Του Πωλ Κρουγκμαν, 31.1.12, Το Βήμα, The New York Times
Την περασμένη εβδομάδα το Εθνικό Ινστιτούτο Οικονομικής και Κοινωνικής Έρευνας, μία βρετανική δεξαμενή σκέψης, δημοσίευσε μία αναπάντεχη γραφική παράσταση συγκρίνοντας την τρέχουσα ύφεση με προηγούμενες υφέσεις και ανακάμψεις. Αποδεικνύεται ότι βάσει ενός σημαντικού δείκτη - εκείνου που καταγράφει τις αλλαγές στο πραγματικό ΑΕΠ από την αρχή της ύφεσης - η Βρετανία τα πάει χειρότερα τώρα σε σχέση με την περίοδο της Μεγάλης Ύφεσης προπολεμικά. Τέσσερα χρόνια μετά τη Μεγάλη Ύφεση το βρετανικό ΑΕΠ είχε ανέβει και πάλι στα προηγούμενα επίπεδα. Σήμερα, τέσσερα χρόνια μετά τη νέα ύφεση, η Βρετανία δεν βρίσκεται κοντά στο να επανακτήσει το χαμένο έδαφος του ΑΕΠ. Και η Βρετανία δεν είναι η μοναδική περίπτωση. Η Ιταλία επίσης τα πάει χειρότερα τώρα από ό,τι τη δεκαετία του 1930 - και με την Ισπανία να κινείται προς μία διπλή ύφεση, έχουμε τρεις από τις μεγαλύτερες οικονομίες της Ευρώπης στην ίδια μοίρα.
Ναι, υπάρχουν κάποιοι περιορισμοί και κάποιες επιπλοκές. Αλλά αυτά αντανακλούν και μία εκπληκτική αποτυχία πολιτικής. Και πρόκειται για μία αποτυχία, συγκεκριμένα του δόγματος της λιτότητας, που κυριαρχεί στους σχεδιασμούς της πολιτικής τόσο στην Ευρώπη όσο και στις Ηνωμένες Πολιτείες τα τελευταία δύο χρόνια. Βέβαια, η βρετανική ανεργία ήταν πολύ υψηλότερη τη δεκαετία του 1930 σε σχέση με σήμερα, επειδή η βρετανική οικονομία βρισκόταν σε ύφεση πριν ξεσπάσει η Μεγάλη Ύφεση. Και η Βρετανία γνώρισε τότε πιο ήπια ύφεση συγκριτικά με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ακόμη και έτσι, το να ξεπεραστούν οι επιδόσεις του 1930 δεν θα έπρεπε να είναι δύσκολο έργο.
Δεν έχουμε μάθει πολλά για την οικονομική διαχείριση τα τελευταία 80 χρόνια; Ναι έχουμε μάθει - αλλά στη Βρετανία και αλλού, οι πολιτικές ελίτ αποφάσισαν να πετάξουν την γνώση από το παράθυρο και να βασιστούν σε ιδεολογικά βολικούς ευσεβείς πόθους. Η Βρετανία για παράδειγμα, έπρεπε να είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα της «επεκτατικής λιτότητας», της ιδέας ότι αντί να αυξήσουμε τις κυβερνητικές δαπάνες για να καταπολεμήσουμε την ύφεση, τις περιορίζουμε - και αυτό οδηγεί σε ταχύτερη οικονομική ανάπτυξη.
Πώς μπορεί η οικονομία να ανθίσει όταν η ανεργία είναι ήδη υψηλή και οι κυβερνητικές πολιτικές άμεσα τη διογκώνουν; Εμπιστοσύνη! «Σθεναρά πιστεύω» διακήρυξε ο Ζαν Κλοντ Τρισέ - όταν ήταν πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και υπέρμαχος της επεκτατικής λιτότητας - «ότι υπό τις παρούσες συνθήκες, πολιτικές που ενισχύουν την εμπιστοσύνη θα καλλιεργήσουν και δεν θα παρακωλύσουν την οικονομική ανάκαμψη, επειδή η εμπιστοσύνη είναι το κλειδί σήμερα».
Τέτοιες επικλήσεις στη νεράιδα της εμπιστοσύνης ποτέ δεν ήταν αληθοφανείς. Ερευνητές στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και αλλού γρήγορα απέρριψαν το υποτιθέμενο επιχείρημα ότι η μείωση των δαπανών δημιουργεί θέσεις εργασίας. Παρ' όλα αυτά ισχυροί άνθρωποι και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού εξυμνούν τους προφήτες της λιτότητας, ο κ. Κάμερον συγκεκριμένα, επειδή το δόγμα της επεκτατικής λιτότητας «ταιριάζει γάντι» στην ιδεολογική τους ατζέντα. Το εξοργιστικό σε αυτή την υπόθεση είναι ότι αυτή η τραγωδία ήταν εντελώς περιττή.
Πριν από μισό αιώνα οποιοσδήποτε οικονομολόγος - ή οποιοσδήποτε φοιτητής οικονομικών είχε διαβάσει το εγχειρίδιο του Πολ Σάμιουελσον «Οικονομικά» - θα μπορούσε να μας πει ότι η λιτότητα εν όψει ύφεσης είναι πολύ κακή ιδέα. Αλλά πολιτικοί, ειδήμονες και λυπάμαι που το λέω, πολλοί οικονομολόγοι, αποφάσισαν, κυρίως για πολιτικούς λόγους, να ξεχάσουν όσα γνώριζαν. Και εκατομμύρια εργαζόμενοι πληρώνουν το τίμημα αυτής της σκόπιμης αμνησίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
O διάλογος προϋποθέτει τον σεβασμό της διαφορετικής άποψης. Γι' αυτό κάθε υβριστικό, προσβλητικό ή χυδαίο σχόλιο θα διαγράφεται.