Της Βάσως Κοιντή, www.protagon.gr
Η πολιτική απαιτεί πολιτική. Τα πρόσωπα είναι σημαντικά αλλά εάν δεν έχεις πολιτική που να σε διαφοροποιεί από τους άλλους που μετέχουν στο παιχνίδι δεν έχεις μέλλον. Χρειάζεται και πολιτική και διαφοροποίηση. Οι τελευταίες εκλογές κερδήθηκαν από τον ΣΥΡΙΖΑ όχι γιατί ο Τσίπρας είναι φαινόμενο όπως ακούω (έχασε κι η λέξη τη σημασία της) ,αλλά γιατί εξέφρασε τη βασική πολιτική γραμμή που κυριαρχεί στην Ελλάδα διακομματικά από την εποχή του ΠΑΣΟΚ. Εξέφρασε δηλαδή με πληρότητα αυτό που μπορούμε να ονομάσουμε γραμμή ΠΑΣΟΚ: παροχές, διορισμοί στο δημόσιο, συναλλαγές με συντεχνίες, κ.λπ. Παρά την κρίση, επί 6 χρόνια, αυτή η γραμμή κυριάρχησε στον έναν ή στον άλλο βαθμό τόσο στην κυβέρνηση όσο και στην αντιπολίτευση όχι μόνο γιατί τα κόμματα δεν μπορούσαν εύκολα ν’ αλλάξουν αλλά, κυρίως, γιατί ήταν η μόνη γραμμή που μπορούσε να κρατήσει τα κόμματα σε επαφή με την κοινωνία η οποία είχε γαλουχηθεί με αυτή. Ακόμη και οι μνημονιακοί εφάρμοζαν το Μνημόνιο από αντιμνημονιακές, παραδοσιακά «πασοκικές» θέσεις. Ο ΣΥΡΙΖΑ υπερθεμάτισε στη γραμμή αυτή και κέρδισε ως αντιμνημονιακός τον Ιανουάριο και ως μνημονιακός τώρα. Η γραμμή παρέμεινε βασικά σταθερή. Ο κόσμος εμπιστεύθηκε το λιγότερο φθαρμένο ΠΑΣΟΚ, δηλαδή τον ΣΥΡΙΖΑ, έστω κι αν αυτή εικόνα αδικεί το πραγματικό ΠΑΣΟΚ (οι πιο φθαρμένοι -αλλά δευτεροκλασάτοι- πασόκοι βρίσκονται στον ΣΥΡΙΖΑ).
Απέναντι στην πλειοδοσία ΠΑΣΟΚ που εκπροσωπεί ο ΣΥΡΙΖΑ δεν υπήρξε σ’ αυτές τις εκλογές μέτωπο κριτικής. Όλα τα κόμματα της ευρωπαϊκής αντιπολίτευσης προσφέρθηκαν να τον συνδράμουν, ζήτησαν τη συνεργασία του. Κυρίως γιατί έβλεπαν πως τα περιθώρια για την εφαρμογή μιας πολιτικής ΠΑΣΟΚ είναι στενά και δεν ήθελαν να φθαρούν, μόνα αυτά, μη εφαρμόζοντάς την. Γι’ αυτό πρότειναν συγκυβέρνηση με τον ΣΥΡΙΖΑ. Αν είναι να φθαρούν, να φθαρούν αυτή τη φορά όλοι. Μπορούσε όμως να γίνει κάτι διαφορετικό; Αν η κοινωνία είναι ΠΑΣΟΚ, πώς μπορεί να διακινδυνεύσει ένα κόμμα να πει κάτι μη ΠΑΣΟΚ και να περιμένει να ακουστεί; Χωρίς αμφιβολία, τα πράγματα δεν αλλάζουν εύκολα. Αλλά δεν πρόκειται ν’ αλλάξουν αν κανείς δεν διαφοροποιηθεί. Ούτε πρόκειται να κερδίσει κανείς ακροατήριο και εκλογές εάν δεν διαφοροποιείται από τον αντίπαλό του. Αυτή τη φορά, πιο έντονα από ποτέ, τα τρία κόμματα παρουσίασαν τον εαυτό τους ως παραπληρωματική δύναμη του ΣΥΡΙΖΑ. ΝΔ και ΠΑΣΟΚ είχαν πολιτική -στα πιο βασικά ίδια με του ΣΥΡΙΖΑ- αλλά το εκλογικό σώμα τούς έστρεψε την πλάτη γιατί είχαν παλιώσει και είχε «προδοθεί», οπότε στράφηκαν στη νέα τους εκδοχή, τον ΣΥΡΙΖΑ.
