Του Γιώργου Γιαννουλόπουλου, Εφημερίδα των Συντακτών
Πριν από τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα, τότε που η Χρυσή Αυγή αλώνιζε
ανενόχλητη υπό το γεμάτο κατανόηση βλέμμα του κ. Μπαλτάκου, ο δήμαρχος
Αθηναίων Γιώργος Καμίνης επέλεξε να συγκρουστεί με τα τάγματα εφόδου,
απαγορεύοντας τη διανομή τροφίμων που οι χρυσαυγίτες είχαν
προγραμματίσει να γίνει στην πλατεία Συντάγματος – σε Ελληνες μόνο
φυσικά. Η είδηση και τα πλάνα έκαναν τον γύρο του κόσμου, ίσως επειδή
θεωρήθηκε ότι ήταν ο πρώτος εκλεγμένος άρχοντας στην Ελλάδα που ήρθε σε
απευθείας ρήξη με τους τραμπούκους. Θα περίμενε λοιπόν κανείς, η στάση
αυτή του δημάρχου να επιδοκιμαστεί και από τον ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος,
υπενθυμίζω, είχε κηρύξει πανστρατιά όλων των προοδευτικών δυνάμεων κατά
της Χρυσής Αυγής. Την επόμενη ημέρα, ωστόσο, η κομματική εφημερίδα της
Κουμουνδούρου απλώς κάλυψε λακωνικά το γεγονός και δεν του έδωσε
συνέχεια. Δηλαδή, το ξέχασε ακαριαία. Το «γιατί», αποτελεί κοινό
μυστικό: ο Γιώργος Καμίνης ανήκει μεν στον ευρύτερο χώρο που αρχίζει από
το κέντρο και περιλαμβάνει και την Αριστερά, αλλά δεν είναι μέλος του
ΣΥΡΙΖΑ.
Ας το αναλύσουμε. Κατ’ αρχάς, όλα τα κόμματα μας καλούν να τα
υποστηρίξουμε όχι επειδή θέλουν να κερδίσουν τις εκλογές ή επειδή οι
ηγέτες τους ηδονίζονται με τη σκέψη ότι θα ασκήσουν εξουσία -Θεός
φυλάξοι!– αλλά γιατί υποτίθεται ότι ξέρουν τι πρέπει να γίνει για το
καλό του τόπου, και η εκλογική επικράτηση θα τους δώσει τη δυνατότητα να
το εφαρμόσουν. Κάτι ανάλογο ισχύει και για το κάλεσμα σε δημοκρατική
πανστρατιά κατά της Χρυσής Αυγής.
Τι συμβαίνει όμως αν κάποιος που δεν ανήκει στον ΣΥΡΙΖΑ πράξει το
κατά ΣΥΡΙΖΑ σωστό; Δεδομένου ότι ο λόγος ήταν περί μετώπου και ουδείς
είπε ότι για να συμμετάσχει κάποιος πρέπει πρώτα να πάρει την κομματική
του ταυτότητα από την Κουμουνδούρου -άλλο τι εύχονταν ενδομύχως–, η
«Αυγή» όφειλε να κάνει ακριβώς το αντίθετο απ’ αυτό που έκανε. Δηλαδή να
επαινέσει τον δήμαρχο Αθηναίων για τη στάση του. Η προφανής αμηχανία
της όμως άλλα δείχνει: ότι αν μια πράξη την οποία ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ έχει
αναγορεύσει «καλή» τελεστεί από κάποιον που δεν ανήκει στο κόμμα και
έχει απήχηση, τότε θα πρέπει να υποβαθμιστεί. Συνεπώς, το υπέρτατο
κριτήριο δεν είναι η συγκεκριμένη πράξη, αλλά το αν ο ΣΥΡΙΖΑ ωφελείται ή
όχι. Η πολιτική υποβαθμίζεται ή, ακόμα χειρότερο, διαστρέφεται και,
παρά την αντιστασιακή ρητορεία, τη θέση της παίρνει η αναπαραγωγή της
ηγετικής ομάδας του κόμματος.
