Της Ντόρας Τσικαρδάνη
Το αίτημα για τη συγκρότηση κεντροαριστερής παράταξης είναι πια αρκετά παλιό. Αρκετά παλιό και πολύ βεβαρυμένο. Ακόμη και ο όρος «κεντροαριστερά», παρόλο που παρέμεινε στο επίπεδο του φαντασιακού, χωρίς ποτέ να συνδεθεί με την ύπαρξη και λειτουργία συγκεκριμένου πολιτικού φορέα, προκαλεί συνειρμούς και αντανακλαστικά, ανάλογα με την εποχή εκφοράς του και τις πολιτικές αναφορές του δέκτη. Οι προσπάθειες δε να οριστεί με περιφράσεις του τύπου «ο χώρος ανάμεσα στη Ν.Δ. και τον ΣΥΡΙΖΑ», δεν καταφέρνουν τίποτε άλλο, από το να καταδεικνύουν την αδυναμία επαρκών αυτοπροσδιορισμών, ενώ η πρόταξη του επιθέτου «δημοκρατικός, ή» παραπέμπει σε παρελθούσες αντιθέσεις αμφίβολης χρησιμότητας, τη στιγμή, που η Χ.Α. απειλεί να καταλάβει την τρίτη θέση στον κοινοβουλευτικό χάρτη της χώρας. Η κεντροαριστερά –όπως και τόσα άλλα πράγματα στη χώρα μας- παρέμεινε «αίτημα», εξαγγελία ή ευχή, χωρίς ποτέ να υπάρξει ένας πραγματικός διάλογος μεταξύ των υπαρχουσών στον χώρο δυνάμεων, μία αναμέτρηση με την πραγματικότητα όλων των αντικειμενικών και υποκειμενικών προβλημάτων, που πρέπει αυτή να απαντήσει. Το σύνηθες σχήμα ήταν η μία πλευρά να καλεί και η άλλη να απορρίπτει. Αρχή και τέλος διαλόγου. Η περίοδος της κρίσης έδωσε στο αίτημα ένα επιπλέον περιεχόμενο, σε σχέση με το παρελθόν: αυτό της προώθησης των αναγκαίων (και περισσότερων από τις αναγκαίες, λέω εγώ) μεταρρυθμίσεων, που θα απεμπλέξουν τη χώρα από τους μηχανισμούς παραγωγής κρίσεων. Και το αίτημα αυτό όμως, δεν μπορεί παρά να συνδέεται με την παρούσα κυβερνητική πολιτική και την αξιολόγησή της. Και τα μαντάτα από κει δεν είναι καθόλου καλά.
Η περίοδος της κρίσης όμως, δεν έκανε μόνον αυτό. Κατέστρεψε τα μέχρι πρότινος πολιτικά υποκείμενα του χώρου (μεγάλα και μικρά), επιτείνοντας και μετασχηματίζοντας τον πάντα παρόντα στην πολιτική ιστορία της χώρας κατακερματισμό. Έτσι, η πραγματικότητα σήμερα είναι απείρως συνθετότερη, όχι μόνον από εκείνη προ κρίσεως, αλλά ακόμη και από την περυσινή. Η συγκυρία της διατύπωσης της πρόσκλησης των 58 μοιάζει εξαιρετικά μακρινή και οι αποδέκτες της πρόσκλησης εκείνης σήμερα είναι άλλοι και αλλιώτικοι, ακόμη και σε σχέση με τον εαυτό τους. Σεληνιακό τοπίο ο χώρος της κεντροαριστεράς, μαστίζεται από τις ευθύνες του για την κρίση, την έλλειψη αξιοπιστίας και πολιτικών υποκειμένων, ικανών για αυθεντικές πολιτικές πρωτοβουλίες. Η εγκατάλειψη των ιδρυτικών της αρχών από την ΔΗΜΑΡ και η πρόσδεσή της στο άρμα του ΣΥΡΙΖΑ είναι απολύτως χαρακτηριστική της συγκυρίας. Η ίδρυση του «ΠΟΤΑΜΙΟΥ» και η καταγραφή του στις ευρωεκλογές, είναι ένα ακόμη νέο στοιχείο της συγκυρίας αυτής.
