Του Γιώργου Σιακαντάρη, www.metarithmisi.gr
Είμαστε η μοναδική ευρωπαϊκή
χώρα όπου αμφισβητείται τόσο έντονα ο διαχωρισμός μεταξύ Αριστεράς και
Δεξιάς. Το αντιπολιτικό Ποτάμι πρωτοστατεί σ’ αυτή την προσπάθεια, αλλά
υπάρχουν και φωνές στη σημερινή ηγετική ομάδα του ΠΑΣΟΚ που την
συνεπικουρούν. Αυτός ο διαχωρισμός όμως χάραξε το όριο ανάμεσα στις
προνεωτερικές και τις νεωτερικές κοινωνίες. Η «ρευστή» αντιπολιτική
μεταδημοκρατία αμφισβητεί ακριβώς αυτόν τον διαχωρισμό, ο οποίος
συνιστά το υπόβαθρο της δημοκρατίας. Σήμερα όμως το μείζον
πρόβλημα του ελληνικού πολιτικού συστήματος δεν είναι η αμφισβήτηση
αυτού του διαχωρισμού. Κυρίαρχο πρόβλημα είναι η αποδοχή ως αριστερού,
αυτού που είναι βαθύτατα συντηρητικό και κατά βάση δεξιό. Αφορμή
γι’ αυτές εδώ τις σκέψεις μού έδωσε η ταξινόμηση στα «δεξιά» των 7 της
ΔΗΜΑΡ, οι οποίοι ζήτησαν τη διεξαγωγή εκλογών σε συγκεκριμένη ημερομηνία
(Μάιο), αφού πρώτα γίνει συναινετική εκλογή Προέδρου και ξεκινήσει η
διαδικασία αναθεώρησης του Συντάγματος. Η μη ρητή αναφορά στο ζήτημα της
συνεννόησης για κοινή στάση έναντι του χρέους ήταν το μειονέκτημα αυτής
της πρότασης. Την ώρα όμως που άνοιγε το ζήτημα, έσπευσε με
ανευθυνότητα η κυβέρνηση να το κλείσει επισπεύδοντας την εκλογή του
Προέδρου. Έχω μιλήσει για την ανάγκη ενός Συνασπισμού Εξουσίας
μεταξύ του σοσιαλδημοκρατικού χώρου και της Ριζοσπαστικής Αριστεράς σ’
ανύποπτο χρόνο, στα τέλη του 12, όταν όλα τ’ έσκιαζε η φοβέρα της
αντιμετώπισης του ΣΥΡΙΖΑ ως του ενός άκρου. Είχα βεβαίως υπόψη μου την
ύπαρξη ενός ισχυρού σοσιαλδημοκρατικού, όχι κάποιου απολίτικου
ενδιάμεσου ή ψευδοκεντροαριστερού πόλου, ο οποίος θα μπορούσε να
λειτουργεί ως δύναμη συνεργασίας με τον αριστερό ριζοσπαστισμό, όχι όμως
ως συνιστώσα του αριστερισμού ή των λαϊκίστικων ζουρνάδων.
Αλλά ακόμη και να υπήρχε σήμερα αυτός ο Συνασπισμός, η προγραμματική αντιπαράθεση του με τη Δεξιά θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί στην πληρότητά της, μόνο όταν η χώρα δεν θα χρειάζεται καμία προληπτική γραμμή πιστοληπτικής στήριξης. Και για να γίνει αυτό χρειάζεται συναίνεση, ώστε αυτή να παραμείνει στο ευρώ και κριτική σε δηλώσεις του τύπου θα προβούμε σε «μονομερείς ενέργειες, μόνο αν μας αναγκάσουν». Η διαφύλαξη της θέσης της χώρας στο ευρώ είναι το πρώτο βήμα για τη μελλοντική άσκηση μιας αριστερής προοδευτικής πολιτικής.
Αντί αυτών παρουσιάζεται ως αριστερό ένα οικονομικό πρόγραμμα που προτείνει τη ρύθμιση των χρεών προς στις τράπεζες χωρίς κοινωνικά κριτήρια, την εθνικοποίηση τραπεζών, το πάγωμα όλων των ιδιωτικοποιήσεων. Το «αριστερό» οικονομικό πρόγραμμα που έρχεται εγγυάται την αναπαραγωγή ενός υπερτροφικού κράτους- βιομήχανου, πελάτη και προμηθευτή παρασιτικών «αστικών» στρωμάτων, ενώ αγνοεί τη «δεξιά» σοσιαλδημοκρατική αναδιανομή, η οποία στηρίζεται στην υπέρβαση του κρατισμού με την υποστήριξη της παραγωγικής και ανταγωνιστικής σχέσης κεφαλαίου και εργασίας (φορολογία κερδών). Αυτό το πρόγραμμα «ελκύει» τους πολιτικούς εκπροσώπους του παρασιτικού αστισμού και του πλέον βαθέος πασοκικού λαϊκισμού, αλλά προκαλεί αμηχανία σ’ όσους αγωνιούν για τη Δημοκρατία και την Αριστερά.
