Της Δώρας Τσικαρδάνη
Κατά τη συνεδρίαση της Κ.Ε. της ΔΗΜΑΡ στις 02.11.13 για το κείμενο των θέσεων του συνεδρίου της, ανέλαβα την παρουσίαση των τροπολογιών είκοσι μελών της. Παραθέτω αυτούσια την ομιλία μου αυτή:
Κατά τη συνεδρίαση της Κ.Ε. της ΔΗΜΑΡ στις 02.11.13 για το κείμενο των θέσεων του συνεδρίου της, ανέλαβα την παρουσίαση των τροπολογιών είκοσι μελών της. Παραθέτω αυτούσια την ομιλία μου αυτή:
Το κόμμα μας ολοκλήρωσε τον πρώτο κύκλο της ζωής του και ολοταχώς οδηγείται στο δεύτερο συνέδριό του. Η σημερινή είναι η τελευταία συνεδρίαση της παρούσας Κ.Ε., της πρώτης και, αυτής που διαχειρίστηκε τη δημιουργία, την ανάπτυξη και την ωρίμανση του κόμματος σε συνθήκες πολύ παραπάνω από δύσκολες. Σήμερα, η τελευταία συνεδρίαση αυτού του οργάνου, σκιάζεται από τη δολοφονία δύο νέων ανθρώπων, χρυσαυγιτών αυτή τη φορά, για να μας θυμίζει την κρισιμότητα των ημερών που ζούμε. Αν και δεν το συνηθίζω, σήμερα αισθάνομαι την ανάγκη, για μία προσωπική αναφορά: Τρία χρόνια πριν, κατά την ίδρυση του κόμματός μας, με τα ιδρυτικά του κείμενα και την ορολογία τους, θα μου ήταν αδύνατον να προβλέψω, ότι σήμερα θα βρίσκομαι στη θέση της εισηγήτριας μειοψηφικών τροπολογιών, με το συγκεκριμένο περιεχόμενο. «Η ίδρυση της ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ είναι μια επιβεβλημένη κίνηση για να απαντήσουμε άμεσα στο ολοένα διογκούμενο αίτημα της ελληνικής κοινωνίας για ριζική ανασυγκρότηση του πολιτικού πεδίου και των σημερινών κομματικών φορέων της χώρας μας καθώς και για τη διατύπωση μιας ολοκληρωμένης εναλλακτικής πολιτικής πρότασης». Αυτό διακηρύτταμε με την ιδρυτική διακήρυξη του κόμματος και αυτό είναι που με κάνει να αισθάνομαι ιδιαίτερα άσχημα για το γεγονός, ότι η φράση αυτή σήμερα καταγράφεται ως εχθρική και ανήκουσα στη μειοψηφία του. Τι συνέβη στο μεταξύ και φτάσαμε να κοιτάμε γύρω μας με φοβικότητα και καχυποψία;
Ο απολογισμός των τριών αυτών χρόνων είναι ιδιαίτερα πλούσιος και ενδιαφέρων: εκ του μηδενός κυριολεκτικά στήσαμε ένα κόμμα, που κινητοποίησε εμάς και ένα σημαντικό κομμάτι της κοινωνίας και πιστώνεται στα θετικά του μία επιλογή – τομή στα πολιτικά πράγματα της χώρας, αλλά και της Ευρώπης: Η συμμετοχή μας στην κυβερνητική διαχείριση της κρίσης είναι πολύ μεγάλη υπόθεση, με δεκάδες παραμέτρους, που για πρώτη φορά ενεργοποιήθηκαν με αυτή την ένταση. Και ήμασταν εμείς οι καταλύτες. Η υποδοχή της επιλογής αυτής από την κοινωνία έδειξε, ότι υπήρχε πράγματι θετικό ενδιαφέρον και υπόστρωμα για την άσκηση πολιτικής ουσίας, παρά το κόστος πολλών από τις αναγκαίες επιλογές. Και μόνον γι’ αυτό, η ίδρυση της ΔΗΜΑΡ στην κρίση των ιστορικών έχει δικαιωθεί.
