Οταν
διαβάζονται αυτές οι γραμμές θα είναι ανοικτό ή κλειστό το Πολυτεχνείο;
Ισως για λίγο ανοικτό, με πιθανότητα να κλείσει ή προσωρινά κλειστό με
προσδοκίες νʼ ανοίξει; Μήπως μισόκλειστο, δηλαδή επιτρέπεται η είσοδος
σε μερικούς αλλά όχι σε όλους; Την 21η Νοεμβρίου έστειλα ηλεκτρονικό
μήνυμα προς τους συναδέλφους: «Σήμερα γύρω στις 12.00 υπέστην face
control και ανάκριση από αυτούς που έκαναν περιφρούρηση στην πύλη
Κατεχάκη. Αρνήθηκα να απαντήσω στις ερωτήσεις, τελικά κάποιος με
αναγνώρισε και με άφησαν να περάσω, επειδή είμαι καθηγητής στη Σχολή
Πολιτικών Μηχανικών που δεν είχε κατάληψη. Πάντως, άλλη φορά δεν
θα παρασυρθώ από τις διαβεβαιώσεις αφελών συναδέλφων ότι η είσοδος είναι
ελεύθερη, θα πηδάω από τα κάγκελα, όπως κάνω επί δύο μήνες και είμαι
τουλάχιστον ήρεμος». Ενας συνάδελφος απάντησε ότι όταν επιχείρησε να
μπει από την πύλη, το αυτοκίνητό του δέχτηκε γροθιές και ο ίδιος
βρισιές...Κλειδί για όσα συμβαίνουν στα πανεπιστήμια είναι η
πεποίθηση μερικών διδασκόντων, με μεγάλη επιρροή σε φοιτητές, ότι
αποτελούν προπύργια, όχι για την επανάσταση της γνώσης αλλά για την
κοινωνική ανατροπή. Ο ιστορικός ξεσηκωμός του Πολυτεχνείου προβάλλεται
όχι ως δημοκρατικό ξέσπασμα αλλά ως αντικαπιταλιστική και
αντιιμπεριαλιστική αφήγηση.
Η απεργία, από μέσο υπεράσπισης των θιγόμενων υπαλλήλων, μετατρέπεται σε μέσο αντιπολίτευσης και αντίστασης στο Μνημόνιο. Στη βάση αυτή, συνδικαλιστικά στελέχη προβάλλουν ανυποχώρητες θέσεις κατά της διαθεσιμότητας, αποκλείοντας κάθε συμβιβαστική λύση: «Ολοι χρειάζονται, κανείς δεν περισσεύει». Σε πολιτικό επίπεδο, το ανατρεπτικό πλαίσιο οικοδομείται με ένα μείγμα εθνολαϊκιστικών θέσεων που στηρίζει συμμαχίες λαϊκής Δεξιάς και ακραίας Αριστεράς. Ετσι κερδίζονται πρυτανικές εκλογές και συνδικαλιστικοί σύλλογοι, με κύρια επιδίωξη την ανάσχεση της όποιας μεταρρύθμισης, τη διατήρηση του βαθέος πανεπιστημίου. Ετσι διαμορφώνεται και μια ιδιάζουσα πολιτική πρόταση για τη μελλοντική διακυβέρνηση της χώρας.
Το «νόμος είναι το δίκιο τού... τάδε» οδηγεί σε πρακτικές που αν έλειπαν, το πανεπιστήμιο θα ήταν ανοικτό. Χαρακτηριστικά παραδείγματα βίαιων πρακτικών είναι η «περιφρούρηση», δηλαδή η παρεμπόδιση καθηγητών, φοιτητών, ερευνητών ή υπαλλήλων να εργαστούν όπως θέλουν, και η «κατάληψη», δηλαδή η κατοχή ακαδημαϊκών χώρων, από τους οποίους αποκλείονται οι διαφωνούντες. Ετσι δικαιολογείται και η πληρωμή πολλών απεργών, αφού έχουν τη δικαιολογία ότι εμποδίζονται να πάνε στη δουλειά τους.