Στο «αριστερό» πρόγραμμα που έρχεται οι ανισότητες θα αναπαράγονται, γιατί η όποια πολιτική για την αντιμετώπιση τους βασίζεται μόνο σε επιδοματικές πολιτικές. Όταν όμως πάσχει το κράτος πρόνοιας η λύση δεν είναι να επιδοτείς με ένα εφάπαξ επίδομα τους ένστολους και τους δικαστές, ούτε καν τις ευπαθείς ομάδες, θα πρόσθετα, αλλά να «ρίχνεις» χρήματα για την ενίσχυση του κράτους παροχής υπηρεσιών. Η πρόσληψη νοσοκόμων ή νηπιαγωγών και δασκάλων στα σχολεία προσφέρει μεγαλύτερες υπηρεσίες στα ευπαθή στρώματα απ’ ότι ένα εφάπαξ επίδομα. Αυτή η πολιτική έχειν αναπτυξιακά αποτελέσματα. Αν και δεν φαίνεται «στην τσέπη» των ωφελούμενων, γι’ αυτό, ενώ δεν είναι λαϊκίστικη, είναι λαϊκή. Πάντως, ούτως ή άλλως, δεν είναι αριστερή μεταρρύθμιση να μοιράζεις σε πρόσκαιρα επιδόματα τα πρωτογενή πλεονάσματα. Αντιθέτως για την «δεξιά» Σοσιαλδημοκρατία τα επιδόματα αποτελούν μόνο συμπληρωματικό στοιχείο του κράτους παροχής κοινωνικών υπηρεσιών.
Το «αριστερό» πρόγραμμα που έρχεται υπόσχεται την κατάργηση του ΕΝΦΙΑ, μια δεξιά νεοφιλελεύθερη πρόταση, αφού παντού η Αριστερά προτείνει την με κοινωνικά κριτήρια προοδευτική φορολόγηση της ιδιοκτησίας (και της ακίνητης περιουσίας). Από πού άλλωστε θα ζήσει το κράτος πρόνοιας;
Επίσης είμαστε η μοναδική χώρα που όλο το πολιτικό της σύστημα και όχι μόνο το κομμουνιστικό κόμμα, θεωρεί αριστερή πρακτική τον λενινιστικό και σταλινικό «δημοκρατικό» συγκεντρωτισμό, ο οποίος θέλει οι «μειοψηφίες» να εκφράζονται μόνο στα κομματικά όργανα (άκου όργανα) και όχι στην κοινωνία, όπως οφείλει να ζητά κάθε πολιτικό κόμμα που σέβεται την αυτονομία του ατόμου ως υπέρτατη αξία. Αυτό άλλωστε είπε και ο Πρόεδρος της ΔΗΜΑΡ Φώτης Κουβέλης, όταν τόνισε ότι δεν θα είναι αργυρώνητοι ή προδότες, όσοι βουλευτές ψηφίσουν για εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας. Είπε δηλαδή τα αυτονόητα για ένα κόμμα της Ανανεωτικής Αριστεράς, το οποίο πρώτο συγκρούστηκε με τις λογικές του αριστερίστικου ριζοσπαστισμού, γι’ αυτό και άλλωστε αποχώρησε από εκεί. Τα αυτονόητα φυσικά από ένα χώρο που δυστυχώς όμως στις τάξεις του εκλέχτηκε η θλιβερή περίπτωση Βουδούρη, ο οποίος κατηγόρησε ότι όσοι βουλευτές έχουν άποψη διαφορετική από τη δική του και του ΣΥΡΙΖΑ είναι αργυρώνητοι. Πάτο δεν έχουν οι Βουδούρηδες και Παραστατίδες. Και πώς να έχουν όταν κάποιοι άλλοι χτίζουν συμμαχίες με τους Καμμένους και τους Χαϊκάληδες.
