Της Βάσως Κιντή, www.metarithmisi.gr
Το Ποτάμι ξεκίνησε ως ρεύμα αλλαγής στην κοινωνία, στο πολιτικό σύστημα και στη χώρα και σήμερα φαίνεται να νοιάζεται περισσότερο να είναι μέρος της οποιαδήποτε λύσης στο πολιτικό επίπεδο. Κατά την γνώμη μου, δεν αντιμετωπίζονται τα προβλήματα όταν κόκκινες γραμμές είναι τα “άξια” πρόσωπα και δεν καταλαβαίνω πώς μπορούν να “συνετιστούν” δια των κυβερνητικών συμμαχιών κόμματα σαν τη ΝΔ, τον Σύριζα ή το Πασόκ. Θα εκβιάζει ο μικρός εταίρος τον μεγαλύτερο για να μην πέσει η κυβέρνηση; Ή η παρουσία των αγνών και των άξιων θα εξαγνίζει αυτόχρημα και τους άλλους; Ακόμη και οι συμμαχίες για να επιτύχουν χρειάζεται να προηγηθεί συστηματική πολιτική δουλειά εκεί όπου συγκρούεται και διχάζεται η κοινωνία. Και η πολιτική δουλειά σε υποχρεώνει να πάρεις θέση στις επιμέρους αλλά και στη μείζονα σύγκρουση. Χαλάει τις ουδέτερες ισορροπίες.
Τα
τελευταία πέντε χρόνια στη χώρα κυριαρχεί μία μεγάλη σύγκρουση που
εκδηλώνεται σε πολλά επίπεδα και τομείς. Σύγκρουση ιδεολογική, πολιτική,
κοινωνική, οικονομική, πολιτισμική, ηθική, κλπ. Από τη μια πλευρά είναι
όσοι είτε ειλικρινά, είτε υποκριτικά, είτε εξαναγκαστικά, είτε απλώς
διακηρυκτικά, είτε εντελώς προσχηματικά, είτε στυγνά συμφεροντολογικά,
θέλουν τη χώρα προσανατολισμένη στην Ευρώπη, την ΕΕ και τον Δυτικό κόσμο
με ό,τι αυτό συνεπάγεται σε επίπεδο αρχών αλλά και πρακτικών: κράτος
δικαίου, μεταρρυθμίσεις, οικονομία της αγοράς, δικαιώματα, πλουραλισμός
και κοσμοπολιτισμός, διεθνείς κανόνες, σύμπλευση και συνεργασία με τους
εταίρους.
Από την άλλη πλευρά όσοι από πίστη, ιδεολογικό κόλλημα, παραίτηση, αγανάκτηση, απελπισία, θυμό, ιδιοτέλεια, ή ημιμάθεια εμπνέονται από τον ελληνικό εξαιρετισμό, δοκιμάζουν ανορθόδοξες, ακόμη και αυτοκτονικές, “επαναστάσεις” ατάκτων, προτείνουν τσαμπουκάδες και μονομερείς ενέργειες, στρέφονται σπασμωδικά προς τον Τσάβεζ, τον Πούτιν, την Κίνα ή την Αργεντινή, αναδιπλώνονται στην ελληνοχριστιανική ταυτότητα, ομνύουν σε ένα υδροκέφαλο και αδρανές κράτος, αποκηρύσσουν τις μεταρρυθμίσεις, τον εκσυγχρονισμό ή την αξιολόγηση, υπόσχονται ανυποταξία και ολική επαναφορά στο πελατειακό καθεστώς του 2008 που οι ίδιοι τότε κατήγγειλαν ως νεοφιλελεύθερο.
Τα στρατόπεδα δεν είναι ασφαλώς ομοιογενή. Και στις δύο πλευρές άλλοι αγωνίζονται ειλικρινά για ευγενείς στόχους, άλλοι λαθροβιούν παρασιτικά και άλλοι μετέρχονται όλα τα μέσα για ίδιον όφελος. Και στις δύο παρατάξεις υπάρχουν αυτοί που υποφέρουν από την κρίση κι αυτοί που δεν αγγίζονται ή ωφελούνται. Και στις δύο μιλούν για δικαιοσύνη και ισότητα αλλά ανέχονται ή προάγουν την ανισότητα.
Όμως όσοι στάθηκαν στη μία πλευρά --ας την πούμε σχηματικά την ευρωπαϊκή--, ανέλαβαν για τους διάφορους λόγους που αναφέρθηκαν προηγουμένως (δημοσίου συμφέροντος ή ιδιοτελείς), το κόστος να υποστηρίξουν τη συγκεκριμένη πορεία που πήρε η χώρα, ένα κόστος που σήμαινε προσωπικούς προπηλακισμούς και λοιδορίες, κομματική συρρίκνωση, οικονομικές θυσίες και επιδείνωση της ποιότητας ζωής για όλη τη χώρα, με αντάλλαγμα την παραμονή σε ευρωπαϊκή τροχιά και την αποφυγή μιας άτακτης χρεοκοπίας με όλα τα συνεπακόλουθα.