Συζητώντας για την κεντροαριστερά λοιπόν σε συνθήκες μετάβασης, πρέπει να έχουμε συνεχώς κατά νου, ότι πολύ εύκολα και πολύ γρήγορα μπορεί να βρεθούμε απολύτως ξεπερασμένοι από τα πράγματα. Όχι προς το καλύτερο κατ’ ανάγκην. Πρέπει να έχουμε κατά νου, ότι η παρέμβασή μας οφείλει να στοχεύει στο μέλλον και μόνον να πατά στο παρελθόν. Να πατά όμως.
Στο ερώτημα λοιπόν, εάν θεωρούμε τη συγκρότηση της παράταξης αυτής αναγκαία, απαντούμε σαφώς θετικά. Αρκεί όμως η θετική μας προαίρεση, για την απάντηση όλων των ανοιχτών ζητημάτων γύρω από την κεντροαριστερά; Νομίζω, ότι η απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα, είναι σαφώς όχι.
Επιβάλλονται προγραμματικοί αυτοπροσδιορισμοί, αυτοκριτική, αναστοχασμός, συμφωνίες, δηλαδή διαφωνίες, που θα οδηγήσουν σε υποχωρήσεις, συνθέσεις κλπ, σε ένα νέο χώρο συνάντησης.
Σε έναν νέο χώρο συνάντησης, όπου θα μπορέσει να προκληθεί ανασύνθεση. Ανασύνθεση, με όρους πολιτικούς και όχι άλλους, εκτός πολιτικής. Και το σημειώνουμε αυτό, γιατί οι αμιγώς πολιτικοί όροι, επί ειλικρινά συμφωνημένων στόχων και μέσων, είναι αυτοί και μόνον αυτοί, που μπορούν να εξασφαλίσουν τους απαραίτητους αποκλεισμούς και, κυρίως, αυτοαποκλεισμούς. Οι οποίοι πρέπει να υπάρξουν.
Άρα, η συζήτησή μας οφείλει να είναι ειλικρινής, αυτοκριτική απ’ όλες τις πλευρές και, κυρίως, να συμπεριλάβει στην ατζέντα της ακριβώς τα σημεία των αποκλίσεων, ώστε να μπορέσουν να προκύψουν –αν μπορέσουν- οι συγκλίσεις. Κορυφαία θέματα αυτής της ατζέντας, θεωρώ πως είναι:
Η στρατηγική συμφωνία για την πορεία της χώρας εντός της ΕΕ Κορυφαίο, αλλά μάλλον και το πιο εύκολο να συμφωνηθεί.
Συνολική αποτίμηση των ευθυνών του χώρου για την κρίση. Γιατί υπάρχουν στον χώρο ευθύνες για την κρίση. Κυβερνητικές και αντιπολιτευτικές.
Κυβερνητική πολιτική. Δυστυχώς, η σημερινή κυβερνητική πολιτική έχει εγκαταλείψει όλα, όσα θα μπορούσαν να εξασφαλίσουν, έστω και την ανοχή της και, βέβαια,
Ηγεσία. Είναι προφανές, ότι η ηγεσία καταδεικνύει, συμπυκνώνει και εγγυάται τα συμφωνηθέντα.
Τέλος, σε απόλυτη σχέση με όλα τα παραπάνω, η συνεύρεση αυτή, οφείλει να απαντά στο παρόν και επιτακτικό αίτημα της κοινωνίας, για αυθεντική ανανέωση και αξιοπιστία. Άνευ αυτών, όλα τα παραπάνω, καθίστανται κενά περιεχομένου.
