http://booksjournal.gr
Μια επίκαιρη συνέντευξη του φιλόσοφου, πολιτολόγου και ιστορικού των ιδεών Πιέρ-Αντρέ Ταγκιέφ (Pierre-André Taguieff) στον Richard Bellet για τα ιδεολογικά, κοινωνιολογικά και πολιτικά ερείσματα του αντισημιτισμού στην Γαλλία και την Ευρώπη που εμφανίζεται με τον μανδύα του «αντισιωνισμού».*
«Ανησυχώ από τα τέλη της δεκαετίας του 1980, όταν ξεκίνησα να αναλύω αυτό που ονόμασα "νέα εβραιοφοβία", λίγο μετά τη δημιουργία της Χαμάς (Δεκέμβριος 1987), που έδωσε οργανωτική φιγούρα στον εξισλαμισμό της "παλαιστινιακής υπόθεσης". Άραγε, πρέπει να υπενθυμίσουμε το άρθρο 13 του Χάρτη της Χαμάς, που δημοσιεύθηκε στις 18 Αυγούστου του 1988, "Δεν θα υπάρξει λύση στην παλαιστινιακή υπόθεση παρά μόνο με την τζιχάντ;"»
Το ελληνικό αναγνωστικό κοινό γνωρίζει τον γάλλο στοχαστή Πιέρ-Αντρέ Ταγκιέφ από τα βιβλία του που κυκλοφορούν και στα ελληνικά: Ο ρατσισμός (Τραυλός, 1998), Παγκοσμιοποίηση και δημοκρατία (Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου, 2002), Jew. Η νέα εβραιοφοβία. Στο όνομα του άλλου (Πόλις, 2005), Ο μύθος των "σοφών της Σιών" (Πόλις, 2008), Θεωρίες συνωμοσίας (Πόλις, 2010), Τι είναι αντισημιτισμός; (Εστία, 2011), Ο νέος εθνικολαϊκισμός (Επίκεντρο, 2013). Στη συνέντευξή του, που δημοσιεύουμε στη συνέχεια, επικεντρωμένη στη σύρραξη του Ισραήλ με τη Χαμάς αλλά όχι μόνο, παραμένει σαφής και κάθετος στις διαπιστώσεις του. Έχοντας ασχοληθεί συστηματικά, επί χρόνια, με τον ρατσισμό, τον αντισημιτισμό, τις θεωρίες συνωμοσίας και τον εθνικολαϊκισμό έχει κατασταλαγμένη και πολύ σαφή άποψη που χρειάζεται να την έχουμε υπόψη μας.
Το σύνθημα «Θάνατος στους Εβραίους» που ακούσθηκε το προηγούμενο σαββατοκύριακο [σ.σ. 20 Ιουλίου 2014] στο προάστιο Σαρσέλ [του Παρισιού] και οι επιθέσεις κατά των Συναγωγών σάς εξέπληξαν;
Για να πω την αλήθεια, όχι. Η ανάλυση της εξέλιξης των αντιεβραϊκών γεγονότων στην Γαλλία, που καταγράφονται από το 1998 μέχρι το 2013, δείχνει μία απότομη αύξηση της εβραιοφοβίας στις αρχές του 2000, με «κορυφώσεις» το 2000, 2002, 2004, 2009 και 2012. Η απλούστερη μέθοδος είναι να δούμε την εξέλιξη των συνολικών ετήσιων αντιεβραϊκών επεισοδίων (βίαιες ενέργειες, ύβρεις, απειλές). Ενώ το 1999 καταμετρήθηκαν 82, το 2000 ανήλθαν στα 744, το 2002 στα 936, το 2004 στα 974, 815 το 2009 και 615 το 2012, και μετά από μία πτώση το 2013 (423), μπορεί να προβλεφθεί άνοδος για το 2014. Ας θέσουμε το πρόβλημα μέσα από μια σύντομη ιστορική σύγκριση. Αν, το 1886, ο Εντουάρ Ντρυμόν (Édouard Drumont) κατάγγελλε μία «εβραϊκή Γαλλία» που υπήρχε μόνο στις φαντασιώσεις του, μπορούμε σήμερα, το 2014, να καταγγείλουμε μια «αντιεβραϊκή Γαλλία» η πραγματικότητα της οποίας φαίνεται να διαπιστώνεται από μεγάλο αριθμό δεικτών διαφόρων κατηγοριών, από φήμες, ύβρεις και αντιεβραϊκές απειλές μέχρι φυσικές και δολοφονικές επιθέσεις με στόχο τους Εβραίους ως τέτοιους; Η απάντηση που νομίζω είναι πιο κοντά στα γεγονότα είναι η ακόλουθη: η Γαλλία δεν έγινε ή δεν ξανάγινε αντιεβραϊκή, αλλά υπάρχει μία αντιεβραϊκή Γαλλία μέσα στη σημερινή Γαλλία. Μια νέα αντιεβραϊκή Γαλλία, η οποία δεν πρέπει να ταυτίζεται με την «εβραϊκή Γαλλία» του Ντρυμόν. Στα τέλη του 19ου αιώνα, ο εθνικιστικής και καθολικής προέλευσης αντισημιτισμός που θεωρητικοποιήθηκε από τον Ντρυμόν έγινε πολιτική και πολιτισμική δύναμη, και εγκαταστάθηκε στην πλειονότητα των τόπων εξουσίας και των δικτύων επιρροής. Στις αρχές του 21ου αιώνα, η κατάσταση είναι πολύ διαφορετική. Δεν παρατηρείται πλέον ένα ρητά «αντισημιτικό» κίνημα που να χρησιμοποιεί δημοσίως ως σημαία τον αντισημιτισμό. Παρατηρείται όμως η ύπαρξη μη διεκδικούμενων ως τέτοιων αντιεβραϊκών κινητοποιήσεων, που αγγίζουν ιδιαίτερα ορισμένους κοινωνικούς και πολιτισμικούς κύκλους. Σε κάθε περίπτωση, η στράτευση στην «παλαιστινιακή υπόθεση», με τα διφορούμενά της, εμφανίζεται ως ο πρωταρχικός μοχλός της νέας εβραιοφοβίας η οποία, από την