Σελίδες

Πέμπτη 29 Δεκεμβρίου 2011

Θρησκεία και Λόγος. Πόσο ανάγκη έχει ο σύγχρονος άνθρωπος τον Θεό


Του Γιώργου Σιακαντάρη, ΝΕΑ, 28.12.11
Η δικαστική εντολή για την προφυλάκιση του ηγουμένου Εφραίμ, πέρα από ζητήματα που αφορούν την απονομή της δικαιοσύνης και την ικανοποίηση του κοινού περί δικαίου αισθήματος, γέννησε και απορίες για το πώς ο δημόσιος χώρος αντιμετωπίζει τη σχέση θρησκείας και λόγου, ιδιαίτερα σε κράτη όπου δεν υπάρχει διαχωρισμός Εκκλησίας και Κράτους.Τα τελευταία χρόνια μερικοί στοχαστές, οι αποκαλούμενοι και Νέοι Αθεοι, ο βρετανός βιολόγος Ρίτσαρντ Ντόκινς, ο συγγραφέας Σαμ Χάρις (το βιβλίο του «Γράμμα σε ένα χριστιανικό έθνος» είναι μπεστ-σέλερ) ο φιλόσοφος Ντάνιελ Ντένετ, ο πρόσφατα θανών Κρίστοφερ Χίτσενς (κυρίως με το βιβλίο του «Ο Θεός είναι μεγάλος») και ο Γάλλος Μισέλ Ονφρέ έχουν συγκεντρώσει τα πυρά τους κατά της θρησκείας και της πίστης. Με πιθανή εξαίρεση τον Ντόκινς, όλοι αυτοί συνθέτουν, κατά τη γνώμη μου, το σύγχρονο ρεύμα ενός λαϊκιστικού αθεϊσμού. Οι απλοποιήσεις της σχέσης λόγου και θρησκείας είναι ιδιαίτερα επικίνδυνες.
Μερικοί δικοί μας «γραφιάδες» θεωρούν πως αθεΐα είναι, εξ ονόματος του λόγου, να κηρύσσεις την περιφρόνηση κατά των ανθρώπων που πιστεύουν. Το εξοργιστικό είναι όταν οι ίδιοι θεωρούν πως αυτή η «αθεΐα» είναι και δείγμα φιλελεύθερης σκέψης.
Θα μπορούσε να αντιτείνει κάποιος πως πρώτος ο Διαφωτισμός, τον οποίο συχνά επικαλούμαι, κήρυξε τον θάνατο του Θεού στη νεωτερικότητα. Αυτό είναι αλήθεια, αλλά η άγνοια ή ο φανατισμός μερικών δεν τους επιτρέπει να κατανοήσουν πως αυτός ο θάνατος του Θεού δεν αφορούσε θέματα προσωπικής πίστης αλλά ζητήματα πρακτικής συμπεριφοράς. Οι άνθρωποι δεν έπαψαν να πιστεύουν. Η ελπίδα για τη μεταφυσική δικαίωση ή λύτρωση στη «θεία πόλη» από τα δεινά της καθημερινότητας δεν εγκατέλειψε τον άνθρωπο. Η θρησκευτική πίστη μπορεί, τις περισσότερες φορές μάλιστα το κάνει, να δρα στο πλαίσιο των πιο αυστηρών ορθολογικών πράξεων της καπιταλιστικής συσσώρευσης, παράλληλα όμως δρα ωσάν αυτή η θεοσέβεια να μην είχε καμία ισχύ με τον εμπράγματο κόσμο των κεφαλαιοκρατικών σχέσεων.
Ο Θεός ως προσωπική πίστη ποτέ δεν απουσίασε από τον κόσμο των νεωτερικών πεποιθήσεων. Αυτό που συνέβη είναι ότι η καπιταλιστική ολοκλήρωση και η νεωτερικότητα λειτουργούν χωρίς να έχουν την ανάγκη του Θεού στις πρακτικές τους ανάγκες. Ο προνεωτερικός κόσμος ως κοινωνία δεν μπορούσε να υπάρξει χωρίς τον Θεό. Ο νεωτερικός κόσμος μπορεί να υπάρξει ως κοινωνία όταν ο Θεός υπάρχει στις ψυχές των ατόμων, αλλά δεν μπορεί να υπάρξει αν Αυτός διεισδύει στις οικονομικές τους πράξεις. Και όπως αποδεικνύουν οι οικονομικές ενέργειες των εκκλησιών, ο Θεός όντως στέκεται μακριά από αυτές.

