Ακόμη από την εποχή των
σοφιστών και βεβαίως πολύ περισσότερο μετά την Αναγέννηση και τον
Διαφωτισμό, υπήρξαν αρκετές φωνές που ισχυρίζονταν ότι η πίστη του
ανθρώπου σε μια ανώτερη δύναμη δημιουργίας του κόσμου θα εξαφανιστεί.
Έκαναν λάθος. Δεν θα μείνω εδώ στο γεγονός ότι ακόμα όταν η Αναγέννηση
προέβλεπε τον θάνατο του Θεού, στην τέχνη δέσποζε η
χριστιανικο-θρησκευτική θεματική. Ούτε ότι υπήρξαν και πάρα πολλοί
διαφωτιστές και επιστήμονες που ποτέ δεν αποξενώθηκαν από το θρησκευτικό
τελετουργικό. Ακόμη και σήμερα όμως η πίστη σε μια υπερφυσική δύναμη
όχι μόνο δεν εξαφανίζεται, αλλά καταλαμβάνει μεγάλο χώρο στις καρδιές
πάρα πολλών ανθρώπων. Εκείνο που χάνεται δεν είναι η προσωπική πίστη, αλλά η πίστη ως αρχή συγκρότησης του κόσμου. Πίστη
και επιβίωση είναι αλληλένδετα συνδεδεμένες στον προνεωτερικό κόσμο. Ο
Θεός είναι η αρχή πάνω στην οποία συγκροτείται η ενιαία αντικειμενική
και η υποκειμενική πραγματικότητα του προνεωτερικού ανθρώπου. Οι
προνεωτερικές κοινωνίες είναι κοινωνίες στις οποίες η ζωή των ανθρώπων
είναι άμεσα εξαρτημένη από ανθρώπους που εκφράζουν τέτοιες αυθεντίες
(μονάρχης, ευγενείς, κλήρος). Αυτές οι αυθεντίες καθορίζουν κάθε πτυχή
της ζωής. Η αντικειμενική ζωή των ανθρώπων εξαρτάται από την υπακοή στις
αυθεντίες, ενώ η υποκειμενική υπέρβαση των δυσκολιών της ζωής εξαρτάται
από την πίστη στην υπερφυσική πραγματικότητα. Αντικειμενικός και
υποκειμενικός κόσμος συγχωνεύονται.
Αντιθέτως οι άνθρωποι στις συνθήκες αναπαραγωγής της ζωής τους στο κόσμο της εμπράγματης καπιταλιστικής νεωτερικότητας, μπορούν υποκειμενικά να εξακολουθούν να πιστεύουν, αλλά η αντικειμενική ζωή τους είναι ανεξάρτητη από αυτήν την πίστη. Η ανάπτυξη του κεφαλαίου δεν έχει ανάγκη την ύπαρξη του Θεού. Γι’ αυτό και η Καθολική Σκέψη, σ’ αντίθεση με την Προτεσταντική, έχει μια εγγενή αδυναμία να κατανοήσει τις καπιταλιστικές πρακτικές και επιδεικνύει άλλοτε κρυφή και άλλοτε φανερή εχθρότητα προς τον καπιταλισμό.
Η μετατροπή των σχέσεων προσωπικής εξάρτησης σε σχέσεις προσωπικής ανεξαρτησίας και εμπράγματης εξάρτησης (Μαρξ) μετατρέπουν την πίστη προς τον Θεό σε μη αναγκαίο στοιχείο για τη συγκρότηση της κοινωνικής πραγματικότητας του καπιταλιστικού κόσμου. Αυτό δεν σημαίνει ότι ο καπιταλιστικός άνθρωπος δεν δικαιολογεί τις πρακτικές του και με την επίκληση εξωοικονομικών αιτιών. Κάθε άλλο. Η λογική του κόσμου του κεφαλαίου προστρέχει πάντα στη νομιμοποίηση που του παρέχει η εκκλησία και η τελευταία με τη σειρά της προστρέχει στη λογική του χρήματος και της εκκοσμίκευσης, πράγμα που της δημιουργεί μείζονα προβλήματα.
