Του Νίκου Γεωργιάδη, Athens Voice, 8.2.12
Δεν χωρά καμία αμφιβολία πως ο χώρος της Κεντροαριστεράς θυμίζει το ερημικό τοπίο της γαλλικής Σοσιαλδημοκρατίας πριν την εξαναγκαστική διαβούλευση των συνιστωσών της και την ανάληψη της πολιτικής ευθύνης από τον Φρανσουά Μιτεράν. Ήταν η στιβαρή πολιτικά δεκαετία του ’70, διά μέσου της οποίας «κεφαλαιοποιήθηκε» και αλλοτριώθηκε η δυναμική του Μάη του ’68, σε συνάρτηση με τη συνένωση όλων των επιμέρους δυνάμεων του σοσιαλιστικού χώρου. Η τελική συμμαχία με την παραδοσιακή και πρώην σταλινική Αριστερά απλά συνέβαλε στην εκλογική μετάφραση του αποτελέσματος. Τότε στη γαλλική εκδοχή της σοσιαλδημοκρατίας και εντός του κορμού της κομματικής διάταξης, η πολιτική έκφραση του Σεβενμάν καθώς και η αριστερότερη πολιτική δομή του Ροκάρ ενσωματώθηκαν ως ενδοπαραταξιακές δυναμικές. Η Γαλλία, δηλαδή, με καθυστέρηση οικοδόμησε το δικό της «Εργατικό Κόμμα» με αγγλοσαξωνικά πολιτικά κριτήρια. Είχε προηγηθεί το «εύρημα» του Γερμανού Βίλι Μπραντ, ο οποίος απογειώθηκε πολιτικά με την εφαρμογή της «Real Politik».
Το μάθημα της Ιστορίας είναι συνήθως πλαδαρό και βαρετό. Για την περίοδο που βιώνει η ελληνική πολιτική κοινωνία είναι απλά απαραίτητο. Η εκδοχή του Τάσου Γιαννίτση, φερειπείν, για την οικοδόμηση ενός νέου κόμματος «αναπαύεται» επί της ουσίας στην προ τεσσαρακονταετίας επιχείρηση αναδιάρθρωσης του κεντροαριστερού χώρου από τον Φρανσουά Μιτεράν με την απαραίτητη δόση πολιτικού ρεαλισμού που επέβαλλε στην τότε Ευρώπη η εμπειρία της γερμανικής σοσιαλδημοκρατίας. Ας μην αμφιβάλλει κανείς πως οι μετά τον Μάη του ’68 κοινωνικές συγκυρίες, σε συνδυασμό με την πετρελαϊκή κρίση του 1973, δεν ήταν καθόλου εύκολες.
Τότε η γαλλική κοινωνία ανακάλυπτε την έννοια του «νεόπτωχου», η οποία θα ενσωματωνόταν στο ευρωπαϊκό και αμερικανικό πολιτικό λεξιλόγιο ως ένα τυπικό χαρακτηριστικό της σύγχρονης κοινωνίας σε κρίση. Το 1975 ο καπιταλισμός εισέρχεται στη νέα του φάση απεξάρτησης από το χρυσό και στην ευθυγράμμιση της στρατηγικής του με την ελεύθερη διακύμανση της μάζας χρήματος του δολαρίου. Επί της ουσίας τότε εγκαινιάστηκε η νέα φάση που πολύ αργότερα, και μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου, χαρακτηρίστηκε ως παγκοσμιοποίηση. Το βασικό χαρακτηριστικό της ήταν πως το κέρδος εξαρτάται, μεταξύ άλλων, κυρίως από την ταχύτητα ροής των κεφαλαίων. Από τότε οι οίκοι αξιολόγησης ανέλαβαν κυρίαρχο στρατηγικά ρόλο στη διαμόρφωση της οικονομικής πραγματικότητας.
Μπροστά σε αυτές τις δομικές αλλαγές, η ελληνική Κεντροαριστερά εγκλωβίστηκε εκ των πραγμάτων μόνο στην περονική διάσταση του εγχειρήματος. Ο Ανδρέας Παπανδρέου δεν θα μπορούσε να κάνει τίποτε άλλο, αυτά ήταν τα αντικειμενικά πολιτικά του όρια καθώς και τα όρια της κοινωνίας στην οποία ζούσε. Η πρώτη αλλαγή νοοτροπίας της κεντροαριστερής ελίτ του ΠΑΣΟΚ αρχίζει όταν ο Κώστας Σημίτης συγκροτεί έναν πυρήνα. Η δυναμική αυτή αρχίζει περί το 1987 και καταλήγει το 1996 να ανατρέψει τους συσχετισμούς δυνάμεων. Το 2003 εξαντλείται. Η είσοδος στο παιχνίδι του Γιώργου Παπανδρέου δεν σηματοδοτεί και επιτάχυνση διαδικασιών εκσυγχρονισμού του πολιτικού οχήματος, αλλά και της κοινωνίας των πολιτών. Αντιθέτως, οι ομάδες που ανέδειξαν τον Γιώργο Παπανδρέου προέρχονταν από την περονική πτέρυγα της Κεντροαριστεράς.
Η σημερινή κατάσταση θυμίζει κατά πολύ την πλήρη αποσύνθεση στην οποία είχε περιέλθει η γαλλική σοσιαλδημοκρατία αμέσως μετά τον Μάη του ’68, κατά τη διάρκεια του οποίου ως κομματικό σώμα δεν είχε ούτε τα πολιτικά φόντα αλλά ούτε και πραγματική φυσική παρουσία για να διαδραματίσει ρόλο. Ορισμένες εκφάνσεις του, όπως το PSU, του πυρήνα του Μισέλ Ροκάρ, κατάφερε να «ψελλίσει» κάτι τις.