Με το Ποτάμι η ιστορία είναι λίγο διαφορετική. Εδώ η γραμμή ήταν πολύ λιγότερο ΠΑΣΟΚ αλλά το πρόβλημα είναι ότι δεν ήταν πολιτική γραμμή. Ήταν συνταγή σε χαπάκια. Μία πρόταση εδώ, μία πρόταση εκεί, ένας γιατρός για το Α, ένας γιατρός για το Β θέμα. Καμία πολιτική ζύμωση (δεν μπορεί να γίνει πολιτική ζύμωση με 3λεπτες ομιλίες «επαϊόντω» -κι αυτή η λέξη κακόπαθε), καμία προσπάθεια μύησης και ένταξης ανθρώπων στην πολιτική (εξαιρούνται μεμονωμένα άτομα για καριέρα). Οι εθελοντές (ούτε καν μέλη) δεν είχαν χώρο να συζητήσουν, να διαφωνήσουν, να παραγάγουν πολιτική. Στην καλύτερη περίπτωση ιμάντες μεταβίβασης των κεντρικών κατευθύνσεων και στη χειρότερη απλός εκλογικός μηχανισμός. Ντεκόρ στο σκηνικό που ήταν το Ποτάμι. Μία βιτρίνα άξιων κατά κανόνα ανθρώπων που είχαν σύνδεση μόνο με τον αρχηγό ο οποίος έστησε το κόμμα καθαρά ως παραπληρωματική δύναμη του ΣΥΡΙΖΑ. Ιδίως μετά τις ευρωεκλογές η γραμμή αυτή ήταν όσο εύγλωττη γινόταν.
Η πολιτική, όπως είπαμε, είναι συνομιλία, ζύμωση, πειθώ. Δεν είναι δίνω κάποιες σωστές ιδέες ούτε προβάλλω πρόσωπα με βαριά βιογραφικά. Πρέπει να πείσεις - οι καλές ιδέες και τα πρόσωπα από μόνα τους δεν αρκούν. Αυτό είναι πολιτική και αυτό είναι Δημοκρατία. Γι’ αυτό η ρητορική είναι στενά δεμένη με την πολιτική. Η εικόνα έχει τη σημασία της (ωραίο στήσιμο και σκηνικό) αλλά πιο πολύ μετράει ο λόγος που παράγει πολιτική. Το Ποτάμι είπε ότι θα αποκαλύψει τις προτάσεις του που επεξεργάζονταν επιτελείο του στις 26 Ιανουαρίου -μετά τις εκλογές-, ενώ στις κυριακάτικες εφημερίδες μάς υποσχόταν ότι την επομένη αυτών των εκλογών θα αποκαλύψει το όνομα που σκέφτονται για Υπουργό Παιδείας. Αυτή η στάση (των αποκαλύψεων) δεν είναι απλώς μη πολιτική είναι αντιδημοκρατική στο μέτρο που αφήνει έξω την κοινωνία.
