Του Ηλία Μαγκλίνη, Καθημερινή, 20.1.12
Από κατάληψη σε κατάληψη υπάρχει βέβαια διαφορά. Υπάρχουν οι καταλήψεις σχολείων, πανεπιστημίων, δημόσιων υπηρεσιών με στόχο κάποιο αίτημα, π.χ., να μην απολυθούν συμβασιούχοι. Μόλις ικανοποιηθεί πλήρως ή μερικώς το αίτημα, οι καταλήψεις αυτές λύονται. Υπάρχουν όμως και καταλήψεις χωρίς ημερομηνία λήξης, μέσα από τις οποίες προτείνονται εναλλακτικοί τρόποι κοινής ζωής ή έκφρασης. Η εδώ και μία εικοσαετία κατάληψη στη λεγόμενη βίλα Αμαλία είναι τέτοια περίπτωση. Η λήξη της επήλθε με την επέμβαση της αστυνομίας και κατόπιν αιτήματος φυσικού ή νομικού προσώπου, το οποίο ζήτησε την εκκένωση του κτιρίου. Αντίθετα, η επέμβαση της αστυνομίας στην επίσης πολύχρονη κατάληψη του κτιρίου επί της οδού Λέλας Καραγιάννη δεν είχε την ίδια κατάληξη: το κτίριο δεν εκκενώθηκε, οι προσαχθέντες αφέθησαν ελεύθεροι, αξιόποινες πράξεις δεν διαπιστώθηκαν, οπότε στο κτίριο επέστρεψαν οι καταληψίες. Ενδεχομένως, ορισμένοι να σκεφτούν ότι το φαινόμενο είναι καθαρά ελληνικό και δη μεταπολιτευτικό. Και όμως. Οι χρόνιες καταλήψεις που παίρνουν τη μορφή εναλλακτικών κοινοτήτων ή και κοινοβίων που λειτουργούν μέσα σε ένα πνεύμα κοινοκτημοσύνης είναι μια διεθνής υπόθεση με πολύ μακρά ιστορία, η οποία μάλιστα είναι στενά συνδεδεμένη με την εξέλιξη του χριστιανισμού.
Από τον 14ο αι.
Η όλη ιδέα περί εναλλακτικών κοινωνιών σχετίζεται με το χριστιανικό σκεπτικό περί Αποκάλυψης αλλά και με την έννοια της ουτοπίας. Σύμφωνα με τον ιστορικό Νίκο Καραπιδάκη, «ένα άλλο χαρακτηριστικό της Ουτοπίας κατά τον Τόμας Μορ είναι η ισότητα υπό το καθεστώς της οποίας ζουν οι κάτοικοι της πολιτείας του». Η χριστιανική πατερική παράδοση είχε υιοθετήσει το αρχαίο θέμα της καταγωγικής ισότητας μέσω συγγραφέων της (Κλήμης ο Αλεξανδρεύς, Αυγουστίνος, Αγιος Κυπριανός, Ζήσης της Βερόνας). «Η ιδέα μιας καταγωγικής ισότητας», γράφει ο Ν. Καραπιδάκης, «εναρμονιζόταν, κατά το χριστιανικό φαντασιακό, με την ιδεατή εικόνα της κοινότητας των πρώτων χριστιανών όπως την παρουσίαζαν οι Πράξεις των Αποστόλων. (...) Η ίδια η Εκκλησία αποδεχόταν, άλλωστε, ότι η κοινοβιακή ζωή υπό καθεστώς εθελουσίας πενίας ήταν η τελειότερη. (...) Η ιδέα της επαναφοράς της καταγωγικής ισότητας θα διαδοθεί σταδιακά, για να μετατραπεί σε έναν πραγματικό κοινωνικό μύθο. Θα τον υιοθετήσουν πολλοί κοσμικοί πριν από τα τέλη του 14ου αιώνα». Τα σχετικά κινήματα είναι πολλά και ξεκινούν μέσα στον 14ο αιώνα. Πιο εμβληματικά παραδείγματα όμως είναι αυτά του 15ου αι., οι Θαβωρίτες της Πράγας (1419-1426) και οι Αναβαπτιστές του Μίνστερ της Γερμανίας το 1534-35. Ειδικά η περίπτωση του Μίνστερ παρουσιάζει ειδικό ενδιαφέρον, καθώς οι Αναβαπτιστές συγκεντρώθηκαν μετά από περιπέτειες στην πόλη του Μίνστερ, με την προοπτική μιας κοινωνικής επανάστασης. Εκεί, πήραν την εξουσία εγκαθιδρύοντας μια νέα Ιερουσαλήμ υπό κοινοκτητικό και πολυγαμικό καθεστώς. Το κίνημα πνίγηκε τελικώς στο αίμα, όμως οι πνευματικές του επιρροές επιβίωσαν στους Βαπτιστές και στους Κουάκερους του Νέου Κόσμου.
