Σελίδες

Πέμπτη 6 Δεκεμβρίου 2012

Νο Europe, no party!


The Athens Review of Books, Τχ. 35 - Δεκέμβριος 2012
Τι συμβολίζει ο βιβλικός μύθος του πύργου της Βαβέλ; Ο συνειρμός που αυτόματα έρχεται πρώτος στο μυαλό μας είναι η ασυνεννοησία. Αν μας υποχρέωναν να κατασκευάσουμε μια γραπτή γλώσσα με δυτικά ιδεογράμματα, έναν τέτοιο πύργο, υπερφίαλο, μισοκατασκευασμένο και μισογκρεμισμένο, θα χρησιμοποιούσαμε. Αν μας ζητούσε κάποιος να περιγράψουμε σήμερα την κατάσταση της «Ενωμένης Ευρώπης», πάλι το ίδιο πυργοειδές σύμβολο θα χρησιμοποιούσαμε. Και θα ήταν εντελώς ταιριαστό, τόσο από πλευράς αντίληψης όσο και από πλευράς πρακτικών αποτελεσμάτων. Πώς αλλιώς να περιγράψεις αντιλήψεις και προσεγγίσεις τόσο διαφορετικές όσο ο μίζερος Βορειοευρωπαϊκός εγωισμός, η ανορθολογική προδιάθεση του Νότου να αρνείται τη δική του ολέθρια πραγματικότητα, ο Βρετανικός αυτισμός και η αλαζονεία της ευρωπαϊκής Ανατολής, που φαντασιώνεται ότι έγινε κάτι σαν Δανία, ενώ παραμένει ακόμα αταβιστικά επηρεασμένη από τις ασθένειες της Σοβιετο-ανατολικής της κληρονομιάς;  Πώς αλλιώς να περιγράψεις την κουτοπονηρία των αδυνάτων και την αλαζονεία ισχυρών; Πώς αλλιώς να περιγράψεις πολιτικές αποφάσεις όπως η αναβολή και περικοπή του πενιχρού ευρωπαϊκού προϋπολογισμού (κάτω από 1% του ΑΕΠ της ΕΕ), την ώρα που θεωρητικά γίνεται λόγος για οικονομική, δημοσιονομική και τραπεζική Ένωση;
Πώς αλλιώς να περιγράψεις τη μίζερη αντιμετώπιση του ελληνικού χρέους, που το βαφτίζουν «βιώσιμο» τα ψευτο-Excel της Τρόικας (θυμίζοντας την καλογερίστικη μετονομασία του κρέατος σε νηστίσιμο έδεσμα), καταδικάζοντας την Ελλάδα σε δύο τουλάχιστον ακόμα χρόνια οικονομικά καταστροφικής αβεβαιότητας; Πώς αλλιώς να περιγράψεις την ευρωπαϊκή πορεία από την ευτοπία στη δυστοπία;



Υπάρχει όμως και άλλος τρόπος για να ερμηνεύσει κανείς τον μύθο της Βαβέλ. Μας τον θυμίζει η υπέροχη διάλεξη του Στέφαν Τσβάιχ με τίτλο «Η Ευρωπαϊκή σκέψη στην ιστορική της εξέλιξη» που έδωσε στη Φλωρεντία τον Μάιο του 1932 και δημοσιεύεται στο ανά χείρας τεύχος. Ο πανευρωπαίος Τσβάιχ χαρακτηρίζει τη Βαβέλ «μεγαλόπρεπο σύμβολο… του πόθου για δημιουργική ενότητα της ανθρωπότητας» και περιγράφει πως οι άνθρωποι «δοκίμαζαν κιόλας τον πόθο του υπερανθρώπινου και του απροσπέλαστου και είπανε: “Ας χτίσουμε μια πόλη κι έναν πύργο, που η κορυφή του να φτάνει τον ουρανό, για να μείνει τ᾽ όνομά μας στους αιώνες.” Και ζύμωσαν κοκκινόχωμα, ψήσανε τούβλα κι άρχισαν να χτίζουν το τρομερό τους έργο.» Ο Θεός στη συνέχεια για να τους εμποδίσει να τον φτάσουν είπε: «Ας τους μπερδέψουμε, έτσι που να μην καταλαβαίνουνε ο ένας τη γλώσσα του αλλουνού.» Μόλις συνέβη αυτό, και οι άνθρωποι έπαψαν να μιλούν την κοινή γλώσσα, «άρχισαν να μαλώνουν μεταξύ τους… παρατήσανε το έργο που είχανε αρχίσει, ξαναγυρίζοντας ο καθένας στο σπίτι του και στο χωριό του.»