Την πρωταρχική ευθύνη για την εξαθλίωση των μεγάλων ιστορικών πανεπιστημίων έχουν πρυτάνεις και αντιπρυτάνεις. Προκειμένου να ασκήσουν ανένδοτη αντιπολίτευση, γίνονται αποτυχημένοι διαχειριστές. Οταν η κυβέρνηση, συνεκτιμώντας τις δαπάνες άλλων τομέων του κράτους εν μέσω κρίσης, περιορίζει τη χρηματοδότηση της μισθοδοσίας των υπαλλήλων, μια ικανή πρυτανεία θα όφειλε να φροντίσει για τις ανάγκες του ιδρύματος με τη μέγιστη δυνατή οικονομία, ορίζοντας προτεραιότητες και κατατάσσοντας αναλόγως το προσωπικό. Καθήκον της είναι να διαχειριστεί αποτελεσματικά την κατάσταση σε δύσκολες συνθήκες, ώστε να εξασφαλίζει ανοιχτό και κατά το δυνατόν λειτουργικό το πανεπιστήμιο.
Αν οι ηγεσίες των πανεπιστημίων είχαν κάνει εφικτές εναλλακτικές προτάσεις, το υπουργείο θα έφερε την κύρια ευθύνη. Τώρα κινείται άτσαλα για να μειώσει το κόστος μισθοδοσίας, προχωρεί σπασμωδικά και προκαλεί μέγιστες αδικίες. Διώχνει ευσυνείδητους και χρήσιμους υπαλλήλους, ενώ προστατεύει τους κολλητούς ή ευνοούμενους των συντεχνιών. Πιστό στη συντηρητική παράδοση, συνεχίζει επί δύο χρόνια να υποσκάπτει τη μεταρρύθμιση. Κάτω από την πίεση ενός αριστεροδεξιού κατεστημένου, καθώς και του κυβερνητικού εταίρου που αργότερα έφυγε από την κυβέρνηση, νομοθέτησε την παραμονή των παλιών πρυτάνεων μέχρι τη λήξη της θητείας τους, επιτρέποντας έτσι στους εχθρούς των αλλαγών να ηγούνται των πανεπιστημίων. Επιπλέον, αποψίλωσε τις δυνατότητες των Συμβουλίων των Ιδρυμάτων. Ενδεχόμενη επιτυχία του νέου αυτού θεσμού, που πολεμήθηκε σκληρά από λαϊκή Δεξιά και άκρα Αριστερά, θα κατέλυε το μονοπώλιο εξουσίας του βαθέος πανεπιστημίου.
Πρόσφατα, με αφορμή τα γεγονότα στα πανεπιστήμια, κλιμακώνεται η πίεση από το καθηγητικό κατεστημένο. Αν το υπουργείο ενδώσει, δεν αποκλείεται να αποτελειώσει τη μεταρρύθμιση, αφαιρώντας από τα Συμβούλια τις δύο αρμοδιότητες που εξακολουθούν να ενοχλούν: 1) διεθνή προκήρυξη της θέσης του πρύτανη και επιλογή των τριών υποψηφίων που θα διεκδικήσουν τη νίκη στην πρυτανική εκλογή 2) ίδρυση ειδικού νομικού προσώπου που θα διαχειρίζεται τα οικονομικά των ερευνητικών προγραμμάτων και, επομένως, θα στερεί από κάθε μελλοντικό πρύτανη τη δυνατότητα να χρησιμοποιεί τα κονδύλια κατά το δοκούν.
Η απεργία, από μέσο υπεράσπισης των θιγόμενων υπαλλήλων, μετατρέπεται σε μέσο αντιπολίτευσης και αντίστασης στο Μνημόνιο. Στη βάση αυτή, συνδικαλιστικά στελέχη προβάλλουν ανυποχώρητες θέσεις κατά της διαθεσιμότητας, αποκλείοντας κάθε συμβιβαστική λύση: «Ολοι χρειάζονται, κανείς δεν περισσεύει». Σε πολιτικό επίπεδο, το ανατρεπτικό πλαίσιο οικοδομείται με ένα μείγμα εθνολαϊκιστικών θέσεων που στηρίζει συμμαχίες λαϊκής Δεξιάς και ακραίας Αριστεράς. Ετσι κερδίζονται πρυτανικές εκλογές και συνδικαλιστικοί σύλλογοι, με κύρια επιδίωξη την ανάσχεση της όποιας μεταρρύθμισης, τη διατήρηση του βαθέος πανεπιστημίου. Ετσι διαμορφώνεται και μια ιδιάζουσα πολιτική πρόταση για τη μελλοντική διακυβέρνηση της χώρας.
