Της Ελίζας Παπαδάκη, ΝΕΑ, 18.11.10
Ενα χρόνο τώρα που παλεύουµε την κρίση, κυβερνητική προσπάθεια και δηµόσια συζήτηση επικεντρώνονται κυρίως στο δηµόσιο έλλειµµα, στην αναγκαία µείωσή του. Εύλογα, αφού το έλλειµµα, η διαφορά ανάµεσα στα έσοδα και τις δαπάνες του κράτους, έπαψε να µπορεί να καλυφθεί µε δανεισµό από αγορές δύσπιστες πλέον ότι τα δάνεια θα εξοφλούνταν. Χρειάστηκε ο µηχανισµός Ε.Ε. - ∆ΝΤ για να αποφύγουµε τη χρεοκοπία,την οικονοµική και κοινωνική κατάρρευση. Με τους γνωστούς σκληρούς όρους η χρηµατοδότηση του ελλείµµατος εξασφαλίστηκε τον Μάιο για µια τριετία, πάνω στην υπόθεση ότι η χώρα εν τω µεταξύ θα ανακτήσει την ικανότητα να δανείζεται από τις αγορές.
Εξι µήνες αργότερα η υπόθεση αυτή φαίνεται πιοαβέβαιη: Τα τελευταίαστοιχεία δείχνουν µεν µια πρώτη εντυπωσιακή µείωση του ελλείµµατος, από 15,4% σε 9,4% του ΑΕΠ – αν επαληθευθεί η κυβερνητική εκτίµηση για φέτος – αλλά µε το χρέος να κάνει άλµα από 127% στο 140%του ΑΕΠ. Γιανα υποχωρήσει το έλλειµµα σε ανεκτό επίπεδο χρειάζονται άλλες 6,5 µονάδες του ΑΕΠ. Και αυτές πολύδυσκολότερα πιάνονται, τώρα που εξαντλήθηκαν τα «επώδυνα» αλλά «απλά από τεχνικής πλευράς» µέτρα, όπως περιέγραψε ο ΛουκάςΠαπαδήµος τις περικοπές επιδοµάτων και δώρων από µισθούς και συντάξεις, τις έκτακτες εισφορές, τις αυξήσεις φορολογικών συντελεστών. Παράλληλα, η αναζωπύρωση τηςδηµοσιονοµικής κρίσης του ευρώ µε επίκεντρο την Ιρλανδία αυτήν τη φορά, η αγωνία της Πορτογαλίας ότι έρχεται η σειράτης, νεώτερεςανησυχίες για την Ισπανία, ή και την Ιταλία, εντείνουν τις αµφιβολίεςγια τη βιωσιµότητατης νοµισµατικής ένωσης όσο δεν αποκτά αντίστοιχο δηµοσιονοµικό σκέλος. Και αυξάνουν τις αµφισβητήσεις για µια στρατηγική που δίνει όλη την έµφαση στη µείωση των ελλειµµάτων για να εξευµενίσει τις αγορές, τείνοντας να διαχωρίσει τιςισχυρές από τις ασθενέστερες, «περιφερειακές» οικονοµίες. Μακάρι να άλλαζαν την πολιτικήκατεύθυνση οι διαπραγµατεύσεις µεταξύ τωνευρωπαϊκών χωρών, για την ώρα όµωςτέτοια προοπτική δεν διακρίνεται. Ούτε µπορεί η Ελλάδα να αποκλίνειαπό τις δεσµεύσεις που ανέλαβε µε το Μνηµόνιο.Σε αυτές υποχρεωτικά θα επιχειρεί να ανταποκριθεί ο προϋπολογισµός που κατατίθεται σήµερα.
∆ίπλα στο ∆ηµόσιο πασχίζει ωστόσο να ζήσει η άλλη µισή οικονοµία, των επιχειρήσεων και των αυταπασχολουµένων, σε κρίση επίσης. ∆εν είναι µόνον οι τωρινές περικοπές στις δηµόσιες δαπάνες – µισθούς, προµήθειες, επενδύσεις – που µείωσαν τη ζήτηση για τα αγαθά και τις υπηρεσίες που παράγουν, οι τράπεζες που βρέθηκαν χωρίς ρευστότητα και τους περιόρισαν ταδάνεια.
