Σελίδες

Κυριακή 21 Αυγούστου 2011

Νέος χρηματιστηριακός πανικός απέναντι στην απειλή παγκόσμιας ύφεσης

Της Ελίζας Παπαδάκη, Αυγή,21.8.11
Τους φόβους των όπου γης χρηματιστηριακών επενδυτών ότι η παγκόσμια οικονομία βουτά πάλι στην ύφεση αντανακλά το νέο ξεπούλημα μετοχών την περασμένη Πέμπτη-Παρασκευή. Ο κίνδυνος αυτός τους τρομάζει περισσότερο από το πελώριο χρέος που έχουν σωρεύσει οι πλούσιες χώρες, όπως δείχνει η πτώση της απόδοσης των αμερικανικών κρατικών ομολόγων κάτω και από 2%, στο χαμηλότερο επίπεδο από το 1950. Συνδέεται όμως μαζί του, καθώς φαίνεται να εκτιμούν ότι για να επανέλθει το χρέος σε βιώσιμα επίπεδα θα ακολουθούνται επί χρόνια περιοριστικές πολιτικές που θα στραγγαλίζουν την ανάπτυξη.


Έτσι τουλάχιστον ερμήνευαν χρηματοοικονομικοί αναλυτές στον διεθνή Τύπο προχθές την «αποστροφή κινδύνου» που μοιάζει να έχει καταλάβει μαζικά τις αγορές. Η Ευρωζώνη επηρεάζεται επιπλέον και από ένα φόβο για τη ρευστότητα των τραπεζών, τον οποίο τροφοδότησε η αποκάλυψη για ένα μυστηριώδες δάνειο 500 εκατομμυρίων δολαρίων, όχι ευρώ, της ΕΚΤ προς κάποια ευρωπαϊκή τράπεζα που δεν κατονομάστηκε. Οι δείκτες των Χρηματιστηρίων της Φρανκφούρτης, του Παρισιού, του Μιλάνου, κατρακυλούσαν και πάλι με τις τράπεζες να πρωτοστατούν στην πτώση, κάποιες κατέγραφαν νέες διψήφιες απώλειες της αξίας των μετοχών τους: ανάμεσά τους η γαλλική Societe Generale, για την οποία η οικονομική εφημερίδα Les Echos επεσήμαινε προχθές ότι κρατά 1,85 δισ. ευρώ σε ελληνικά κρατικά ομόλογα, σαν αυτή να ήταν η αιτία. Γεγονός είναι πάντως ότι η διατραπεζική αγορά του ευρώ έχει νεκρώσει, η δυσπιστία μεταξύ των τραπεζών έχει κορυφωθεί, όπως ήταν στην καρδιά της κρίσης το 2009: αντί να δανείζουν βραχυχρόνια η μία την άλλη επωφελούμενες από το επιτόκιο, προτιμούν να ακουμπούν όποια πλεονάσματα έχουν κάθε μέρα στην ΕΚΤ για 0,75% μόλις. Μόνο την Πέμπτη οι τράπεζες της Ευρωζώνης της κατέθεσαν 90,5 δισ. ευρώ, σύμφωνα με τις επίσημες στατιστικές, ποσό που αποτελεί ρεκόρ. Η ΕΚΤ από την πλευρά της ήδη στις 4 Αυγούστου είχε αναγγείλει μέτρα για την απεριόριστη και πάλι χρηματοδότηση των τραπεζών. Η διήμερη πτώση των μετοχών σε Ευρώπη και Ασία φάνηκε να ανακόπτεται στην Ουόλ Στριτ, όπου οι βασικοί δείκτες σταθεροποιούνταν στο άνοιγμα της Παρασκευής ύστερα από απώλειες της τάξης του 4,5% την Πέμπτη.
Αλλά αν προβλήματα ρευστότητας, δυσλειτουργίες αγορών, περιστασιακοί πανικοί των επενδυτών στα Χρηματιστήρια, μπορούν να αντιμετωπίζονται από τις μεγάλες κεντρικές τράπεζες - με τις χωρίς προηγούμενο παρεμβάσεις τους το 2008 και το 2009 η αμερικανική Fed και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα απέτρεψαν πολύ χειρότερες καταστροφές, και συνεχίζουν - οι βαθιές δομικές ανισορροπίες στην παγκόσμια οικονομία απαιτούν γενναίες πολιτικές αποφάσεις. Και εκεί τα βήματα που έχουν γίνει δεν επαρκούν.