επομένη του πολέμου των Έξι Ημερών (Ιούνιος 1967) μέχρι τη δεύτερη Ιντιφάντα (που ξεκίνησε τέλος Σεπτεμβρίου του 2000), συγκροτήθηκε αργά πάνω στη βάση ενός αυξανόμενου εξισλαμισμού του πολέμου κατά του Ισραήλ και τού «σιωνισμού». Από τα τέλη της δεκαετίας του 1960, το μίσος κατά των Εβραίων εκφέρεται μέσω του ριζοσπαστικού ή απόλυτου αντισιωνισμού, μείγμα συστηματικής εχθρότητας έναντι του Ισραήλ, όποια και αν είναι η πολιτική της εκάστοτε κυβέρνησής του, και αποκλειστικής συμπόνιας για τους Παλαιστινίους, ό,τι κι αν αυτοί κάνουν (περιλαμβανομένων των τρομοκρατικών ενεργειών). Στο εξής, ο απροϋπόθετος φιλοπαλαιστινισμός είναι ο πρωταρχικός παράγοντας του μίσους κατά των Εβραίων στον κόσμο. Γι’ αυτό και δεν πρέπει να εκπλησσόμαστε ενώπιον των λεγόμενων φιλοπαλαιστινιακών διαδηλώσεων που έγιναν τις τελευταίες ημέρες και οι οποίες ξυπνούν και αποκαλύπτουν τα εβραιόφοβα πάθη.
Μπορούμε να μιλάμε για έναν α λα γαλλικά αντισημιτισμό; Πώς να τον ορίσουμε, τι ιδιαίτερο, τι μοναδικό έχει; Τι κομίζει;
Προτιμώ, αντί για «νέο αντισημιτισμό» να μιλώ, για να αποφεύγονται ορισμένες αμφισημίες, για «νέα εβραιοφοβία» ή για νέα αντιεβραϊκή αντίληψη, ο σκληρός πυρήνας της οποίας συγκροτείται από τον ριζοσπαστικό και δαιμονολογικό αντισιωνισμό. Σε αυτό το νέο ιδεολογικό πλαίσιο, οι Εβραίοι δεν δαιμονοποιούνται πλέον ως «Σημίτες», αλλά ως «σιωνιστές». Ο στόχος των νέων αντιεβραίων είναι ο αφανισμός του εβραϊκού κράτους, στο πέρας μιας διαδικασίας απονομιμοποίησης και εγκληματοποίησής του. Αυτό που προσιδιάζει στη Γαλλία σήμερα απορρέει από το γεγονός ότι εδώ συνυπάρχουν οι πιο πολυάριθμοι εβραϊκοί και μουσουλμανικοί πληθυσμοί στην Ευρώπη. Οι συμβολικές τους αντιπαραθέσεις που μιμούνται την ισραηλο-παλαιστινιακή σύγκρουση, και που προέρχονται κυρίως από έναν φραστικό εμφύλιο πόλεμο, είναι ταυτοχρόνως πιο ορατές και πιο έντονες από ό,τι αλλού. Η νέα αντιεβραϊκή βουλγκάτα που εγκαθιδρύθηκε για τα καλά στη Γαλλία και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες μπορεί να συνοψισθεί στην άρθρωση τριών χαρακτηριστικών που αποδίδονται στους «Εβραίους» ή στους «σιωνιστές», αυτές οι συμβατικές ονοματοδοσίες επιλέγονται ανάλογα με την περίσταση: 1) είναι «κυρίαρχοι» στη Δύση («κατέχουν τα πάντα», «έχουν την εξουσία», «κατευθύνουν την Αμερική»), 2) είναι «ρατσιστές», κυρίως στη Μέση-Ανατολή, όπου συμπεριφέρονται «όπως οι ναζί» με τους Παλαιστίνιους, θύματα μιας εν εξελίξει «γενοκτονίας», 3) ασκούν μία σκοτεινή ισχυρή επιρροή και συνωμοτούν παντού σε όλον τον κόσμο: οργάνωσαν τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου, εξωθούν σε πόλεμο (ο δεύτερος πόλεμος του Ιράκ είναι το φρούτο μιας «αμερικανο-σιωνιστικής συνωμοσίας», θέλουν να κηρύξουν προληπτικό πόλεμο κατά του Ιράν και, γενικότερα, χειραγωγούν τη διεθνή πολιτική). Αυτό το σύνολο θεμάτων κατηγορίας και αρνητικών στερεοτύπων εγγράφεται σε μία κοσμοαντίληψη δομημένη από τον ανταγωνισμό των θυμάτων, η οποία επιτρέπει να ταυτοποιεί «τον Εβραίο» ή «τον σιωνιστή» ως τον αντίζηλο, τον απατεώνα και τον εχθρό. Κατηγορούμενοι ότι μονοπωλούν καταχρηστικά το στάτους του θύματος και, κατά συσχετισμό, ότι συσκοτίζουν την ύπαρξη άλλων θυματικών ομάδων, οι Εβραίοι κατασκευάζονται ως ένας λαός-δήμιος, επονείδιστα εκναζισθείς, επί των οποίων επικεντρώνεται η εχθρότητα. Και ο εβραϊκός λαός επιλέγεται διότι έχει ήδη αποτελέσει το αντικείμενο παραληρηματικών κατηγοριών μέσα στην ιστορία. Συντηρούμενο και εντατικοποιούμενο από ποικίλους μηχανισμούς (προπαγανδιστικά χαλκεία, ψευδοπολιτιστικές οργανώσεις, πολιτικά κομματίδια, κοινωνικά δίκτυα κ.λπ.), το μίσος κατά των Εβραίων σήμερα είναι ισχυρά ιδεολογικοποιημένο, ωστόσο δεν είναι ρητό. Γιατί δεν εμφανίζεται στον δημόσιο χώρο παρά με τη μορφή τοξικών διακηρύξεων κατά του Ισραήλ και «του σιωνισμού» ή «των σιωνιστών», κατηγορίες πολεμικής χρήσης των οποίων τα όρια είναι αορίστως εκτατικά.