Η Βαβέλ είναι λοιπόν ταυτόχρονα και το σύμβολο του πόθου της ευρωπαϊκής ανθρωπότητας για κοινή ειρηνική προσπάθεια και δημιουργία, παρά τις διαφορετικές γλώσσες. Ένα έργο το οποίο προχώρησε τόσο στη δική μας ζωή, ώστε να καταστήσει την Ευρώπη ειρηνική και ευημερούσα επί 60 ολόκληρα χρόνια. Και τούτο δεν ήταν διόλου αυτονόητο για τη «μικρή αυτή χερσόνησο της Ασίας», όπως ειρωνικά την ονόμαζε ο Νίτσε όταν μιλούσε κι εκείνος φλογερά για την ανάγκη της υπερεθνικής ευρωπαϊκής ενότητας (Ευρασία άλλωστε λέγανε κάποτε την ουσιαστικά ενιαία ήπειρο). Δεν ήταν διόλου αυτονόητο μετά από τα 60 χρόνια που προηγήθηκαν, στα οποία είχε βιώσει διαδοχικά μερικές από τις πιο λαμπερές εξάρσεις του ανθρώπινου πνεύματος και μερικές από τις πιο σκοτεινές πλευρές της ανθρώπινης θηριωδίας.

Επειδή ζούμε σε εποχή που –όπως πάντα– δεν παρατηρούνται (υποτιθέμενες) θεϊκές παρεμβάσεις, το αν θα συνεχίσουμε να κτίζουμε το ευρωπαϊκό οικοδόμημα ή αν θα ξαναγυρίσει ο «καθένας στο χωριό του» εξαρτάται από τους ίδιους τους Ευρωπαίους. Και το πράγμα εξαρτάται επίσης σε βαθμό μεγαλύτερο απ’ ό,τι φανταζόμαστε κι από την ίδια την Ελλάδα.

Όσο κι αν φαίνεται παράδοξο, από τη συνέχιση της δικής μας αποτυχίας ή την ανάκαμψη και αλλαγή της Ελλάδας θα κριθεί σε σημαντικό βαθμό η πορεία του ευρωπαϊκού οικοδομήματος στα επόμενα χρόνια. Όχι γιατί είμαστε μεγάλοι και σημαντικοί –άπαγε της βλασφημίας!–, αλλά γιατί στον σημερινό χαοτικό και αλληλεξαρτώμενο κόσμο η επιτυχία ή αποτυχία της Ελλάδας, σε ένα οικοδόμημα που τρίζει ετοιμόρροπο, ως συνέπεια της μικροπολιτικής και συμφεροντολογικής ασυνεννοησίας των ευρωπαίων ηγετών, η αποτυχία μας θα ισοδυναμεί με κάτι πολύ καταστροφικότερο από το ανοιγόκλεισμα των φτερών μιας πεταλούδας στη θεωρία του χάους.

Η δική μας κατάσταση δεν οφείλεται βέβαια στην αποτυχία της Ευρώπης. Είναι γνήσιο ελληνικό προϊόν. Αποτελεί το αποτέλεσμα της κουτοπόνηρης (εκ μέρους του κοινωνικού σώματος) εναπόθεσης της τύχης της χώρας σε ένα διεφθαρμένο και ανίκανο πολιτικό, οικονομικό, συνδικαλιστικό και κοινωνικό σύστημα ηγεσίας. Ένα σύστημα που έχει το θράσος να περηφανεύεται και να πανηγυρίζει κάθε φορά που εξασφαλίζει ένα ακόμη δάνειο ή διαπραγματεύεται τον «οικειοθελή» περιορισμό του χρέους – όποτε δηλαδή η Ελλάδα «φεσώνει» λίγο ακόμα τους δανειστές της με το πανάρχαιο επιχείρημα «ουκ αν λάβοις παρά του μη έχοντος», όπως έκανε διαδοχικά δύο φορές το 2011 και μια το 2012. Ένα σύστημα ηγεσίας που, αφού κατέστρεψε τη χώρα, τώρα απαιτεί να το δοξάζουμε κι από πάνω γιατί «τη σώζει», επειδή οι διεθνείς συγκυρίες και η άθλια κατάσταση του υπόλοιπου Νότου δεν επιτρέπουν την ελληνική εξόδιο πορεία.

Ένα σύστημα ηγεσίας που, προπαντός, έχει αλλάξει μόνο την φθαρμένη και βρόμικη προβιά του. Το οποίο, λαμβανομένης υπόψη της συγκυρίας, συνεχίζει να είναι το ίδιο σπάταλο, ρουσφετολογικό και διεφθαρμένο όσο ήταν πάντα. Σε αγαστή συνεργασία βέβαια με την «Τρόικα που μας αξίζει», όπως έχουμε και παλιότερα τονίσει.

