Σελίδες

Δευτέρα 11 Ιουνίου 2012

Φέργκιουσον και Ρουμπινί: «Στο χείλος του γκρεμού η Ευρώπη»



Οι Γερμανοί δεν διδάχτηκαν τίποτα από την ιστορία λένε οι δύο οικονομολόγοι
Οι πολιτικοί ηγέτες της Ευρώπης – και ιδιαίτερα της Γερμανίας – πρέπει  να καταλάβουν πόσο επικίνδυνα κοντά βρίσκονται στο να προκαλέσουν μια καταστροφή», αναφέρουν στο Der Spiegel οι δυο κορυφαίοι οικονομολόγοι Φέργκιουσον και Ρουμπινί.  Οπως επισημαίνουν σε κοινή τους συνέντευξη στο Der Spiegel : «Βρισκόμαστε στο παρά ένα στην Ευρώπη; Η γερμανική κοινή γνώμη φαίνεται να μην καταλαβαίνει τη σοβαρότητα της κατάστασης. Έτσι προκαλεί αυτό ακριβώς, το οποίο η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση θα έπρεπε να αποφύγει: μία επανάληψη της κρίσης που σημειώθηκε τον 20ο αιώνα.  

Σ’ αυτό το συμπέρασμα καταλήξαμε, σε συνάντησή του Ινστιτούτου Nicolas Berggruen, στα τέλη Μαΐου στη Ρώμη. Όσο πιθανότερη γίνεται μια ανεξέλεγκτη έξοδος της Ελλάδας από τη νομισματική ένωση, τόσο περισσότερο αυξάνει η πίεση στις ισπανικές τράπεζες και ταυτόχρονα ο κίνδυνος «bank run» σε ολόκληρο τον μεσογειακό χώρο, το οποίο θα είχε τέτοιες διαστάσεις, που θα ξεπερνούσε τις δυνατότητες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. 




 Ήδη τώρα υπάρχει μια σημαντική επανεθνικοποίηση του ευρωπαϊκού χρηματοπιστωτικού συστήματος. Αυτή η διαδικασία θα μπορούσε να συνεχιστεί περαιτέρω, μέχρι την πλήρη διάλυση.


Θεωρούμε ασυνήθιστο το ότι ειδικά η Γερμανία δεν διδάσκεται από την ιστορία. Κολλημένη στον φανταστικό κίνδυνο ενδεχόμενου πληθωρισμού, οι Γερμανοί σήμερα αποδίδουν περισσότερη σημασία στο 1923 (χρονιά του υπερπληθωρισμού) παρά στο 1933 (θάνατος της δημοκρατίας). Καλά θα έκαναν να θυμηθούν ότι μία ευρωπαϊκή τραπεζική κρίση δύο χρόνια πριν από το 1933 συνέβαλε καθοριστικά στην κατάρρευση της δημοκρατίας – και όχι μόνο στη δική τους χώρα, αλλά σχεδόν σε όλη την ευρωπαϊκή ήπειρο. 

Τι συνέβη τότε; Μετά την τραπεζική κρίση ακολούθησε το «μορατόριουμ Χούβερ»: Η αποπληρωμή του πολεμικού χρέους του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου και των πολεμικών αποζημιώσεων διεκόπη. Μετά απ’ αυτό, σχεδόν όλες οι χρεωμένες χώρες δεν τακτοποίησαν κανένα ή μόνο ένα μέρος του εξωτερικού τους χρέους, και πρώτη απ’ όλες η Γερμανία. 

Το 1932 ο αριθμός των ανέργων στην Ευρώπη έφτασε σε ένα επώδυνα πολύ υψηλό επίπεδο: Τον Ιούλιο του 1932, το 49% των μελών των γερμανικών συνδικάτων εργαζομένων ήταν χωρίς δουλειά. Οι πολιτικές συνέπειες είναι γνωστές. Αλλά οι εθνικοσοσιαλιστές ήταν απλώς το χειρότερο από μια ολόκληρη σειρά εξτρεμιστικών κινημάτων, τα οποία επωφελήθηκαν πολιτικά από την κρίση. 