Αυτός ο αντισημιτισμός, οξυμένος από την κατάσταση στην Γάζα, δεν είναι και έκφραση μιας πελώριας ενόρμησης που αισθάνονται νέοι μουσουλμανικής προέλευσης οι οποίοι ζουν σε περιφερειακές συνοικίες, χωρίς εργασία, περιθωριοποιημένοι και χωρίς καμία προοπτική για το μέλλον;
Βεβαίως, αυτός είναι ένας επιμέρους εξηγητικός παράγοντας, αλλά το να εξηγούμε με αυτόν τον τρόπο τις αντιεβραϊκές βιαιότητες δεν πρέπει να μας οδηγεί στο να τις σχετικοποιούμε ή να τις ελαχιστοποιούμε ή, ακόμα περισσότερο, να τις δικαιολογούμε. Το να προσφεύγουμε με αυτό τον τρόπο στις κοινωνικές ενορμήσεις, ισοδυναμεί με το να βυθιζόμαστε στην κουλτούρα της συγγνώμης η οποία τροφοδοτεί την κοινωνική παθολογία για την οποία κατά τα λοιπά λυπούμαστε. Ας απλουστεύσουμε τον πίνακα. Μπορούμε να διακρίνουμε σήμερα τρεις Γαλλίες οι οποίες είναι ταυτοχρόνως ξένες και εχθρικές οι μεν στις δε: την αστεακή Γαλλία των παγκοσμιοποιημένων ελίτ, την περιφερειακή Γαλλία των λαϊκών τάξεων (που περιλαμβάνει σημαντικό τμήμα των λεγόμενων μεσαίων τάξεων) και τη Γαλλία των προαστίων (των «λαϊκών συνοικιών») όπου συγκεντρώνονται οι πληθυσμοί που προέρχονται από τη μετανάστευση. Το αίσθημα αλλοτρίωσης προσβάλλει ιδιαίτερα τους πολίτες που κατοικούν στην περιφερειακή Γαλλία και κατανοούν τους εαυτούς τους πριν από όλα ως Γάλλους. Αισθάνονται περιφρονημένοι από τις νομαδικές ελίτ που ζουν σε έναν μετα-εθνικό κόσμο, εγκαταλειμμένοι ή απαρνημένοι από την πολιτική τάξη που είναι στραμμένη προς την Ευρώπη και σε κατάσταση ανταγωνισμού με τους μετανάστες που προέρχονται από το Μαγκρέμπ ή την υποσαχάρια Αφρική, οι οποίοι από ορισμένους εκλαμβάνονται ως απειλή («εισβολή», «αποικιοποίηση» κ.λπ.). Αυτό το αίσθημα αλλοτρίωσης αποτελεί ασφαλώς ένα από τα ισχυρότερα κίνητρα της ψήφου υπέρ του Εθνικού Μετώπου. Αλλά μπορεί εξίσου να ευνοεί και αισθήματα δυσπιστίας ή εχθρότητας, χρωματισμένα με κοινωνικό φθόνο και μνησικακία έναντι των Εβραίων, οι οποίοι θεωρούνται «λαός της ελίτ» που περιφρονεί και κυριαρχεί επί του γαλλικού λαού. Το μίσος κατά του καπιταλισμού και της χρηματιστικής οικονομίας, συντηρούμενο από δεξιούς και αριστερούς δημαγωγούς, μεταφράζεται συχνά σε μίσος κατά των Εβραίων - αυτοί οι τελευταίοι εμφανίζονται να δίνουν ένα πρόσωπο στο «ανώνυμο και περιπλανώμενο κεφάλαιο». Όσο για τον πληθυσμό των προαστίων του οποίου η κουλτούρα είναι μουσουλμανική και η νεολαία ισχυρά πληττόμενη από τη σχολική αποτυχία, την ανεργία και την κοινωνική περιθωριοποίηση, πράγμα που την κάνει να οδεύει ενίοτε στην παραβατικότητα (η οποία καθεαυτή τροφοδοτεί τα αντιμεταναστευτικά πάθη), αυτός είναι ιδιαίτερα ευαίσθητος στην αντισιωνιστική προπαγάνδα και στην ισλαμιστική κατήχηση, όπου το μίσος κατά των Εβραίων παίζει μείζονα ρόλο. Μέσα σε αυτή την τρίτη Γαλλία βρίσκεται η ορδή των νέων αντιεβραϊκών παθών, καθώς και ο εφεδρικός στρατός της εβραιόφοβης στράτευσης. Η «παλαιστινιακή υπόθεση» βρήκε εδώ τους πλέον απροϋπόθετους οπαδούς της, τους πιο φανατικούς μαχητές της, που λέγουν ότι είναι σε πόλεμο κατά «του σιωνισμού». Επιπλέον, πολλοί νέοι προερχόμενοι από τη μουσουλμανικής κουλτούρας