Στην οδό αυτή σύρθηκαν και όσοι δεν την πίστεψαν και την πολέμησαν, από τη στιγμή που ήρθαν αντιμέτωποι με τα ξεροκέφαλα γεγονότα (αυτό ισχύει για τη ΝΔ και τον Σαμαρά, Βενιζελικούς και άλλους στο Πασόκ, τη Δημάρ το λίγο διάστημα που έμεινε στην κυβέρνηση). Παρά τα ευχολόγια, τις στρεψοδικίες, τις υπεκφυγές, τους παλληκαρισμούς, την αναβλητικότητα, τις ανακολουθίες, το κλείσιμο ματιού και την αντίσταση, αναγκάστηκαν να αποδεχθούν ότι δεν υπήρχε άλλος δρόμος από αυτόν των διεθνών κανόνων και της συνεργασίας με τους εταίρους μας. Το έκαναν στραβά, το έκαναν δειλά, το έκαναν συμφεροντολογικά, αλλά το έκαναν. Οι άλλοι το πολέμησαν, εργάστηκαν για τον εκτροχιασμό της χώρας χωρίς ενδοιασμούς από ιδεολογική τύφλωση, από άγνοια ή καθαρό συμφέρον. Αν παραδίνονταν όλοι στο αντιμνημονιακό παροξυσμό, σήμερα θα προσπαθούσαμε να ανασυνταχθούμε πάνω σε ερείπια και δεν θα υπήρχε καν χώρος να κάνει ο Σύριζα τις ρεαλιστικές στροφές του.
Την οδό και την πορεία αυτή επέβαλαν οι έλληνες πολίτες σε απανωτές εκλογικές αναμετρήσεις, παρά τις αδικίες που υπέστησαν, παρά τις σειρήνες των εύκολων και μαγικών λύσεων, παρά την οικονομική αφαίμαξη και την ανατροπή σχεδίων ζωής. Το έκαναν για το μέλλον τους και για τα παιδιά τους, το έκαναν από καθήκον απέναντι στη στοιχειώδη νοημοσύνη τους. Οι ανοησίες με τα ελικόπτερα, με τον τσαμπουκά στην Ευρώπη, με τα δισ. του Σώρρα, με τα ρωσικά ή τα κινεζικά δάνεια, με την Αργεντινή, ή την Κύπρο, έσκαγαν η μία μετά την άλλη διαλύοντας τις φούσκες αέρα κοπανιστού που τάιζε, ωστόσο, όλο αυτό το διάστημα ανθρώπους ταλαιπωρημένους και αφελείς, ανθρώπους που συναγελάζονταν αδιακρίτως (φασίστες, ψεκασμένοι, αριστεροί και αγύρτες) στο Σύνταγμα, ανθρώπους που περιέφεραν το θράσος, την προπέτεια και την άγνοιά τους στα τηλεοπτικά κανάλια και στις ραδιοφωνικές συχνότητες.
Με αυτό το υπόβαθρο, με κουρασμένους και απαξιωμένους τους παλαιούς πρωταγωνιστές και στρατιώτες που δεν ξέρουν άλλο από τα παλαιά κόλπα της εξουσίας, η προοπτική ενός ρωμαλέου και αδημονούντος Σύριζα στην εξουσία, προβάλλει ως αναπόφευκτη και ρεαλιστική. Όλοι, κόμματα και πολιτευτές, αντιμετωπίζουν το ενδεχόμενο αυτό ως φυσικό φαινόμενο και προσπαθούν, εν όψει αυτής της εξέλιξης να πάρουν τα μέτρα τους για να επιβιώσουν και να πλασαριστούν στο νέο σκηνικό. Η σύγκρουση που σοβούσε τα τελευταία χρόνια σπρώχνεται στο παρασκήνιο ώστε όλα να διευθετηθούν σε μια επιφάνεια πολιτικής ομαλότητας make belief, ως εάν αυτή η σύγκρουση να μην είχε ποτέ υπάρξει.
Έτσι και το Ποτάμι, ένα νέο κόμμα που δημιουργήθηκε ακριβώς για να επιχειρήσει να σύρει τη χώρα με σταθερό βήμα, χωρίς ταλαντεύσεις και πισωγυρίσματα στον ευρωπαϊκό δρόμο, ανακοίνωσε πρόσφατα με συνεντεύξεις και ομιλία του αρχηγού του αλλά και την προβεβλημένη ομιλία του ηγετικού στελέχους του Σταύρου Τσακυράκη ότι, ως κεντρώο κόμμα, μπορεί αδιακρίτως και με απόλυτη ουδετερότητα να συμμαχήσει και με τις δύο πλευρές, τη ΝΔ και τον Σύριζα, για να αποτραπεί το χειρότερο, δηλαδή οι αυτοδύναμες κυβερνήσεις. Πώς θα αποτραπεί το χειρότερο; Με αξιόπιστα πρόσωπα και ορισμένες κόκκινες γραμμές: ένα βελτιωμένο ΓΑΠικό opengov για τη ΝΔ, και η Ευρώπη με το ευρώ έμπρακτα για το Σύριζα.