Ο Φρόιντ θεωρούσε ότι η θρησκευτική συνείδηση προκύπτει από την αδυναμία του ανθρώπου να αμυνθεί απέναντι στη συντριπτική ισχύ της φύσης. Την ίδια στιγμή όμως πίστευε πως η θρησκεία, χαλιναγωγώντας τις αντικοινωνικές ενορμήσεις, προσφέρει πολλά στη συγκρότηση του πολιτισμένου κόσμου. Δεν μπορεί όμως να απελευθερώσει τον νεωτερικό άνθρωπο από τη δυστυχία που γεννά η δυσφορία του πολιτισμού. Αυτό στην «επίγεια πόλη» μπορεί να το κάνει μόνο η ανθρώπινη δημιουργικότητα.
Αυτό που έκαναν τελικά ο Διαφωτισμός, η νεωτερικότητα και η εκκοσμίκευση δεν ήταν η αμφισβήτηση της προσωπικής πίστης αλλά η απόρριψη της ταύτισης της χριστιανικής πίστης και εξουσίας με την κοσμική. Η προσωπική πίστη, είναι αλήθεια πως αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα στην προσπάθεια δημιουργίας του απελευθερωμένου από εξωτερικές «αυθεντίες» ανθρώπου, αλλά αυτή δεν μπορεί να υπερνικηθεί με τις προσβολές κατά του θρησκευτικού συναισθήματος,

Στην ταινία «Ο εξολοθρευτής άγγελος» του Μπουνιουέλ, οι καλεσμένοι σε ένα δείπνο της υψηλής αριστοκρατίας νιώθουν ξαφνικά ότι δεν μπορούν να φύγουν από την κατοικία. Τίποτα όμως το υλικό δεν φαίνεται να τους εμποδίζει και η πόρτα είναι ανοιχτή. Από την άλλη, όσοι είναι έξω θέλουν να τους βοηθήσουν να βγουν, αλλά και αυτούς κάτι τους εμποδίζει να ανοίξουν την ξεκλείδωτη πόρτα. Μόνον όταν οι εντός, με τη βοήθεια της μνήμης (που είναι βεβαίως η ίδια η γνώση), κατόρθωσαν να θυμηθούν τι έκαναν και τι έλεγαν πριν επιχειρήσουν να βγουν, μόνο τότε κατάφεραν να ανοίξουν την πόρτα και να «απελευθερωθούν». Αυτή είναι και η σχέση πιστών και άθεων στον νεωτερικό κόσμο. Ο καθένας ανάλογα με την κοσμοαντίληψή του μπορεί να αποφασίσει αν ανήκει στους εντός ή τους εκτός της κατοικίας, το πνευματικό όμως θεμέλιο της νεωτερικότητας δεν είναι το Ευαγγέλιο, αλλά ο Λόγος και ο σεβασμός της ελευθερίας της συνείδησης, συμπεριλαμβανομένης της θρησκευτικής.
Ο Γιώργος Σιακαντάρης είναι διδάκτωρ Πολιτικών Επιστημών. Μόλις κυκλοφόρησε το βιβλίο του «Η μεγάλη απουσία» από τις εκδόσεις Πόλις

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

O διάλογος προϋποθέτει τον σεβασμό της διαφορετικής άποψης. Γι' αυτό κάθε υβριστικό, προσβλητικό ή χυδαίο σχόλιο θα διαγράφεται.