μετανάστευση τρέφουν μια ισχυρή μνησικακία κατά των Εβραίων ως τέτοιων, οι οποίοι, κατ’ αυτούς, «κατευθύνουν τα πάντα» και «πιάνουν όλες τις θέσεις», καθώς και έναντι εκείνων που θεωρούν «Γαλάτες», τους «εκ καταγωγής Γάλλους», από τους οποίους αισθάνονται ότι έχουν απορριφθεί ή ότι γίνονται αντικείμενο διακρίσεων και τους οποίους θεωρούν υπεύθυνους των κοινωνικών τους αποτυχιών. Έτσι, η εβραιοφοβία και η γαλλοφοβία αλληλο-αναμειγνύονται, τροφοδοτώντας μία εξεγερσιακή κουλτούρα που εκφράζεται με φραστικές ή φυσικές επιθέσεις, καθώς και με βίαιες διαδηλώσεις. Το ιδεολογικό δηλητήριο που χύνεται στην κοινή γνώμη από τους αριστεριστές θεωρητικούς της κουλτούρας της συγγνώμης (κοινωνιολόγους, δημοσιογράφους, δικαστές στρατευμένους στην άκρα Αριστερά) αγγίζει ιδιαίτερα ορισμένους «νέους των προαστίων», οδηγώντας τους να πιστεύουν ότι όλα επιτρέπονται. Αυτό το αίσθημα μιας απουσίας ορίων στις εκφράσεις του μίσους και της μνησικακίας συντηρείται και ενισχύεται από την πίστη ότι η «παλαιστινιακή υπόθεση», που την καθιστούν δική τους, είναι η υπέρτατη υπόθεση, μία απόλυτη υπόθεση, ικανή να δικαιολογεί τα πάντα, να μεταμορφώνει τα πάντα, περιλαμβανομένων των τρομοκρατικών ή τζιχαντιστικών μορφών «αντίστασης» στον «σιωνισμό», τέρας δαιμονοποιημένο.
Πώς να καταπολεμηθεί αυτό το δηλητήριο; Ανησυχείτε;
Ανησυχώ από τα τέλη της δεκαετίας του 1980, όταν ξεκίνησα να αναλύω αυτό που ονόμασα η «νέα εβραιοφοβία», λίγο μετά τη δημιουργία της Χαμάς (Δεκέμβριος 1987), που έδωσε οργανωτική φιγούρα στον εξισλαμισμό της «παλαιστινιακής υπόθεσης». Άραγε, χρειάζεται να υπενθυμίσουμε το άρθρο 13 του Χάρτη της Χαμάς, που δημοσιεύθηκε στις 18 Αυγούστου 1988: «Δεν θα υπάρξει λύση στην παλαιστινιακή υπόθεση παρά μόνο με την τζιχάντ»; Αυτός ο τζιχαντικός εξισλαμισμός είχε αποτέλεσμα να μετασχηματίσει μια πολιτική και εδαφική σύγκρουση σε ατελεύτητο πόλεμο, τρεφόμενο από εθνοτικο-θρησκευτικά πάθη που απαγορεύουν την αναζήτηση του συμβιβασμού ο οποίος μόνος αυτός μπορεί να εγγυηθεί μία μη πρόσκαιρη ειρήνη μεταξύ των Εβραίων και των Αραβομουσουλμάνων. Κι όμως, αυτή η ειρήνη είναι η αναγκαία προϋπόθεση για έναν αποτελεσματικό αγώνα κατά του τωρινού αντιεβραϊκού κύματος. Αλλά είναι ελάχιστα πιθανή: οι ευκαιρίες κατάληξης σε μία μεσοπρόθεσμη συμφωνία μού φαίνονται όλο και πιο ισχνές. Από εδώ απορρέει η απαισιοδοξία μου. Αυτό που μπορούν να κάνουν οι ερευνητές, οι πανεπιστημιακοί και γενικότερα οι διανοούμενοι είναι, αντί να αγανακτούν και να καταδικάζουν με τελετουργικό τρόπο, να αναλύσουν με τον δυνατότερο επακριβή τρόπο την πολύπλοκη και εξελισσόμενη συγκαιρινή εβραιοφοβία, που ακόμα αποκαλείται στην τρέχουσα γλώσσα «αντισημιτισμός», με τη μέριμνα να ταυτοποιήσουν τις αιτίες της, οι οποίες είναι πολλαπλές και σε διάδραση μεταξύ τους. Αυτό που καθιστά τρομακτικό ένα τέτοιο καθήκον είναι ότι η νέα εβραιοφοβία χαρακτηρίζεται κυρίως από την πλανητική της διάδοση, που την κάνει να χάνει μεγάλο μέρος των εθνικών της χαρακτηριστικών. Έτσι, είναι δύσκολο να προσδιοριστεί ένα αυστηρά εθνικό πρόγραμμα αγώνα κατά των νέων μορφών του μίσους κατά των Εβραίων.