Σε μεγάλο τμήμα της Ευρώπης αυτή η κατάσταση οδήγησε στον θάνατο της δημοκρατίας: Ενώ το 1920 24 ευρωπαϊκές χώρες κυβερνώνταν ακόμα δημοκρατικά, το 1939 είχαν απομείνει μόνο 11. Ακόμα και τραπεζίτες γνωρίζουν τι συνέβη εκείνη τη χρονιά. 

Όσοι από εμάς τη δεκαετία του ‘90 είχαμε επανειλημμένα προειδοποιήσει ότι το πείραμα της νομισματικής ένωσης θα κατέληγε άσχημα θα μπορούσαμε τώρα να δείχνουμε τη χαιρεκακία μας – αν δεν ανησυχούσαμε τόσο πολύ ότι η ιστορία θα μπορούσε να επαναληφθεί. 

Ποια είναι σήμερα η κατάσταση; Οι χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας βρίσκονται σε ύφεση. Σύμφωνα με το ΔΝΤ, το ΑΕΠ της Ελλάδας θα συρρικνωθεί φέτος κατά 4,7% και της Πορτογαλίας κατά 3,3%. Στην Ισπανία το ποσοστό ανεργίας ανέρχεται στο 24%, στην Ελλάδα στο 22% και στην Πορτογαλία στο 15%. Στην Ελλάδα, την Ιρλανδία, την Ιταλία και την Πορτογαλία το δημόσιο χρέος είναι ήδη μεγαλύτερο του 100% του ΑΕΠ. Μαζί με την Ισπανία αυτές οι χώρες έχουν πλέον πρακτικά αποκλειστεί από τις αγορές ομολόγων. 

Και τώρα έρχεται να προστεθεί η τραπεζική κρίση. Τρία χρόνια τώρα επισημαίναμε ότι η ηπειρωτική Ευρώπη θα πρέπει να καθαρίσει τους άθλιους ισολογισμούς των τραπεζών της. Δεν έγινε όμως τίποτα. Στο μεταξύ, εδώ και δύο χρόνια, από τις τράπεζες της ευρωπαϊκής περιφέρειας έχει ξεκινήσει μια σιωπηρή μαζική φυγή κεφαλαίων. Το λεγόμενο «έξυπνο χρήμα» – μεγάλες, ανασφάλιστες καταθέσεις πλούσιων ιδιωτών πελατών – έχει ήδη εγκαταλείψει την Ελλάδα και άλλες τράπεζες του ClubMed. 


Αλλά τώρα που οι πολίτες χάνουν οριστικά την εμπιστοσύνη τους, αυτή η σιωπηρή φυγή κεφαλαίων μπορεί να επεκταθεί και στις καταθέσεις των μικρών αποταμιευτών. Αν οι Έλληνες βγουν από την Ευρωζώνη, οι λογαριασμοί θα ‘παγώσουν’’ και οι καταθέσεις σε ευρώ θα μετατραπούν σε νέες δραχμές. Ένα ευρώ σε μια ελληνική τράπεζα δεν θα αντιστοιχεί στην πραγματικότητα σε ένα ευρώ σε γερμανική τράπεζα. Τον περασμένο μήνα, οι Έλληνες απέσυραν από τις τράπεζες περισσότερα από 700 εκατ. ευρώ. 

Ακόμη χειρότερα: Τον περασμένο μήνα υπήρξε ένα κύμα αναλήψεων από τις ισπανικές τράπεζες. Μια τέτοια διαδικασία προκαλεί φόβο για επικείμενη έκρηξη. Αυτό που σήμερα ακόμα αποτελεί ένα αργό «bank jog» θα μπορούσε γρήγορα να μετατραπεί σε μια κούρσα εξόδου. Η φυγή κεφαλαίων από άλλες τράπεζες των χωρών PIIGS θα ήταν αναπόφευκτη, αν η Ελλάδα αποχωρούσε. Οι λογικοί άνθρωποι θα αναρωτιούνταν: Ποιος θα είναι ο επόμενος; 

