Του Γιώργου Σιακαντάρη, 115.03.14
Οι
σημερινές συγκρούσεις στην Ουκρανία, αλλά και νωρίτερα στην Τσετσενία,
στη Γεωργία, στη Μολδαβία, είναι αποτέλεσμα εθνικισμών που είχαν
καταχωνιαστεί σε ρωσικά εθνικιστικά ντουλάπια. Μετά τη ρωσική
επανάσταση, ξέσπασε μια διαμάχη μεταξύ της Ρόζας Λούξεμπουργκ, της
πολωνής επαναστάτριας με εβραϊκή καταγωγή, και του Λένιν, για το εθνικό
ζήτημα μετά την επανάσταση. Για τη Λούξεμπουργκ, η λύση βρισκόταν στην
άρση κάθε εθνικής λογικής, ενώ ο Λένιν υποστήριζε το δικαίωμα της
εθνικής αυτοδιάθεσης. Μόνο που τα πράγματα δεν ήσαν τόσο απλά. Η
αυτοδιάθεση χρησιμοποιήθηκε ως ο πιο κατάλληλος τρόπος ώστε οι
εθνότητες, η μία μετά την άλλη (Ουκρανοί, Λευκορώσοι, μουσουλμανικές
εθνοτικές ομάδες), να υποχρεωθούν, αφού απέκτησαν κρατική υπόσταση, στη
συνέχεια να ενταχθούν «εθελοντικά» στη μεγάλη Ένωση «Σοβιετικών
Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών». Η Σοβιετική Ένωση αποτέλεσε τη νέα
μορφή της ρωσικής αυτοκρατορίας. Ο ρωσικός εθνικισμός έσβηνε εκείνους
τους εθνικούς μύθους που απειλούσαν τη ρωσική αυτοκρατορία, καταργούσε
τη διδασκαλία εθνικών γλωσσών και καταπίεζε κάθε μορφή θρησκευτικής
συνείδησης. Έτσι οι καθολικοί Πολωνοί, οι ουκρανοί ουνίτες, οι Τάταροι
και οι άλλοι μουσουλμανικοί λαοί καταπιέζονταν και λόγω της θρησκευτικής
συνείδησής τους. Την ίδια στιγμή, η ρωσική ορθόδοξη εκκλησία, εκτός από
τα πρώτα χρόνια της επανάστασης, κατόρθωσε να έχει σχέσεις αμοιβαίου
οφέλους και συνενοχής με την εξουσία. Δεν ήταν, συνεπώς, τυχαίο ότι,
μετά τη γερμανική εισβολή, ο Στάλιν μίλησε για Μεγάλο Πατριωτικό (και
όχι σοβιετικό) Πόλεμο και ότι το πρώτο βήμα που έκανε ήταν η επίσημη
συμφιλίωσή του με την Ορθοδοξία.
Όσον αφορά τη διεύρυνση της ρωσικής αυτοκρατορίας μετά τον πόλεμο, στην περίπτωση αυτή τα φαινόμενα χρειάζονται βαθύτερη προσέγγιση, για να περιγραφεί πώς ακολουθήθηκε με θρησκευτική ευλάβεια το λενινιστικό δόγμα σύμφωνα με το οποίο η εξωτερική πολιτική είναι απόρροια των εσωτερικών δυσκολιών. Η ουσία είναι ότι, όποτε υπήρχαν προβλήματα, από τα σοβιετικά ντουλάπια έβγαιναν αντισημιτικοί και εθνικιστικοί σκελετοί.