*Μια συντομευμένη εκδοχή αυτής της συνέντευξης δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Le Journal du dimanche (26/7/2014). Μετάφραση: Ανδρέας Πανταζόπουλος
Το ελληνικό αναγνωστικό κοινό γνωρίζει τον γάλλο στοχαστή Πιέρ-Αντρέ Ταγκιέφ από τα βιβλία του που κυκλοφορούν και στα ελληνικά: Ο ρατσισμός (Τραυλός, 1998), Παγκοσμιοποίηση και δημοκρατία (Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου, 2002), Jew. Η νέα εβραιοφοβία. Στο όνομα του άλλου (Πόλις, 2005), Ο μύθος των "σοφών της Σιών" (Πόλις, 2008), Θεωρίες συνωμοσίας (Πόλις, 2010), Τι είναι αντισημιτισμός; (Εστία, 2011), Ο νέος εθνικολαϊκισμός (Επίκεντρο, 2013). Στη συνέντευξή του, που δημοσιεύουμε στη συνέχεια, επικεντρωμένη στη σύρραξη του Ισραήλ με τη Χαμάς αλλά όχι μόνο, παραμένει σαφής και κάθετος στις διαπιστώσεις του. Έχοντας ασχοληθεί συστηματικά, επί χρόνια, με τον ρατσισμό, τον αντισημιτισμό, τις θεωρίες συνωμοσίας και τον εθνικολαϊκισμό έχει κατασταλαγμένη και πολύ σαφή άποψη που χρειάζεται να την έχουμε υπόψη μας.
Το σύνθημα «Θάνατος στους Εβραίους» που ακούσθηκε το προηγούμενο σαββατοκύριακο [σ.σ. 20 Ιουλίου 2014] στο προάστιο Σαρσέλ [του Παρισιού] και οι επιθέσεις κατά των Συναγωγών σάς εξέπληξαν;
Για να πω την αλήθεια, όχι. Η ανάλυση της εξέλιξης των αντιεβραϊκών γεγονότων στην Γαλλία, που καταγράφονται από το 1998 μέχρι το 2013, δείχνει μία απότομη αύξηση της εβραιοφοβίας στις αρχές του 2000, με «κορυφώσεις» το 2000, 2002, 2004, 2009 και 2012. Η απλούστερη μέθοδος είναι να δούμε την εξέλιξη των συνολικών ετήσιων αντιεβραϊκών επεισοδίων (βίαιες ενέργειες, ύβρεις, απειλές). Ενώ το 1999 καταμετρήθηκαν 82, το 2000 ανήλθαν στα 744, το 2002 στα 936, το 2004 στα 974, 815 το 2009 και 615 το 2012, και μετά από μία πτώση το 2013 (423), μπορεί να προβλεφθεί άνοδος για το 2014. Ας θέσουμε το πρόβλημα μέσα από μια σύντομη ιστορική σύγκριση. Αν, το 1886, ο Εντουάρ Ντρυμόν (Édouard Drumont) κατάγγελλε μία «εβραϊκή Γαλλία» που υπήρχε μόνο στις φαντασιώσεις του, μπορούμε σήμερα, το 2014, να καταγγείλουμε μια «αντιεβραϊκή Γαλλία» η πραγματικότητα της οποίας φαίνεται να διαπιστώνεται από μεγάλο αριθμό δεικτών διαφόρων κατηγοριών, από φήμες, ύβρεις και αντιεβραϊκές απειλές μέχρι φυσικές και δολοφονικές επιθέσεις με στόχο τους Εβραίους ως τέτοιους; Η απάντηση που νομίζω είναι πιο κοντά στα γεγονότα είναι η ακόλουθη: η Γαλλία δεν έγινε ή δεν ξανάγινε αντιεβραϊκή, αλλά υπάρχει μία αντιεβραϊκή Γαλλία μέσα στη σημερινή Γαλλία. Μια νέα αντιεβραϊκή Γαλλία, η οποία δεν πρέπει να ταυτίζεται με την «εβραϊκή Γαλλία» του Ντρυμόν. Στα τέλη του 19ου αιώνα, ο εθνικιστικής και καθολικής προέλευσης αντισημιτισμός που θεωρητικοποιήθηκε από τον Ντρυμόν έγινε πολιτική και πολιτισμική δύναμη, και εγκαταστάθηκε στην πλειονότητα των τόπων εξουσίας και των δικτύων επιρροής. Στις αρχές του 21ου αιώνα, η κατάσταση είναι πολύ διαφορετική. Δεν παρατηρείται πλέον ένα ρητά «αντισημιτικό» κίνημα που να χρησιμοποιεί δημοσίως ως σημαία τον αντισημιτισμό. Παρατηρείται όμως η ύπαρξη μη διεκδικούμενων ως τέτοιων αντιεβραϊκών κινητοποιήσεων, που αγγίζουν ιδιαίτερα ορισμένους κοινωνικούς και πολιτισμικούς κύκλους. Σε κάθε περίπτωση, η στράτευση στην «παλαιστινιακή υπόθεση», με τα διφορούμενά της, εμφανίζεται ως ο πρωταρχικός μοχλός της νέας εβραιοφοβίας η οποία, από την επομένη του πολέμου των Έξι Ημερών (Ιούνιος 1967) μέχρι τη δεύτερη Ιντιφάντα (που ξεκίνησε τέλος Σεπτεμβρίου του 2000), συγκροτήθηκε αργά πάνω στη βάση ενός αυξανόμενου εξισλαμισμού του πολέμου κατά του Ισραήλ και τού «σιωνισμού». Από τα τέλη της δεκαετίας του 1960, το μίσος κατά των Εβραίων εκφέρεται μέσω του ριζοσπαστικού ή απόλυτου αντισιωνισμού, μείγμα συστηματικής εχθρότητας έναντι του Ισραήλ, όποια και αν είναι η πολιτική της εκάστοτε κυβέρνησής του, και αποκλειστικής συμπόνιας για τους Παλαιστινίους, ό,τι κι αν αυτοί κάνουν (περιλαμβανομένων των τρομοκρατικών ενεργειών). Στο εξής, ο απροϋπόθετος φιλοπαλαιστινισμός είναι ο πρωταρχικός παράγοντας του μίσους κατά των Εβραίων στον κόσμο. Γι’ αυτό και δεν πρέπει να εκπλησσόμαστε ενώπιον των λεγόμενων φιλοπαλαιστινιακών διαδηλώσεων που έγιναν τις τελευταίες ημέρες και οι οποίες ξυπνούν και αποκαλύπτουν τα εβραιόφοβα πάθη.