Η στάση αυτή, από ένα κόμμα που δεν έχει ακόμη βουλευτές, εμφανίζεται ως στάση υπευθυνότητας: «δεν επιτρέπεται σε μια υπεύθυνη πολιτική δύναμη να αδιαφορεί για την δυνατότητα κυβερνητικής λύσης περιμένοντας να έρθει η ώρα για το δικό της πρόγραμμα.» Είναι πρωτίστως, όμως, στάση κομματικής επιβίωσης σε ένα σκληρό δικομματικό τοπίο. Εμφανίζεται ως κόμμα μπαλαντέρ, ένα swing party, που μπορεί κυνικά (ή από αγνό απολιτικό πολιτισμό που δεν μπορεί να αγνοήσει ποιο ήρθε πρώτο κόμμα) να κολλήσει οπουδήποτε ως όρος για να υπάρχει. Ψηφίστε με, λέει, για να συνετίσω τους άλλους δυο συμμαχώντας μαζί τους και στρέφοντάς τους προς τη σωστή κατεύθυνση.
Μα πώς θα γίνει αυτό; Με τις σωστές θέσεις; Ποιες είναι οι σωστές θέσεις που θα δεσμεύσουν τον γνωστό ανυπότακτο και προελαύνοντα Σύριζα ή την παλιά καραβάνα ΝΔ; Ποιες είναι αυτές από τις οποίες το Ποτάμι κατά κανένα τρόπο δεν θα αποστεί; Η ευρωπαϊκή πορεία και το ευρώ; Μα αυτή τη δέχονται, πλέον, σχεδόν όλοι. Υπάρχει κάποια από τις θέσεις που παρουσιάστηκαν πρόσφατα που μπορεί να θεωρηθεί αδιαπραγμάτευτη; Ούτε μία. Αν δεν θέλουμε ακυβερνησία και τις αλλεπάλληλες εκλογές που φοβάται ο Σταύρος Τσακυράκης, θα εμμείνουμε στα μη κρατικά πανεπιστήμια ή στην εμπλοκή του ΠτΔ στην επιλογή των ανώτατων δικαστικών; Μπορούμε κάλλιστα να τα παρακάμψουμε (παραπέμποντάς τα στο μέλλον) ώστε να αποφύγουμε την ακυβερνησία και τις αλλεπάλληλες εκλογές. Εκτός εάν δεν είναι αυτές όντως πρόβλημα, αλλά τότε γιατί τις επικαλούμαστε ως κακό που μας οδηγεί να δηλώνουμε εξ αρχής έτοιμοι για οποιαδήποτε συμμαχία; Ή μήπως θα είναι τα πρόσωπα το κλειδί; Δεν θα έχει κυβέρνηση με κορμό τον Σύριζα υπουργό οικονομικών τον Δραγασάκη αλλά έναν νέο Γκίκα Χαρδούβελη; Ακόμη κι αν αυτό γινόταν αποδεκτό, ποιο θα ήταν το αποτέλεσμα; Ακολουθεί ο σημερινός Γκίκας Χαρδούβελης δική του πολιτική; Και ποιο θα είναι το μέτρο για να αξιολογηθούν τα πρόσωπα; Η διοικητική ικανότητα, ο πρότερος έντιμος πολιτικός βίος;
Μα τι να κάνουμε, θα μπορούσε κανείς να πει; Να μείνουμε κόμμα διαμαρτυρίας περιμένοντας πότε θα μας εμπιστευτεί ο λαός; Να αφήσουμε τους άλλους να εφαρμόσουν μόνοι τους την καταστροφική πολιτική τους;
Πρώτον, κόμμα διαμαρτυρίας είσαι όταν απλώς και γενικώς διαμαρτύρεσαι. Όταν έχεις σοβαρές θέσεις και μπαίνεις γι αυτές στο καμίνι της αντιπαράθεσης πάνω στα προβλήματα που διχάζουν τον κόσμο, είσαι σοβαρό κόμμα. Δεν χρειάζεται να δηλώνεις εκ προοιμίου διαθεσιμότητα για συγκυβέρνηση για να σε παίρνουν στα σοβαρά και να κερδίσεις υποστήριξη.
Δεύτερον, η καταστροφική πολιτική των άλλων κομμάτων δεν αποτρέπεται με δύο, τρεις ή πέντε υπουργούς στη συγκυβέρνηση. Αποτρέπεται όταν καταφέρεις να μειώσεις την επιρροή της. Και η επιρροή της θα μειωθεί όταν επικριθεί, όταν αναδειχθεί πόσο καταστροφική είναι. Όπως έγραφα και σε σχετικό κείμενό μου στα ΝΕΑ τον Αύγουστο (http://tinyurl.com/nebhnwz ), οι συμμαχίες μπορεί να είναι αναπόφευκτες, ακόμη και επιθυμητές. Αλλά «τα κόμματα δεν υπάρχουν για να συμμαχούν. Υπάρχουν για να κάνουν πολιτική, κι αν χρειαστεί θα κάνουν και συμμαχίες. Είναι αυταπάτη να νομίζεις ότι διά των συμμαχιών, ακόμη και με ένα μεγάλο ποσοστό, μπορεί να βελτιώσεις τα δύο μεγάλα κόμματα. Η κυβέρνηση θα φέρει τη δική τους σφραγίδα. Το μόνο που μπορεί να βελτιώσει την κατάσταση είναι μια αταλάντευτη μεταρρυθμιστική πολιτική.»