Αγαπητές φίλες και φίλοι, η κρίση προχωρώντας μεταλλάσσεται και μαζί της κι εμείς. Πρόκειται για ένα πολύ σκληρό σχολείο. Σχολείο, που δίδαξε κι εμάς κακοποιώντας μας. Και, πρέπει να παραδεχτώ, ότι μας άλλαξε κιόλας, μαζί με όλα τα άλλα στη χώρα. Ουσιαστικά, η πορεία μας από την απόσχισή μας από τον ΣΥΝ, τη δημιουργία της ΔΗΜΑΡ και την αποχώρησή μας απ’ αυτήν, σηματοδοτεί την βασανιστική αναμέτρησή μας με την κρίση και τους εαυτούς μας. Σε συνθήκες κατακερματισμού και απαξίας του ευρύτερου χώρου, με την απόλυτη συνείδηση της αναγκαιότητάς του, προσπαθούμε να αναπτύξουμε κοινό βηματισμό με ανθρώπους άλλους, με άλλες καταγωγές, με άλλες αναφορές.
Στη διαδικασία αυτή, αρκετοί από εσάς εδώ, επιλέγουν την συστράτευσή τους με την «Δημοκρατική Παράταξη».
Εμείς, οι ΜΕΤΑρρυθμιστές, στη διαδικασία αυτή, φιλοδοξούμε να είμαστε, όχι οι κάτοχοι και φορείς απολυτοτήτων, αλλά οι συμμέτοχοι στη δημιουργία του νέου χώρου, οι επισπεύδοντες και επισπεύδουσες τον μετασχηματισμό της χώρας, οι εγγυητές και εγγυήτριες της ανάδειξης νέων ανθρώπων στην πολιτική πραγματικότητα, με όλα, όσα σημαίνει η ανάδειξη αυτή.
Με όλα τα φορτία που μας αναλογούν, δεν διεκδικούμε την επιβολή, αλλά την έκφρασή μας.
* Η ομιλία της Ντόρας Τσικαρδάνη στην εκδήλωση με θέμα «Οι προοπτικές της κεντροαριστεράς και της Δημοκρατικής Προοδευτικής Παράταξης» στην Θεσσαλονίκη
Το αίτημα για τη συγκρότηση κεντροαριστερής παράταξης είναι πια αρκετά παλιό. Αρκετά παλιό και πολύ βεβαρυμένο. Ακόμη και ο όρος «κεντροαριστερά», παρόλο που παρέμεινε στο επίπεδο του φαντασιακού, χωρίς ποτέ να συνδεθεί με την ύπαρξη και λειτουργία συγκεκριμένου πολιτικού φορέα, προκαλεί συνειρμούς και αντανακλαστικά, ανάλογα με την εποχή εκφοράς του και τις πολιτικές αναφορές του δέκτη. Οι προσπάθειες δε να οριστεί με περιφράσεις του τύπου «ο χώρος ανάμεσα στη Ν.Δ. και τον ΣΥΡΙΖΑ», δεν καταφέρνουν τίποτε άλλο, από το να καταδεικνύουν την αδυναμία επαρκών αυτοπροσδιορισμών, ενώ η πρόταξη του επιθέτου «δημοκρατικός, ή» παραπέμπει σε παρελθούσες αντιθέσεις αμφίβολης χρησιμότητας, τη στιγμή, που η Χ.Α. απειλεί να καταλάβει την τρίτη θέση στον κοινοβουλευτικό χάρτη της χώρας. Η κεντροαριστερά –όπως και τόσα άλλα πράγματα στη χώρα μας- παρέμεινε «αίτημα», εξαγγελία ή ευχή, χωρίς ποτέ να υπάρξει ένας πραγματικός διάλογος μεταξύ των υπαρχουσών στον χώρο δυνάμεων, μία αναμέτρηση με την πραγματικότητα όλων των αντικειμενικών και υποκειμενικών προβλημάτων, που πρέπει αυτή να απαντήσει. Το σύνηθες σχήμα ήταν η μία πλευρά να καλεί και η άλλη να απορρίπτει. Αρχή και τέλος διαλόγου. Η περίοδος της κρίσης έδωσε στο αίτημα ένα επιπλέον περιεχόμενο, σε σχέση με το παρελθόν: αυτό της προώθησης των αναγκαίων (και περισσότερων από τις αναγκαίες, λέω εγώ) μεταρρυθμίσεων, που θα απεμπλέξουν τη χώρα από τους μηχανισμούς παραγωγής κρίσεων. Και το αίτημα αυτό όμως, δεν μπορεί παρά να συνδέεται με την παρούσα κυβερνητική πολιτική και την αξιολόγησή της. Και τα μαντάτα από κει δεν είναι καθόλου καλά.