Τα κόμματα δεν είναι η φωνή του σοφού ούτε η φωνή του λαού. Δεν αρκεί να κατέχουν τις σωστές λύσεις ούτε πρέπει να αντανακλούν απλώς την κοινή γνώμη και να συμπορεύονται απλώς με αυτήν. Πρέπει να συνομιλούν και να πείθουν για τη συγκεκριμένη πολιτική που ευαγγελίζονται ώστε να διαφοροποιούνται από άλλους και να δρομολογούν αλλαγές. Τα κόμματα στην Ελλάδα κατά κανόνα, κάνουν πολιτική για να βιοπορίζονται, να υπάρχουν και να εκλέγουν βουλευτές. Οι αλλαγές όποτε έρχονται, έρχονται υπό πίεση απ’ έξω - από την πραγματικότητα, από τους εταίρους. Σε λίγες περιπτώσεις (π.χ. το 81 από το ΠΑΣΟΚ) τα ίδια τα κόμματα δρομολογούν εξελίξεις. Να δούμε πόσο θα μπορέσει ο ΣΥΡΙΖΑ να προσαρμοστεί στις υπό πίεση αλλαγές, δεδομένου ότι υπάρχει για να τις αντιστρατεύεται. Τα άλλα κόμματα δεν έχουν τύχη αν απλώς τον παρακολουθούν. Χρειάζεται να διαφοροποιηθούν, να σταθούν απέναντι σ’ αυτό που σήμερα είναι ο ΣΥΡΙΖΑ και ήταν παλαιά τα ίδια. Να παραγάγουν πολιτική όχι για να βιοπορίζονται αλλά για να αλλάξουν τη χώρα. Αυτό δεν σημαίνει να μην έχουν επαγγελματίες της πολιτικής στις τάξεις τους - άλλη μία κατασυκοφάντηση της πολιτικής. Η πολιτική είναι σπουδαία τέχνη, πολύ σημαντική και απαιτεί αφοσίωση. Το πρόβλημα δεν είναι να αμείβονται και να βιοπορίζονται όσοι την ασκούν καλά μέσα σε κόμματα που ανταποκρίνονται στον ρόλο τους. Το πρόβλημα είναι να υπάρχουν τα κόμματα απλώς για να βιοπορίζονται συντηρώντας συγχρόνως έναν στρατό φίλων και συγγενών. Δεν εκπληρώνουν τον σκοπό τους, γίνονται φερέφωνα συντεχνιών, αντανακλάσεις της κοινής γνώμης, Έτσι όμως δεν πρόκειται να πάμε μπροστά. Αν θέλουμε μετά από τέτοια κρίση να αλλάξει η χώρα, χρειαζόμαστε κόμματα που θα παίρνουν σοβαρά τον ρόλο τους, θα παράγουν πολιτική που θα κάνει τομές κι όχι αναμόχλευση της παλαιάς σούπας. Στη σούπα αυτή απλά θα φυτοζωούν και μαζί με αυτά, όλοι.
Η πολιτική απαιτεί πολιτική. Τα πρόσωπα είναι σημαντικά αλλά εάν δεν έχεις πολιτική που να σε διαφοροποιεί από τους άλλους που μετέχουν στο παιχνίδι δεν έχεις μέλλον. Χρειάζεται και πολιτική και διαφοροποίηση. Οι τελευταίες εκλογές κερδήθηκαν από τον ΣΥΡΙΖΑ όχι γιατί ο Τσίπρας είναι φαινόμενο όπως ακούω (έχασε κι η λέξη τη σημασία της) ,αλλά γιατί εξέφρασε τη βασική πολιτική γραμμή που κυριαρχεί στην Ελλάδα διακομματικά από την εποχή του ΠΑΣΟΚ. Εξέφρασε δηλαδή με πληρότητα αυτό που μπορούμε να ονομάσουμε γραμμή ΠΑΣΟΚ: παροχές, διορισμοί στο δημόσιο, συναλλαγές με συντεχνίες, κ.λπ. Παρά την κρίση, επί 6 χρόνια, αυτή η γραμμή κυριάρχησε στον έναν ή στον άλλο βαθμό τόσο στην κυβέρνηση όσο και στην αντιπολίτευση όχι μόνο γιατί τα κόμματα δεν μπορούσαν εύκολα ν’ αλλάξουν αλλά, κυρίως, γιατί ήταν η μόνη γραμμή που μπορούσε να κρατήσει τα κόμματα σε επαφή με την κοινωνία η οποία είχε γαλουχηθεί με αυτή. Ακόμη και οι μνημονιακοί εφάρμοζαν το Μνημόνιο από αντιμνημονιακές, παραδοσιακά «πασοκικές» θέσεις. Ο ΣΥΡΙΖΑ υπερθεμάτισε στη γραμμή αυτή και κέρδισε ως αντιμνημονιακός τον Ιανουάριο και ως μνημονιακός τώρα. Η γραμμή παρέμεινε βασικά σταθερή. Ο κόσμος εμπιστεύθηκε το λιγότερο φθαρμένο ΠΑΣΟΚ, δηλαδή τον ΣΥΡΙΖΑ, έστω κι αν αυτή εικόνα αδικεί το πραγματικό ΠΑΣΟΚ (οι πιο φθαρμένοι -αλλά δευτεροκλασάτοι- πασόκοι βρίσκονται στον ΣΥΡΙΖΑ).
