Σελίδες

Δευτέρα 20 Οκτωβρίου 2014

Η Ελλάδα αυτοπαγιδεύεται,

 Του Γιάννη Βούλγαρη, ΝΕΑ
Η βίαιη αντίδραση των διεθνών αγορών ήρθε να μας ξυπνήσει από τον κίνδυνο ύπνωσης που διατρέχαμε λόγω της βαρετής επανάληψης που εξέπεμπε η πολιτική μας ζωή. Γιατί εκ πρώτης όψεως βλέπαμε ένα έργο που είχαμε ξαναδεί παλιότερα. Ιδια πλοκή, ίδιες ατάκες, ίδια κόλπα, νέοι ηθοποιοί να προσπαθούν να αντιγράψουν τους ορίτζιναλ. Για άλλη μία φορά το πολιτικό σύστημα και ο κομματικός ανταγωνισμός αυτονομούνταν από τις ανάγκες της χώρας, σπρώχνοντας την Ελλάδα στα βράχια. Η τωρινή όμως κρίση που εκδηλώθηκε στο πλαίσιο της ευρύτερης διεθνούς αστάθειας έδειξε ότι η αποχαυνωτική επαναληπτικότητα είναι παγίδα. Αν παραδοθούμε στην αυταπάτη ότι το έργο το έχουμε ξαναδεί και πως έτσι είναι η πολιτική στην Ελλάδα τότε η νέα κατρακύλα είναι δεδομένη. Φάνηκε επίσης ότι η πορεία προς τις εκλογές, όποτε και αν γίνουν, έχει ακόμη πολλές στροφές, ότι οι στροφές επιδρούν μεν στους κομματικούς συσχετισμούς, αλλά αυξάνουν και τις πιθανότητες εκτροχιασμού. Ετσι λοιπόν, ο πρόσφατος κλυδωνισμός έστειλε μηνύματα στην κυβέρνηση και στον ΣΥΡΙΖΑ, στο κομματικό σύστημα αλλά και στην εθνική οικονομία συνολικά. Η κυβέρνηση κινδυνεύει να αυτοπαγιδευθεί υπό το άγχος μιας εκλογικής αποτυχίας. Το μήνυμα των αγορών αλλά και της ΕΕ είναι σαφές. Η έξοδος της Ελλάδας στις αγορές δεν μπορεί να υποταχθεί στον εκλογικό κύκλο. Οι αγορές δεν θα βάλουν λεφτά στην Ελλάδα αν δεν υπάρχει πολιτική κάλυψη από τους δανειστές. Οι Ευρωπαίοι δεν φαίνονται διατεθειμένοι να αναλάβουν πρόσθετο κόστος προκειμένου να κάνουν «πολιτικό χατίρι» στην παρούσα κυβέρνηση. Σαν να μας λένε, δεν μπορούμε να πληρώσουμε εκτάκτως την ελληνική ιδιαιτερότητα, προσπαθήστε να βγείτε ομαλά από το Μνημόνιο όπως η Πορτογαλία και σε αυτό το πλαίσιο θα σας βοηθήσουμε. Κοντολογίς, η υποτροπή ακυρώνει την προσδοκία της κυβέρνησης να βγει βεβιασμένα στις αγορές προκειμένου να επικυρώσει προεκλογικά το success story. Ας μην πάμε όμως στο αντίθετο άκρο.

Η κυβέρνηση έχει σημειώσει σημαντικές επιτυχίες στην προσπάθεια διάσωσης της χώρας. Το έκανε όμως στο μέτρο που κινήθηκε στην κομματικά δύσκολη αλλά εθνικά συμφέρουσα γραμμή τής συναινετικής διαπραγμάτευσης με τους δανειστές. Αντιθέτως, έχασε πόντους όταν άρχισε να εγκαταλείπει αυτό το πλαίσιο. Στην ουσία, οι αγορές και η ΕΕ είπαν μείνετε στην ίδια συναινετική προσέγγιση για να περάσετε ομαλά στη μεταμνημονιακή εποχή. Αυτό δεν αποκλείει προφανώς τις δοκιμαστικές κινήσεις, τις διαπραγματεύσεις, την αξιοποίηση των διαφορών μεταξύ των μεγάλων παικτών.