Επισήμως, ο εθνικισμός στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης θεωρούνταν ιδεολογία της αστικής παρακμής. Την ίδια στιγμή, ωστόσο, σε σχολικά εγχειρίδια, σε πανεπιστημιακά βιβλία, σε πολιτιστικούς συλλόγους και ανάλογες λέσχες, στο στρατό καλλιεργούνταν ελεγχόμενοι εθνικοί μύθοι που δεν έθεταν σε κίνδυνο τον ρωσικό εθνικισμό. Έτσι, για παράδειγμα, στη Βουλγαρία καλλιεργούνταν η αντιπαράθεση με την τουρκική μειονότητα και παράλληλα αναπτύσσονταν επισήμως μύθοι, ότι σ’ αυτή τη χώρα υπήρξε η πρώτη αντιφεουδαρχική εξέγερση και η πρώτη αγροτική επανάσταση. Ως γνωστόν, συστατικό στοιχείο κάθε εθνικισμού είναι η πρωτιά στην ιστορική πορεία. Το αντιουγγρικό πνεύμα καλλιεργούνταν από τη σταλινική περίοδο στη Ρουμανία. Ενώ και στη σταλινική Ουγγαρία ευδοκιμούσε ένα αντιρουμανικό και αντιγερμανικό πνεύμα. Οι Ανατολικογερμανοί ήσαν οι απόγονοι του Γκαίτε, ενώ οι Δυτικογερμανοί ήσαν απόγονοι των θεωρητικών των άγριων εθνικιστικών ενστίκτων. Στην Πολωνία, ο αντισημιτισμός δεν ήταν τόσο απόρροια του καθολικισμού, αλλά πολιτικών που έφερνε το κόμμα στην επιφάνεια, κάθε φορά που εμφανίζονταν ελλείψεις στην αγορά. Ελλείψεις που, ανεπίσημα, κατά το καθεστώς, οφείλονταν στην «απόκρυψη» των προϊόντων από τους ντόπιους και αλλοδαπούς Εβραίους.
Το ίδιο γινόταν κατά περιόδους και στη «μαμά Ρωσία». Ας μην ξεχάσουμε τη «συνωμοσία» των εβραίων γιατρών κατά του Στάλιν, αλλά και το ότι οι «αντιφρονούντες», κυρίως σε Ρωσία και Πολωνία, κατηγοριοποιούνταν πρωτίστως ως εβραίοι και δευτερευόντως ως αντικομμουνιστές. Ο αντισημιτισμός, αν και ποτέ δεν εκφράστηκε με επίσημο τρόπο, καλλιεργήθηκε υποδόρια σε όλες τις εθνότητες και σε όλα τα κράτη. Την ίδια στιγμή, ολόκληροι λαοί και εθνότητες έχαναν τις πατρίδες τους. Οι μουσουλμανικοί λαοί, αλλά και η ελληνική μειονότητα, μεταφέρονταν στη Σιβηρία, ενώ το σημερινό ουκρανικό Λβιβ (στα πολωνικά Λβούβ) αποτελεί την πολωνική Σμύρνη, ενώ και οι γερμανοί πολίτες που ζούσαν στη Σιλεσία και τη Βορειοδυτική Πολωνία (Πομερανία) εκδιώχτηκαν από εκεί. Η διαφορά είναι ότι στην Πολωνία και τη Γερμανία σήμερα οι αυτοκινητόδρομοι που οδηγούν στις πόλεις αυτών των περιοχών φέρουν διπλές ονομασίες, ενώ το να δηλώνεις Πολωνός, Έλληνας ή οποιαδήποτε άλλη εθνικότητα στην Ουκρανία, αν επικρατήσουν οι νοσταλγοί του Στέπαν Μπαντέρα, θα αποτελεί έγκλημα.
Έτσι φθάσαμε σήμερα στις Βαλτικές χώρες και στην Ουκρανία από αυτά τα ντουλάπια να βγαίνουν ναζιστικοί σκελετοί και να ηρωοποιούνται οι συνεργάτες του ναζισμού. Ο ελληνικός αριστερός και δεξιός εθνολαϊκισμός τάσσεται με το σχήμα «εθνικισμός συν ορθοδοξία» του Πούτιν. Ο Πούτιν όμως δεν είναι τίποτα άλλο από το ανώτατο στάδιο του ρωσικού εθνικισμού. Και με τον εθνικισμό δεν κτίζονται συμμαχίες, μόνο γεννιούνται φασισμοί και εθνικές καταστροφές. Η σημερινή Ουκρανία αντικρίζει κατά πρόσωπο αυτό τον κίνδυνο.
Μερικοί στην Ελλάδα κρύβουν ότι είναι γοητευμένοι από τις αντιδημοκρατικές και αντιφιλελεύθερες ιδέες και πρακτικές του Πούτιν, επικαλούμενοι τη «γοητεία» των τακτικών κινήσεών του. Αντιπαραβάλλουν τη δική του «αποφασιστικότητα» στην αναποφασιστικότητα των δυτικών ηγετών, αδιαφορώντας για το απαίσιο πρόσωπο της αποφασιστικότητας αυτής. Κάποιοι άλλοι, επικαλούμενοι τον κίνδυνο που προέρχεται από τον φασιστικό Δεξιό Τομέα, ξεχνούν ότι, σε τελική ανάλυση, το μοντέλο του πουτινικού αυταρχικού κράτους οδηγεί απ’ ευθείας στον φασιστικό Δεξιό Τομέα.