Η κρίση δανεισμού στην περιφέρεια της Ευρωζώνης είναι εξίσου σοβαρή. Επειδή οι τράπεζες δεν είναι σε θέση να αποκτήσουν επαρκή ίδια κεφάλαια για να επιτύχουν το απαιτούμενο ποσοστό κεφαλαιοποίησης του 9%, πωλούν περιουσιακά στοιχεία και περιορίζουν τη χορήγηση δανείων. Αυτό οξύνει περαιτέρω την ύφεση στην Ευρωζώνη. Ο κατακερματισμός και η βαλκανοποίηση του τραπεζικού συστήματος στις χώρες της Ευρωζώνης είναι ήδη σε πλήρη εξέλιξη. 


Αλλά και ο πολιτικός κατακερματισμός επιταχύνεται στην Ευρώπη. Στις τελευταίες ελληνικές εκλογές, επτά στους δέκα ψηφοφόρους ψήφισαν μικρά κόμματα, τα οποία απορρίπτουν το πρόγραμμα λιτότητας, το οποίο επιβλήθηκε στην Ελλάδα σε αντάλλαγμα για τα πακέτα βοήθειας της ΕΕ. Τα κόμματα εξουσίας χάνουν αυτή τη στιγμή ψήφους, τις οποίες παίρνουν μικρότερα κόμματα. Ακόμα και στη Γερμανία ένα επαναστατικό κόμμα με το όνομα Πειρατές αποτελεί την τελευταία λέξη της μόδας. Στην Ολλανδία, τη Γαλλία και τη Νορβηγία οι λαϊκιστές έχουν μεγάλο ρεύμα οπαδών. Κι αυτό είναι κάτι ανησυχητικό. 


Ο δρόμος που θα μπορούσε να βγάλει από την κρίση μοιάζει σαφής. Πρώτον, θα πρέπει οι τράπεζες της ευρωζώνης – τόσο στις περιφερειακές χώρες όσο και στις χώρες του πυρήνα – να ανακεφαλαιοποιηθούν απευθείας από το EFSFκαι τον ΕΜΣ, με προνομιακές μετοχές χωρίς δικαίωμα ψήφου. Πρότυπο πρέπει να αποτελέσει το επιτυχημένο αμερικανικό πρόγραμμα TARP (Troubled Asset Relief Program). 

Η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών όπως έγινε μέχρι τώρα, κατά την οποία τα κράτη αγοράζουν ομόλογα στις εθνικές αγορές ομολόγων και /ή από το EFSF, αποδείχτηκε καταστροφική στην Ιρλανδία και στην Ελλάδα: Τα κράτη κατέστησαν ακόμη λιγότερο ικανά να εξυπηρετήσουν το χρέος τους και οι τράπεζες εκτέθηκαν περισσότερο σε κίνδυνο, επειδή έχουν εγγράψει στους ισολογισμούς τους περισσότερα δημόσια χρέη. Οι απευθείας ‘ενέσεις’ κεφαλαίων θα απέτρεπαν αυτή την εξέλιξη. 

Ο φορολογούμενος της ευρωζώνης θα γινόταν μέτοχος των τραπεζών της ευρωζώνης και η παρούσα βαλκανοποίηση του τραπεζικού συστήματος θα σταματούσε εν μέρει. Αυτό θα βοηθούσε επίσης στο να σταματήσουν να προβάλλονται αντιρρήσεις από τους πολιτικούς για τις χωρίς σύνορα συγχωνεύσεις και εξαγορές στα καλομαθημένα εθνικά τραπεζικά συστήματα συστημάτων. Αυτή η μερική κρατικοποίηση θα ήταν προσωρινή, επειδή οι σταθερές οικονομικά τράπεζες, οι οποίες συσσωρεύουν νέο κεφάλαιο από τα έσοδά τους, θα μπορούσαν φυσικά να επαναγοράσουν τα προνομιακά μερίσματα του Δημοσίου και με αυτό τον τρόπο να επανιδιωτικοποιηθούν. 