Το «νόμος είναι το δίκιο τού... τάδε» οδηγεί σε πρακτικές που αν έλειπαν, το πανεπιστήμιο θα ήταν ανοικτό. Χαρακτηριστικά παραδείγματα βίαιων πρακτικών είναι η «περιφρούρηση», δηλαδή η παρεμπόδιση καθηγητών, φοιτητών, ερευνητών ή υπαλλήλων να εργαστούν όπως θέλουν, και η «κατάληψη», δηλαδή η κατοχή ακαδημαϊκών χώρων, από τους οποίους αποκλείονται οι διαφωνούντες. Ετσι δικαιολογείται και η πληρωμή πολλών απεργών, αφού έχουν τη δικαιολογία ότι εμποδίζονται να πάνε στη δουλειά τους.
Την πρωταρχική ευθύνη για την εξαθλίωση των μεγάλων ιστορικών πανεπιστημίων έχουν πρυτάνεις και αντιπρυτάνεις. Προκειμένου να ασκήσουν ανένδοτη αντιπολίτευση, γίνονται αποτυχημένοι διαχειριστές. Οταν η κυβέρνηση, συνεκτιμώντας τις δαπάνες άλλων τομέων του κράτους εν μέσω κρίσης, περιορίζει τη χρηματοδότηση της μισθοδοσίας των υπαλλήλων, μια ικανή πρυτανεία θα όφειλε να φροντίσει για τις ανάγκες του ιδρύματος με τη μέγιστη δυνατή οικονομία, ορίζοντας προτεραιότητες και κατατάσσοντας αναλόγως το προσωπικό. Καθήκον της είναι να διαχειριστεί αποτελεσματικά την κατάσταση σε δύσκολες συνθήκες, ώστε να εξασφαλίζει ανοιχτό και κατά το δυνατόν λειτουργικό το πανεπιστήμιο.
Αν οι ηγεσίες των πανεπιστημίων είχαν κάνει εφικτές εναλλακτικές προτάσεις, το υπουργείο θα έφερε την κύρια ευθύνη. Τώρα κινείται άτσαλα για να μειώσει το κόστος μισθοδοσίας, προχωρεί σπασμωδικά και προκαλεί μέγιστες αδικίες. Διώχνει ευσυνείδητους και χρήσιμους υπαλλήλους, ενώ προστατεύει τους κολλητούς ή ευνοούμενους των συντεχνιών. Πιστό στη συντηρητική παράδοση, συνεχίζει επί δύο χρόνια να υποσκάπτει τη μεταρρύθμιση. Κάτω από την πίεση ενός αριστεροδεξιού κατεστημένου, καθώς και του κυβερνητικού εταίρου που αργότερα έφυγε από την κυβέρνηση, νομοθέτησε την παραμονή των παλιών πρυτάνεων μέχρι τη λήξη της θητείας τους, επιτρέποντας έτσι στους εχθρούς των αλλαγών να ηγούνται των πανεπιστημίων. Επιπλέον, αποψίλωσε τις δυνατότητες των Συμβουλίων των Ιδρυμάτων. Ενδεχόμενη επιτυχία του νέου αυτού θεσμού, που πολεμήθηκε σκληρά από λαϊκή Δεξιά και άκρα Αριστερά, θα κατέλυε το μονοπώλιο εξουσίας του βαθέος πανεπιστημίου.
Πρόσφατα, με αφορμή τα γεγονότα στα πανεπιστήμια, κλιμακώνεται η πίεση από το καθηγητικό κατεστημένο. Αν το υπουργείο ενδώσει, δεν αποκλείεται να αποτελειώσει τη μεταρρύθμιση, αφαιρώντας από τα Συμβούλια τις δύο αρμοδιότητες που εξακολουθούν να ενοχλούν: 1) διεθνή προκήρυξη της θέσης του πρύτανη και επιλογή των τριών υποψηφίων που θα διεκδικήσουν τη νίκη στην πρυτανική εκλογή 2) ίδρυση ειδικού νομικού προσώπου που θα διαχειρίζεται τα οικονομικά των ερευνητικών προγραμμάτων και, επομένως, θα στερεί από κάθε μελλοντικό πρύτανη τη δυνατότητα να χρησιμοποιεί τα κονδύλια κατά το δοκούν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
O διάλογος προϋποθέτει τον σεβασμό της διαφορετικής άποψης. Γι' αυτό κάθε υβριστικό, προσβλητικό ή χυδαίο σχόλιο θα διαγράφεται.