Του Δημοσθένη Κούρτοβικ, ΝΕΑ, 5.5.12
Στην πολιτική ζωή, όπως και στην προσωπική, υπάρχουν γεγονότα που περνούν απαρατήρητα ή φαίνονται ασήμαντα τη στιγμή που συμβαίνουν, αλλά κάποια στιγμή αργότερα διαπιστώνουμε ότι κυοφορούσαν το μέλλον μας. Οι «συνέπειες της παλαιάς ιστορίας», για να κοπιάρουμε τον Βιζυηνό, μπορεί ν' αργήσουν να εκδηλωθούν, αλλά, όταν έρθει η ώρα τους, γίνονται σεισμός που σμπαραλιάζει τις ιδέες και τις συνήθειές μας.
Αυτό που συμβαίνει σήμερα στην Ελλάδα και είναι πολύ πιθανό να επισφραγιστεί στις αυριανές εκλογές είναι κάτι που είχε προαναγγελθεί τους πρώτους κιόλας μήνες της Μεταπολίτευσης, μόνο που τα μάτια και τ' αυτιά μας είχαν τότε φίλτρα που έβαζαν φραγή στον οιωνό. Τον τελευταίο καιρό συγκρίνεται ανήσυχα η σημερινή πολιτικοκοινωνική κατάσταση της χώρας μας με την επιθανάτια φάση της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης. Αν και υπάρχει πάντα πρόχειρο το αντεπιχείρημα (που μερικές φορές χρησιμοποιείται με απαράδεκτη μακαριότητα) ότι η Ιστορία δεν επαναλαμβάνεται,
πολύ περισσότερο σε χώρες με διαφορετική δομή και κουλτούρα, οι αναλογίες είναι υπερβολικά χτυπητές για να τις παρακάμψει κανείς: θηριώδης ανεργία κι εξαθλίωση, αισθήματα εθνικής ταπείνωσης και οργής για τους επαχθείς όρους που επέβαλαν οι ξένοι (εκεί οι νικητές του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, εδώ οι διεθνείς δανειστές), ραγδαία ριζοσπαστικοποίηση των μεσαίων στρωμάτων προς τα άκρα του πολιτικού φάσματος, καθημερινή βία στους δρόμους, ασυνεννοησία των δημοκρατικών δυνάμεων ακόμα και μπροστά στον κίνδυνο ανατροπής της δημοκρατίας.
πολύ περισσότερο σε χώρες με διαφορετική δομή και κουλτούρα, οι αναλογίες είναι υπερβολικά χτυπητές για να τις παρακάμψει κανείς: θηριώδης ανεργία κι εξαθλίωση, αισθήματα εθνικής ταπείνωσης και οργής για τους επαχθείς όρους που επέβαλαν οι ξένοι (εκεί οι νικητές του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, εδώ οι διεθνείς δανειστές), ραγδαία ριζοσπαστικοποίηση των μεσαίων στρωμάτων προς τα άκρα του πολιτικού φάσματος, καθημερινή βία στους δρόμους, ασυνεννοησία των δημοκρατικών δυνάμεων ακόμα και μπροστά στον κίνδυνο ανατροπής της δημοκρατίας.
Ας προστεθεί σε όλα αυτά και μια άλλη, παράδοξη ομοιότητα: τα πράγματα χειροτέρευαν τη στιγμή που έδειχναν να καλυτερεύουν. Δεν εμπόδισε την πυραυλική εκλογική άνοδο των εθνικοσοσιαλιστών το ότι η Γερμανία, λίγο πριν, είχε απαλλαγεί από το σύνολο σχεδόν των υπολειπόμενων (ακόμα τεράστιων) υποχρεώσεών της σε πολεμικές αποζημιώσεις, όπως σ' εμάς το κούρεμα του χρέους με το PSI δεν εμπόδισε την περαιτέρω ενίσχυση, τουλάχιστον δημοσκοπικά, των ακραίων πολιτικών σχηματισμών.
Ωστόσο, η βαθύτερη και γι' αυτό ανησυχητικότερη ομοιότητα βρίσκεται αλλού. Ο ιός που κατέλυσε τη Δημοκρατία της Βαϊμάρης ήταν εγγεγραμμένος εξαρχής στον γενετικό κώδικά της, όπως και ο ιός που απειλεί τη δική μας δημοκρατία της Μεταπολίτευσης.