Η αιματηρή ιστορία των Αναβαπτιστών του Μίνστερ έχει γοητεύσει πολλάκις τη λογοτεχνία, με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα το μυθιστόρημα «Q» («Εκκλησιαστής» στα ελληνικά, από τις εκδόσεις Τραυλός). Το ενδιαφέρον εδώ είναι πως το βιβλίο είναι γραμμένο από μια ομάδα αφανών συγγραφέων με έντονο όμως πολιτικό ακτιβισμό, υπογράφοντας με το παραπλανητικό όνομα ενός αληθινού ποδοσφαιριστή, του Luther Blisset.
Μιλάμε λοιπόν για έναν «μεσαιωνικό κομμουνισμό» με ρίζες χριστιανικές, ο οποίος είχε και συνέχεια. Για παράδειγμα, οι «Σκαφτιάδες» (Diggers) στην Αγγλία του 1650, κίνημα Αγγλων αγροτών προτεσταντών, οι οποίοι επέμεναν στις μικρές αγροτικές κοινότητες με βασική αρχή την οικονομική ισότητα και την κοινοκτημοσύνη.
Ειδικά η Βρετανία έχει μεγάλη παράδοση σε τέτοια κινήματα, τα οποία, με την πάροδο του χρόνου, προέκυψαν και σαν κοινωνική ανάγκη. Για παράδειγμα, περί τα τέλη του 19ου αιώνα, η αύξηση της φορολογίας είχε ως αποτέλεσμα πολλά μεγάλα κτίρια άδεια τα οποία, κάποια στιγμή, γέμισαν με άστεγους οι οποίοι δημιούργησαν αυτοσχέδιες κοινοβιακές κοινότητες. Το φαινόμενο έλαβε μεγαλύτερες διαστάσεις και μεταπολεμικά, όπου άποροι βετεράνοι αλλά και ολόκληρες οικογένειες κατέκλυσαν άδεια σπίτια. Η ανάγκη κάποια στιγμή θα έπαιρνε και τον χαρακτήρα εναλλακτικής πρότασης ζωής, ειδικά με την έλευση των διαφόρων πολιτικών και κοινωνικών κινημάτων περί τα τέλη της δεκαετίας του ’60.
Οι «σκουότερς»
Ετσι, λοιπόν, αν τα κατάλοιπα κοινοτήτων όπως οι Αναβαπτιστές ή οι Diggers, στο στενό τους θρησκευτικό πλαίσιο, έλαβαν διαστάσεις μιας εφιαλτικής δυστοπίας (βλέπε την κοινότητα του Τζέιμς Τζόουνς), σε ένα καθαρά κοινωνικό, πολιτικό πλαίσιο οι καταλήψεις απέκτησαν την υφή μιας ελευθερίας μέσα στη μεγάλη πόλη. Ειδικά στη Βρετανία, οι καταληψίες, γνωστοί ως «σκουότερς» (Squatters), αποτελούν σήμερα ένα ιδιαίτερα διαδεδομένο κίνημα, το οποίο διαθέτει συμβουλευτική υπηρεσία (Advisory Service for Squatters), έναν μη κερδοσκοπικό οργανισμό που λειτουργεί μέσω εθελοντών, ο οποίος ιδρύθηκε το 1975, προσφέροντας πρακτικές και νομικές συμβουλές σε καταληψίες.
Ελληνίδα εικαστική καλλιτέχνις, η οποία πήγε για σπουδές στο Λονδίνο το 1967 και έζησε για μεγάλα διαστήματα στη βρετανική πρωτεύουσα τις δεκαετίες του ’70 και του ’80, θυμάται σήμερα τη συγκεκριμένη υπηρεσία όπως και φίλους της καλλιτέχνες που ήταν τότε «σκουότερς». Η ίδια φιλοξενήθηκε σε κοινόβιο στο Λονδίνο, που δεν είναι το ίδιο πράγμα με το squatting. Οπως λέει, «στην Ελλάδα, η έννοια “κοινόβιο” είναι ταυτόσημη με το άντρο ακολασίας, κάτι που δεν ισχύει καθόλου, καθώς στα κοινόβια αυτά υπάρχουν αυστηροί και συγκεκριμένοι κανόνες. Γενικά, στην Αγγλία δεν μιλούν ποτέ όπως εδώ για τους ανθρώπους που καταλαμβάνουν άδεια σπίτια, με αρνητικούς χαρακτηρισμούς».