Βέβαια, θα πρέπει να ελαχιστοποιηθούν οι κίνδυνοι για τον φορολογούμενο με τη λήψη πρόσθετων μέτρων. Πρέπει να δημιουργηθεί ένα πανευρωπαϊκό σύστημα διασφάλισης των καταθέσεων και να χρηματοδοτηθεί από τις δέουσες τραπεζικές εισφορές – όπως μέσω ενός φόρου χρηματοπιστωτικών συναλλαγών ή ακόμα καλύτερα μέσω μιας εισφοράς σε όλες τις τραπεζικές συναλλαγές. Χρειάζεται ένα σύστημα εκκαθάρισης των προβληματικών τραπεζών, στο οποίο αρχικά όσοι πιστωτές δεν είναι ασφαλισμένοι θα πρέπει να καταβάλουν την εισφορά τους, προτού χρησιμοποιηθούν κονδύλια από φόρους για να καλύψουν τις απώλειες των τραπεζών. 

Αλλά και το μέγεθος των τραπεζών θα πρέπει να περιοριστεί. Και ακόμα: Αν τα χρήματα των ευρωπαίων φορολογουμένων διασφαλίζουν τις ευρωπαϊκές τράπεζες, θα πρέπει και οι ρυθμίσεις και η εποπτεία να ισχύουν σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Είναι σαφές ότι: Όσο υφίσταται ο κίνδυνος να φύγουν ορισμένες χώρες- μέλη από την Ευρωζώνη, η διασφάλιση των καταθέσεων δεν θα λειτουργήσει. 

Σε ενδεχόμενη έξοδο η διασφάλιση των τραπεζικών λογαριασμών σε ευρώ θα κόστιζε πολύ ακριβά, επειδή η αποχωρούσα χώρα θα πρέπει να μετατρέψει το σύνολο των αξιώσεών της σε ευρώ σε ένα νέο και γρήγορα υποτιμημένο εθνικό νόμισμα. Αν από την άλλη μια διασφάλιση των καταθέσεων ισχύει μόνον όταν η χώρα δεν φεύγει από το ευρώ, δεν θα μπορούσε να σταματήσει ένα ‘bank run’. Αντιστοίχως, θα πρέπει να ελαχιστοποιηθεί το ρίσκο μιας αποχώρησης από την Ευρωζώνη. 

Γι’ αυτό θα πρέπει αρχικά να υπάρξει στροφή στην οικονομική ανάπτυξη της ευρωζώνης και να σταματήσουν τα υπερβολικά προγράμματα λιτότητας. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα πρέπει προς τούτο να χαλαρώσει τη νομισματική της πολιτική, το ευρώ να γίνει πιο αδύναμο, να δοθούν φορολογικά κίνητρα στις χώρες του πυρήνα της ευρωζώνης, να ξεκινήσουν προγράμματα υποδομών και να αυξηθούν σημαντικά οι μισθοί σ’ αυτές, για να τονωθεί η κατανάλωση. 

Και τέλος, δεν βλέπουμε καμιά άλλη εναλλακτική λύση παρά την κοινοτικοποίηση του χρέους. Υπάρχουν πολλές ιδέες για το πώς θα γίνει, αλλά η πρόταση των γερμανών οικονομολόγων «σοφών», η οποία προβλέπει ένα ευρωπαϊκό ταμείο εξόφλησης του χρέους, είναι η καλύτερη. Όχι επειδή θα ήταν εξαιρετική, αλλά επειδή αποτελεί τη μοναδική πρόταση, η οποία μπορεί να μειώσει τους ενδοιασμούς των Γερμανών: Θα ήταν ένα προσωρινό πρόγραμμα, το οποίο δεν θα οδηγούσε μόνιμα στα ευρωομόλογα. 


Βέβαια, υφίσταται ο κίνδυνος κάθε πρόταση την οποία προκρίνει η Γερμανία να είναι αυτομάτως μη αποδεκτή για τις χώρες της περιφέρειας της ευρωζώνης – κυρίως για την Ιταλία και την Ισπανία, οι οποίες φοβούνται μία «νεοαποικιακή» υπαγωγή της δημοσιονομικής τους πολιτικής υπό γερμανική κυριαρχία, όπως είπε ένας υψηλόβαθμος πολιτικός στη συνάντησή μας στη Ρώμη. Ωστόσο είναι αναπόφευκτη η εκχώρηση σημαντικού μέρους της εθνικής κυριαρχίας. 