Η επιμονή σε αυτή την πολιτική θα συγκροτήσει την πολιτική σου ταυτότητα, θα δημιουργήσει τη δική σου σταθερή βάση υποστήριξης και θα υποχρεώσει επί της ουσίας τα κόμματα με τα οποία μπορεί να συμμαχήσεις να προσαρμόσουν την πολιτική τους σε μια διαφορετική από τη σημερινή λαϊκή απαίτηση. Ένας κουβάς από θέσεις, όσο καλές και επεξεργασμένες κι αν είναι, δεν είναι αρκετός για να επιτύχεις τα παραπάνω. Όπως έγραφα και σε ένα άλλο κείμενό μου τον προηγούμενο Μάρτιο (http://tinyurl.com/m84r2wr) αμέσως μετά την ίδρυση του Ποταμιού, οι θέσεις σε ένα κουβά ή σε ένα καλό περιτύλιγμα (21 θέσεις την 21η Σεπτεμβρίου για τον 21ο αιώνα), λειτουργούν συνήθως ως πρόσχημα, ως προπέτασμα. πίσω από το οποίο γίνονται όλες οι πολιτικές κινήσεις.
Αντί λοιπόν να υπάρχει μια καθημερινή και συγκεκριμένη εμπλοκή με τα προβλήματα (τι λες και κάνεις για τον ΕΝΦΙΑ, τις τράπεζες, τα κόκκινα δάνεια, τις απολύσεις, τις μετεγγραφές των φοιτητών, και τόσα άλλα, όχι ως δηλώσεις θέσεων, αλλά ως καθημερινή πολιτική που την παίρνεις πάνω σου, την παλεύεις και την εξηγείς), παρατηρώ μία αυστηρή ισορροπία ίσων αποστάσεων και μοιρασμένης εκατέρωθεν κριτικής και, πιο ανησυχητικά, τη διείσδυση και προβολή ενός ήπιου βαρουφακικού αντιμνημονιασμού που λέει «γιατί πληρώσαμε αναιτίως τον Αύγουστο χρεολύσια ύψους 3,95 δις. ευρώ» (συνέντευξη Σταύρου Θεοδωράκη στην Καθημερινή 21/9/14) ή γιατί εξαιρέθηκαν από το κούρεμα τα ομόλογα της ΕΚΤ (ομιλία ΣΘ). Δηλαδή τι; Να κάνουμε αυτό που έγινε πρόσφατα με την Αργεντινή και βρέθηκε δραματικά και πάλι στα πρόθυρα της χρεοκοπίας ή να παραβιάσουμε τους κανόνες της ΕΚΤ;
Με λίγα λόγια το Ποτάμι θέτει τον εαυτό του στην υπηρεσία της διακυβέρνησης που στην παρούσα φάση σημαίνει συγκυβέρνηση με τον Σύριζα. Αυτός προηγείται και αυτός έχει ζωτική ανάγκη συμμαχιών. Σε αυτόν προσφέρει το Ποτάμι λύση και πραγματική διέξοδο με τη διαθεσιμότητά του για τυφλές συμμαχίες. Γίνεται το συμπλήρωμα σε ένα τοπίο που ορίζουν οι άλλοι ξεχνώντας και καταχωνιάζοντας στο παρελθόν τη σύγκρουση η οποία, ανάλογα με το πώς θα εξελιχθεί, θα ορίσει το μέλλον της χώρας.
Μα τι ζητάς, θα μπορούσε να πει κάποιος; Να επιβραβεύσει το Ποτάμι τα μνημονιακά κόμματα της συγκυβέρνησης και να συνταχθεί άνευ όρων μαζί τους; Όχι. Ζητώ να πολιτεύεται καθημερινά έχοντας κατά νου την πιο πάνω σύγκρουση. Να παίρνει δηλαδή θέση στα ζητήματα που ανακύπτουν, όχι αφηρημένα στο επίπεδο των λόγων, αλλά πρακτικά, ώστε να διασφαλιστεί η ευρωπαϊκή μας πορεία. Απαντώντας απλώς στο ζήτημα της διακυβέρνησης ξεχνώντας τη σύγκρουση αυτή, πολιτεύεται όπως τα παλαιά κόμματα τα οποία δικαίως επικρίνει ότι νοιάζονται απλώς να διασωθούν.