Απέναντι στην πλειοδοσία ΠΑΣΟΚ που εκπροσωπεί ο ΣΥΡΙΖΑ δεν υπήρξε σ’ αυτές τις εκλογές μέτωπο κριτικής. Όλα τα κόμματα της ευρωπαϊκής αντιπολίτευσης προσφέρθηκαν να τον συνδράμουν, ζήτησαν τη συνεργασία του. Κυρίως γιατί έβλεπαν πως τα περιθώρια για την εφαρμογή μιας πολιτικής ΠΑΣΟΚ είναι στενά και δεν ήθελαν να φθαρούν, μόνα αυτά, μη εφαρμόζοντάς την. Γι’ αυτό πρότειναν συγκυβέρνηση με τον ΣΥΡΙΖΑ. Αν είναι να φθαρούν, να φθαρούν αυτή τη φορά όλοι. Μπορούσε όμως να γίνει κάτι διαφορετικό; Αν η κοινωνία είναι ΠΑΣΟΚ, πώς μπορεί να διακινδυνεύσει ένα κόμμα να πει κάτι μη ΠΑΣΟΚ και να περιμένει να ακουστεί; Χωρίς αμφιβολία, τα πράγματα δεν αλλάζουν εύκολα. Αλλά δεν πρόκειται ν’ αλλάξουν αν κανείς δεν διαφοροποιηθεί. Ούτε πρόκειται να κερδίσει κανείς ακροατήριο και εκλογές εάν δεν διαφοροποιείται από τον αντίπαλό του. Αυτή τη φορά, πιο έντονα από ποτέ, τα τρία κόμματα παρουσίασαν τον εαυτό τους ως παραπληρωματική δύναμη του ΣΥΡΙΖΑ. ΝΔ και ΠΑΣΟΚ είχαν πολιτική -στα πιο βασικά ίδια με του ΣΥΡΙΖΑ- αλλά το εκλογικό σώμα τούς έστρεψε την πλάτη γιατί είχαν παλιώσει και είχε «προδοθεί», οπότε στράφηκαν στη νέα τους εκδοχή, τον ΣΥΡΙΖΑ.
Με το Ποτάμι η ιστορία είναι λίγο διαφορετική. Εδώ η γραμμή ήταν πολύ λιγότερο ΠΑΣΟΚ αλλά το πρόβλημα είναι ότι δεν ήταν πολιτική γραμμή. Ήταν συνταγή σε χαπάκια. Μία πρόταση εδώ, μία πρόταση εκεί, ένας γιατρός για το Α, ένας γιατρός για το Β θέμα. Καμία πολιτική ζύμωση (δεν μπορεί να γίνει πολιτική ζύμωση με 3λεπτες ομιλίες «επαϊόντω» -κι αυτή η λέξη κακόπαθε), καμία προσπάθεια μύησης και ένταξης ανθρώπων στην πολιτική (εξαιρούνται μεμονωμένα άτομα για καριέρα). Οι εθελοντές (ούτε καν μέλη) δεν είχαν χώρο να συζητήσουν, να διαφωνήσουν, να παραγάγουν πολιτική. Στην καλύτερη περίπτωση ιμάντες μεταβίβασης των κεντρικών κατευθύνσεων και στη χειρότερη απλός εκλογικός μηχανισμός. Ντεκόρ στο σκηνικό που ήταν το Ποτάμι. Μία βιτρίνα άξιων κατά κανόνα ανθρώπων που είχαν σύνδεση μόνο με τον αρχηγό ο οποίος έστησε το κόμμα καθαρά ως παραπληρωματική δύναμη του ΣΥΡΙΖΑ. Ιδίως μετά τις ευρωεκλογές η γραμμή αυτή ήταν όσο εύγλωττη γινόταν.