Μπορούμε να μιλάμε για έναν α λα γαλλικά αντισημιτισμό; Πώς να τον ορίσουμε, τι ιδιαίτερο, τι μοναδικό έχει; Τι κομίζει;
Προτιμώ, αντί για «νέο αντισημιτισμό» να μιλώ, για να αποφεύγονται ορισμένες αμφισημίες, για «νέα εβραιοφοβία» ή για νέα αντιεβραϊκή αντίληψη, ο σκληρός πυρήνας της οποίας συγκροτείται από τον ριζοσπαστικό και δαιμονολογικό αντισιωνισμό. Σε αυτό το νέο ιδεολογικό πλαίσιο, οι Εβραίοι δεν δαιμονοποιούνται πλέον ως «Σημίτες», αλλά ως «σιωνιστές». Ο στόχος των νέων αντιεβραίων είναι ο αφανισμός του εβραϊκού κράτους, στο πέρας μιας διαδικασίας απονομιμοποίησης και εγκληματοποίησής του. Αυτό που προσιδιάζει στη Γαλλία σήμερα απορρέει από το γεγονός ότι εδώ συνυπάρχουν οι πιο πολυάριθμοι εβραϊκοί και μουσουλμανικοί πληθυσμοί στην Ευρώπη. Οι συμβολικές τους αντιπαραθέσεις που μιμούνται την ισραηλο-παλαιστινιακή σύγκρουση, και που προέρχονται κυρίως από έναν φραστικό εμφύλιο πόλεμο, είναι ταυτοχρόνως πιο ορατές και πιο έντονες από ό,τι αλλού. Η νέα αντιεβραϊκή βουλγκάτα που εγκαθιδρύθηκε για τα καλά στη Γαλλία και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες μπορεί να συνοψισθεί στην άρθρωση τριών χαρακτηριστικών που αποδίδονται στους «Εβραίους» ή στους «σιωνιστές», αυτές οι συμβατικές ονοματοδοσίες επιλέγονται ανάλογα με την περίσταση: 1) είναι «κυρίαρχοι» στη Δύση («κατέχουν τα πάντα», «έχουν την εξουσία», «κατευθύνουν την Αμερική»), 2) είναι «ρατσιστές», κυρίως στη Μέση-Ανατολή, όπου συμπεριφέρονται «όπως οι ναζί» με τους Παλαιστίνιους, θύματα μιας εν εξελίξει «γενοκτονίας», 3) ασκούν μία σκοτεινή ισχυρή επιρροή και συνωμοτούν παντού σε όλον τον κόσμο: οργάνωσαν τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου, εξωθούν σε πόλεμο (ο δεύτερος πόλεμος του Ιράκ είναι το φρούτο μιας «αμερικανο-σιωνιστικής συνωμοσίας», θέλουν να κηρύξουν προληπτικό πόλεμο κατά του Ιράν και, γενικότερα, χειραγωγούν τη διεθνή πολιτική). Αυτό το σύνολο θεμάτων κατηγορίας και αρνητικών στερεοτύπων εγγράφεται σε μία κοσμοαντίληψη δομημένη από τον ανταγωνισμό των θυμάτων, η οποία επιτρέπει να ταυτοποιεί «τον Εβραίο» ή «τον σιωνιστή» ως τον αντίζηλο, τον απατεώνα και τον εχθρό. Κατηγορούμενοι ότι μονοπωλούν καταχρηστικά το στάτους του θύματος και, κατά συσχετισμό, ότι συσκοτίζουν την ύπαρξη άλλων θυματικών ομάδων, οι Εβραίοι κατασκευάζονται ως ένας λαός-δήμιος, επονείδιστα εκναζισθείς, επί των οποίων επικεντρώνεται η εχθρότητα. Και ο εβραϊκός λαός επιλέγεται διότι έχει ήδη αποτελέσει το αντικείμενο παραληρηματικών κατηγοριών μέσα στην ιστορία. Συντηρούμενο και εντατικοποιούμενο από ποικίλους μηχανισμούς (προπαγανδιστικά χαλκεία, ψευδοπολιτιστικές οργανώσεις, πολιτικά κομματίδια, κοινωνικά δίκτυα κ.λπ.), το μίσος κατά των Εβραίων σήμερα είναι ισχυρά ιδεολογικοποιημένο, ωστόσο δεν είναι ρητό. Γιατί δεν εμφανίζεται στον δημόσιο χώρο παρά με τη μορφή τοξικών διακηρύξεων κατά του Ισραήλ και «του σιωνισμού» ή «των σιωνιστών», κατηγορίες πολεμικής χρήσης των οποίων τα όρια είναι αορίστως εκτατικά.