Το Ποτάμι ξεκίνησε ως ρεύμα αλλαγής στην κοινωνία, στο πολιτικό σύστημα και στη χώρα και σήμερα φαίνεται να νοιάζεται περισσότερο να είναι μέρος της οποιαδήποτε λύσης στο πολιτικό επίπεδο. Κατά την γνώμη μου, δεν αντιμετωπίζονται τα προβλήματα όταν κόκκινες γραμμές είναι τα “άξια” πρόσωπα και δεν καταλαβαίνω πώς μπορούν να “συνετιστούν” δια των κυβερνητικών συμμαχιών κόμματα σαν τη ΝΔ, τον Σύριζα ή το Πασόκ. Θα εκβιάζει ο μικρός εταίρος τον μεγαλύτερο για να μην πέσει η κυβέρνηση; Ή η παρουσία των αγνών και των άξιων θα εξαγνίζει αυτόχρημα και τους άλλους; Ακόμη και οι συμμαχίες για να επιτύχουν χρειάζεται να προηγηθεί συστηματική πολιτική δουλειά εκεί όπου συγκρούεται και διχάζεται η κοινωνία. Και η πολιτική δουλειά σε υποχρεώνει να πάρεις θέση στις επιμέρους αλλά και στη μείζονα σύγκρουση. Χαλάει τις ουδέτερες ισορροπίες.
Από την άλλη πλευρά όσοι από πίστη, ιδεολογικό κόλλημα, παραίτηση, αγανάκτηση, απελπισία, θυμό, ιδιοτέλεια, ή ημιμάθεια εμπνέονται από τον ελληνικό εξαιρετισμό, δοκιμάζουν ανορθόδοξες, ακόμη και αυτοκτονικές, “επαναστάσεις” ατάκτων, προτείνουν τσαμπουκάδες και μονομερείς ενέργειες, στρέφονται σπασμωδικά προς τον Τσάβεζ, τον Πούτιν, την Κίνα ή την Αργεντινή, αναδιπλώνονται στην ελληνοχριστιανική ταυτότητα, ομνύουν σε ένα υδροκέφαλο και αδρανές κράτος, αποκηρύσσουν τις μεταρρυθμίσεις, τον εκσυγχρονισμό ή την αξιολόγηση, υπόσχονται ανυποταξία και ολική επαναφορά στο πελατειακό καθεστώς του 2008 που οι ίδιοι τότε κατήγγειλαν ως νεοφιλελεύθερο.
Τα στρατόπεδα δεν είναι ασφαλώς ομοιογενή. Και στις δύο πλευρές άλλοι αγωνίζονται ειλικρινά για ευγενείς στόχους, άλλοι λαθροβιούν παρασιτικά και άλλοι μετέρχονται όλα τα μέσα για ίδιον όφελος. Και στις δύο παρατάξεις υπάρχουν αυτοί που υποφέρουν από την κρίση κι αυτοί που δεν αγγίζονται ή ωφελούνται. Και στις δύο μιλούν για δικαιοσύνη και ισότητα αλλά ανέχονται ή προάγουν την ανισότητα.
Όμως όσοι στάθηκαν στη μία πλευρά --ας την πούμε σχηματικά την ευρωπαϊκή--, ανέλαβαν για τους διάφορους λόγους που αναφέρθηκαν προηγουμένως (δημοσίου συμφέροντος ή ιδιοτελείς), το κόστος να υποστηρίξουν τη συγκεκριμένη πορεία που πήρε η χώρα, ένα κόστος που σήμαινε προσωπικούς προπηλακισμούς και λοιδορίες, κομματική συρρίκνωση, οικονομικές θυσίες και επιδείνωση της ποιότητας ζωής για όλη τη χώρα, με αντάλλαγμα την παραμονή σε ευρωπαϊκή τροχιά και την αποφυγή μιας άτακτης χρεοκοπίας με όλα τα συνεπακόλουθα.
Στην οδό αυτή σύρθηκαν και όσοι δεν την πίστεψαν και την πολέμησαν, από τη στιγμή που ήρθαν αντιμέτωποι με τα ξεροκέφαλα γεγονότα (αυτό ισχύει για τη ΝΔ και τον Σαμαρά, Βενιζελικούς και άλλους στο Πασόκ, τη Δημάρ το λίγο διάστημα που έμεινε στην κυβέρνηση). Παρά τα ευχολόγια, τις στρεψοδικίες, τις υπεκφυγές, τους παλληκαρισμούς, την αναβλητικότητα, τις ανακολουθίες, το κλείσιμο ματιού και την αντίσταση, αναγκάστηκαν να αποδεχθούν ότι δεν υπήρχε άλλος δρόμος από αυτόν των διεθνών κανόνων και της συνεργασίας με τους εταίρους μας. Το έκαναν στραβά, το έκαναν δειλά, το έκαναν συμφεροντολογικά, αλλά το έκαναν. Οι άλλοι το πολέμησαν, εργάστηκαν για τον εκτροχιασμό της χώρας χωρίς ενδοιασμούς από ιδεολογική τύφλωση, από άγνοια ή καθαρό συμφέρον. Αν παραδίνονταν όλοι στο αντιμνημονιακό παροξυσμό, σήμερα θα προσπαθούσαμε να ανασυνταχθούμε πάνω σε ερείπια και δεν θα υπήρχε καν χώρος να κάνει ο Σύριζα τις ρεαλιστικές στροφές του.