Κλείνω προσυπογράφοντας την άποψη του Δημήτρη Οικονομίδη μέλους της Κ.Ε της ΔΗΜΑΡ, ο οποίος αναφερόμενος στο μέλλον του χώρου της Ανανεωτικής Αριστεράς έγραφε στην badiera http://www.badiera.gr/?p=30300, “έχουμε χρέος να διαφυλάξουμε την αυτονομία του χώρου. Να βρεθούμε απέναντι σε κάθε προσπάθεια ρευστοποίησης, εκχώρησης και ετεροπροσδιορισμού του. Όσοι πιστέψαμε σ’ αυτόν το χώρο, πρέπει να κοιτάξουμε τον καθρέφτη και να απαντήσουμε με ειλικρίνεια αν εξακολουθούμε να πιστεύουμε σ’ αυτόν ή τον διατηρούμε για να ικανοποιούμε τις φιλοδοξίες και τις προσωπικές επιλογές του στελεχικού και πολιτικού δυναμικού του”. Μια που γίνεται λόγος για κόκκινες γραμμές, η μοναδική τέτοια γραμμή για τις συνεργασίες αυτού του χώρου είναι η εγγύηση ό,τι δεν θα υπάρχουν μονομερείς ενέργειες, οι οποίες θα σπρώχνουν τη χώρα εκτός ευρώ.
Ο χώρος της Ανανεωτικής Αριστεράς περνά δύσκολες μέρες, αλλά παρά τις εκ δεξιών και εξ ευωνύμων λοιδορίες, χωρίς τις αξίες και τους ανθρώπους του καμία σοβαρή σοσιαλδημοκρατική αριστερά δεν θα μπορέσει να στεριώσει σ’ αυτόν τον τόπο.
Αλλά ακόμη και να υπήρχε σήμερα αυτός ο Συνασπισμός, η προγραμματική αντιπαράθεση του με τη Δεξιά θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί στην πληρότητά της, μόνο όταν η χώρα δεν θα χρειάζεται καμία προληπτική γραμμή πιστοληπτικής στήριξης. Και για να γίνει αυτό χρειάζεται συναίνεση, ώστε αυτή να παραμείνει στο ευρώ και κριτική σε δηλώσεις του τύπου θα προβούμε σε «μονομερείς ενέργειες, μόνο αν μας αναγκάσουν». Η διαφύλαξη της θέσης της χώρας στο ευρώ είναι το πρώτο βήμα για τη μελλοντική άσκηση μιας αριστερής προοδευτικής πολιτικής.
Αντί αυτών παρουσιάζεται ως αριστερό ένα οικονομικό πρόγραμμα που προτείνει τη ρύθμιση των χρεών προς στις τράπεζες χωρίς κοινωνικά κριτήρια, την εθνικοποίηση τραπεζών, το πάγωμα όλων των ιδιωτικοποιήσεων. Το «αριστερό» οικονομικό πρόγραμμα που έρχεται εγγυάται την αναπαραγωγή ενός υπερτροφικού κράτους- βιομήχανου, πελάτη και προμηθευτή παρασιτικών «αστικών» στρωμάτων, ενώ αγνοεί τη «δεξιά» σοσιαλδημοκρατική αναδιανομή, η οποία στηρίζεται στην υπέρβαση του κρατισμού με την υποστήριξη της παραγωγικής και ανταγωνιστικής σχέσης κεφαλαίου και εργασίας (φορολογία κερδών). Αυτό το πρόγραμμα «ελκύει» τους πολιτικούς εκπροσώπους του παρασιτικού αστισμού και του πλέον βαθέος πασοκικού λαϊκισμού, αλλά προκαλεί αμηχανία σ’ όσους αγωνιούν για τη Δημοκρατία και την Αριστερά.
Στο «αριστερό» πρόγραμμα που έρχεται οι ανισότητες θα αναπαράγονται, γιατί η όποια πολιτική για την αντιμετώπιση τους βασίζεται μόνο σε επιδοματικές πολιτικές. Όταν όμως πάσχει το κράτος πρόνοιας η λύση δεν είναι να επιδοτείς με ένα εφάπαξ επίδομα τους ένστολους και τους δικαστές, ούτε καν τις ευπαθείς ομάδες, θα πρόσθετα, αλλά να «ρίχνεις» χρήματα για την ενίσχυση του κράτους παροχής υπηρεσιών. Η πρόσληψη νοσοκόμων ή νηπιαγωγών και δασκάλων στα σχολεία προσφέρει μεγαλύτερες υπηρεσίες στα ευπαθή στρώματα απ’ ότι ένα εφάπαξ επίδομα. Αυτή η πολιτική έχειν αναπτυξιακά αποτελέσματα. Αν και δεν φαίνεται «στην τσέπη» των ωφελούμενων, γι’ αυτό, ενώ δεν είναι λαϊκίστικη, είναι λαϊκή. Πάντως, ούτως ή άλλως, δεν είναι αριστερή μεταρρύθμιση να μοιράζεις σε πρόσκαιρα επιδόματα τα πρωτογενή πλεονάσματα. Αντιθέτως για την «δεξιά» Σοσιαλδημοκρατία τα επιδόματα αποτελούν μόνο συμπληρωματικό στοιχείο του κράτους παροχής κοινωνικών υπηρεσιών.