Όμως, εμείς δεν την ιδρύσαμε για τους ιστορικούς. Την ιδρύσαμε για τους πολίτες, για το παρόν και το μέλλον αυτής της χώρας. Γι’ και δεν μας αρκεί αυτό. Προσβλέπαμε σε παρέμβαση διαρκή και όχι στιγμιαία. Οι τομές πρέπει να δικαιώνονται και, κυρίως, όταν αυτές γίνονται από κόμματα, να αποβαίνουν ωφέλιμες για την κοινωνία. Το επιχείρημα«εξασφαλίσαμε τη χώρα από την έξοδό της από το ευρώ», ακόμη και εάν θεωρηθεί αληθινή η πραγματική του βάση και ισχύει η εξασφάλιση στο διηνεκές, δεν μειώνει καθόλου την ευθύνη μας, για όλα, όσα γίνονται, ενώ δεν θα πρεπε, όπως και για όλα, όσα δεν γίνονται, ενώ επιβάλλεται να γίνουν. Επίσης, μας εμφανίζει αδιάφορους μπροστά στο γεγονός, ότι η όποια –ούτως ή άλλως εύθραυστη κι αναιμική- βελτίωση κάποιων μακροοικονομικών δεικτών, πρέπει να συνδυάζεται με δίκαιη κατανομή του κόστους και προοπτική. Η Αριστερά – θεατής των δρώμενων των άλλων, είναι μια αριστερά, απ’ την οποία ζητήσαμε και εκδώσαμε διαζύγιο. Δεν βρίσκω τι ενδιαφέρον έχει να την ξαναναστήσουμε εντός μας.
Έρχομαι στο κείμενο των θέσεων του 2ου συνεδρίου. Γενικά το θεωρώ φλύαρο και υπερβολικά μακροσκελές. Θα το προτιμούσα πιο σύντομο και στοχευμένο. Νομίζω ότι και αυτό εντάσσεται στην παραδοσιακή λογική των αριστερών κειμένων, που γράφονται για να υπάρχουν. Όμως αυτό είναι. Εντοπίζουμε τις βασικές διαφωνίες μας με το κείμενο αυτό σε δύο σημεία – τροπολογίες, που καταθέτουμε σήμερα οι υπογράφοντες, σαν συμβολή στον προσυνεδριακό διάλογο.
Η πρώτη, αφορά τη συμμετοχή μας στην κυβέρνηση και την αποχώρησή μας απ’ αυτήν. Προτείνεται σε αντικατάσταση του σχετικού κεφαλαίου των θέσεων, του οποίου η σύνταξη βασίζεται σε μία κεφαλαιώδη αντίφαση: Δικαιολόγηση, τόσο της επιλογής εισόδου, όσο και αυτής της εξόδου από την κυβέρνηση. Όμως, δυοίν θάτερον, αγαπητοί σύντροφοι: εάν και, εφ’ όσον η συμμετοχή μας υπήρξε ουσιαστική και ωφέλιμη για την κοινωνία, τότε η αποχώρησή μας είναι καθαρά επιζήμια γι’ αυτήν.