Η πολιτική, όπως είπαμε, είναι συνομιλία, ζύμωση, πειθώ. Δεν είναι δίνω κάποιες σωστές ιδέες ούτε προβάλλω πρόσωπα με βαριά βιογραφικά. Πρέπει να πείσεις - οι καλές ιδέες και τα πρόσωπα από μόνα τους δεν αρκούν. Αυτό είναι πολιτική και αυτό είναι Δημοκρατία. Γι’ αυτό η ρητορική είναι στενά δεμένη με την πολιτική. Η εικόνα έχει τη σημασία της (ωραίο στήσιμο και σκηνικό) αλλά πιο πολύ μετράει ο λόγος που παράγει πολιτική. Το Ποτάμι είπε ότι θα αποκαλύψει τις προτάσεις του που επεξεργάζονταν επιτελείο του στις 26 Ιανουαρίου -μετά τις εκλογές-, ενώ στις κυριακάτικες εφημερίδες μάς υποσχόταν ότι την επομένη αυτών των εκλογών θα αποκαλύψει το όνομα που σκέφτονται για Υπουργό Παιδείας. Αυτή η στάση (των αποκαλύψεων) δεν είναι απλώς μη πολιτική είναι αντιδημοκρατική στο μέτρο που αφήνει έξω την κοινωνία.
Τα κόμματα δεν είναι η φωνή του σοφού ούτε η φωνή του λαού. Δεν αρκεί να κατέχουν τις σωστές λύσεις ούτε πρέπει να αντανακλούν απλώς την κοινή γνώμη και να συμπορεύονται απλώς με αυτήν. Πρέπει να συνομιλούν και να πείθουν για τη συγκεκριμένη πολιτική που ευαγγελίζονται ώστε να διαφοροποιούνται από άλλους και να δρομολογούν αλλαγές. Τα κόμματα στην Ελλάδα κατά κανόνα, κάνουν πολιτική για να βιοπορίζονται, να υπάρχουν και να εκλέγουν βουλευτές. Οι αλλαγές όποτε έρχονται, έρχονται υπό πίεση απ’ έξω - από την πραγματικότητα, από τους εταίρους. Σε λίγες περιπτώσεις (π.χ. το 81 από το ΠΑΣΟΚ) τα ίδια τα κόμματα δρομολογούν εξελίξεις. Να δούμε πόσο θα μπορέσει ο ΣΥΡΙΖΑ να προσαρμοστεί στις υπό πίεση αλλαγές, δεδομένου ότι υπάρχει για να τις αντιστρατεύεται. Τα άλλα κόμματα δεν έχουν τύχη αν απλώς τον παρακολουθούν. Χρειάζεται να διαφοροποιηθούν, να σταθούν απέναντι σ’ αυτό που σήμερα είναι ο ΣΥΡΙΖΑ και ήταν παλαιά τα ίδια. Να παραγάγουν πολιτική όχι για να βιοπορίζονται αλλά για να αλλάξουν τη χώρα. Αυτό δεν σημαίνει να μην έχουν επαγγελματίες της πολιτικής στις τάξεις τους - άλλη μία κατασυκοφάντηση της πολιτικής. Η πολιτική είναι σπουδαία τέχνη, πολύ σημαντική και απαιτεί αφοσίωση. Το πρόβλημα δεν είναι να αμείβονται και να βιοπορίζονται όσοι την ασκούν καλά μέσα σε κόμματα που ανταποκρίνονται στον ρόλο τους. Το πρόβλημα είναι να υπάρχουν τα κόμματα απλώς για να βιοπορίζονται συντηρώντας συγχρόνως έναν στρατό φίλων και συγγενών. Δεν εκπληρώνουν τον σκοπό τους, γίνονται φερέφωνα συντεχνιών, αντανακλάσεις της κοινής γνώμης, Έτσι όμως δεν πρόκειται να πάμε μπροστά. Αν θέλουμε μετά από τέτοια κρίση να αλλάξει η χώρα, χρειαζόμαστε κόμματα που θα παίρνουν σοβαρά τον ρόλο τους, θα παράγουν πολιτική που θα κάνει τομές κι όχι αναμόχλευση της παλαιάς σούπας. Στη σούπα αυτή απλά θα φυτοζωούν και μαζί με αυτά, όλοι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
O διάλογος προϋποθέτει τον σεβασμό της διαφορετικής άποψης. Γι' αυτό κάθε υβριστικό, προσβλητικό ή χυδαίο σχόλιο θα διαγράφεται.