Του Γιώργοy Λακόπουλου, www.protagon.gr, 20.4.13
Την επόμενη Δευτέρα αρχίζει μια μεγάλη δίκη. Ο Άκης Τσοχατζόπουλος κάθεται στο εδώλιο με ένα βαρύ κατηγορητήριο για διαφθορά. Ό,τι χειρότερο για έναν πολιτικό, είναι να κατηγορείται για ιδιοποίηση του δημοσίου χρήματος. Αλλά και ό,τι καλύτερο για έναν κατηγορούμενο είναι να βρίσκεται μπροστά τον φυσικό δικαστή του, όπου μπορεί να υπερασπιστεί τον εαυτό του και να μην κρεμάνε στα μανταλάκια. Αν όσοι τον κατηγορούν έχουν στοιχεία και τον κατηγορούν δίκαια, να καταδικαστεί. Αν όχι, να αποδοθεί στην κοινωνία χωρίς σκιές. Έτσι λειτουργούν τα πράγματα στις δημοκρατικές κοινωνίες. Οι άνθρωποι δεν καταδικάζονται ούτε από τα ΜΜΕ, ούτε από τους πολιτικούς αντιπάλους τους, ούτε με διαδόσεις. Καταδικάζονται από τα συντεταγμένα δικαστήρια με στοιχεία. Μπορούν να ακούσουν από τα όργανα της πολιτείας για ποιο λόγο κατηγορούνται και μπορούν να αναπτύξουν τα επιχειρήματά τους. Και η δικαστική κρίση βάζει τα πράγματα στη θέση τους. Αυτό ακριβώς συμβαίνει, επιτέλους, με τον Άκη Τσοχατζόπουλο. Και το μόνο που μπορεί να πει κανείς αυτή τη στιγμή είναι να έχει μια δίκαιη δίκη, όπως πρέπει να έχει κάθε κατηγορημένος.
Στην περίπτωσή του, αυτό έχει ιδιαίτερη αξία γιατί η κοινή γνώμη δείχνει να έχει ήδη αποφανθεί για την ενοχή του, υπό τον βομβαρδισμό που δέχεται από τα μέσα ενημέρωσης, με βάση πληροφορίες που διαρρέουν από τη δικογραφία ή με βάση θεωρίες και εκδοχές που διατυπώνονται χωρίς δυνατότητα ελέγχου τους.
Για πολλούς η καταδίκη του προεξοφλείται. Εννοείται όμως ότι οι δικαστές του θα σταθούν πάνω από αυτά και θα κρίνουν κατά συνείδηση, κατά το νόμο και με βάση τη δικογραφία και τα στοιχεία που θα έχουν στα χέρια τους, χωρίς να επηρεαστούν από την περιρρέουσα ατμόσφαιρα. Τα υπόλοιπα δεν έχουν σημασία αυτή τη στιγμή. Εκτός από κάτι το οποίο δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητο.
Ο Τσοχατζόπουλος στην προανακριτική διαδικασία ζήτησε να κληθούν τα μέλη του ΚΥΣΕΑ της εποχής για τις υποθέσεις που κατηγορείται. Δεν έγινε δεκτό. Τώρα, λίγο πριν αρχίσει η δίκη ζητάει ο ίδιος προσωπικά από τον καθένα που μετείχε σε αυτό το κυβερνητικό όργανο να πάει στο δικαστήριο και να πει τι ξέρει.
Θα έλεγε κανείς ότι δεν χρειάζονταν να το ζητήσει. Μόνοι τους αυτοί οι άνθρωποι, δυο πρώην πρωθυπουργοί και καμιά δεκαριά υπουργοί, έπρεπε να το κάνουν. Και υπάρχει ακόμη καιρός να προσφερθούν να καταθέσουν τη μαρτυρία τους, όποια και αν είναι αυτή.
Αν γνωρίζουν ή έστω αν κρίνουν ότι ο πρώην συνάδελφός τους είναι ένοχος, να το καταθέσουν ενώπιων των δικαστών. Αν αμφιβάλουν, ή αν δεν το πιστεύουν να το πουν ευθέως. Αν δεν ξέρουν τίποτε και αυτό να το καταθέσουν.