Το «αριστερό» πρόγραμμα που έρχεται υπόσχεται την κατάργηση του ΕΝΦΙΑ, μια δεξιά νεοφιλελεύθερη πρόταση, αφού παντού η Αριστερά προτείνει την με κοινωνικά κριτήρια προοδευτική φορολόγηση της ιδιοκτησίας (και της ακίνητης περιουσίας). Από πού άλλωστε θα ζήσει το κράτος πρόνοιας;
Επίσης είμαστε η μοναδική χώρα που όλο το πολιτικό της σύστημα και όχι μόνο το κομμουνιστικό κόμμα, θεωρεί αριστερή πρακτική τον λενινιστικό και σταλινικό «δημοκρατικό» συγκεντρωτισμό, ο οποίος θέλει οι «μειοψηφίες» να εκφράζονται μόνο στα κομματικά όργανα (άκου όργανα) και όχι στην κοινωνία, όπως οφείλει να ζητά κάθε πολιτικό κόμμα που σέβεται την αυτονομία του ατόμου ως υπέρτατη αξία. Αυτό άλλωστε είπε και ο Πρόεδρος της ΔΗΜΑΡ Φώτης Κουβέλης, όταν τόνισε ότι δεν θα είναι αργυρώνητοι ή προδότες, όσοι βουλευτές ψηφίσουν για εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας. Είπε δηλαδή τα αυτονόητα για ένα κόμμα της Ανανεωτικής Αριστεράς, το οποίο πρώτο συγκρούστηκε με τις λογικές του αριστερίστικου ριζοσπαστισμού, γι’ αυτό και άλλωστε αποχώρησε από εκεί. Τα αυτονόητα φυσικά από ένα χώρο που δυστυχώς όμως στις τάξεις του εκλέχτηκε η θλιβερή περίπτωση Βουδούρη, ο οποίος κατηγόρησε ότι όσοι βουλευτές έχουν άποψη διαφορετική από τη δική του και του ΣΥΡΙΖΑ είναι αργυρώνητοι. Πάτο δεν έχουν οι Βουδούρηδες και Παραστατίδες. Και πώς να έχουν όταν κάποιοι άλλοι χτίζουν συμμαχίες με τους Καμμένους και τους Χαϊκάληδες.
Κλείνω προσυπογράφοντας την άποψη του Δημήτρη Οικονομίδη μέλους της Κ.Ε της ΔΗΜΑΡ, ο οποίος αναφερόμενος στο μέλλον του χώρου της Ανανεωτικής Αριστεράς έγραφε στην badiera http://www.badiera.gr/?p=30300, “έχουμε χρέος να διαφυλάξουμε την αυτονομία του χώρου. Να βρεθούμε απέναντι σε κάθε προσπάθεια ρευστοποίησης, εκχώρησης και ετεροπροσδιορισμού του. Όσοι πιστέψαμε σ’ αυτόν το χώρο, πρέπει να κοιτάξουμε τον καθρέφτη και να απαντήσουμε με ειλικρίνεια αν εξακολουθούμε να πιστεύουμε σ’ αυτόν ή τον διατηρούμε για να ικανοποιούμε τις φιλοδοξίες και τις προσωπικές επιλογές του στελεχικού και πολιτικού δυναμικού του”. Μια που γίνεται λόγος για κόκκινες γραμμές, η μοναδική τέτοια γραμμή για τις συνεργασίες αυτού του χώρου είναι η εγγύηση ό,τι δεν θα υπάρχουν μονομερείς ενέργειες, οι οποίες θα σπρώχνουν τη χώρα εκτός ευρώ.
Ο χώρος της Ανανεωτικής Αριστεράς περνά δύσκολες μέρες, αλλά παρά τις εκ δεξιών και εξ ευωνύμων λοιδορίες, χωρίς τις αξίες και τους ανθρώπους του καμία σοβαρή σοσιαλδημοκρατική αριστερά δεν θα μπορέσει να στεριώσει σ’ αυτόν τον τόπο.
Ο Γιώργος Σιακαντάρης είναι κοινωνιολόγος, συγγραφέας, μέλος της ΕΕ της ΔΗΜΑΡ, υπεύθυνος Τομέα Θεωρητικής και Πολιτικής Ερευνας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
O διάλογος προϋποθέτει τον σεβασμό της διαφορετικής άποψης. Γι' αυτό κάθε υβριστικό, προσβλητικό ή χυδαίο σχόλιο θα διαγράφεται.