Από τη γέννησή της, η Δημοκρατία της Βαϊμάρης ήταν ουσιαστικά μια δημοκρατία χωρίς δημοκράτες. Τα περισσότερα πολιτικά κόμματα την έβλεπαν, καθένα από τη δική του σκοπιά, ως ένα προσωρινό και όχι άξιο προάσπισης καθεστώς, και το ίδιο αισθανόταν ένα πολύ μεγάλο μέρος του πληθυσμού. Κακά τα ψέματα, κάτι παρόμοιο ισχύει και για τη δική μας Μεταπολίτευση. Ας θυμηθούμε τη δήλωση του Ανδρέα Παπανδρέου λίγο μετά την πτώση της Χούντας ότι «άλλαξε το νατοϊκό καθεστώς κι έβαλε τα ρούχα του αλλιώς», θέση που όρισε τη νοοτροπία του ΠΑΣΟΚ για τουλάχιστον μια δεκαετία. Για το ΚΚΕ και άλλες εκφράσεις της Αριστεράς η Μεταπολίτευση ήταν μια παρένθεση πριν από την επανάσταση, που τότε φαινόταν κοντά (ακόμα και στις εκλογές της 18 Οκτωβρίου 1981 το ΚΚΕ έθετε ως ελάχιστο στόχο του το 17 %, την ίδια στιγμή που οι οπαδοί του ΠΑΣΟΚ φώναζαν εν χορώ στο Σύνταγμα «Στις 18 σοσιαλισμός»!). Αλλά και για το μεγαλύτερο μέρος της Δεξιάς εκείνης της εποχής το μεταπολιτευτικό σύστημα σήμαινε, ή όφειλε να σημαίνει, τη συνέχιση της δικής της μετεμφυλιακής κυριαρχίας με τους όρους μιας ντεμί και υπό αίρεση δημοκρατίας. Τέλος, αν δεν θέλουμε να εξακολουθήσουμε να κοροϊδευόμαστε, πρέπει ν' αναγνωρίσουμε ότι μεγάλες μερίδες του ελληνικού λαού συμμερίζονταν αυτή τη δυσπιστία, ακηδία ή και ανοιχτή περιφρόνηση για την αλλαγή που έφερε η τομή του 1974.
Μπορεί να υπήρξε αργότερα μια κάποια τροποποίηση αυτής της στάσης, αλλά ήταν παθητική, συνδεόταν άμεσα με την καταναλωτική ευφορία της εποχής των παχιών αγελάδων κι εξάλλου δεν αγκάλιαζε όλες τις δυνάμεις που εκπροσωπούνταν στη Βουλή. Επιπλέον, η διάχυτη αντίληψη ότι η «αστική δημοκρατία» και το κράτος δικαίου δεν παρέχουν αρκετές ελευθερίες και αρκετά δικαιώματα, όπως τα εννοούσαν τα διάφορα άτομα, σόγια και ομάδες, εκτίναξε τις πελατειακές συναλλαγές, υποδαύλισε τη συντεχνιακή ασυδοσία και νομιμοποίησε de facto κάθε μέθοδο διεκδίκησης.
Έτσι, όταν ενέσκηψε ο Αρμαγεδδών της χρεοκοπίας, κατέρρευσε η αβαθύρριζη κι εύθραυστη δημοκρατική συναίνεση του όψιμου σταδίου της Μεταπολίτευσης. Δεν αναδείχτηκαν μόνον οι παθογένειες της διαχείρισης της εξουσίας από τα κόμματα που την άσκησαν αλλά ήρθαν στην επιφάνεια, με πολλαπλασιασμένη ένταση, και οι παθογένειες ολόκληρης της πολιτικής κουλτούρας, του συνόλου των πολιτικών ηθών και νοοτροπιών που σφράγισαν αυτό το κεφάλαιο της νεοελληνικής ιστορίας. Το ερώτημα αν έχουμε κι εδώ μια δημοκρατία χωρίς δημοκράτες, όσο προκλητικό κι αν φανεί σε πολλούς, δεν είναι άτοπο.