Αποκλείει όμως την ψευτομαγκιά και το «θα στείλω τον λογαριασμό στον επόμενο». Οσο γρηγορότερα κατανοήσει η κυβέρνηση το μήνυμα τόσο πειστικότερος θα γίνει ο λόγος της για την ανάγκη συνοχής της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας και πολιτικής σταθερότητας της χώρας. Με καθαρό επίσης τρόπο θα πρέπει να αναλάβει συναινετικές πρωτοβουλίες προς τον ΣΥΡΙΖΑ γιατί το κόστος της εθνικής πόλωσης κοστίζει πια άμεσα στους πολίτες. Είναι άγνωστο αν αυτή η γραμμή πλεύσης θα της αποδώσει εκλογικά. Συμφέρει όμως τη χώρα, και αν αυτό δεν αρκεί ας συνυπολογίσει ότι θα μεγεθύνει τις αποτυχίες μιας κυβέρνησης υπό τον ΣΥΡΙΖΑ αν οι κάλπες το θελήσουν.

Ο ΣΥΡΙΖΑ, χωρίς καμία αμφιβολία, είναι ο πραγματικός αποδέκτης του μηνύματος. Σε αυτόν συμπυκνώνεται πρωτίστως το λεγόμενο country risk. Το πρόβλημα είναι πραγματικό και έχει σημασία να αντιμετωπίζεται κατάματα, τόσο από την κοινή γνώμη όσο και από τον ίδιο τον ΣΥΡΙΖΑ. Εχει σημασία γιατί κοντεύει να γίνει politically correct το καλόπιασμα και η προσπάθεια «εξημέρωσης» του ΣΥΡΙΖΑ, μέσω της υποβάθμισης των πραγματικών κινδύνων που ενέχει η πολιτική του.

Ορθώς χαιρόμαστε όταν ο κ. Τσίπρας βλέπει τον Πάπα, τον Ντράγκι ή τον Σόιμπλε. Το πρόβλημα όμως έγκειται στο ότι η σημερινή φυσιογνωμία του ΣΥΡΙΖΑ, η στήριξή του στο κρατικιστικό - συντεχνιακό σύμπλεγμα που χρεοκόπησε και η ενθάρρυνση κάθε είδους προσδοκίας είναι συνολικά ασύμβατες με τα περιθώρια κίνησης που έχει όχι μόνο μια κυβέρνηση της ευρωζώνης, αλλά και μιας μικρής χώρας με δικό της εθνικό νόμισμα στη σημερινή ασταθή διεθνή οικονομία. Το πρόβλημα είναι επίσης ότι η κυρίαρχη κομματική κουλτούρα γυρίζει την Ελλάδα δεκαετίες πίσω ακριβώς γιατί έχει μείνει στα στερεότυπα μιας άλλης εποχής. Και αυτό φαίνεται όχι στα θέματα «υψηλής πολιτικής» όπως είναι η αντιμετώπιση του χρέους, όσο σε επιμέρους θέματα.

Τελευταίο παράδειγμα το περί τον πολιτισμό πρόγραμμά του, για το οποίο αξίζει να διαβάσει κανείς την καταιγιστική κριτική επιφανών παραγόντων της πνευματικής μας ζωής όπως ο Γ. Κουρουπός, ο Γ. Λούκος, ο Μ. Δημόπουλος και ο Γ. Χουβαρδάς («Εφημερίδα των Συντακτών», 11-12/10/2014). Για τη σημερινή υποτροπή, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει κάνει εύκολη κριτική ότι διαψεύστηκε η προσπάθεια της κυβέρνησης να βγει δήθεν από το Μνημόνιο. Ας μη γελιέται όμως. Μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης σκέφτεται ήδη: αν οι διεθνείς αγορές δεν δίνουν στον Σαμαρά ούτε τρεις ημέρες περιθώριο στον Τσίπρα δεν θα δώσουν ούτε τρία λεπτά.

