Σελίδες

Δευτέρα 29 Ιουλίου 2013

Οι μεταρρυθμίσεις που δεν έγιναν

Του Γιώργου Σιακαντάρη, www.metarithmisi.gr/
Μπαίνουμε στο 6ο χρόνο της ύφεσης και δυστυχώς τα μηνύματα για την έξοδο απ’ αυτήν δεν είναι καθόλου ενθαρρυντικά. Ταυτοχρόνως οι «μεταρρυθμίσεις» που αφορούν την απόλυση ανθρώπων με σημαντικά προσόντα κινδυνεύουν να υποσκάψουν εντελώς το κύρος της έννοιας «μεταρρύθμιση». Και όμως σήμερα αυτές είναι απαραίτητες όσο ποτέ άλλοτε, αλλά μεταρρυθμίσεις και όχι λογικές κοινωνικού αυτοματισμού. Μέχρι τώρα η τρόικα ζητά επιτακτικά αλλαγές στο δημόσιο τομέα και προτείνει ελάχιστες στο χώρο της αγοράς. Χωρίς να θέλω να μειώσω ούτε κατ’ ελάχιστο τη σημασία των μεταρρυθμίσεων στο δημόσιο τομέα (όχι όμως αυτών που σήμερα πραγματοποιούνται), νομίζω πως οφείλουμε να θέσουμε και το ζήτημα και των μεταρρυθμίσεων στην αγορά. Πρέπει να μιλήσουμε γι’ ένα διπλό Μνημόνιο. Το πρώτο ήταν αυτό που έχουμε συναινέσει και υπογράψει και αφορά τις όποιες μεταρρυθμίσεις στο κράτος και το άλλο αυτό που θα επιβάλλει μεταρρυθμίσεις στην αγορά.
Εδώ λοιπόν υπάρχουν τέσσερεις άξονες
Πρώτον το Φορολογικό. Στην Ελλάδα οι περισσότερες ανισότητες γεννιούνται από τις φορολογικές ανισότητες. Το φορολογικό μας σύστημα διέπεται από τέσσερεις αρνητικές συνιστώσες. Η πρώτη αφορά το σημαντικά μικρότερο βάρος της φορολογίας ως ποσοστού του ΑΕΠ στο σύνολο των εσόδων. Το δεύτερο αφορά το χαμηλότερο βάρος των άμεσων φόρων,
τρίτο είναι το χαμηλότερο ύψος σ’ όλη την Ευρώπη των εργοδοτικών εισφορών και τέλος η ιδιαίτερα μικρή συνεισφορά των ελεύθερων επαγγελματιών στα ασφαλιστικά τους ταμεία (δες αναλυτικά στο Τάσος Γιαννίτσης, Η Ελλάδα στην κρίση, Πόλις). Το μεγάλο πρόβλημα στη φορολογία είναι η στενή φορολογική βάση. Πάντως τα στοιχεία για τα φορολογικά έσοδα καταρρίπτουν τον μύθο, πως για όλα φταίνε οι εργαζόμενοι του δημοσίου.

Σήμερα που είμαστε πρωταθλητές στη δημοσιονομική προσαρμογή (καλύτερη μεταβολή δημοσιονομικού αποτελέσματος με τη μείωση κατά 8,6 μονάδες του ελλείμματος, καλύτερη μεταβολή κυκλικά διορθωμένου δημοσιονομικού αποτελέσματος, που είναι το αρνητικό αποτέλεσμα που προκύπτει στην ανάπτυξη, αν συνυπολογιστεί το κόστος των αυξημένων φόρων και των περικοπών των δαπανών, εδώ η μείωση φθάνει στις 14 ποσοστιαίες μονάδες), σήμερα που η Έκθεση του 2012 του ΟΟΣΑ (OECD, Economic Policy Reform 2012) για την εφαρμογή μέτρων διαρθρωτικής πολιτικής τοποθετεί τη χώρα μας στην πρώτη θέση των μεταρρυθμίσεων, είναι καιρός να μιλήσουμε και για την ανάγκη των δικών μας εσωτερικών μεταρρυθμίσεων στην αγορά.

Το δημοσιονομικό μας πρόβλημα γεννήθηκε από την κακή ποιότητα των εσόδων μας και δευτερευόντως από τις υπέρογκες δημόσιες δαπάνες. Το 2007, έναν χρόνο πριν ξεσπάσει η παγκόσμια και η ελληνική κρίση οι δαπάνες του κράτους μας ανέρχονταν στο 40,2% του ΑΕΠ, ενώ ο μέσος όρος στην ευρωζώνη ήταν 45,1%. Τα δημόσια έσοδα επίσης άγγιζαν το 40%. Χαμηλά αλλά όχι τα χαμηλότερα. Το πρόβλημα προέκυπτε από το γεγονός ότι τα έσοδα αυτά ήταν από τη μισθωτή εργασία, ενώ οι φόροι από τα επιχειρηματικά κέρδη ήταν πολύ χαμηλότεροι από όλες τις άλλες χώρες του ΟΟΣΑ. Ιδού λοιπόν πεδίο δόξης λαμπρό για να αλλάξουν τα πράγματα μέσω της διεύρυνσης της φορολογικής βάσης. Διεύρυνση της φορολογικής βάσης αυτομάτως σημαίνει και μείωση των φορολογικών συντελεστών στα κέρδη (όχι κατ΄ ανάγκη νεοφιλελεύθερο μέτρο) και όχι μόνο στους φόρους για την κατοικία. Αν φορολογούνται όλοι, τότε τα βάρη επιμερίζονται. Στοιχειώδες Γουάτσον.

