Του Aνδρέα Παππά, Athnes Voice
Παλαιόθεν η κομμουνιστική αριστερά επιδιδόταν σε αυτό που στην πολιτική γλώσσα αλλά και ευρύτερα είναι γνωστό με την εμβληματική φράση «ναι, αλλά κι εσείς καταπιέζετε τους νέγρους». Η φράση προέρχεται, βέβαια, από το σχετικό ανέκδοτο με τους Aμερικανούς επισκέπτες που, όταν σχολίασαν την έλλειψη αγαθών, στην αλήστου μνήμης Σοβιετική Ένωση, έλαβαν αυτή την απάντηση. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και στις μέρες μας με το επίκαιρο όσο και ακανθώδες θέμα της βίας. Σχεδόν κάθε φορά που ένας εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ καλείται να αποδοκιμάσει μια πράξη βίας, σπεύδει να εκφωνήσει ένα λογύδριο του τύπου «βία δεν είναι μόνο αυτό, βία είναι και οι απολύσεις, και η ανεργία, και οι μειώσεις των συντάξεων, και, και…». Όλα αυτά είναι όντως πολύ δυσάρεστα, πολύ «κακά» πράγματα. Ωστόσο, στην πλουσιότατη γλώσσα μας, υπάρχουν άλλες λέξεις εκτός της «βίας» για να τα κατονομάσουν.
Καμιά αντίρρηση να γίνεται και γι’ αυτά συζήτηση και να τα κρίνουμε αυστηρότατα. Όμως η βία είναι κάτι άλλο, πολλώ μάλλον που η σχετική συζήτηση γίνεται συνήθως έπειτα από ένα πολύ συγκεκριμένο περιστατικό, όπως είναι ο προπηλακισμός πολιτικών αντιπάλων, οι αντισυγκεντρώσεις κ.λπ., για να μην πάμε και σε ακραίες εκφάνσεις της ίδιας, σε τελική ανάλυση, λογικής, όπως οι εμπρησμοί κινηματογράφων και τραπεζών.
Ως γνωστόν, αν για κάτι «ευθυνόμαστε όλοι», τελικά δεν ευθύνεται κανένας. Κάτι ανάλογο ισχύει και με τη βία: αν όλα τα αρνητικά που συμβαίνουν στην κοινωνία είναι «βία», τότε… τίποτα δεν είναι βία. Έτσι, η με το τσιγκέλι αποσπασμένη κατά κανόνα καταγγελία/αποδοκιμασία κάποιου βίαιου περιστατικού είθισται να συνοδεύεται από κάποια φράση του τύπου «ναι μεν, αλλά…» ή «πρέπει να καταλάβουμε τη δικαιολογημένη αγανάκτηση του λαού».
Είναι δικαίωμα του πολίτη και η αποδοκιμασία, και η αγανάκτηση, και το σιχτίρισμα, και το να διαδηλώνει. Καμιά αντίρρηση. Απλώς, στις κοινοβουλευτικές δημοκρατίες θεωρείται αυτονόητο (ή μήπως όχι;) πως όλα αυτά γίνονται μέσα από κάποιες διαδικασίες και κάποιους θεσμούς, και όχι με την προσφυγή στο αρχέγονο δίκαιο του τσαμπουκά. Όμως, «εμένα δεν μου αρέσει η κοινοβουλευτική δημοκρατία» θα μπορούσε να αντιτάξει κάποιος. Και πάλι καμιά αντίρρηση. Πείσε, λοιπόν, την κοινωνία ότι η κοινοβουλευτική δημοκρατία δεν είναι «καλόν πράγμα» και, αφού εκείνη την καταργήσει, πρότεινέ της να εγκαθιδρύσει ό,τι εσύ νομίζεις πρόσφορο.
Ειδικότερα ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ κύριος Διαμαντόπουλος φάνηκε να προεκτείνει τη λογική που λίγο-πολύ περιέγραψα πιο πάνω. Έτσι μας πληροφόρησε πως βρισκόμαστε ενώπιον ενός τριλήμματος: ή αυτοκτονάμε (sic), ή παίρνουμε τα όπλα, ή τον ακολουθούμε στη δημιουργία ενός «κινήματος» (στο οποίο, προφανώς, θα έχουμε «συναγωνιστές» τον ίδιον, τον Στάθη Παναγούλη, τον επιβήτορα Τατσόπουλο, τον κωμικό Γιώργο Πάντζα, τον υπαρχηγό του Άκη Τσοχατζόπουλου, τη Ζωή Κωνσταντοπούλου, καθώς και άλλα αστέρια που ίσως μου διαφεύγουν τώρα). Παράλληλα, μας εξήγησε πως βία είναι και η φτώχεια, η ανεργία, τα αυθαίρετα, η μη δωρεάν πρόσβαση στις πλαζ, η ανασφάλεια (!) κ.λπ. κ.λπ.
Όλα βία, λοιπόν: κι αυτά, κι εκείνα.
Ίσως την επόμενη φορά που θα απευθυνθεί στον ελληνικό λαό, ο κύριος Διαμαντόπουλος θα μπορούσε να εμπλουτίσει τον κατάλογό του και με άλλα πολύ αρνητικά, όπως οι αϋπνίες και η παχυσαρκία, η αραχνοφοβία και ο φόβος του ευνουχισμού, ή ακόμα και το να ζητήσεις από τη Μόνικα Μπελούτσι να περάσεις ένα βράδυ μαζί της κι εκείνη να σε «φτύσει».
Τι να περιμένει κανείς όμως, θα μου πείτε, από έναν πολιτικό σχηματισμό του οποίου ο προηγούμενος ηγέτης είχε πει στη Βουλή πως τη βία εξυμνεί και… ο Διονύσιος Σολωμός. Όταν η άγνοια συναντάει τον κακοχωνεμένο μαρξισμό, το μείγμα γίνεται πράγματι εκρηκτικό. Ή, μήπως, απλώς καταγέλαστο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
O διάλογος προϋποθέτει τον σεβασμό της διαφορετικής άποψης. Γι' αυτό κάθε υβριστικό, προσβλητικό ή χυδαίο σχόλιο θα διαγράφεται.