Στην πολιτική, οι ροές των κοινωνικών τάσεων θυμίζουν πολύ τις υπόγειες σωληνώσεις δικτύων. Παρατηρούμε με περιέργεια, επί παραδείγματι, τις ισοδύναμες περίπου ροές ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ προς τη Δημοκρατική Αριστερά και τον ΣΥΡΙΖΑ. Οι ροές αυτές συμπίπτουν αλγεβρικά με τη μείωση της δεξαμενής ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ, χωρίς παράλληλα να ανιχνεύεται τάση εισροής στο κόμμα της Ιπποκράτους δεξιών ψήφων. Με λίγα λόγια, και αν κανείς συνυπολογίσει ένα 5% δεξιών ψηφοφόρων που ρέουν προς τη Δημοκρατική Αριστερά, τότε καταλήγουμε με ασφάλεια στο συμπέρασμα πως παρατηρείται προσωρινή και επίπλαστη μετακίνηση του κέντρου της Κεντροαριστεράς αριστερότερα με τη στιγμιαία μεταβολή της εκλογικής συμπεριφοράς ενός μικροαστικού κεντρώου χώρου, όστις έχει υποστεί πλήρη οικονομική και κοινωνική κατάρρευση λόγω της οικονομικής πραγματικότητας.
Ο διορατικός πολιτικός, όταν παρατηρεί αυτό το φαινόμενο, επιχειρεί την αναδιάρθρωση του ευρύτερου χώρου επιρροής της Κεντροαριστεράς. «Απαλλάσσει» την ασθενή δυναμική (το μηχανισμό του οργανωμένου ΠΑΣΟΚ), συνταξιοδοτεί τα πρόσωπα που επέφεραν το πολιτικό πλήγμα αξιοπιστίας (ηγετικές ομάδες των πρωταγωνιστών), προκρίνει τις νέες δυναμικές (Ανανεωτική Αριστερά στον ΣΥΡΙΖΑ και Δημοκρατική Αριστερά), καθορίζει ως δυναμική δεξαμενή συγκέντρωσης της κοινωνικής δυσαρέσκειας και παραγωγής πολιτικών μία δομή από πρόσωπα ηθικώς ακέραια (αναπροσαρμογή του ΙΣΤΑΜΕ, επί παραδείγματι, σε ευρύ και απόλυτα ελεύθερο Think Tank), καταγγέλλει δημόσια και ονομαστικά τα προηγούμενα κέντρα λήψης αποφάσεων (εκδοτικά συγκροτήματα και επιχειρηματικά κέντρα), εκδίδει δική του εφημερίδα, αναρτά νέα δική του ηλεκτρονική εφημερίδα, εκπέμπει από δική του διαδικτυακή και συμβατική συχνότητα στα ερτζιανά, ενσωματώνει όλες απαραιτήτως τις κοινωνικές πρωτοβουλίες αλληλεγγύης, πρωταγωνιστεί στην αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης, διαμορφώνει συνθήκες δημόσιου διαλόγου χωρίς πολιτικό καθωσπρεπισμό και τέλος παρεμβαίνει συστηματικά στην κοινωνική κρίση προτείνοντας μοντέλα διαχείρισής της με άμεσα πρακτικά αποτελέσματα. (Αυτό το τελευταίο στοιχείο αποτέλεσε το επίκεντρο της δραστηριότητας του Ταγίπ Ερντογάν κατά την περίοδο της εξαθλίωσης της τουρκικής κοινωνίας.)
Η προαναφερθείσα τακτική αποκαλείται και «διέλευση της ερήμου», διότι απαιτεί χρόνο και κόπο. Όπως κατέδειξε η ιστορία της ευρωπαϊκής Κεντροαριστεράς, η άσκηση πολιτικής σε περιόδους κρίσης δεν προέρχεται αναγκαστικά από μία πολιτική υπερδομή, κόμμα ή ελίτ, αλλά από συνδυασμό περιφερειακών δυναμικών σε τοπικές κοινωνίες, τοπικές αυτοδιοικήσεις, σε αποτελεσματικές πρωτοβουλίες κοινωνικής ευαισθησίας, σε αυτο-οργάνωση δυναμικών ομάδων των κοινωνιών, συσπείρωση ρευμάτων, σε ανατρεπτικές αλλά αποτελεσματικές πρακτικές εκτόνωσης εντάσεων αλλά και επίλυσης προβλημάτων. Τα αποτελέσματα μιας τέτοιας στρατηγικής δεν είναι άμεσα ορατά. Με τα δεδομένα της σημερινής πολιτικής πραγματικότητας, θα είναι ορατά μετά από την τρίτη κατά σειρά εκλογική διαδικασία. Ενδεχομένως και λίγο αργότερα. Από την αξιόπιστη εφαρμογή μιας τέτοιας διαδικασίας εξαρτάται και η τελική επιτυχία του εγχειρήματος ανασύνταξης του κεντροαριστερού χώρου.
Απαραίτητη συνθήκη για ένα τέτοιο εγχείρημα είναι η αποβολή από τα εντόσθια του χώρου της Κεντροαριστεράς όλων των στοιχείων που θα μπορούσαν να θυμίζουν το παρελθόν της περιόδου της Μεταπολίτευσης. Η εποχή των «σοφών» έληξε. Ήγγικεν η ώρα των «κακών παιδιών».
n.georgiadis1@yahoo.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
O διάλογος προϋποθέτει τον σεβασμό της διαφορετικής άποψης. Γι' αυτό κάθε υβριστικό, προσβλητικό ή χυδαίο σχόλιο θα διαγράφεται.