Την οδό και την πορεία αυτή επέβαλαν οι έλληνες πολίτες σε απανωτές εκλογικές αναμετρήσεις, παρά τις αδικίες που υπέστησαν, παρά τις σειρήνες των εύκολων και μαγικών λύσεων, παρά την οικονομική αφαίμαξη και την ανατροπή σχεδίων ζωής. Το έκαναν για το μέλλον τους και για τα παιδιά τους, το έκαναν από καθήκον απέναντι στη στοιχειώδη νοημοσύνη τους. Οι ανοησίες με τα ελικόπτερα, με τον τσαμπουκά στην Ευρώπη, με τα δισ. του Σώρρα, με τα ρωσικά ή τα κινεζικά δάνεια, με την Αργεντινή, ή την Κύπρο, έσκαγαν η μία μετά την άλλη διαλύοντας τις φούσκες αέρα κοπανιστού που τάιζε, ωστόσο, όλο αυτό το διάστημα ανθρώπους ταλαιπωρημένους και αφελείς, ανθρώπους που συναγελάζονταν αδιακρίτως (φασίστες, ψεκασμένοι, αριστεροί και αγύρτες) στο Σύνταγμα, ανθρώπους που περιέφεραν το θράσος, την προπέτεια και την άγνοιά τους στα τηλεοπτικά κανάλια και στις ραδιοφωνικές συχνότητες.
Με αυτό το υπόβαθρο, με κουρασμένους και απαξιωμένους τους παλαιούς πρωταγωνιστές και στρατιώτες που δεν ξέρουν άλλο από τα παλαιά κόλπα της εξουσίας, η προοπτική ενός ρωμαλέου και αδημονούντος Σύριζα στην εξουσία, προβάλλει ως αναπόφευκτη και ρεαλιστική. Όλοι, κόμματα και πολιτευτές, αντιμετωπίζουν το ενδεχόμενο αυτό ως φυσικό φαινόμενο και προσπαθούν, εν όψει αυτής της εξέλιξης να πάρουν τα μέτρα τους για να επιβιώσουν και να πλασαριστούν στο νέο σκηνικό. Η σύγκρουση που σοβούσε τα τελευταία χρόνια σπρώχνεται στο παρασκήνιο ώστε όλα να διευθετηθούν σε μια επιφάνεια πολιτικής ομαλότητας make belief, ως εάν αυτή η σύγκρουση να μην είχε ποτέ υπάρξει.
Έτσι και το Ποτάμι, ένα νέο κόμμα που δημιουργήθηκε ακριβώς για να επιχειρήσει να σύρει τη χώρα με σταθερό βήμα, χωρίς ταλαντεύσεις και πισωγυρίσματα στον ευρωπαϊκό δρόμο, ανακοίνωσε πρόσφατα με συνεντεύξεις και ομιλία του αρχηγού του αλλά και την προβεβλημένη ομιλία του ηγετικού στελέχους του Σταύρου Τσακυράκη ότι, ως κεντρώο κόμμα, μπορεί αδιακρίτως και με απόλυτη ουδετερότητα να συμμαχήσει και με τις δύο πλευρές, τη ΝΔ και τον Σύριζα, για να αποτραπεί το χειρότερο, δηλαδή οι αυτοδύναμες κυβερνήσεις. Πώς θα αποτραπεί το χειρότερο; Με αξιόπιστα πρόσωπα και ορισμένες κόκκινες γραμμές: ένα βελτιωμένο ΓΑΠικό opengov για τη ΝΔ, και η Ευρώπη με το ευρώ έμπρακτα για το Σύριζα.
Η στάση αυτή, από ένα κόμμα που δεν έχει ακόμη βουλευτές, εμφανίζεται ως στάση υπευθυνότητας: «δεν επιτρέπεται σε μια υπεύθυνη πολιτική δύναμη να αδιαφορεί για την δυνατότητα κυβερνητικής λύσης περιμένοντας να έρθει η ώρα για το δικό της πρόγραμμα.» Είναι πρωτίστως, όμως, στάση κομματικής επιβίωσης σε ένα σκληρό δικομματικό τοπίο. Εμφανίζεται ως κόμμα μπαλαντέρ, ένα swing party, που μπορεί κυνικά (ή από αγνό απολιτικό πολιτισμό που δεν μπορεί να αγνοήσει ποιο ήρθε πρώτο κόμμα) να κολλήσει οπουδήποτε ως όρος για να υπάρχει. Ψηφίστε με, λέει, για να συνετίσω τους άλλους δυο συμμαχώντας μαζί τους και στρέφοντάς τους προς τη σωστή κατεύθυνση.
