ακαθόριστη και κάπου στο μέλλον. Δηλαδή, έχει ο Θεός!
Γι' αυτό, το επιχείρημα «να μη γίνουμε Ελλάδα», που στο εξωτερικό χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον από όσους έριξαν στους ώμους των εργαζομένων στο Δημόσιο το κόστος μιας κρίσης που δημιούργησαν τα golden boys, ήταν εκ του πονηρού. Οπως επίσης εκ του πονηρού είναι η προσπάθεια κάποιων δικών μας να επικαλεστούν το παράδειγμα της Ιρλανδίας, για να μας πείσουν ότι δεν υπάρχει καμιά διαφορά ανάμεσα σ' αυτούς και σε μας. Πιστεύω ότι, παρά τις ομοιότητες, αυτό που μας χωρίζει είναι ότι στην Ιρλανδία δεν υπήρξε «συντρέχον πταίσμα» των εκτός πλουτοκρατίας. Δυστυχώς, δεν μπορούμε να πούμε το ίδιο για την Ελλάδα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

O διάλογος προϋποθέτει τον σεβασμό της διαφορετικής άποψης. Γι' αυτό κάθε υβριστικό, προσβλητικό ή χυδαίο σχόλιο θα διαγράφεται.