Του Λουκά Βλάχου, ΝΕΑ, 9.5.13
Στην Ελλάδα, αντίθετα από τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Pαιδείας ελέγχει απόλυτα το εκπαιδευτικό σύστημα. Ο υπουργός και το επιτελείο του, συνεπικουρούμενος από τις συνδικαλιστικές οργανώσεις που πρόσκεινται στο κόμμα του, αναλαμβάνει όλη την ευθύνη για τη λειτουργία του εκπαιδευτικού συστήματος. Δίπλα τους στέκεται το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο που προσφέρει τις «τεχνικές λεπτομέρειες». Ο μηχανισμός αυτός είναι σφιχτά γαντζωμένος πάνω στο κύριο σώμα της εκπαίδευσης και δε το αφήνει να αναπνεύσει, οδηγώντας κάθε του βήμα με νόμους, προεδρικά διατάγματα και εγκυκλίους. Στη πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση, από το διευθυντή της περιφέρειας μέχρι το διευθυντή του σχολείου, όλα είναι κάτω από την αυστηρή επίβλεψη του υπουργείου. Τα βιβλία θα μοιραστούν παντού από το υπουργείο και θα είναι επιλογή του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου. Η διδακτέα ύλη, το καθημερινό πρόγραμμα των μαθημάτων, οι εκκλησιασμοί και οι προσευχές στο προαύλιο κάθε πρωί, οι σχολικές εκδρομές, ΟΛΑ είναι ταχτοποιημένα από το υπουργείο. Το σχολείο έχει μόνο ένα ρόλο, να τα εφαρμόσει πιστά ή αν κάπου υπάρχει «ασάφεια» να ζητήσει διευκρινήσεις για να μην έχει «μπελάδες ο διευθυντής». Άβουλα πιόνια του μηχανισμού οι καθηγητές απλά εκτελούν και διδάσκουν από όπου τους λένε και ό,τι τους λένε. Το υπουργείο για να μην παραπονούνται οι εκπαιδευτικοί τους πρόσφερε ένα δώρο: δεν τους αξιολογεί ποτέ.
Σε τι να τους αξιολογήσει άραγε όταν δε τους επιτρέπει να πάρουν καμία πρωτοβουλία και απλά εφαρμόζουν τις οδηγίες του. Υπάρχει φυσικά ένα ακόμα σοβαρό πρόβλημα για την (απαραίτητη) αξιολόγηση των εκπαιδευτικών. Τα στελέχη του υπουργείου, που θα πρέπει να είναι οι αξιολογητές, βρίσκονται στις θέσεις τους με κομματικά κριτήρια και δεν εμπνέουν εμπιστοσύνη στους εκπαιδευτικούς.
Σε τι να τους αξιολογήσει άραγε όταν δε τους επιτρέπει να πάρουν καμία πρωτοβουλία και απλά εφαρμόζουν τις οδηγίες του. Υπάρχει φυσικά ένα ακόμα σοβαρό πρόβλημα για την (απαραίτητη) αξιολόγηση των εκπαιδευτικών. Τα στελέχη του υπουργείου, που θα πρέπει να είναι οι αξιολογητές, βρίσκονται στις θέσεις τους με κομματικά κριτήρια και δεν εμπνέουν εμπιστοσύνη στους εκπαιδευτικούς.
Στην ανώτατη εκπαίδευση, υποτίθεται ότι βάσει συντάγματος έχουμε κατοχυρωμένη την αυτονομία μας από το υπουργείο Παιδείας και τους εκάστοτε υπουργούς. Τα πράγματα, απλά, τυπικά, είναι λίγο καλύτερα από τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση γιατί το πότε, το πού και το γιατί θα δημιουργηθεί ένα πανεπιστήμιο ή ΑΤΕΙ ή (πρόσφατα) πότε θα κλείσει ή θα συγχωνευτεί είναι δουλειά του υπουργείου. Το νομικό πλαίσιο που θα διέπει τη λειτουργία τους είναι με σαφήνεια προσδιορισμένο σχεδόν πάντα από νόμους. Ο αριθμός των φοιτητών που θα δεχτούν τα τμήματα, ποιους φοιτητές θα δεχτούν, πόσες εξεταστικές περιόδους θα έχουν, πόσα χρήματα θα πάρουν για να λειτουργήσουν κ.λπ. είναι καθορισμένα από το υπουργείο. Πρόσφατα το υπουργείο έστειλε εγκύκλιο στα πανεπιστήμια να αυξήσουν τις εξεταστικές περιόδους για να επιταχυνθεί η αποφοίτηση των φοιτητών. Όχι γιατί έμαθαν ξαφνικά περισσότερα, αλλά γιατί οι γονείς τους αντιμετωπίζουν οικονομικά προβλήματα! Στα οικονομικά των πανεπιστημίων τα πράγματα είναι ακόμα πιο περίπλοκα. Οι κανόνες είναι τόσο σφιχτοί και η διαχείριση της πανεπιστημιακής περιουσίας αλλά και οι δυνατότητες οικονομικής ενίσχυσης από άλλους φορείς περιορισμένες. Ο σφιχτός οικονομικός έλεγχος των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων είναι ένας τρόπος ελέγχου από το υπουργείο. Όπως στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση έτσι και στην ανωτάτη το «δωράκι» του υπουργείου για να τα έχει καλά με τους πανεπιστημιακούς είναι η απουσία ουσιαστικού ελέγχου και η ακύρωση στην πράξη της αξιολόγησής τους.