Θα μπορούσε να πει ότι είναι υποχρέωσή τους να το κάνουν. Όχι μόνο γιατί το οφείλουν στους πολίτες που πρέπει να ξέρουν. Αλλά και γιατί με τον σημερινό κατηγορούμενο ήταν για πολλές δεκαετίες μαζί, κυβέρνησαν τη χώρα, συνεργάσθηκαν σε μεγάλες υποθέσεις. Αν πιστεύουν στο κατηγορητήριο που τον βαρύνει, να το πουν εκεί που πρέπει να λέγονται αυτά τα πράγματα. Αν πάλι θεωρούν ότι οι κατηγορίες τον αδικούν, πρέπει δυο φορές να το πουν. Ακόμη και αν δεν ξέρουν τίποτε, πρέπει να το καταθέσουν. Κι αυτό θα έχει τη σημασία του. Υπεύθυνοι υπουργοί ήταν. Δεν μπορεί να μην έχουν ιδέα για τίποτε.
Τη Δευτέρα δεν κρίνεται μόνο η τιμή και η υπόληψη ενός προσώπου ή ενός κόμματος και μιας κυβέρνησης. Κρίνεται η τιμή της πολιτικής που καταρρέει. Για να ανακτηθεί αυτή η τιμή πρέπει οι ένοχοι να τιμωρούνται και οι αδίκως κατηγορηθέντες να δικαιώνονται. Αυτή είναι δουλειά των δικαστηρίων. Αλλά, ταυτόχρονα, δεν νοείται πρώην υπουργοί και πρωθυπουργοί να βάλουν το κεφάλι στην άμμο σε τέτοια θέματα και να κρύβονται από τη Δικαιοσύνη. Γιατί δεν λένε τι ξέρουν;
Ακόμη και αν δεν ξέρουν πρέπει να το πουν υπεύθυνα και να κριθούν από αυτό. Πώς είναι δυνατόν να σφυρίζουν κλέφτικα και να κρύβονται σε μια τόσο συνταρακτική υπόθεση σαν να μην τους αφορά; Αν δεν αφορά όσους κυβέρνησαν, ποιον αφορά; Σε ποια Δημοκρατία και σε ποια Δικαιοσύνη ή σε ποια τιμή της πολιτικής πιστεύουν όταν δεν κάνουν ούτε αυτό που θα έκανε ο οποιοσδήποτε ευσυνείδητος πολίτης;
Τα πράγματα πλέον είναι καθαρά - μιλάμε για δίκη. Για τον φυσικό χώρο αναζήτησης της αλήθειας. Αν ο Τσοχατζόπουλος είναι ένοχος, να ενισχύσουν τις αποδείξεις της ενοχής του. Αν δεν είναι, να διευρύνουν τα περιθώρια απόδειξης της αθωότητάς του. Έτσι κάνουν οι πολιτικοί που σέβονται την ιδιότητά τους. Κρυπτόμενοι, τι ακριβώς θα πετύχουν; Αν οι κυβερνήσεις τους λειτουργούσαν με καπετανάτα και ο κάθε υπουργός έκανε ό,τι του κάπνιζε, να το πουν. Αν ο Άκης προσπαθεί, απλώς, να τους μπλέξει, καλώντας τους να καταθέσουν - και αυτό να το πουν. Γιατί αποφεύγουν να έλθουν πρόσωπο με πρόσωπο με αυτή την υπόθεση;
Αν η σιωπή τους σημαίνει ότι πιστεύουν πως πίσω από τον πρώην υπουργό που δικάζεται θα κρυφτούν όλες οι μεριές του πολιτικού συστήματος και των κομμάτων εξουσίας για τρεις δεκαετίες, κάνουν λάθος και θα το βρουν μπροστά τους. Μόνο η αλήθεια μπορεί να λυτρώσει το πολιτικό σύστημα. Και η αλήθεια πρέπει να λέγεται με παρρησία, όποια και αν είναι. Σε αντίθετη περίπτωση, μιλάμε για απόκρυψή της. Και αυτό θα είναι ένα ακόμη βάρος, ένα στίγμα, για την πολιτική και τους πολιτικούς, όποια κατάληξη και αν έχει η δίκη που αρχίζει τη Δευτέρα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
O διάλογος προϋποθέτει τον σεβασμό της διαφορετικής άποψης. Γι' αυτό κάθε υβριστικό, προσβλητικό ή χυδαίο σχόλιο θα διαγράφεται.