Δεν αποτελεί λοιπόν έκπληξη το γεγονός ότι στις αυτοδιοικητικές
εκλογές ο ΣΥΡΙΖΑ επέλεξε να βρεθεί αντιμέτωπος με δημάρχους, όπως ο
Γιώργος Καμίνης στην Αθήνα και ο Γιάννης Μπουτάρης στη Θεσσαλονίκη,
διαγράφοντας και υπονομεύοντας το κατά γενική ομολογία επιτυχημένο έργο
τους και τη θετική παρουσία τους. Στις μαύρες μέρες που περνάμε δεν
υπάρχουν πολλά καλά παραδείγματα για να μας δώσουν έστω την αίσθηση της
ελπίδας ότι κάτι μπορεί να γίνει. Πόσω μάλλον όταν αμφότεροι οι δήμαρχοι
ουδέποτε ταυτίστηκαν με άλλα κόμματα. Ο ΣΥΡΙΖΑ, όμως, ακολουθώντας την
πεπατημένη της κομματικής σκοπιμότητας και ίσως δίνοντας ένα ανησυχητικό
δείγμα του τι θα συμβεί αν κερδίσει τις εκλογές, έδειξε το πραγματικό
μικροπολιτικό πρόσωπό του. Στην περίπτωση της πρωτεύουσας, μάλιστα,
επέλεξε για υποψήφιό του έναν φωτογενή νεαρό που ματαίως προσπαθεί να
συνεγείρει τα πλήθη αναμασώντας τα στερεότυπα της «αντιστασιακής»
Αριστεράς στην πιο ξύλινη (μασίφ) εκδοχή τους.
Με αυτό κατά νου, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε ένα διαφορετικό
αναγνωστικό κλειδί για την κόντρα πλειοψηφίας και μειοψηφίας στην
Κουμουνδούρου. Θα έλεγα ότι ο Παναγιώτης Λαφαζάνης απορρίπτει τους
Καμίνηδες και τους Μπουτάρηδες στο όνομα μιας ιδεολογικής καθαρότητας
που είναι αδιαπραγμάτευτη για το κατ’ εξοχήν πολιτικό υποκείμενο, δηλαδή
το Κόμμα, το οποίο ως συνειδητή πρωτοπορία αφουγκράζεται και
πραγματώνει την αδήριτη αναγκαιότητα της ιστορίας. Ισως γι’ αυτό,
πολλοί, μεταξύ των οποίων κι εγώ, διαφωνούμε μεν κάθετα, αλλά τον
αντιμετωπίζουμε με σεβασμό. Δεν μπορώ να πω το ίδιο για τον Αλέξη Τσίπρα
και την ομάδα που τον περιβάλλει. Στοχοπροσηλωμένοι στην κατάκτηση της
εξουσίας δεν το ‘χουν σε τίποτα να γίνουν πιο δεξιοί ή πιο αριστεροί,
αρκεί να κερδίσουν τις εκλογές. Για παράδειγμα, βάζουν στο στόχαστρο τον
Καμίνη και τον Μπουτάρη, ενώ εκλιπαρούν τον Λαζόπουλο να συμμετάσχει
στο ψηφοδέλτιο για τις Ευρωεκλογές. Κι αν ισχύουν τα μισά από όσα ακούω
για τον κακό χαμό στην Κουμουνδούρου εν όψει μιας (αμφίβολης) νίκης,
άγομαι στο συμπέρασμα ότι οι περισσότεροι Συριζαίοι είναι με τον αβαθή
και μεταμοντέρνο Τσίπρα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
O διάλογος προϋποθέτει τον σεβασμό της διαφορετικής άποψης. Γι' αυτό κάθε υβριστικό, προσβλητικό ή χυδαίο σχόλιο θα διαγράφεται.