Δεύτερον, είναι το ζήτημα με το άγριο τοπίο των εργασιακών σχέσεων εξαρτημένης εργασίας, οι οποίες κρύβονται πίσω από χιλιάδες εργαζόμενους, που δουλεύουν με δελτία παροχής υπηρεσιών. Αυτοί ενώ υποχρεούνται να τηρούν όλες τις δεσμεύσεις της εξαρτημένης εργασίας, δεν έχουν κανένα από τα δικαιώματά της (ασφάλιση ΙΚΑ, 13ο και 14ο μισθό, εγγυημένο χρόνο διακοπών). Είναι επιτακτική ανάγκη να αναβαθμιστεί ο ρόλος της Επιθεώρησης Εργασίας, να προσληφθούν εκεί νέοι καταρτισμένοι υπάλληλοι, με εξορθολογισμό της δράσης της, που δεν θα αναλώνεται στην επιβολή προστίμων σ’ εργοδότες, την ώρα που αυτοί αρνούνται να πληρώσουν ακόμη και τους μισθούς.

Φυσικά εδώ τεράστια σημασία έχει και η αλλαγή της εργασιακής (καλύτερα να πω εργοδοτικής) νομοθεσίας, που σήμερα «προασπίζει» τα συμφέροντα των μπαταξήδων και αφερέγγυων εργοδοτών και όχι τα συμφέροντα των εργαζόμενων. Αυτή η πλευρά ακουμπά πολύ περισσότερο τους πολίτες απ’ ότι η μείωση του ΦΠΑ στην εστίαση. Οι κοινωνικές αδικίες και ανισότητες που γεννά αυτή η μονόπλευρα «ταξική νομοθεσία» σε σχέση κυρίως με τις επιχειρήσεις που κλείνουν και τα δικαιώματα των ανθρώπων που χάνουν την εργασία τους, έχουν ιδιαίτερα αρνητικό αντίκτυπο στον τρόπο που αξιολογείται από τους πολίτες το πολιτικό μας σύστημα. Από τον έλεγχο αυτής της πλευράς της εργασίας όχι μόνο θα ανακουφιστούν πολλοί εργαζόμενοι, αλλά και θα υπάρξουν δημοσιονομικά και εισφοροεισπρακτικά αποτελέσματα. Είπαμε το πρόβλημα μας δεν είναι μόνο οι δαπάνες, αλλά και τα έσοδα.

Το πεδίο της μείωσης των τιμών είναι η τρίτη μεγάλη και αναγκαία μεταρρύθμιση στην οποία πρέπει να προχωρήσει η χώρα. Αυτό σημαίνει πως πρέπει άμεσα να επανασχεδιαστεί και να αναβαθμιστεί (με προσωπικό και αρμοδιότητες) η Επιτροπή Ανταγωνισμού. Αυτή σήμερα έχει ένα νομικό ρόλο, ενώ έπρεπε να λειτουργεί με κριτήρια ελέγχου των οικονομικών ενεργειών και όχι μόνο των νομικών.

Και τέταρτο και πιο σημαντικό.

Πρέπει να προχωρήσει η σύσταση μιας επιστημονικής επιτροπής για την ανάγκη θεσμοθέτησης ενός Ελάχιστα Εγγυημένου Εισοδήματος. Αυτή η επιτροπή θα εξετάσει το δημοσιονομικό, αλλά και τα οφέλη στην ανακούφιση των ελλήνων πολιτών και την πιθανή διευκόλυνση στην αναπτυξιακή προσπάθεια, από τη θεσμοθέτηση του Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος. Αυτό πρέπει να συνοδευτεί και με μέτρα για την ιατροφαρμακευτική κάλυψη όλων των Ελλήνων πολιτών

Σίγουρα είναι πάρα πολλές οι παράμετροι που πρέπει να υπολογιστούν για να καθιερωθεί το ελάχιστα εγγυημένο εισόδημα. Δεν είμαι σίγουρος ούτε για την αποτελεσματικότητά του, αλλά ούτε και για την αναποτελεσματικότητά του. Είμαι όμως βέβαιος ότι η συζήτηση για την αποτροπή ενός κοινωνικού ναυαγίου πρέπει να ξεκινά από τη φορολογική μεταρρύθμιση, να περνά από το κράτος υπηρεσιών, τις εργασιακές σχέσεις, τη μείωση των τιμών και να καταλήγει σε προτάσεις όπως το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα και την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη γι’ όλους.

Κάποια στιγμή πρέπει να εφαρμοστεί και το ελληνικό μνημόνιο και όχι μόνο να δικαιολογούμε τα πάντα επικαλούμενοι τις εντολές της εκτός τόπου και χρόνου τρόικας, της γερμανικής δηλαδή αντίληψης για την τιθάσευση των ελλειμμάτων.
Ο Γιώργος Σιακαντάρης είναι κοινωνιολόγος, συγγραφέας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

O διάλογος προϋποθέτει τον σεβασμό της διαφορετικής άποψης. Γι' αυτό κάθε υβριστικό, προσβλητικό ή χυδαίο σχόλιο θα διαγράφεται.