Σχηματικά, τα θέματα που προκύπτουν από την επιλογή αυτή είναι τρία: ι) ποιότητα της συμμετοχής μας και του κυβερνητικού μας έργου. Ικανότητα διακυβέρνησης, αποτελεσματικότητα και προώθηση μεταρρυθμίσεων. Αναγνωρίζοντας το σύνολο των δυσκολιών, πρέπει να τονίσουμε, ότι το κυβερνητικό μας έργο υπήρξε άνισο και ελλειματικό, χωρίς να δικαιώνει πάντοτε τις προσδοκίες. Η εμπλοκή μας με τη λογική του 4-2-1 μας χρέωσε με πελατειακές λογικές και διέψευσε τις διακηρυγμένες αρχές μας, της αξιοκρατίας και της διαφάνειας. ιι) Αποχώρηση από την κυβέρνηση. Με την απόφαση αποχώρησής της από την κυβέρνηση, η ΔΗΜΑΡ κατάφερε ένα σοβαρό πλήγμα στην αξιοπιστία της και κατέστρεψε το προφίλ, που η ίδια είχε στο μεταξύ οικοδομήσει. Η διαδικασία αποχώρησης που επιλέχθηκε, πλήγωσε τη συνοχή του σε όλον τον κορμό του κόμματος, ιδιαίτερα στο επίπεδο της ηγεσίας, που εμφανίστηκε αναντίστοιχο με τον ίδιο του τον λόγο εντός ολίγων ωρών. Και τέλος, ιιι) Διαχείριση της αποχώρησης μετά την αποχώρηση. Οι αντιπολιτευτικές επιλογές και ο πολιτικός λόγος που ακολούθησε την αποχώρηση ολοκλήρωσαν μία εικόνα αυτοδιάψευσης, έλλειψης σοβαρότητας, με αποτελέσματα χειρότερα από την ίδια την αποχώρηση. Έτσι, επανειλημμένα εμφανιστήκαμε αυτοαναιρούμενοι και αντιφατικοί: να θέλουμε κυβερνητική σταθερότητα και ταυτόχρονα να αποχωρούμε απ’ την κυβέρνηση. Να απευχόμαστε τις εκλογές και να προκαλούμε κυβερνητική κρίση. Να έχουμε υπερψηφίσει τον προϋπολογισμό και να καταψηφίζουμε την εφαρμογή του.
Γενικά, η στάση και οι επιλογές μας το αμέσως προηγούμενο διάστημα σηματοδοτούν μία πορεία απόκλισης από τις ιδρυτικές διακηρύξεις του κόμματος, διάψευσης των προηγούμενων επιλογών του, σιωπηρής αλλαγής των συμφωνημένων στρατηγικών του στόχων. Πρόκειται για ανατροπή πολύ μεγάλη σε χρονικό διάστημα πολύ μικρό.
Μιλώντας για αντιφάσεις, φτάνουμε στη δεύτερη τροπολογία, που αφορά τα θέματα του τρίτου πόλου, της ανασυγκρότησης του προοδευτικού, μεταρρυθμιστικού χώρου. Και σε αυτό το πεδίο των θέσεων, η αναδίπλωσή μας σε σχέση με τα διακηρυχθέντα και συμφωνηθέντα είναι μεγάλη. Η ανοιχτή ματιά για τη «ριζική ανασυγκρότηση του πολιτικού πεδίου και των σημερινών κομματικών φορέων της χώρας μας καθώς και για τη διατύπωση μιας ολοκληρωμένης εναλλακτικής πολιτικής πρότασης», όχι μόνον απουσιάζει παντελώς από τη σημερινή ανάλυση του κόμματος, αλλά και έχει αντικατασταθεί από τη δυσανεξία στον διάλογο και την περιχαράκωση σε μέρος του κομματικού εαυτού, συν κάποιους προνομιακούς συνομιλητές. Αρχής γενομένης με την αποχώρηση του κόμματος από το Φόρουμ διαλόγου, σήμερα η κατάσταση έφτασε στη ρητή και αδιέξοδη άρνηση στην παρούσα και ενεργή πρόσκληση των 58 για συμμετοχή σε διάλογο.