Θα μπορέσει ο Α. Τσίπρας αν βρεθεί στην κυβέρνηση να πειθαρχήσει τις δυνάμεις και τις προσδοκίες που σήμερα βγάζει από το λυχνάρι; Και πόσο ισχυρές θα είναι οι κομματικές φωνές που θα ζητήσουν τήρηση του «αριστερού» προγράμματος ακόμη και αν το τίμημα είναι η ρήξη με την ευρωζώνη; Στο γενικό κλίμα του politically correct για την «εξημέρωση» του ΣΥΡΙΖΑ τέτοιες ερωτήσεις ηχούν παράταιρες, αλλά δεν παύουν να είναι καίριες.

Η όξυνση της κρίσης καθιστά ευκρινέστερη την πιθανότητα ενός μελλοντικού αδιεξόδου του ΣΥΡΙΖΑ. Και δεν είναι βέβαια τυχαίο ότι η πιο ειλικρινής εκτίμηση για τα «διδάγματα» που πρέπει να συναγάγει ο ΣΥΡΙΖΑ από την τωρινή υποτροπή προέρχεται από τον Π. Λαφαζάνη, την Ισκρα του και από τους θιασώτες της δραχμής.

Το μήνυμα όμως της τωρινής υποτροπής αφορά και το κομματικό σύστημα συνολικά. Σε συνθήκες διεθνούς οικονομικής αστάθειας, οι αγορές αντιμετωπίζουν την κάθε χώρα ως σύνολο, αδιαφορώντας για το ποιος κυβερνά. Για αυτό έχει αυξηθεί η σημασία της εθνικής συνεννόησης στα βασικά. Γεγονός που σημαίνει έχει αυξηθεί η αλληλεξάρτηση μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης. Ή αλλιώς ότι η εκάστοτε αντιπολίτευση έχει μεγαλύτερη δυνατότητα να υποσκάπτει την εκάστοτε κυβέρνηση, για να υποστεί την ίδια μεταχείριση όταν γίνει η εναλλαγή. Κατά τούτο, ο μικρός δικομματισμός που σχηματίζεται φαίνεται να προσφέρει πολύ μικρότερη «κυβερνησιμότητα» από τον προηγούμενο.

Το τελευταίο μήνυμα αφορά την ελληνική οικονομία συνολικά. Τέσσερα χρόνια μετά τη χρεοκοπία δεν υπάρχουν οι προϋποθέσεις να σταθεί μόνη της στις διεθνείς αγορές. Αυτό είναι το δραματικότερο. Η Ελλάδα είναι φτωχότερη αλλά όχι παραγωγικότερη. Η φορολόγηση και οι περικοπές πέτυχαν τη δημοσιονομική σταθεροποίηση, αλλά εθνική ανασυγκρότηση χωρίς διαρθρωτικές αλλαγές και επενδύσεις δεν θα γίνει ποτέ.

Το κακό είναι ότι αυτά τα ζητήματα δεν έχουν μπει καν στην εθνική πολιτική ατζέντα. Ακόμη και εκεί όπου έγιναν σημαντικές μεταρρυθμίσεις, είτε ακυρώνονται πλαγίως είτε παραμένουν αποσπασματικές και επομένως ανίκανες να δημιουργήσουν δυναμική αλλαγής. Οσο η οικονομία παραμένει έτσι, η Ελλάδα θα γίνεται φτερό στον άνεμο σε κάθε διεθνή αναταραχή. Πόσες κρίσεις θα περάσουμε άραγε μέχρι να διαμορφωθεί η κουλτούρα και το κόμμα της εθνικής ανασυγκρότησης;
Ο Γιάννης Βούλγαρης είναι καθηγητής στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

O διάλογος προϋποθέτει τον σεβασμό της διαφορετικής άποψης. Γι' αυτό κάθε υβριστικό, προσβλητικό ή χυδαίο σχόλιο θα διαγράφεται.