Χρόνια δανειζόµασταν και αγοράζαµε εισαγόµενα ενώ το παραγωγικό δυναµικό της χώρας συρρικνωνόταν. Για το πώς θααντιστραφεί αυτή η πορεία λίγα λέειτο Μνηµόνιο, λίγα, αποσπασµατικά και αµήχανα συµπληρώνει η κυβέρνηση, γενικότερα ελάχιστη σοβαρή συζήτηση γίνεται. Κατ’ αρχάς το Μνηµόνιο έπεσε έξω έχοντας προβλέψει αποπληθωρισµό, πτώση τιµών, µαζί µε την ύφεση, αλλά φτάσαµε, αντίθετα, σε πληθωρισµό ρεκόρστην ευρωζώνη. Εξακολουθούµε έτσι να χάνουµε ανταγωνιστικότητα, κάθε µήνα γινόµαστε και πιο ακριβοί. Ως πανάκεια προβάλλει το άνοιγµα των αγορών, αλλά σ’ εµάς οι τιµές ανεβαίνουν και στις πιο ορθάνοιχτες αγορές, 3,1% στα καφενεία-εστιατόρια-ξενοδοχείαπ.χ. τον Οκτώβριο, παρά την πτώση της ζήτησης. Αλλά αν η απρόσωπη, εξ ορισµού ανταγωνιστική αγορά στην ύφεση δεν ρίχνει τις τιµές, µήπως θα ήταν πιο αποτελεσµατική µια συνεννόηση; 0χι µε την έννοια των πάλαι ποτέ αγορανοµικών διατάξεων, αλλά µεταξύ των επαγγελµατιών του κλάδου µε την Πολιτεία και µε εκπροσώπους των καταναλωτώνγια τη συγκράτηση των τιµών, περισσότερη και πιο ουσιαστική κοινωνική οργάνωση δηλαδή. Μέσα από µια τέτοια διαδικασία δεν θα ενισχυόταν και η φορολογική συνέπεια, αντί να την περιµένουµε από τους ελέγχους;
Για να συµπιεστεί το κόστος, το Μνηµόνιο από την άλλη πλευρά υποδεικνύει µειώσεις µισθών και το υπουργείο Εργασίας επεξεργάζεται νοµοσχέδιοπου θα επιτρέπει να συνάπτονται επιχειρησιακές συλλογικές συµβάσεις µε αµοιβές χαµηλότερες από της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύµβασης Εργασίας (ΕΓΣΣΕ)που έως τώραθεσπίζει τον κατώτατο νόµιµο µισθό. Η εξέλιξη αυτή έχει προκαλέσει αγανάκτηση καιπέρα από τη ΓΣΕΕ, καθώς η ΕΓΣΣΕ συµβολίζει την προστασία των ασθενέστερων µεταξύ τωνεργαζοµένων. Θα επιµείνουµε όµως στοαπαράβατο αυτών των739,57 ευρώ πουισχύουν, όταν το ΑΕΠ ήδη πέφτει 4,5%, οι άνεργοι ξεπερνούν τους 600.000 και ανεβαίνουν; Οταν στην Ισπανία οκατώτατος µισθός είναι 633,3 ευρώ, στην Πορτογαλία 475 ευρώ;
Σε ποια πραγµατικότητα εφάπτεται αυτό το σύµβολο, όταν πληθαίνουνοι εργαζόµενοι που αναγκάζονται να δουλεύουν για λιγότερα, εκτός νόµου, άρα και έξω απόοποιαδήποτε προστασία; Ουσιαστική κοινωνική οργάνωση, διαπραγµάτευση, συνεννόηση, είναι το ζητούµενο.
Εξι µήνες αργότερα η υπόθεση αυτή φαίνεται πιοαβέβαιη: Τα τελευταίαστοιχεία δείχνουν µεν µια πρώτη εντυπωσιακή µείωση του ελλείµµατος, από 15,4% σε 9,4% του ΑΕΠ – αν επαληθευθεί η κυβερνητική εκτίµηση για φέτος – αλλά µε το χρέος να κάνει άλµα από 127% στο 140%του ΑΕΠ. Γιανα υποχωρήσει το έλλειµµα σε ανεκτό επίπεδο χρειάζονται άλλες 6,5 µονάδες του ΑΕΠ. Και αυτές πολύδυσκολότερα πιάνονται, τώρα που εξαντλήθηκαν τα «επώδυνα» αλλά «απλά από τεχνικής πλευράς» µέτρα, όπως περιέγραψε ο ΛουκάςΠαπαδήµος τις περικοπές επιδοµάτων και δώρων από µισθούς και συντάξεις, τις έκτακτες εισφορές, τις αυξήσεις φορολογικών συντελεστών. Παράλληλα, η αναζωπύρωση τηςδηµοσιονοµικής κρίσης του ευρώ µε επίκεντρο την Ιρλανδία αυτήν τη φορά, η αγωνία της Πορτογαλίας ότι έρχεται η σειράτης, νεώτερεςανησυχίες για την Ισπανία, ή και την Ιταλία, εντείνουν τις αµφιβολίεςγια τη βιωσιµότητατης νοµισµατικής ένωσης όσο δεν αποκτά αντίστοιχο δηµοσιονοµικό σκέλος. Και αυξάνουν τις αµφισβητήσεις για µια στρατηγική που δίνει όλη την έµφαση στη µείωση των ελλειµµάτων για να εξευµενίσει τις αγορές, τείνοντας να διαχωρίσει τιςισχυρές από τις ασθενέστερες, «περιφερειακές» οικονοµίες. Μακάρι να άλλαζαν την πολιτικήκατεύθυνση οι διαπραγµατεύσεις µεταξύ τωνευρωπαϊκών χωρών, για την ώρα όµωςτέτοια προοπτική δεν διακρίνεται. Ούτε µπορεί η Ελλάδα να αποκλίνειαπό τις δεσµεύσεις που ανέλαβε µε το Μνηµόνιο.Σε αυτές υποχρεωτικά θα επιχειρεί να ανταποκριθεί ο προϋπολογισµός που κατατίθεται σήµερα.
