Της Κατερίνας Σχινά, http://booksjournal.gr, τχ. 28, Φεβρουάριος 2013
Μετά από ένα και πλέον μήνα φημολογιών και ονοματολογίας (κλείνει, ή δεν κλείνει; Δέχεται ή δεν δέχεται;) βγήκε επιτέλους λευκός καπνός από το Υπουργείο: Αbolemus ΕΚΕΒΙ. Η κατάργηση του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου είναι πια γεγονός και μπορούν να επιχαίρουν όσοι το αμφισβήτησαν (και δεν είναι λίγοι) και να δυσανασχετούν όσοι αναγνώριζαν –παρά τα σποραδικά κρούσματα αδιαφάνειας, ημετερισμού, αδράνειας και ευκολίας, παρά τις αστοχίες ή και τα λάθη– τη θετική συνεισφορά του στη χάραξη και την υλοποίηση μιας (επιτέλους υπαρκτής, έστω και όψιμης) εθνικής πολιτικής βιβλίου. Ο υπουργός Κώστας Τζαβάρας ανακοίνωσε δημόσια και ανεπιφύλακτα την απόφασή του, αφήνοντας μάλιστα να πλανάται στην ατμόσφαιρα μια οσμή σκανδάλου που γινόταν αψύτερη σε κάποιες αποστροφές του λόγου του: το ΕΚΕΒΙ «έχει ελλείψεις και παθογένειες οι οποίες κάθε άλλο παρά είναι στην κατεύθυνση των δράσεων που πρέπει να σχεδιάσουμε για την υποστήριξη του βιβλίου (sic)»· κατά το παρελθόν αποτέλεσε «όαση δημοσιονομικής ανομίας»· και, όπως και άλλοι θεσμοί ιδιωτικού δικαίου στους οποίους είχε εκχωρηθεί τμήμα της κρατικής πολιτικής, επέτρεπε σε «κάποιους» να κάνουν «πλεύσεις αναψυχής».
Κι έτσι, τα είκοσι σχεδόν χρόνια του ΕΚΕΒΙ διαγράφονται με συνοπτικές διαδικασίες και μαζί μ’ αυτά η αναγνώριση μιας πολιτιστικής πολιτικής που είχε και πρόγραμμα, και σχέδιο και στόχους και αποτέλεσμα – ίσως κατώτερο του προσδοκώμενου, πάντως αποτέλεσμα. Και μαζί μ’ αυτό, μουτζουρώνονται και κάποιοι φορείς που δραστηριοποιούνται στο χώρο των εκδόσεων, εκείνοι που σύμφωνα με τον Υπουργό επέλεξαν «να κάνουν επιχειρηματικές δουλειές μέσα από το βιβλίο». Απορεί κανείς με τη διάκριση –που λες και έρχεται από πολύ μακριά, από την εποχή των μικρών τυπογραφείων και των εκδόσεων «ιδίοις αναλώμασι», από την εποχή (1931) των 150 αντιτύπων της «Στροφής», της πρώτης συλλογής του Γιώργου Σεφέρη, πολλά από τα οποία, καθώς θα αφηγηθεί ο ποιητής στον Έντμουντ Κήλυ, εξακολουθούσαν να μένουν αδιάθετα στα βιβλιοπωλεία οκτώ χρόνια αργότερα. «Πολιτισμικό αγαθό» ήταν και η Στροφή, όμως δεν βρήκε στον καιρό της αναγνώστες. Η «επιχειρηματική δραστηριότητα» γύρω από το βιβλίο είναι εκείνη που το διαδίδει, το προωθεί και το προστατεύει. Όσο για τα φαινόμενα ευνοιοκρατίας, αν υπάρχουν, στο χέρι της πολιτείας είναι να τα εξαλείψει. Η κατονομασία των δυσλειτουργιών δεν θα έπρεπε να συνεπάγεται και συνολική απαξίωση του θεσμού.