Στο κείμενο των θέσεων συνυπάρχουν οι διαπιστώσεις του τύπου: «ο τρίτος πόλος δεν είναι μέσο κομματικής αναπαραγωγής, ούτε υλοποίηση ενός στενού κομματικού σχεδίου. Είναι πρόταση που απαντά στο πρόβλημα της πολιτικής υποαντιπροσώπευσης και δίνει διέξοδο στο στείρο πολιτικό δίλημμα, έτσι, όπως αυτό διαμορφώνεται από τις δύο κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις σήμερα», με την άρνηση να συνομιλήσουμε με το ΠΑΣΟΚ του Βενιζέλου, όπως κατά κόρον λέγεται. Παράλληλα, κατά μόνας και ιδιαιτέρως, συζητάμε με στελέχη αυτού του ίδιου του ΠΑΣΟΚ. Κατά τη γνώμη μας, η θέση αυτή είναι και στείρα και βλαπτική, σηματοδοτεί την αναδίπλωσή μας από μία κομματική λειτουργία ανοιχτή, ενώπιον και προς όφελος της κοινωνίας, στην κλασσική, κλειστή αριστερή μιας υποτιθέμενης συνεπούς καθαρότητας. Μόνον, που η καθαρότητα της αριστεράς στοιχίζει στην κοινωνία. Η πτωχή, πλην τίμια αριστερά είναι και άχρηστη και αχρείαστη… Επιπλέον δε, η κυβερνητική συμμετοχή, άνοιξε έναν δρόμο, που πραγματικά δεν έχει επιστροφή: δεν μπορείς να μην συνομιλείς, με αυτόν που συγκυβέρνησες.
Συντρόφισσες και σύντροφοι, πιστεύουμε, ότι η ΔΗΜΑΡ οφείλει να προσέλθει στην πρόσκληση σε διάλογο, έτσι, όπως είναι. Με τις σημαίες, τα λάβαρά της, τους ανθρώπους και τις ιδέες της. Υπάρχουν ζητήματα ανοιχτά; Προφανώς και υπάρχουν. Κάθε αντίρρηση, ένσταση ή επιφύλαξη, που διατυπώνεται εδώ, είναι υπαρκτή και απασχολεί όλους μας. Μπορούν να αξιοποιηθούν παραγωγικά και προς όφελος του διαλόγου. Όταν όμως η επιφύλαξη ακυρώνει την πολιτική πρωτοβουλία σε ένα περιβάλλον γεμάτο προκλήσεις, τότε βρισκόμαστε σε στασιμότητα˙ ακυρώνουμε τον εαυτό μας, τους λόγους ύπαρξής μας. Και όχι μόνον. Ακυρώνουμε και την ίδια την πρωτοβουλία, την επείγουσα αναγκαιότητα της οποίας έχουμε μόλις πριν λίγο αναγνωρίσει.
Συντρόφισσες και σύντροφοι, θα μου επιτρέψετε και να τελειώσω με μία προσωπική αναφορά. Θεωρώ, ότι σας την οφείλω, μιας και είμαι μία απ’ αυτούς που υπέγραψαν το κείμενο των 58. Αντιλαμβάνεστε, ότι δεν το έκανα τυχαία. Ότι με απασχόλησε οδυνηρά. Δεν θα το έκανα, εάν είχα και την παραμικρή υπόνοια, ότι βρίσκεται σε αντίθεση, με όσα, ως μέλος και στέλεχος του κόμματος, καλούμαι να υπηρετήσω. Η πρόσκληση των 58 δεν είναι η λύση. Είναι όμως, ένα βήμα, για τη δημιουργία των προϋποθέσεων για τη λύση. Η παρουσία της ΔΗΜΑΡ στον ζητούμενο διάλογο μπορεί να καλυτερέψει και να εγγυηθεί κάποια πράγματα. Η απουσία της, να τα υπονομεύσει.
Επιφυλάξεις έχω πάρα πολλές και δεδομένο τίποτα. Αποχωρώντας απ’ τον ΣΥΝ όμως, αποκήρυξα οριστικά και όλα τα ασφαλή αριστερά καταφύγια. Ξέρετε πολύ καλά, ότι θα μπορούσα να είμαι εξαιρετικά βολεμένη σ’ αυτά. Όμως, ενώ οι προκλήσεις είναι παρούσες, εμείς δεν μπορεί να δηλώνουμε απόντες. Πολύ περισσότερο, όταν εμείς οι ίδιοι, γνωρίζουμε καλά, ότι είμαστε παρόντες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
O διάλογος προϋποθέτει τον σεβασμό της διαφορετικής άποψης. Γι' αυτό κάθε υβριστικό, προσβλητικό ή χυδαίο σχόλιο θα διαγράφεται.