Η περίοδος της κρίσης όμως, δεν έκανε μόνον αυτό. Κατέστρεψε τα μέχρι πρότινος πολιτικά υποκείμενα του χώρου (μεγάλα και μικρά), επιτείνοντας και μετασχηματίζοντας τον πάντα παρόντα στην πολιτική ιστορία της χώρας κατακερματισμό. Έτσι, η πραγματικότητα σήμερα είναι απείρως συνθετότερη, όχι μόνον από εκείνη προ κρίσεως, αλλά ακόμη και από την περυσινή. Η συγκυρία της διατύπωσης της πρόσκλησης των 58 μοιάζει εξαιρετικά μακρινή και οι αποδέκτες της πρόσκλησης εκείνης σήμερα είναι άλλοι και αλλιώτικοι, ακόμη και σε σχέση με τον εαυτό τους. Σεληνιακό τοπίο ο χώρος της κεντροαριστεράς, μαστίζεται από τις ευθύνες του για την κρίση, την έλλειψη αξιοπιστίας και πολιτικών υποκειμένων, ικανών για αυθεντικές πολιτικές πρωτοβουλίες. Η εγκατάλειψη των ιδρυτικών της αρχών από την ΔΗΜΑΡ και η πρόσδεσή της στο άρμα του ΣΥΡΙΖΑ είναι απολύτως χαρακτηριστική της συγκυρίας. Η ίδρυση του «ΠΟΤΑΜΙΟΥ» και η καταγραφή του στις ευρωεκλογές, είναι ένα ακόμη νέο στοιχείο της συγκυρίας αυτής.
Συζητώντας για την κεντροαριστερά λοιπόν σε συνθήκες μετάβασης, πρέπει να έχουμε συνεχώς κατά νου, ότι πολύ εύκολα και πολύ γρήγορα μπορεί να βρεθούμε απολύτως ξεπερασμένοι από τα πράγματα. Όχι προς το καλύτερο κατ’ ανάγκην. Πρέπει να έχουμε κατά νου, ότι η παρέμβασή μας οφείλει να στοχεύει στο μέλλον και μόνον να πατά στο παρελθόν. Να πατά όμως.
Στο ερώτημα λοιπόν, εάν θεωρούμε τη συγκρότηση της παράταξης αυτής αναγκαία, απαντούμε σαφώς θετικά. Αρκεί όμως η θετική μας προαίρεση, για την απάντηση όλων των ανοιχτών ζητημάτων γύρω από την κεντροαριστερά; Νομίζω, ότι η απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα, είναι σαφώς όχι.
Επιβάλλονται προγραμματικοί αυτοπροσδιορισμοί, αυτοκριτική, αναστοχασμός, συμφωνίες, δηλαδή διαφωνίες, που θα οδηγήσουν σε υποχωρήσεις, συνθέσεις κλπ, σε ένα νέο χώρο συνάντησης.
Σε έναν νέο χώρο συνάντησης, όπου θα μπορέσει να προκληθεί ανασύνθεση. Ανασύνθεση, με όρους πολιτικούς και όχι άλλους, εκτός πολιτικής. Και το σημειώνουμε αυτό, γιατί οι αμιγώς πολιτικοί όροι, επί ειλικρινά συμφωνημένων στόχων και μέσων, είναι αυτοί και μόνον αυτοί, που μπορούν να εξασφαλίσουν τους απαραίτητους αποκλεισμούς και, κυρίως, αυτοαποκλεισμούς. Οι οποίοι πρέπει να υπάρξουν.
