Σελίδες

Πέμπτη 27 Φεβρουαρίου 2014

Ριζοσπαστική Αριστερά και Βενεζουέλα

Του Νικόλα Σεβαστάκη*, Εφημερίδα των Συντακτών
Ακόμα δηλαδή και αν υποθέσουμε ότι οι διαδηλωτές-αντίπαλοι της «μπολιβαριανής εξουσίας» εκφράζουν συμφέροντα ή επιδιώξεις των εύπορων τάξεων, αυτό δεν δικαιολογεί την προσπάθεια έξωσής τους από το πολιτικό παιχνίδι και τη δημοσιότητα. Είναι και αυτοί κοινωνικά υποκείμενα όπως και ο κόσμος που διαδηλώνει αυτές τις μέρες υπέρ της κυβέρνησης. Η αντίληψη ότι οι ταξικές βουλήσεις ή, αορίστως, τα «λαϊκά συμφέροντα» δικαιολογούν την έκπτωση σε αστικές και πολιτικές ελευθερίες είναι μια από τις χειρότερες κληρονομιές του παρελθόντος. Γι’ αυτό και η προ ημερών ανακοίνωση του ΣΥΡΙΖΑ που μιλά για τους «δημοκρατικούς και σοσιαλιστικούς δρόμους της Βενεζουέλας» λειτουργεί, στη συγκεκριμένη συγκυρία, ως άκριτη νομιμοποίηση ενός καθεστώτος που μοιάζει να καταφεύγει περισσότερο στον νόμο της επιβολής παρά να απαντά στις αγωνίες των πολιτών του.
Υπάρχουν στιγμές της πολιτικής, όχι αναγκαστικά από τις κεντρικές ή τις περισσότερο εντυπωσιακές, που αναδεικνύουν βαθύτερα προβλήματα στην πολιτική μας κουλτούρα. Τόσο στα δεξιά όσο και στα αριστερά της πολιτικής σκακιέρας. Αναλογίζομαι, για παράδειγμα, τη στάση που φάνηκε να υιοθετεί ο ΣΥΡΙΖΑ έναντι όσων συμβαίνουν τον τελευταίο καιρό στη μακρινή Βενεζουέλα. Είναι γνωστό ότι στον χώρο του ΣΥΡΙΖΑ υπάρχει από χρόνια μια συναισθηματική και πολιτική έλξη έως ταύτιση με την «Μπολιβαριανή Επανάσταση» και το πείραμα Τσάβες.
Λειτουργεί επίσης μια ολόκληρη νεο-τριτοκοσμική μυθολογία που αποτελεί συνέχεια του παλιού αντιιμπεριαλισμού των δεκαετιών του ’60 και του ’70. Από αυτές τις συναισθηματικές και πολιτικές ταυτίσεις προκύπτει, νομίζω, και η ανάγνωση των τωρινών συγκρούσεων στις πόλεις της Βενεζουέλας με όρους «αντεπανάστασης», «αντίδρασης των αστικών στρωμάτων» ή εξέγερσης των «κολεγιόπαιδων». Και αυτή η ερμηνεία, όπως πάντα, στηρίζεται σε κάποια πραγματικά δεδομένα: όντως, ο κόσμος που στηρίζει την κυβέρνηση Μαδούρο περιλαμβάνει ένα σημαντικό τμήμα των φτωχών, των πληβειακών και λαϊκών στρωμάτων. Αντίστοιχα, η αντιπολίτευση, στις κύριες εκδοχές της, διαθέτει μεγαλύτερα ερείσματα στις πιο εύπορες μερίδες του πληθυσμού της χώρας και ιδίως στη μορφωμένη νεολαία της μεσαίας τάξης. Είναι αλήθεια, λοιπόν, ώς ένα βαθμό, ότι τα σχίσματα στη χώρα αυτή δεν μπορεί να ιδωθούν ως αφηρημένη αντιπαράθεση δημοκρατίας και αυταρχισμού, φιλελεύθερων και απολυταρχικών αξιών και προτύπων.

Παρ’ όλα αυτά, υπάρχει κάτι ανησυχητικά ενοχλητικό στη στάση της ελληνικής ριζοσπαστικής Αριστεράς για τη σημερινή κρίση στη Βενεζουέλα. Το πρώτο που μου έρχεται στον νου είναι μια κραυγαλέα αντίφαση: από τη μια να ομνύει κανείς στην περίφημη ρήση του Πουλαντζά («ο σοσιαλισμός ή θα είναι δημοκρατικός ή δεν θα υπάρχει») και συγχρόνως να αναλύει τις καταστάσεις με θεωρίες περί όξυνσης της ταξικής πάλης και ιμπεριαλιστικής συνωμοσίας. Από τη μία να περισσεύουν οι δηλώσεις και εκδηλώσεις για τη δημοκρατία και τις απειλές στη δημοκρατία και συγχρόνως να μη λέγεται μια κουβέντα για τους περιφερόμενους ένοπλους μασκοφόρους που περιπολούν στους δρόμους των πόλεων της Βενεζουέλας ως «λαϊκή εξουσία» εκφοβίζοντας -και ενίοτε δολοφονώντας- αντικυβερνητικούς διαδηλωτές.