Μα πώς θα γίνει αυτό; Με τις σωστές θέσεις; Ποιες είναι οι σωστές θέσεις που θα δεσμεύσουν τον γνωστό ανυπότακτο και προελαύνοντα Σύριζα ή την παλιά καραβάνα ΝΔ; Ποιες είναι αυτές από τις οποίες το Ποτάμι κατά κανένα τρόπο δεν θα αποστεί; Η ευρωπαϊκή πορεία και το ευρώ; Μα αυτή τη δέχονται, πλέον, σχεδόν όλοι. Υπάρχει κάποια από τις θέσεις που παρουσιάστηκαν πρόσφατα που μπορεί να θεωρηθεί αδιαπραγμάτευτη; Ούτε μία. Αν δεν θέλουμε ακυβερνησία και τις αλλεπάλληλες εκλογές που φοβάται ο Σταύρος Τσακυράκης, θα εμμείνουμε στα μη κρατικά πανεπιστήμια ή στην εμπλοκή του ΠτΔ στην επιλογή των ανώτατων δικαστικών; Μπορούμε κάλλιστα να τα παρακάμψουμε (παραπέμποντάς τα στο μέλλον) ώστε να αποφύγουμε την ακυβερνησία και τις αλλεπάλληλες εκλογές. Εκτός εάν δεν είναι αυτές όντως πρόβλημα, αλλά τότε γιατί τις επικαλούμαστε ως κακό που μας οδηγεί να δηλώνουμε εξ αρχής έτοιμοι για οποιαδήποτε συμμαχία; Ή μήπως θα είναι τα πρόσωπα το κλειδί; Δεν θα έχει κυβέρνηση με κορμό τον Σύριζα υπουργό οικονομικών τον Δραγασάκη αλλά έναν νέο Γκίκα Χαρδούβελη; Ακόμη κι αν αυτό γινόταν αποδεκτό, ποιο θα ήταν το αποτέλεσμα; Ακολουθεί ο σημερινός Γκίκας Χαρδούβελης δική του πολιτική; Και ποιο θα είναι το μέτρο για να αξιολογηθούν τα πρόσωπα; Η διοικητική ικανότητα, ο πρότερος έντιμος πολιτικός βίος;
Μα τι να κάνουμε, θα μπορούσε κανείς να πει; Να μείνουμε κόμμα διαμαρτυρίας περιμένοντας πότε θα μας εμπιστευτεί ο λαός; Να αφήσουμε τους άλλους να εφαρμόσουν μόνοι τους την καταστροφική πολιτική τους;
Πρώτον, κόμμα διαμαρτυρίας είσαι όταν απλώς και γενικώς διαμαρτύρεσαι. Όταν έχεις σοβαρές θέσεις και μπαίνεις γι αυτές στο καμίνι της αντιπαράθεσης πάνω στα προβλήματα που διχάζουν τον κόσμο, είσαι σοβαρό κόμμα. Δεν χρειάζεται να δηλώνεις εκ προοιμίου διαθεσιμότητα για συγκυβέρνηση για να σε παίρνουν στα σοβαρά και να κερδίσεις υποστήριξη.
Δεύτερον, η καταστροφική πολιτική των άλλων κομμάτων δεν αποτρέπεται με δύο, τρεις ή πέντε υπουργούς στη συγκυβέρνηση. Αποτρέπεται όταν καταφέρεις να μειώσεις την επιρροή της. Και η επιρροή της θα μειωθεί όταν επικριθεί, όταν αναδειχθεί πόσο καταστροφική είναι. Όπως έγραφα και σε σχετικό κείμενό μου στα ΝΕΑ τον Αύγουστο (http://tinyurl.com/nebhnwz ), οι συμμαχίες μπορεί να είναι αναπόφευκτες, ακόμη και επιθυμητές. Αλλά «τα κόμματα δεν υπάρχουν για να συμμαχούν. Υπάρχουν για να κάνουν πολιτική, κι αν χρειαστεί θα κάνουν και συμμαχίες. Είναι αυταπάτη να νομίζεις ότι διά των συμμαχιών, ακόμη και με ένα μεγάλο ποσοστό, μπορεί να βελτιώσεις τα δύο μεγάλα κόμματα. Η κυβέρνηση θα φέρει τη δική τους σφραγίδα. Το μόνο που μπορεί να βελτιώσει την κατάσταση είναι μια αταλάντευτη μεταρρυθμιστική πολιτική.»
Η επιμονή σε αυτή την πολιτική θα συγκροτήσει την πολιτική σου ταυτότητα, θα δημιουργήσει τη δική σου σταθερή βάση υποστήριξης και θα υποχρεώσει επί της ουσίας τα κόμματα με τα οποία μπορεί να συμμαχήσεις να προσαρμόσουν την πολιτική τους σε μια διαφορετική από τη σημερινή λαϊκή απαίτηση. Ένας κουβάς από θέσεις, όσο καλές και επεξεργασμένες κι αν είναι, δεν είναι αρκετός για να επιτύχεις τα παραπάνω. Όπως έγραφα και σε ένα άλλο κείμενό μου τον προηγούμενο Μάρτιο (http://tinyurl.com/m84r2wr) αμέσως μετά την ίδρυση του Ποταμιού, οι θέσεις σε ένα κουβά ή σε ένα καλό περιτύλιγμα (21 θέσεις την 21η Σεπτεμβρίου για τον 21ο αιώνα), λειτουργούν συνήθως ως πρόσχημα, ως προπέτασμα. πίσω από το οποίο γίνονται όλες οι πολιτικές κινήσεις.