Αυτός ο αντισημιτισμός, οξυμένος από την κατάσταση στην Γάζα, δεν είναι και έκφραση μιας πελώριας ενόρμησης που αισθάνονται νέοι μουσουλμανικής προέλευσης οι οποίοι ζουν σε περιφερειακές συνοικίες, χωρίς εργασία, περιθωριοποιημένοι και χωρίς καμία προοπτική για το μέλλον;
Βεβαίως, αυτός είναι ένας επιμέρους εξηγητικός παράγοντας, αλλά το να εξηγούμε με αυτόν τον τρόπο τις αντιεβραϊκές βιαιότητες δεν πρέπει να μας οδηγεί στο να τις σχετικοποιούμε ή να τις ελαχιστοποιούμε ή, ακόμα περισσότερο, να τις δικαιολογούμε. Το να προσφεύγουμε με αυτό τον τρόπο στις κοινωνικές ενορμήσεις, ισοδυναμεί με το να βυθιζόμαστε στην κουλτούρα της συγγνώμης η οποία τροφοδοτεί την κοινωνική παθολογία για την οποία κατά τα λοιπά λυπούμαστε. Ας απλουστεύσουμε τον πίνακα. Μπορούμε να διακρίνουμε σήμερα τρεις Γαλλίες οι οποίες είναι ταυτοχρόνως ξένες και εχθρικές οι μεν στις δε: την αστεακή Γαλλία των παγκοσμιοποιημένων ελίτ, την περιφερειακή Γαλλία των λαϊκών τάξεων (που περιλαμβάνει σημαντικό τμήμα των λεγόμενων μεσαίων τάξεων) και τη Γαλλία των προαστίων (των «λαϊκών συνοικιών») όπου συγκεντρώνονται οι πληθυσμοί που προέρχονται από τη μετανάστευση. Το αίσθημα αλλοτρίωσης προσβάλλει ιδιαίτερα τους πολίτες που κατοικούν στην περιφερειακή Γαλλία και κατανοούν τους εαυτούς τους πριν από όλα ως Γάλλους. Αισθάνονται περιφρονημένοι από τις νομαδικές ελίτ που ζουν σε έναν μετα-εθνικό κόσμο, εγκαταλειμμένοι ή απαρνημένοι από την πολιτική τάξη που είναι στραμμένη προς την Ευρώπη και σε κατάσταση ανταγωνισμού με τους μετανάστες που προέρχονται από το Μαγκρέμπ ή την υποσαχάρια Αφρική, οι οποίοι από ορισμένους εκλαμβάνονται ως απειλή («εισβολή», «αποικιοποίηση» κ.λπ.). Αυτό το αίσθημα αλλοτρίωσης αποτελεί ασφαλώς ένα από τα ισχυρότερα κίνητρα της ψήφου υπέρ του Εθνικού Μετώπου. Αλλά μπορεί εξίσου να ευνοεί και αισθήματα δυσπιστίας ή εχθρότητας, χρωματισμένα με κοινωνικό φθόνο και μνησικακία έναντι των Εβραίων, οι οποίοι θεωρούνται «λαός της ελίτ» που περιφρονεί και κυριαρχεί επί του γαλλικού λαού. Το μίσος κατά του καπιταλισμού και της χρηματιστικής οικονομίας, συντηρούμενο από δεξιούς και αριστερούς δημαγωγούς, μεταφράζεται συχνά σε μίσος κατά των Εβραίων - αυτοί οι τελευταίοι εμφανίζονται να δίνουν ένα πρόσωπο στο «ανώνυμο και περιπλανώμενο κεφάλαιο». Όσο για τον πληθυσμό των προαστίων του οποίου η κουλτούρα είναι μουσουλμανική και η νεολαία ισχυρά πληττόμενη από τη σχολική αποτυχία, την ανεργία και την κοινωνική περιθωριοποίηση, πράγμα που την κάνει να οδεύει ενίοτε στην παραβατικότητα (η οποία καθεαυτή τροφοδοτεί τα αντιμεταναστευτικά πάθη), αυτός είναι ιδιαίτερα ευαίσθητος στην αντισιωνιστική προπαγάνδα και στην ισλαμιστική κατήχηση, όπου το μίσος κατά των Εβραίων παίζει μείζονα ρόλο. Μέσα σε αυτή την τρίτη Γαλλία βρίσκεται η ορδή των νέων αντιεβραϊκών παθών, καθώς και ο εφεδρικός στρατός της εβραιόφοβης στράτευσης. Η «παλαιστινιακή υπόθεση» βρήκε εδώ τους πλέον απροϋπόθετους οπαδούς της, τους πιο φανατικούς μαχητές της, που λέγουν ότι είναι σε πόλεμο κατά «του σιωνισμού». Επιπλέον, πολλοί νέοι προερχόμενοι από τη μουσουλμανικής κουλτούρας μετανάστευση τρέφουν μια ισχυρή μνησικακία κατά των Εβραίων ως τέτοιων, οι οποίοι, κατ’ αυτούς, «κατευθύνουν τα πάντα» και «πιάνουν όλες τις θέσεις», καθώς και έναντι εκείνων που θεωρούν «Γαλάτες», τους «εκ καταγωγής Γάλλους», από τους οποίους