Όποιος διαβάσει τους αριθμούς στο νέο μεσοπρόθεσμο, καταλήγει αυτομάτως στο σχετικό συμπέρασμα. Οι αριθμοί άλλωστε είναι αδιάψευστοι και αμείλικτα εύγλωττοι. Λ.χ., η υποχρεωτική αιμοδοσία των φορολογουμένων στα ασφαλιστικά Ταμεία των ρουσφετιών και των προνομιούχων συντεχνιών (Ταμεία ΔΕΗ, ΤΑΠ-ΟΤΕ και ΝΑΤ) παραμένει άθικτη, ακριβώς όσο και το 2012, στα 2,1 δισ. ευρώ τον χρόνο από τώρα μέχρι το 2016. Την ίδια ώρα που τα Ταμεία του ιδιωτικού τομέα κυριολεκτικά αφανίζονται. Η τριμερής χρηματοδότηση στο ΙΚΑ πέφτει από τα 3,7 δισ. το 2012 στα 2,2 δισ. από το 2013 και εντεύθεν, ενώ στον ΟΑΕΕ μειώνεται από τα 1,4 δισ. στα 0,9 δισ. ευρώ.

Στην τετραετία λοιπόν που τα Ταμεία του ιδιωτικού τομέα (τα οποία πλήρωναν πάντα πολύ μεγαλύτερες εισφορές από τους προνομιούχους και τους ρουσφετοβίοτους) χάνουν 8,2 δισ. ευρώ σε επιδότηση από τον φορολογούμενο (δηλαδή στην συντριπτική πλειονότητα από τους ίδιους τους ασφαλισμένους του ΙΚΑ και του ΟΑΕΕ), οι προνομιούχοι και ρουσφετοβίοτοι θα συνεχίσουν να ζουν και να βασιλεύουν, με 8,4 δισ. ευρώ[1] που θα χρηματοδοτούν αδικαιολόγητες με τα οποιοδήποτε δεδομένα συντάξεις και εφάπαξ. Όπως θα συνεχίσει να ζει και να βασιλεύει με νέους διορισμούς και προκλητικά ρουσφέτια η αδιάντροπη ΕΡΤ (που έχει μάλιστα το θράσος να εμφανίζει τη φορολογία στους λογαριασμούς της ΔΕΗ ως «κέρδη») και να προστατεύονται πάση θυσία οι ρουσφετοδιορισμένοι υπάλληλοι του Δημοσίου.

Αυτά βέβαια δεν θα τα βρείτε πουθενά στις ραδιοτηλεοπτικές και έντυπες ΥΕΝΕΔ της εποχής μας. Άκρα σιωπή. Γιατί; Διότι η οικονομική τους χρεοκοπία και η αφεντο-δουλική αλληλεξάρτηση με την εξουσία είναι τόσο προφανείς, ώστε μόνο οι εξαιρετικά μειωμένης αντιλήψεως δεν αντιλαμβάνονται τα κίνητρά τους. Θα παραμείνουν μέχρι το τέλος (αμφοτέρων) πιστοί στο σύστημα που υπηρέτησαν και διαφεντεύουν.

Εμείς πάλι, εκ κατασκευής και ιδιοσυγκρασίας, θα παραμείνουμε απέναντι. Και υπομονετικά –ο καιρός άλλωστε πλησιάζει τόσο που αισθάνεται κανείς το αεράκι του να δροσίζει το πρόσωπό του– θα εργαστούμε, με τις όποιες δυνάμεις μας, για την τελική κατακρήμνισή του. Πάντα ελεύθεροι, αδέσμευτοι, απόκοτοι.

Ο Τσβάιχ λέει: «Μπορεί αυτό να είναι αυταπάτη, μα όποιος σκέφτεται θαρραλέα πάνω απ᾽ τον υπάρχοντα κόσμο δημιουργεί τουλάχιστο μιαν ελευθερία προσωπική απέναντι στην παράλογη εποχή μας».

Όμως η παράλογη και παράλογα μακρά εποχή, τουλάχιστον στη δική μας χώρα, μπορεί, πρέπει και επιτέλους επιβάλλεται, να τελειώσει.



— The Athens Review of Books



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

O διάλογος προϋποθέτει τον σεβασμό της διαφορετικής άποψης. Γι' αυτό κάθε υβριστικό, προσβλητικό ή χυδαίο σχόλιο θα διαγράφεται.