Αντί λοιπόν να υπάρχει μια καθημερινή και συγκεκριμένη εμπλοκή με τα προβλήματα (τι λες και κάνεις για τον ΕΝΦΙΑ, τις τράπεζες, τα κόκκινα δάνεια, τις απολύσεις, τις μετεγγραφές των φοιτητών, και τόσα άλλα, όχι ως δηλώσεις θέσεων, αλλά ως καθημερινή πολιτική που την παίρνεις πάνω σου, την παλεύεις και την εξηγείς), παρατηρώ μία αυστηρή ισορροπία ίσων αποστάσεων και μοιρασμένης εκατέρωθεν κριτικής και, πιο ανησυχητικά, τη διείσδυση και προβολή ενός ήπιου βαρουφακικού αντιμνημονιασμού που λέει «γιατί πληρώσαμε αναιτίως τον Αύγουστο χρεολύσια ύψους 3,95 δις. ευρώ» (συνέντευξη Σταύρου Θεοδωράκη στην Καθημερινή 21/9/14) ή γιατί εξαιρέθηκαν από το κούρεμα τα ομόλογα της ΕΚΤ (ομιλία ΣΘ). Δηλαδή τι; Να κάνουμε αυτό που έγινε πρόσφατα με την Αργεντινή και βρέθηκε δραματικά και πάλι στα πρόθυρα της χρεοκοπίας ή να παραβιάσουμε τους κανόνες της ΕΚΤ;
Με λίγα λόγια το Ποτάμι θέτει τον εαυτό του στην υπηρεσία της διακυβέρνησης που στην παρούσα φάση σημαίνει συγκυβέρνηση με τον Σύριζα. Αυτός προηγείται και αυτός έχει ζωτική ανάγκη συμμαχιών. Σε αυτόν προσφέρει το Ποτάμι λύση και πραγματική διέξοδο με τη διαθεσιμότητά του για τυφλές συμμαχίες. Γίνεται το συμπλήρωμα σε ένα τοπίο που ορίζουν οι άλλοι ξεχνώντας και καταχωνιάζοντας στο παρελθόν τη σύγκρουση η οποία, ανάλογα με το πώς θα εξελιχθεί, θα ορίσει το μέλλον της χώρας.
Μα τι ζητάς, θα μπορούσε να πει κάποιος; Να επιβραβεύσει το Ποτάμι τα μνημονιακά κόμματα της συγκυβέρνησης και να συνταχθεί άνευ όρων μαζί τους; Όχι. Ζητώ να πολιτεύεται καθημερινά έχοντας κατά νου την πιο πάνω σύγκρουση. Να παίρνει δηλαδή θέση στα ζητήματα που ανακύπτουν, όχι αφηρημένα στο επίπεδο των λόγων, αλλά πρακτικά, ώστε να διασφαλιστεί η ευρωπαϊκή μας πορεία. Απαντώντας απλώς στο ζήτημα της διακυβέρνησης ξεχνώντας τη σύγκρουση αυτή, πολιτεύεται όπως τα παλαιά κόμματα τα οποία δικαίως επικρίνει ότι νοιάζονται απλώς να διασωθούν.
Το Ποτάμι ξεκίνησε ως ρεύμα αλλαγής στην κοινωνία, στο πολιτικό σύστημα και στη χώρα και σήμερα φαίνεται να νοιάζεται περισσότερο να είναι μέρος της οποιαδήποτε λύσης στο πολιτικό επίπεδο. Κατά την γνώμη μου, δεν αντιμετωπίζονται τα προβλήματα όταν κόκκινες γραμμές είναι τα “άξια” πρόσωπα και δεν καταλαβαίνω πώς μπορούν να “συνετιστούν” δια των κυβερνητικών συμμαχιών κόμματα σαν τη ΝΔ, τον Σύριζα ή το Πασόκ. Θα εκβιάζει ο μικρός εταίρος τον μεγαλύτερο για να μην πέσει η κυβέρνηση; Ή η παρουσία των αγνών και των άξιων θα εξαγνίζει αυτόχρημα και τους άλλους; Ακόμη και οι συμμαχίες για να επιτύχουν χρειάζεται να προηγηθεί συστηματική πολιτική δουλειά εκεί όπου συγκρούεται και διχάζεται η κοινωνία. Και η πολιτική δουλειά σε υποχρεώνει να πάρεις θέση στις επιμέρους αλλά και στη μείζονα σύγκρουση. Χαλάει τις ουδέτερες ισορροπίες.
Η κυρία Βάσω Κιντή είναι αναπληρώτρια καθηγήτρια Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
O διάλογος προϋποθέτει τον σεβασμό της διαφορετικής άποψης. Γι' αυτό κάθε υβριστικό, προσβλητικό ή χυδαίο σχόλιο θα διαγράφεται.