αισθάνονται ότι έχουν απορριφθεί ή ότι γίνονται αντικείμενο διακρίσεων και τους οποίους θεωρούν υπεύθυνους των κοινωνικών τους αποτυχιών. Έτσι, η εβραιοφοβία και η γαλλοφοβία αλληλο-αναμειγνύονται, τροφοδοτώντας μία εξεγερσιακή κουλτούρα που εκφράζεται με φραστικές ή φυσικές επιθέσεις, καθώς και με βίαιες διαδηλώσεις. Το ιδεολογικό δηλητήριο που χύνεται στην κοινή γνώμη από τους αριστεριστές θεωρητικούς της κουλτούρας της συγγνώμης (κοινωνιολόγους, δημοσιογράφους, δικαστές στρατευμένους στην άκρα Αριστερά) αγγίζει ιδιαίτερα ορισμένους «νέους των προαστίων», οδηγώντας τους να πιστεύουν ότι όλα επιτρέπονται. Αυτό το αίσθημα μιας απουσίας ορίων στις εκφράσεις του μίσους και της μνησικακίας συντηρείται και ενισχύεται από την πίστη ότι η «παλαιστινιακή υπόθεση», που την καθιστούν δική τους, είναι η υπέρτατη υπόθεση, μία απόλυτη υπόθεση, ικανή να δικαιολογεί τα πάντα, να μεταμορφώνει τα πάντα, περιλαμβανομένων των τρομοκρατικών ή τζιχαντιστικών μορφών «αντίστασης» στον «σιωνισμό», τέρας δαιμονοποιημένο.
Πώς να καταπολεμηθεί αυτό το δηλητήριο; Ανησυχείτε;
Ανησυχώ από τα τέλη της δεκαετίας του 1980, όταν ξεκίνησα να αναλύω αυτό που ονόμασα η «νέα εβραιοφοβία», λίγο μετά τη δημιουργία της Χαμάς (Δεκέμβριος 1987), που έδωσε οργανωτική φιγούρα στον εξισλαμισμό της «παλαιστινιακής υπόθεσης». Άραγε, χρειάζεται να υπενθυμίσουμε το άρθρο 13 του Χάρτη της Χαμάς, που δημοσιεύθηκε στις 18 Αυγούστου 1988: «Δεν θα υπάρξει λύση στην παλαιστινιακή υπόθεση παρά μόνο με την τζιχάντ»; Αυτός ο τζιχαντικός εξισλαμισμός είχε αποτέλεσμα να μετασχηματίσει μια πολιτική και εδαφική σύγκρουση σε ατελεύτητο πόλεμο, τρεφόμενο από εθνοτικο-θρησκευτικά πάθη που απαγορεύουν την αναζήτηση του συμβιβασμού ο οποίος μόνος αυτός μπορεί να εγγυηθεί μία μη πρόσκαιρη ειρήνη μεταξύ των Εβραίων και των Αραβομουσουλμάνων. Κι όμως, αυτή η ειρήνη είναι η αναγκαία προϋπόθεση για έναν αποτελεσματικό αγώνα κατά του τωρινού αντιεβραϊκού κύματος. Αλλά είναι ελάχιστα πιθανή: οι ευκαιρίες κατάληξης σε μία μεσοπρόθεσμη συμφωνία μού φαίνονται όλο και πιο ισχνές. Από εδώ απορρέει η απαισιοδοξία μου. Αυτό που μπορούν να κάνουν οι ερευνητές, οι πανεπιστημιακοί και γενικότερα οι διανοούμενοι είναι, αντί να αγανακτούν και να καταδικάζουν με τελετουργικό τρόπο, να αναλύσουν με τον δυνατότερο επακριβή τρόπο την πολύπλοκη και εξελισσόμενη συγκαιρινή εβραιοφοβία, που ακόμα αποκαλείται στην τρέχουσα γλώσσα «αντισημιτισμός», με τη μέριμνα να ταυτοποιήσουν τις αιτίες της, οι οποίες είναι πολλαπλές και σε διάδραση μεταξύ τους. Αυτό που καθιστά τρομακτικό ένα τέτοιο καθήκον είναι ότι η νέα εβραιοφοβία χαρακτηρίζεται κυρίως από την πλανητική της διάδοση, που την κάνει να χάνει μεγάλο μέρος των εθνικών της χαρακτηριστικών. Έτσι, είναι δύσκολο να προσδιοριστεί ένα αυστηρά εθνικό πρόγραμμα αγώνα κατά των νέων μορφών του μίσους κατά των Εβραίων.
*Μια συντομευμένη εκδοχή αυτής της συνέντευξης δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Le Journal du dimanche (26/7/2014). Μετάφραση: Ανδρέας Πανταζόπουλος
https://www.youtube.com/watch?v=ey_oP2Goef4
ΑπάντησηΔιαγραφήComing down from his hilltop fortress he tells them they will be their slaves, only if the settlers want them. For now he wants to take 'only' half their land. Meanwhile an Israeli government spokesman somewhere in the world is insisting Israel is liberal and democratic.