Γιατί υπάρχει και το μετά: Ποιοι και πώς θα διαχειριστούν ένα έργο που εξακολουθεί να παράγει δράσεις, να απορροφά ΕΣΠΑ και να δημιουργεί υποχρεώσεις και προσδοκίες; Περίπου άδηλο, αν κρίνουμε από τις εσπευσμένες, εμβαλωματικές απαντήσεις του υπουργού στην πρόσφατη συνέντευξη Τύπου [«στο data room του υπουργείου είναι όλα έτοιμα για να συνεχίσει η λειτουργία της Βιβλιονέτ», «Η διεθνής έκθεση (εννοεί: βιβλίου) Θεσσαλονίκης θα γίνει τον Μάιο σε συνεργασία με τον Δήμο Θεσσαλονίκης και την Helexpo», «θα συνεχιστεί το πρόγραμμα Φράσις για τη μετάφραση και το (επίμαχο) πρόγραμμα της Φιλαναγνωσίας στα σχολεία»] που μέσα στην αοριστία τους έμοιαζαν ανερμάτιστα ευχολόγια. Χωρίς διάλογο, επιχειρήματα, ή σχέδιο για την επόμενη μέρα, ο κ. Τζαβάρας ξεπέρασε σε ταχύτητα ακόμη και το υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης, αποκαλύπτοντας την αδιανόητη προχειρότητα με την οποία αντιμετωπίζεται ένας τόσο ευαίσθητος και πολλαπλά δοκιμαζόμενος χώρος, όπως το βιβλίο, και εκμηδενίζοντας όσα θετικά μπορεί να προσμετρήσει κανείς στο ΕΚΕΒΙ. Το πράγμα, μάλιστα, γίνεται σχεδόν εφιαλτικό, αφού η εκπεφρασμένη του πρόθεση να μεταφέρει στη Διεύθυνση Γραμμάτων του υδροκέφαλου υπουργείου Παιδείας, Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού το έργο του ΕΚΕΒΙ, σημαίνει εγκατάλειψη σημαντικών δράσεων στη γραφειοκρατία και στη δημοσιοϋπαλληλική αντίληψη για τον πολιτισμό.
Και με την ευκαιρία, αντί να ξιφουλκήσω κι εγώ υπενθυμίζοντας την αδιαφορία, την αμηχανία ή και την ιδιοτέλεια ακόμη με την οποία αντιμετώπισαν το βιβλίο οι παράγοντες του υπουργείου στο προ του ΕΚΕΒΙ παρελθόν (επιδοτώντας ημετέρους, προβαίνοντας σε αγορές άχρηστων βιβλίων, διορίζοντας αμφιλεγόμενες επιτροπές, επιδεικνύοντας αναχρονιστική διαχειριστική νοοτροπία), προτιμώ να δώσω ένα δείγμα «διαπολιτισμικής πρωτοβουλίας», κωμικά ενδεικτικό των βλαβερών συνεπειών της δημοσιοϋπαλληλίας. Δεν χρειάζεται παρά να αντιγράψω λίγες μονάχα φράσεις γραμμένες σε μιαν ανύπαρκτη ελληνική:
«Γιατί το απαραίτητο μέλλον είναι η τυπική χύση των δακρύων», «η κορυφή της μήλου των μαγούλων υψώνεται», «κυμαίνονται τα κύματα», «οι φουρκέτες σε σχήμα φοίνιξ», «έσφιξε τον λαιμό των ξυλακίων» και, τέλος, μια αμίμητη γενική απόλυτος: «πεφτώντων των ιδρώτων».
Μη φανταστείτε ότι τις ξεσήκωσα από τον Μποστ· τις αλίευσα από την «Ανθολογία Σύγχρονης Κινεζικής Ποίησης» που εξέδωσε η Διεύθυνση Γραμμάτων του υπουργείου Πολιτισμού το 2010 με την ευκαιρία της συμμετοχής της Κίνας ως τιμώμενης χώρας στην 7η Διεθνή Έκθεση Βιβλίου της Θεσσαλονίκης. Έτσι, κατά πως φαίνεται, αντιλαμβάνονται οι υπηρεσίες του υπουργείου τη γλωσσική επιμέλεια των εκδόσεών τους – αλλά βέβαια ποιος νοιάζεται για την ποιότητα ενός βιβλίου που κυκλοφόρησε για να κυκλοφορήσει, εκ προοιμίου καταδικασμένο να μη συναντηθεί ποτέ με τους αναγνώστες;
Συμπέρασμα: αν θέλουμε το ΕΚΕΒΙ ανοιχτό, δεν είναι γιατί εθελοτυφλούμε μπροστά στις αδυναμίες του, ούτε γιατί εγκρίνουμε συλλήβδην τις πρωτοβουλίες του. Πολλές απ’ αυτές ήταν εσφαλμένες, στρεβλές, πρόχειρες, εσωστρεφείς, κάποτε έως και αγοραίες, όπως π.χ. το Βραβείο Αναγνωστών. Άλλες αποδείχτηκαν δύσκαμπτες και ατελέσφορες – όπως η προβολή του ελληνικού βιβλίου στο εξωτερικό. Όμως η Πολιτεία ελέγχει, ανανεώνει, αναδιαρθρώνει, βελτιώνει, εξυγιαίνει και, αν υπάρχει αποχρών λόγος, εγκαλεί. Διατηρεί και προστατεύει τους θεσμούς της, και σε περιόδους κρίσης, προσπαθεί να βάλει χαλινάρι σε πολιτικές πολυτελείας και να ανακατευθύνει σε ουσιαστικές, ανταποδοτικές δράσεις. Δεν κόβει ό,τι πονάει, ούτε σφαλίζει τα παράθυρα που επιτρέπουν στη δημόσια κουλτούρα να ανασάνει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
O διάλογος προϋποθέτει τον σεβασμό της διαφορετικής άποψης. Γι' αυτό κάθε υβριστικό, προσβλητικό ή χυδαίο σχόλιο θα διαγράφεται.