Τα προβλήματα, βέβαια, που βγάζουν στους δρόμους ένα σημαντικό κομμάτι του λαού στη Βενεζουέλα δεν μπορούν να κρυφτούν. Ακόμα και μια επιδερμική ανάγνωση του «Guardian» ή των ανακοινώσεων της Διεθνούς Αμνηστίας και των Ρεπόρτερ χωρίς Σύνορα αποκαλύπτει την εκρηκτική άνοδο της εγκληματικότητας και της ανομίας, την έλλειψη βασικών αγαθών αλλά και σοβαρά προβλήματα άσκησης ελευθεριών για εκείνους τους πολίτες της Βενεζουέλας που δεν έχουν την ίδια γνώμη με τους μηχανισμούς του κυβερνώντος κόμματος. Και βέβαια, πάνω από όλα, έχουμε την οργάνωση της βίας εναντίον ενός τμήματος του λαού το οποίο η κυβέρνηση Μαδούρο το στιγματίζει ως «φασίστες» και «αντιδραστικούς» που αποσκοπούν να πλήξουν την ειρήνη.

Ολα αυτά άραγε δεν σημαίνουν κάτι; Δεν απαιτούν, τουλάχιστον, την τήρηση κάποιων αποστάσεων και όχι βέβαια τη συμμετοχή σε πανηγυρικές εκδηλώσεις στη μνήμη του Τσάβες με τη συμμετοχή του πρέσβη της «Μπολιβαριανής Δημοκρατίας», όπως συνέβη προ ημερών στο Εργατικό Κέντρο Θεσσαλονίκης;

Κάνω την εξής σκέψη, που νομίζω ότι δεν αφορά πλέον το συγκεκριμένο ζήτημα αλλά την πολιτική κουλτούρα στην καθ’ ημάς ριζοσπαστική Αριστερά: εδώ λοιπόν, η συζήτηση για τη δημοκρατία -την πραγματική, τη ριζοσπαστική και αυθεντική, εννοείται- συγκαλύπτει συχνά την απροθυμία του χώρου να συμφιλιωθεί με τη φιλελεύθερη δημοκρατία και ορισμένους από τους πολιτικούς κανόνες της. Σε αυτούς τους κανόνες περίοπτη θέση πρέπει να έχει ο σεβασμός στα δεδομένα του πλουραλισμού και η απόρριψη κάθε ιδέας αποκλειστικότητας στην αντίληψη για την εκπροσώπηση του λαού. Το κράτος δικαίου, επίσης, προηγείται κάθε επιμέρους «ηγεμονικής στρατηγικής» διασφαλίζοντας έναν χώρο βασικών ελευθεριών για όλους.

Ακόμα δηλαδή και αν υποθέσουμε ότι οι διαδηλωτές-αντίπαλοι της «μπολιβαριανής εξουσίας» εκφράζουν συμφέροντα ή επιδιώξεις των εύπορων τάξεων, αυτό δεν δικαιολογεί την προσπάθεια έξωσής τους από το πολιτικό παιχνίδι και τη δημοσιότητα. Είναι και αυτοί κοινωνικά υποκείμενα όπως και ο κόσμος που διαδηλώνει αυτές τις μέρες υπέρ της κυβέρνησης.

Η αντίληψη ότι οι ταξικές βουλήσεις ή, αορίστως, τα «λαϊκά συμφέροντα» δικαιολογούν την έκπτωση σε αστικές και πολιτικές ελευθερίες είναι μια από τις χειρότερες κληρονομιές του παρελθόντος.

Γι’ αυτό και η προ ημερών ανακοίνωση του ΣΥΡΙΖΑ που μιλά για τους «δημοκρατικούς και σοσιαλιστικούς δρόμους της Βενεζουέλας» λειτουργεί, στη συγκεκριμένη συγκυρία, ως άκριτη νομιμοποίηση ενός καθεστώτος που μοιάζει να καταφεύγει περισσότερο στον νόμο της επιβολής παρά να απαντά στις αγωνίες των πολιτών του.

……………………………………………………………………………………………….

* Καθηγητής στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

O διάλογος προϋποθέτει τον σεβασμό της διαφορετικής άποψης. Γι' αυτό κάθε υβριστικό, προσβλητικό ή χυδαίο σχόλιο θα διαγράφεται.