∆ίπλα στο ∆ηµόσιο πασχίζει ωστόσο να ζήσει η άλλη µισή οικονοµία, των επιχειρήσεων και των αυταπασχολουµένων, σε κρίση επίσης. ∆εν είναι µόνον οι τωρινές περικοπές στις δηµόσιες δαπάνες – µισθούς, προµήθειες, επενδύσεις – που µείωσαν τη ζήτηση για τα αγαθά και τις υπηρεσίες που παράγουν, οι τράπεζες που βρέθηκαν χωρίς ρευστότητα και τους περιόρισαν ταδάνεια.
Χρόνια δανειζόµασταν και αγοράζαµε εισαγόµενα ενώ το παραγωγικό δυναµικό της χώρας συρρικνωνόταν. Για το πώς θααντιστραφεί αυτή η πορεία λίγα λέειτο Μνηµόνιο, λίγα, αποσπασµατικά και αµήχανα συµπληρώνει η κυβέρνηση, γενικότερα ελάχιστη σοβαρή συζήτηση γίνεται. Κατ’ αρχάς το Μνηµόνιο έπεσε έξω έχοντας προβλέψει αποπληθωρισµό, πτώση τιµών, µαζί µε την ύφεση, αλλά φτάσαµε, αντίθετα, σε πληθωρισµό ρεκόρστην ευρωζώνη. Εξακολουθούµε έτσι να χάνουµε ανταγωνιστικότητα, κάθε µήνα γινόµαστε και πιο ακριβοί. Ως πανάκεια προβάλλει το άνοιγµα των αγορών, αλλά σ’ εµάς οι τιµές ανεβαίνουν και στις πιο ορθάνοιχτες αγορές, 3,1% στα καφενεία-εστιατόρια-ξενοδοχείαπ.χ. τον Οκτώβριο, παρά την πτώση της ζήτησης. Αλλά αν η απρόσωπη, εξ ορισµού ανταγωνιστική αγορά στην ύφεση δεν ρίχνει τις τιµές, µήπως θα ήταν πιο αποτελεσµατική µια συνεννόηση; 0χι µε την έννοια των πάλαι ποτέ αγορανοµικών διατάξεων, αλλά µεταξύ των επαγγελµατιών του κλάδου µε την Πολιτεία και µε εκπροσώπους των καταναλωτώνγια τη συγκράτηση των τιµών, περισσότερη και πιο ουσιαστική κοινωνική οργάνωση δηλαδή. Μέσα από µια τέτοια διαδικασία δεν θα ενισχυόταν και η φορολογική συνέπεια, αντί να την περιµένουµε από τους ελέγχους;
Για να συµπιεστεί το κόστος, το Μνηµόνιο από την άλλη πλευρά υποδεικνύει µειώσεις µισθών και το υπουργείο Εργασίας επεξεργάζεται νοµοσχέδιοπου θα επιτρέπει να συνάπτονται επιχειρησιακές συλλογικές συµβάσεις µε αµοιβές χαµηλότερες από της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύµβασης Εργασίας (ΕΓΣΣΕ)που έως τώραθεσπίζει τον κατώτατο νόµιµο µισθό. Η εξέλιξη αυτή έχει προκαλέσει αγανάκτηση καιπέρα από τη ΓΣΕΕ, καθώς η ΕΓΣΣΕ συµβολίζει την προστασία των ασθενέστερων µεταξύ τωνεργαζοµένων. Θα επιµείνουµε όµως στοαπαράβατο αυτών των739,57 ευρώ πουισχύουν, όταν το ΑΕΠ ήδη πέφτει 4,5%, οι άνεργοι ξεπερνούν τους 600.000 και ανεβαίνουν; Οταν στην Ισπανία οκατώτατος µισθός είναι 633,3 ευρώ, στην Πορτογαλία 475 ευρώ;
Σε ποια πραγµατικότητα εφάπτεται αυτό το σύµβολο, όταν πληθαίνουνοι εργαζόµενοι που αναγκάζονται να δουλεύουν για λιγότερα, εκτός νόµου, άρα και έξω απόοποιαδήποτε προστασία; Ουσιαστική κοινωνική οργάνωση, διαπραγµάτευση, συνεννόηση, είναι το ζητούµενο.
Η ΛΥΣΗ
Να υπάρξει συνεννόηση µεταξύ των επαγγελµατιών του κλάδου µε την Πολιτεία και µε εκπροσώπους των καταναλωτών για τη συγκράτηση των τιµών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
O διάλογος προϋποθέτει τον σεβασμό της διαφορετικής άποψης. Γι' αυτό κάθε υβριστικό, προσβλητικό ή χυδαίο σχόλιο θα διαγράφεται.