Η λίρα του Μπρίξτον
Οι εναλλακτικές κοινότητες μερικές φορές δεν έχουν τον χαρακτήρα των περιθωριακών ή νομικώς ρευστών καταλήψεων άδειων κτιρίων. Πάρτε για παράδειγμα την ιστορική περιοχή του Μπρίξτον, στο Λονδίνο. Ιστορική γειτονιά με έντονα κοινωνικά και πολιτικά φορτισμένο παρελθόν, στις 17 Σεπτεμβρίου του 2009, η τοπική αυτοδιοίκηση εισήγαγε το... δικό της νόμισμα. Είναι η λεγόμενη «λίρα του Μπρίξτον» (Brixton Pound). Τοπικό νόμισμα, που είχε στόχο να δώσει ώθηση στην οικονομία της περιοχής. Μάλιστα, το 2011 η λίρα του Μπρίξτον απέκτησε και την ηλεκτρονική της εκδοχή, μέσω της οποίας οι χρήστες πληρώνουν με... sms.
«Με τον τρόπο μας παράγουμε πολιτισμό»
«Στις αρχές του ’80», λέει η Ελληνίδα καλλιτέχνις, «με τη μεγάλη κρίση στην Αγγλία, το squatting αναπτύχθηκε ακόμα περισσότερο. Οι άστεγοι εξέδωσαν το περιοδικό The Big Issue, και έγινε μια προσπάθεια να ενημερωθεί το κοινό σχετικά με τις καταλήψεις. Στο Λονδίνο, το squatting θεωρείτο νόμιμο (legal) μα όχι νομότυπο (lawfull), γι’ αυτό και δεν μπορεί να επέμβει η αστυνομία. Συχνά όμως αυτό συμβαίνει βίαια μέσα από την ιδιωτική αστυνομία, τους λεγόμενους Bailiffs». Η ίδια δηλώνει ότι στην Ελλάδα οι καταληψίες τύπου «βίλα Αμαλία» είναι ταυτισμένοι με συγκεκριμένους πολιτικούς χώρους, κάτι που δεν ισχύει στην Αγγλία, όπου «λογιών λογιών άνθρωποι συστεγάζονται σε τέτοια οικήματα».
Μια νεαρότερη σε ηλικία εικαστική καλλιτέχνις που συμμετέχει στο κίνημα κατάληψης του θεάτρου «Εμπρός», που ξεκίνησε πέρυσι, μας είπε ότι «ο όρος “κατάληψη” δεν μας ταιριάζει. Κλείνουμε περισσότερο προς την “ενεργοποίηση” του παλιού θεάτρου». Η αλήθεια είναι ότι πρόκειται για μια ιδιαίτερα δυναμική κατάληψη, με πολιτιστικό προσανατολισμό, χωρίς παρουσία επί εικοσιτετραώρου βάσης στον συγκεκριμένο χώρο. «Το κύριο αίτημα μέσω του “Εμπρός” είναι η δημιουργία χώρων πολιτισμού αυτόνομα διαχειριζόμενων, έξω από θεσμούς, με επιμορφωτικά προγράμματα, κάτι που συνέβαινε και στη βίλα Αμαλία. Εχουμε έναν “κουμπαρά” όπου βάζει ό,τι μπορεί ο καθένας, ενώ οι αποφάσεις λαμβάνονται στις συνελεύσεις που είναι κεντρικά όργανα. Δεν είναι εύκολο όλο αυτό, αλλά δοκιμάζουμε νέους τρόπους τού να είμαστε μαζί. Μας βοηθούν και οι κάτοικοι του Ψυρρή. Είμαστε εναντίον του να γίνει ένας ιστορικός χώρος όπως το “Εμπρός” μπαρ. Θέλουμε να πούμε ότι και εμείς με τον τρόπο μας παράγουμε πολιτισμό».
Ισως πάλι να τίθεται και μια άλλη παράμετρος σε όλη αυτή την υπόθεση: η διαστρέβλωση της έννοιας της ιδιωτικής οικείας. Οπως λέει η φίλη καλλιτέχνις που έζησε το Λονδίνο των ’60s: «Σήμερα έχει περάσει η ιδέα ότι η κατοικία είναι φρούριο, ότι μόνον εκεί είσαι ασφαλής. Ναι, το σπίτι μου είναι ένας επιλεγμένα ανοιχτός χώρος στον οποίο ζω. Οχι ένα φρούριο στο οποίο κρύβομαι».
Διαβάστε
- Ν. Ε. Καραπιδάκης, «Ουτοπία ή φαντασιακή δόμηση της κοινωνίας;», εκδ. Κοινωφελές Ιδρυμα Κοινωνικού & Πολιτιστικού Εργου.
- Luther Blisset, «Εκκλησιαστής», μτφρ. Χρυσή Κακατσάκη, εκδ. Τραυλός.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
O διάλογος προϋποθέτει τον σεβασμό της διαφορετικής άποψης. Γι' αυτό κάθε υβριστικό, προσβλητικό ή χυδαίο σχόλιο θα διαγράφεται.