Οι σκεπτόμενοι άνθρωποι σ’ αυτήν εδώ τη χώρα, όποιες πολιτικές αντιλήψεις και αν έχουν, δεν πρέπει να σιγήσουν, όταν σήμερα επαναλαμβάνεται το όνειδος της υπεράσπισης αυταρχικών και δικτατορικών καθεστώτων από το πολιτικό σύστημα, αλλά και από την κοινωνία. Μετά την υπεράσπιση καθεστώτων όπως αυτά του Καντάφι, του Σαντάμ Χουσεΐν, του Μιλόσεβιτς, εσχάτως του Μαδούρο, οι Έλληνες συντονίζονται με ένα ακόμα αυταρχικό καθεστώς, αυτό του Πούτιν, στο όνομα μάλιστα της αποτροπής της φασιστικής απειλής. Όχι άλλα ψέματα.
Όσον αφορά τη διεύρυνση της ρωσικής αυτοκρατορίας μετά τον πόλεμο, στην περίπτωση αυτή τα φαινόμενα χρειάζονται βαθύτερη προσέγγιση, για να περιγραφεί πώς ακολουθήθηκε με θρησκευτική ευλάβεια το λενινιστικό δόγμα σύμφωνα με το οποίο η εξωτερική πολιτική είναι απόρροια των εσωτερικών δυσκολιών. Η ουσία είναι ότι, όποτε υπήρχαν προβλήματα, από τα σοβιετικά ντουλάπια έβγαιναν αντισημιτικοί και εθνικιστικοί σκελετοί.
Επισήμως, ο εθνικισμός στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης θεωρούνταν ιδεολογία της αστικής παρακμής. Την ίδια στιγμή, ωστόσο, σε σχολικά εγχειρίδια, σε πανεπιστημιακά βιβλία, σε πολιτιστικούς συλλόγους και ανάλογες λέσχες, στο στρατό καλλιεργούνταν ελεγχόμενοι εθνικοί μύθοι που δεν έθεταν σε κίνδυνο τον ρωσικό εθνικισμό. Έτσι, για παράδειγμα, στη Βουλγαρία καλλιεργούνταν η αντιπαράθεση με την τουρκική μειονότητα και παράλληλα αναπτύσσονταν επισήμως μύθοι, ότι σ’ αυτή τη χώρα υπήρξε η πρώτη αντιφεουδαρχική εξέγερση και η πρώτη αγροτική επανάσταση. Ως γνωστόν, συστατικό στοιχείο κάθε εθνικισμού είναι η πρωτιά στην ιστορική πορεία. Το αντιουγγρικό πνεύμα καλλιεργούνταν από τη σταλινική περίοδο στη Ρουμανία. Ενώ και στη σταλινική Ουγγαρία ευδοκιμούσε ένα αντιρουμανικό και αντιγερμανικό πνεύμα. Οι Ανατολικογερμανοί ήσαν οι απόγονοι του Γκαίτε, ενώ οι Δυτικογερμανοί ήσαν απόγονοι των θεωρητικών των άγριων εθνικιστικών ενστίκτων. Στην Πολωνία, ο αντισημιτισμός δεν ήταν τόσο απόρροια του καθολικισμού, αλλά πολιτικών που έφερνε το κόμμα στην επιφάνεια, κάθε φορά που εμφανίζονταν ελλείψεις στην αγορά. Ελλείψεις που, ανεπίσημα, κατά το καθεστώς, οφείλονταν στην «απόκρυψη» των προϊόντων από τους ντόπιους και αλλοδαπούς Εβραίους.