Ο βασικός όμως πυρήνας της σκέψης τόσο του Κεφαλαίου όσο και της Εκκλησίας μετατοπίζει το κέντρο βάρους από τον ίδιο τον Θεό και τον Θείο Λόγο προς το υλικό της καπιταλιστικής συσσώρευσης και της εκκοσμίκευσης. Εντός αυτού του πλαισίου πρέπει να γίνουν αντιληπτές απόψεις που μιλούν για τον «Θάνατο του Θεού» ή ότι την εποχή του Διαφωτισμού δικάστηκε ο ίδιος ο Θεός. Αυτός ο θάνατος ή αυτή η δίκη δεν σημαίνει ότι οι άνθρωποι παύουν να πιστεύουν. Σημαίνει όμως ότι σταματούν να στηρίζουν την κοινωνική τους αναπαραγωγή σε θεολογικά εξωοικονομικά νοήματα.
Είναι διαφορετικής τάξης πράγμα να θεωρεί κανείς ότι η πίστη στον Θεό μπορεί κάποτε να εξασθενήσει σε σημείο που οι περισσότεροι άνθρωποι να είναι άθεοι, από το γεγονός ότι στο διχασμένο καπιταλιστικό περιβάλλον η αντικειμενική πραγματικότητα ήδη συγκροτείται χωρίς την αναγκαία παρουσία του Θεού. Ο καπιταλισμός είναι ο κόσμος των μεγάλων δυϊσμών (εμπόρευμα- εργασία). Εδώ επικρατεί και ο διαχωρισμός του υποκειμενικού από τον αντικειμενικό κόσμο. Αδιάψευστος μάρτυρας αυτού του διχασμού είναι η ήττα του αυθεντικού Σαβοναρόλα από τον νοθευμένο εκκοσμικευμένο Καθολικισμό.
Ο κόσμος που εκφράζεται από σχέσεις προσωπικής εξάρτησης (ο προνεωτερικός δηλαδή κόσμος) δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς την πίστη στον Θεό. Ο κόσμος των καπιταλιστικών εμπράγματων σχέσεων αδιαφορεί για τον αν οι καπιταλιστές ή οι εργάτες πιστεύουν. Αυτοί μπορεί να εξακολουθούν να πιστεύουν στον Θεό όσο θέλουν, αλλά η αναπαραγωγή της ζωής τους είναι ανεξάρτητη από αυτή την πίστη.
Ο καπιταλιστικός κόσμος, δεν έχει ανάγκη τον Θεό για να υπάρξει. Όταν ο Μακιαβέλι υποστήριζε «πως του είναι αδιάφορο αν ο ηγεμόνας πιστεύει ή όχι στο Θεό» εισήγαγε τον κόσμο στις απαρχές της καπιταλιστικής νεωτερικότητας. Οι απόψεις του Μακιαβέλι είναι η αρχή συγκρότησης κάθε αστικής φιλελεύθερης δημοκρατίας. Και ευτυχώς που είναι.
Αντιθέτως οι άνθρωποι στις συνθήκες αναπαραγωγής της ζωής τους στο κόσμο της εμπράγματης καπιταλιστικής νεωτερικότητας, μπορούν υποκειμενικά να εξακολουθούν να πιστεύουν, αλλά η αντικειμενική ζωή τους είναι ανεξάρτητη από αυτήν την πίστη. Η ανάπτυξη του κεφαλαίου δεν έχει ανάγκη την ύπαρξη του Θεού. Γι’ αυτό και η Καθολική Σκέψη, σ’ αντίθεση με την Προτεσταντική, έχει μια εγγενή αδυναμία να κατανοήσει τις καπιταλιστικές πρακτικές και επιδεικνύει άλλοτε κρυφή και άλλοτε φανερή εχθρότητα προς τον καπιταλισμό.