Η πανεπιστημιακή, αλλά και γενικότερα η εκπαιδευτική, κοινότητα συνήθισε να ζει μέσα σε αυτό τον ασφυκτικό κλειό που της επέβαλε η εκάστοτε πολιτική ηγεσία του υπουργείου Παιδείας. Αρκέστηκε σε ό,τι «λάφυρα» της έδωσε το υπουργείο και συνέχισε κανονικά τη δουλειά της σαν να μην συνέβαινε τίποτα, με ελάχιστες εξαιρέσεις. Το πρόβλημα του ασφυκτικού ελέγχου από το υπουργείο Παιδείας επανήλθε από τα μέλη των νεοεκλεγέντων Συμβουλίων των ιδρυμάτων που στην πλειοψηφία τους είναι διακεκριμένοι ακαδημαϊκοί με πλούσια εμπειρία στη διαχείριση πανεπιστημίων του εσωτερικού αλλά και του εξωτερικού. Τα εξωτερικά μέλη των Συμβουλίων επανέφεραν το θέμα των σχέσεων υπουργείου και ΑΕΙ και της ασφυκτικής οικονομικής διαχείρισής τους από τα πάνω. Για το λόγο αυτό το υπουργείο κρατά αποστάσεις από τα Συμβούλια των ΑΕΙ και ΑΤΕΙ και συνεργάζεται σχεδόν αποκλειστικά με τους πρυτάνεις, με τους οποίους αισθάνεται πολύ κοντά και μοιράζεται τα ίδια «οράματα».
Είναι λοιπόν καιρός να γίνουν μερικές ουσιαστικές αλλαγές στη σχέση του υπουργείου Παιδείας με την εκπαίδευση στη χώρα μας: (α) Να δημιουργηθεί μια επιτροπή από διακεκριμένους και έμπειρους προέδρους πανεπιστημίων για να αξιολογηθεί (ναι να αξιολογηθεί) ο ρόλος του υπουργείου στην εκπαιδευτική διαδικασία. Σταδιακά να αφήσει το υπουργείο την εκπαίδευση να αναπνεύσει και τους εκπαιδευτικούς και τα ιδρύματα να αναλάβουν τις ευθύνες τους (οικονομικές και εκπαιδευτικές). (β) Να μετατραπεί ο ρόλος του υπουργείου Παιδείας σε συντονιστικό και ελεγκτικό. Να εγγυηθεί την ομαλή λειτουργία των ιδρυμάτων αλλά και την τήρηση των στόχων για τους οποίους δημιουργήθηκαν και χρηματοδοτούνται, τα υπόλοιπα να τα αφήσει στις εκπαιδευτικές μονάδες όλων των βαθμίδων. (γ) Να εξεταστεί σοβαρά το ενδεχόμενο η ηγεσία του υπουργείου Παιδείας να μην απαρτίζεται από πολιτικά πρόσωπα αλλά από τεχνοκράτες με πλούσια και διεθνή πείρα στη διοίκηση και στην εκπαίδευση. Με τον τρόπο αυτό θα μπορέσουμε να χαράξουμε μια μακροπρόθεσμη εθνική στρατηγική για την εκπαίδευση που δεν θα αλλάζει με την εκάστοτε αλλαγή υπουργού.
Αν δεν γίνουν όλα αυτά σύντομα, η «σφικτή αγκαλιά» του υπουργείου θα συνεχίσει να στραγγαλίζει την εκπαίδευση για αρκετά ακόμα χρόνια με άγνωστες συνέπειες για το μέλλον της.
* Ο Λουκάς Βλάχος είναι καθηγητής στο Τμήμα Φυσικής του ΑΠΘ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
O διάλογος προϋποθέτει τον σεβασμό της διαφορετικής άποψης. Γι' αυτό κάθε υβριστικό, προσβλητικό ή χυδαίο σχόλιο θα διαγράφεται.