Άρα, η συζήτησή μας οφείλει να είναι ειλικρινής, αυτοκριτική απ’ όλες τις πλευρές και, κυρίως, να συμπεριλάβει στην ατζέντα της ακριβώς τα σημεία των αποκλίσεων, ώστε να μπορέσουν να προκύψουν –αν μπορέσουν- οι συγκλίσεις. Κορυφαία θέματα αυτής της ατζέντας, θεωρώ πως είναι:
Η στρατηγική συμφωνία για την πορεία της χώρας εντός της ΕΕ Κορυφαίο, αλλά μάλλον και το πιο εύκολο να συμφωνηθεί.
Συνολική αποτίμηση των ευθυνών του χώρου για την κρίση. Γιατί υπάρχουν στον χώρο ευθύνες για την κρίση. Κυβερνητικές και αντιπολιτευτικές.
Κυβερνητική πολιτική. Δυστυχώς, η σημερινή κυβερνητική πολιτική έχει εγκαταλείψει όλα, όσα θα μπορούσαν να εξασφαλίσουν, έστω και την ανοχή της και, βέβαια,
Ηγεσία. Είναι προφανές, ότι η ηγεσία καταδεικνύει, συμπυκνώνει και εγγυάται τα συμφωνηθέντα.
Τέλος, σε απόλυτη σχέση με όλα τα παραπάνω, η συνεύρεση αυτή, οφείλει να απαντά στο παρόν και επιτακτικό αίτημα της κοινωνίας, για αυθεντική ανανέωση και αξιοπιστία. Άνευ αυτών, όλα τα παραπάνω, καθίστανται κενά περιεχομένου.
Αγαπητές φίλες και φίλοι, η κρίση προχωρώντας μεταλλάσσεται και μαζί της κι εμείς. Πρόκειται για ένα πολύ σκληρό σχολείο. Σχολείο, που δίδαξε κι εμάς κακοποιώντας μας. Και, πρέπει να παραδεχτώ, ότι μας άλλαξε κιόλας, μαζί με όλα τα άλλα στη χώρα. Ουσιαστικά, η πορεία μας από την απόσχισή μας από τον ΣΥΝ, τη δημιουργία της ΔΗΜΑΡ και την αποχώρησή μας απ’ αυτήν, σηματοδοτεί την βασανιστική αναμέτρησή μας με την κρίση και τους εαυτούς μας. Σε συνθήκες κατακερματισμού και απαξίας του ευρύτερου χώρου, με την απόλυτη συνείδηση της αναγκαιότητάς του, προσπαθούμε να αναπτύξουμε κοινό βηματισμό με ανθρώπους άλλους, με άλλες καταγωγές, με άλλες αναφορές.
Στη διαδικασία αυτή, αρκετοί από εσάς εδώ, επιλέγουν την συστράτευσή τους με την «Δημοκρατική Παράταξη».
Εμείς, οι ΜΕΤΑρρυθμιστές, στη διαδικασία αυτή, φιλοδοξούμε να είμαστε, όχι οι κάτοχοι και φορείς απολυτοτήτων, αλλά οι συμμέτοχοι στη δημιουργία του νέου χώρου, οι επισπεύδοντες και επισπεύδουσες τον μετασχηματισμό της χώρας, οι εγγυητές και εγγυήτριες της ανάδειξης νέων ανθρώπων στην πολιτική πραγματικότητα, με όλα, όσα σημαίνει η ανάδειξη αυτή.
Με όλα τα φορτία που μας αναλογούν, δεν διεκδικούμε την επιβολή, αλλά την έκφρασή μας.
* Η ομιλία της Ντόρας Τσικαρδάνη στην εκδήλωση με θέμα «Οι προοπτικές της κεντροαριστεράς και της Δημοκρατικής Προοδευτικής Παράταξης» στην Θεσσαλονίκη
Η Ντόρα Τσικαρδάνη είναι δικηγόρος, στελεχος των ΜΕΤΑρρυθμιστών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
O διάλογος προϋποθέτει τον σεβασμό της διαφορετικής άποψης. Γι' αυτό κάθε υβριστικό, προσβλητικό ή χυδαίο σχόλιο θα διαγράφεται.