Το ίδιο γινόταν κατά περιόδους και στη «μαμά Ρωσία». Ας μην ξεχάσουμε τη «συνωμοσία» των εβραίων γιατρών κατά του Στάλιν, αλλά και το ότι οι «αντιφρονούντες», κυρίως σε Ρωσία και Πολωνία, κατηγοριοποιούνταν πρωτίστως ως εβραίοι και δευτερευόντως ως αντικομμουνιστές. Ο αντισημιτισμός, αν και ποτέ δεν εκφράστηκε με επίσημο τρόπο, καλλιεργήθηκε υποδόρια σε όλες τις εθνότητες και σε όλα τα κράτη. Την ίδια στιγμή, ολόκληροι λαοί και εθνότητες έχαναν τις πατρίδες τους. Οι μουσουλμανικοί λαοί, αλλά και η ελληνική μειονότητα, μεταφέρονταν στη Σιβηρία, ενώ το σημερινό ουκρανικό Λβιβ (στα πολωνικά Λβούβ) αποτελεί την πολωνική Σμύρνη, ενώ και οι γερμανοί πολίτες που ζούσαν στη Σιλεσία και τη Βορειοδυτική Πολωνία (Πομερανία) εκδιώχτηκαν από εκεί. Η διαφορά είναι ότι στην Πολωνία και τη Γερμανία σήμερα οι αυτοκινητόδρομοι που οδηγούν στις πόλεις αυτών των περιοχών φέρουν διπλές ονομασίες, ενώ το να δηλώνεις Πολωνός, Έλληνας ή οποιαδήποτε άλλη εθνικότητα στην Ουκρανία, αν επικρατήσουν οι νοσταλγοί του Στέπαν Μπαντέρα, θα αποτελεί έγκλημα.
Έτσι φθάσαμε σήμερα στις Βαλτικές χώρες και στην Ουκρανία από αυτά τα ντουλάπια να βγαίνουν ναζιστικοί σκελετοί και να ηρωοποιούνται οι συνεργάτες του ναζισμού. Ο ελληνικός αριστερός και δεξιός εθνολαϊκισμός τάσσεται με το σχήμα «εθνικισμός συν ορθοδοξία» του Πούτιν. Ο Πούτιν όμως δεν είναι τίποτα άλλο από το ανώτατο στάδιο του ρωσικού εθνικισμού. Και με τον εθνικισμό δεν κτίζονται συμμαχίες, μόνο γεννιούνται φασισμοί και εθνικές καταστροφές. Η σημερινή Ουκρανία αντικρίζει κατά πρόσωπο αυτό τον κίνδυνο.
Μερικοί στην Ελλάδα κρύβουν ότι είναι γοητευμένοι από τις αντιδημοκρατικές και αντιφιλελεύθερες ιδέες και πρακτικές του Πούτιν, επικαλούμενοι τη «γοητεία» των τακτικών κινήσεών του. Αντιπαραβάλλουν τη δική του «αποφασιστικότητα» στην αναποφασιστικότητα των δυτικών ηγετών, αδιαφορώντας για το απαίσιο πρόσωπο της αποφασιστικότητας αυτής. Κάποιοι άλλοι, επικαλούμενοι τον κίνδυνο που προέρχεται από τον φασιστικό Δεξιό Τομέα, ξεχνούν ότι, σε τελική ανάλυση, το μοντέλο του πουτινικού αυταρχικού κράτους οδηγεί απ’ ευθείας στον φασιστικό Δεξιό Τομέα.
Οι σκεπτόμενοι άνθρωποι σ’ αυτήν εδώ τη χώρα, όποιες πολιτικές αντιλήψεις και αν έχουν, δεν πρέπει να σιγήσουν, όταν σήμερα επαναλαμβάνεται το όνειδος της υπεράσπισης αυταρχικών και δικτατορικών καθεστώτων από το πολιτικό σύστημα, αλλά και από την κοινωνία. Μετά την υπεράσπιση καθεστώτων όπως αυτά του Καντάφι, του Σαντάμ Χουσεΐν, του Μιλόσεβιτς, εσχάτως του Μαδούρο, οι Έλληνες συντονίζονται με ένα ακόμα αυταρχικό καθεστώς, αυτό του Πούτιν, στο όνομα μάλιστα της αποτροπής της φασιστικής απειλής. Όχι άλλα ψέματα.
Ο Γιώργος Σιακαντάρης είναι κοινωνιολόγος, συγγραφέας, μέλος της συντακτικής επιτροπής της Μεταρρύθμισης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
O διάλογος προϋποθέτει τον σεβασμό της διαφορετικής άποψης. Γι' αυτό κάθε υβριστικό, προσβλητικό ή χυδαίο σχόλιο θα διαγράφεται.