Οσα παρακολουθήσαμε την προεκλογική περίοδο δεν αφήνουν πολύ περιθώριο για αισιοδοξία. Ενα πολιτικό σύστημα μπορεί ν' αναγεννηθεί είτε με την εκτεταμένη αυτοκάθαρση των παλιότερων κομμάτων είτε με τη δυναμική ανάδυση πραγματικά καινούργιων πολιτικών φορέων. Δεν βλέπουμε ούτε το ένα ούτε το άλλο. Τα κόμματά μας, παλιά και νεοπαγή, θυμίζουν αποκεφαλισμένα κοτόπουλα που τρέχουν ακόμα κι επιμένουν μάλιστα να τσακώνονται, λίγο πριν σωριαστούν νεκρά.
Δεν μ' ενδιαφέρει η τύχη τους, χωριστά. Μ' ενδιαφέρει όμως η τύχη της δημοκρατίας μας.
Πολύ καλό άρθρο, σωστά τα γράφει ο Κούρτοβικ.
ΑπάντησηΔιαγραφήΣΤΡΟΦΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ; ΓΡΑΦΕΙ Ο ΜΑΝΟΥΣΟΣ Γ. ΔΑΣΚΑΛΑΚΗΣ Η Ευρωπαϊκή ένωση είναι πολιτικά δομημένη από τα δύο κυρίαρχα ιδεολογικοπολιτικά ρεύματα, την χριστιανοδημοκρατία και την σοσιαλδημοκρατία, για να υπηρετήσει την νεοφιλελεύθερη ιδεολογία, και τις αδηφάγες και ανεξέλεγκτες αγορές. Η μετάλλαξη της, σε φιλολαϊκά πλαίσια, σταδιακά μπορεί να γίνει με συνεχή αντίσταση και πίεση των λαών της Ευρώπης. Η νίκη του Φρανσουά Ολάντ στην Γαλλία με την υποστήριξη των δυνάμεων της αριστεράς, ίσως να είναι μια αρχή για αλλαγή πορείας. Η Γαλλία και η Ελλάδα ανοίγουν τον δρόμο και δείχνουν ότι για να αλλάξουν οι καταστάσεις χρειάζεται αγώνας των λαών, κι ότι όπως είπε ο ποιητής «για να γυρίσει ο ήλιος θέλει δουλειά πολύ.» Παραθέτουμε μικρό απόσπασμα μελέτης του Συνταγματολόγου Αντώνη Μανιτάκη για τις αλλαγές στην Ε.Ε "Η κυρίαρχη πολικά και οικονομικά ιδεολογία του νεοφιλελευθερισμού φαίνεται να αδιαφορεί για μια πραγματική πολιτική ενοποίηση της Ευρώπης και να προωθεί ένα είδος πολιτικής ενοποίησης, που θα αρχίζει και θα τελειώνει με την εγκαθίδρυση μιας ενιαίας και αποτελεσματικής οικονομικής και μάλιστα δημοσιονομικής, μόνον, διακυβέρνησης. Με αυτήν την έννοια οι θεσμοί και οι διαδικασίες που προωθούνται σήμερα με βάση τον χρυσό κανόνα «βλέποντας και κάνοντας», στο όνομα της οικονομικής διακυβέρνησης, εξυπηρετούν στην πραγματικότητα την αποτελεσματικότερη «διακυβέρνηση» της οικονομίας της αγοράς και μόνον. Με μια όχι ευκαταφρόνητη ωστόσο προσθήκη: η οικονομική διακυβέρνηση εμπεριέχει, αυτή τη φορά, τον έλεγχο και την εποπτεία των αδηφάγων και ανεξέλεγκτων μέχρι τώρα αγορών. Δεν είναι βέβαια, υπό τις παρούσες συνθήκες, αμελητέος παράγοντας μια οικονομική διακυβέρνηση που θα συμπεριλάβει στην οικονομική πολιτική της και τον έλεγχο των αγορών. Μόνον που ο έλεγχός τους αποτελεί τον ελάχιστο παράγοντα για ένα πρόγραμμα πολιτικής ενοποίησης και θεσμικού μετασχηματισμού της Ευρώπης.»
ΑπάντησηΔιαγραφήΑναρτήθηκε από manousos στις 2:18 π.μ. 0 σχόλια