Η μετατροπή των σχέσεων προσωπικής εξάρτησης σε σχέσεις προσωπικής ανεξαρτησίας και εμπράγματης εξάρτησης (Μαρξ) μετατρέπουν την πίστη προς τον Θεό σε μη αναγκαίο στοιχείο για τη συγκρότηση της κοινωνικής πραγματικότητας του καπιταλιστικού κόσμου. Αυτό δεν σημαίνει ότι ο καπιταλιστικός άνθρωπος δεν δικαιολογεί τις πρακτικές του και με την επίκληση εξωοικονομικών αιτιών. Κάθε άλλο. Η λογική του κόσμου του κεφαλαίου προστρέχει πάντα στη νομιμοποίηση που του παρέχει η εκκλησία και η τελευταία με τη σειρά της προστρέχει στη λογική του χρήματος και της εκκοσμίκευσης, πράγμα που της δημιουργεί μείζονα προβλήματα.
Ο βασικός όμως πυρήνας της σκέψης τόσο του Κεφαλαίου όσο και της Εκκλησίας μετατοπίζει το κέντρο βάρους από τον ίδιο τον Θεό και τον Θείο Λόγο προς το υλικό της καπιταλιστικής συσσώρευσης και της εκκοσμίκευσης. Εντός αυτού του πλαισίου πρέπει να γίνουν αντιληπτές απόψεις που μιλούν για τον «Θάνατο του Θεού» ή ότι την εποχή του Διαφωτισμού δικάστηκε ο ίδιος ο Θεός. Αυτός ο θάνατος ή αυτή η δίκη δεν σημαίνει ότι οι άνθρωποι παύουν να πιστεύουν. Σημαίνει όμως ότι σταματούν να στηρίζουν την κοινωνική τους αναπαραγωγή σε θεολογικά εξωοικονομικά νοήματα.
Είναι διαφορετικής τάξης πράγμα να θεωρεί κανείς ότι η πίστη στον Θεό μπορεί κάποτε να εξασθενήσει σε σημείο που οι περισσότεροι άνθρωποι να είναι άθεοι, από το γεγονός ότι στο διχασμένο καπιταλιστικό περιβάλλον η αντικειμενική πραγματικότητα ήδη συγκροτείται χωρίς την αναγκαία παρουσία του Θεού. Ο καπιταλισμός είναι ο κόσμος των μεγάλων δυϊσμών (εμπόρευμα- εργασία). Εδώ επικρατεί και ο διαχωρισμός του υποκειμενικού από τον αντικειμενικό κόσμο. Αδιάψευστος μάρτυρας αυτού του διχασμού είναι η ήττα του αυθεντικού Σαβοναρόλα από τον νοθευμένο εκκοσμικευμένο Καθολικισμό.
Ο κόσμος που εκφράζεται από σχέσεις προσωπικής εξάρτησης (ο προνεωτερικός δηλαδή κόσμος) δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς την πίστη στον Θεό. Ο κόσμος των καπιταλιστικών εμπράγματων σχέσεων αδιαφορεί για τον αν οι καπιταλιστές ή οι εργάτες πιστεύουν. Αυτοί μπορεί να εξακολουθούν να πιστεύουν στον Θεό όσο θέλουν, αλλά η αναπαραγωγή της ζωής τους είναι ανεξάρτητη από αυτή την πίστη.
Ο καπιταλιστικός κόσμος, δεν έχει ανάγκη τον Θεό για να υπάρξει. Όταν ο Μακιαβέλι υποστήριζε «πως του είναι αδιάφορο αν ο ηγεμόνας πιστεύει ή όχι στο Θεό» εισήγαγε τον κόσμο στις απαρχές της καπιταλιστικής νεωτερικότητας. Οι απόψεις του Μακιαβέλι είναι η αρχή συγκρότησης κάθε αστικής φιλελεύθερης δημοκρατίας. Και ευτυχώς που είναι.
Ο Γιώργος Σιακαντάρης είναι κοινωνιολόγος, συγγραφέας, μέλος της συντακτικής επιτροπής της Μεταρρύθμισης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
O διάλογος προϋποθέτει τον σεβασμό της διαφορετικής άποψης. Γι' αυτό κάθε υβριστικό, προσβλητικό ή χυδαίο σχόλιο θα διαγράφεται.