Μέχρι τώρα η Γερμανία έχει απορρίψει ανηλεώς καθεμιά από αυτές τις προτάσεις. Γερμανοί πολιτικοί έχουν επανειλημμένα ταχθεί κατά της άμεσης κεφαλαιοποίησης των τραπεζών. Η καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ μονίμως αποκλείει τα ευρωομόλογα. Ορισμένοι γερμανοί αξιωματούχοι ακούγονται σαν να θέλουν πραγματικά να βγει η Ελλάδα από την Ευρωζώνη. Άλλοι είναι ξετρελαμένοι με την ιδέα επιβολής στην Ισπανία δημοσιονομικών μέτρων όπως στην Πορτογαλία. 

Κατανοούμε τους γερμανικούς ενδοιασμούς. Είναι δύσκολο να ρισκάρει κανείς χρήματα των γερμανών φορολογουμένων, αν δεν υπάρξουν μεταρρυθμίσεις στις χώρες τις περιφέρειας. Αλλά οι μεταρρυθμίσεις χρειάζονται χρόνο, ακόμα και οι γερμανικές διαρθρωτικές αλλαγές δεν έγιναν μέσα σε μια νύχτα. Μία τραπεζική κρίση αντίθετα μπορεί να κλιμακωθεί μέσα σε λίγες μέρες. 

Με τις προτάσεις μας θέλουμε να μετριάσουμε τους ενδοιασμούς των Γερμανών. Αλλά πρέπει επειγόντως να γίνει κάτι! Οι Γερμανοί πρέπει να καταλάβουν ότι η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, η πανευρωπαϊκή διασφάλιση των καταθέσεων και η κοινοτικοποίση του χρέους δεν είναι απλώς μία από πολλές επιλογές. Αποτελούν ουσιαστικό συστατικό αποτροπής της διάλυσης της Ευρώπης. Αν όμως οι Γερμανοί συνεχίσουν να μην πείθονται, θα πρέπει να ξέρουν ότι το κόστος μιας κατάρρευσης της νομισματικής ένωσης θα είναι αστρονομικό – τόσο για τους ίδιους όσο και για όλους τους άλλους. 

Η γερμανική ευημερία συνδέεται στενά με τη νομισματική ένωση. Οι γερμανοί εξαγωγείς έχουν με το ευρώ ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα. Και στην ευρωζώνη καταλήγει το 42% των γερμανικών εξαγωγών. Το να ρίξει κανείς τη μισή από αυτήν την αγορά σε ύφεση δεν μπορεί να είναι προς το γερμανικό συμφέρον. Σε τελική ανάλυση, η νομισματική ένωση πάντοτε εμπεριείχε και μια συνεχιζόμενη ολοκλήρωση με στόχο τη δημοσιονομική και πολιτική ένωση. Αυτή ήταν η διατύπωση και της ίδιας της καγκελαρίου Μέρκελ την περασμένη εβδομάδα. 

Αλλά προτού η Ευρώπη πλησιάσει, έστω και κατά προσέγγιση, στο να κάνει αυτό το ιστορικό βήμα, θα πρέπει πρώτα να δείξει ότι έχει διδαχτεί από το παρελθόν. Η ΕΕ ιδρύθηκε, για να μην επαναληφθούν οι καταστροφές της δεκαετίας του ‘30. Είναι καιρός οι πολιτικοί ηγέτες της Ευρώπης – και ιδιαίτερα της Γερμανίας – να καταλάβουν πόσο επικίνδυνα κοντά βρίσκονται στο να προκαλέσουν μια τέτοια καταστροφή ».

BHMA

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

O διάλογος προϋποθέτει τον σεβασμό της διαφορετικής άποψης. Γι' αυτό κάθε υβριστικό, προσβλητικό ή χυδαίο σχόλιο θα διαγράφεται.