Στο βιβλίο τους για την ιστορία των χρηματοοικονομικών κρίσεων που έκανε πάταγο το 2010, ο Κένεθ Ρόγκοφ και η Κάρμεν Ράινχαρτ έδειξαν πώς όλες οι κρίσεις αυτού του τύπου έως τώρα οδήγησαν σε υπερχρέωση των κρατών, η οποία με τη σειρά της επέφερε χαμηλή έως μηδενική μεγέθυνση για αρκετά χρόνια. Με βάση τα ευρήματά τους η επάνοδος της Αμερικής και της Ευρώπης στην ύφεση μοιάζει αναπόφευκτη. Αυτή φαίνεται να είναι η επικρατούσα εκτίμηση στο στρατόπεδο της ακαδημαϊκής ορθοδοξίας. Και τον Κένεθ Ρόγκοφ βράβευσε την περασμένη εβδομάδα η Deutsche Bank ως τον καλύτερο οικονομολόγο της χρονιάς. Αλλά υπάρχουν και σοβαροί οικονομολόγοι με άλλη άποψη.
Σε ένα έξοχο άρθρο του στους Financial Times προχθές, ο καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια της Νέας Υόρκης, και διευθυντής του εκεί Ινστιτούτου της Γης, Τζέφρεϊ Σαξ διαγράφει μια διαφορετική στρατηγική. (Εμείς έχουμε κάθε λόγο να τον θυμόμαστε γιατί πρόσφατα είχε περιγράψει με διαύγεια με ποιες ευρωπαϊκές και εθνικές πολιτικές η Ελλάδα θα μπορούσε, χωρίς να καταφύγει σε καμία εκδοχή χρεοκοπίας, να επαναφέρει μέσα σε είκοσι χρόνια το χρέος της σε βιώσιμα επίπεδα και να αναπτύσσεται παράλληλα, προτάσεις που μόνον εν μέρει υιοθετήθηκαν στις 21 Ιουλίου δυστυχώς: μείωση επιτοκίου και περίοδοι χάριτος κυρίως, ενώ και αυτών ακόμα η υλοποίηση εκκρεμεί.)
Σε αντίθεση με θιασώτες ενός απλουστευτικού νεοκεϋνσιανισμού, ο Σαξ δεν εισηγείται επεκτατικές γενικά μακροοικονομικές πολιτικές για την τόνωση της ζήτησης, καθώς αναγνωρίζει ότι το δημόσιο χρέος που έχει σωρευθεί σε Αμερική και Ευρώπη είναι πολύ υψηλό και χρειάζεται να μειωθεί. Τα χρόνια που η παγκοσμιοποίηση κατέστρεφε θέσεις χαμηλής ειδίκευσης στη βιομηχανία των ανεπτυγμένων βόρειων χωρών, υπενθυμίζει, η πολιτική των χαμηλών επιτοκίων βοήθησε απλώς να δημιουργηθούν τέτοιες θέσεις εργασίας στην οικοδομή, ώσπου η κατάρρευση της κατασκευαστικής φούσκας τις κατέστρεψε και αυτές. Για την ανάκαμψη δεν χρειαζόμαστε άρα μια νέα φούσκα στις κατοικίες, ή ταλάντευση ανάμεσα σε πολιτικές τόνωσης της καταναλωτικής ζήτησης και δημοσιονομική λιτότητα στις ΗΠΑ και την Ευρώπη, αλλά επενδύσεις σε θέσεις απασχόλησης υψηλής ειδίκευσης, σε μια οικονομία χαμηλού άνθρακα, στις υποδομές και σε κλάδους με εξαγωγικές δυνατότητες, υποστηρίζει. Ούτε τις βασικές κοινωνικές αξίες στήριξε άλλωστε η χαλαρή μακροοικονομική πολιτική, καθώς με την παγκοσμιοποίηση αυξήθηκαν σκανδαλωδώς τα εισοδήματα των πλουσίων, οι οποίοι όλο και λιγότερο συνεισφέρουν στο κράτος.
Πράγματι, σε ένα άρθρο - καταπέλτη στους New York Times, ο εμβληματικός γερο-δισεκατομμυριούχος των ΗΠΑ Ουόρεν Μπάφετ αποκάλυπτε την Τρίτη ότι τα 6,9 εκατομμύρια δολάρια που πλήρωσε φόρο για το 2010 αντιπροσώπευαν μόλις το 17,4% του φορολογητέου εισοδήματός του, για να καλέσει κυβέρνηση και Κογκρέσο να κάνουν επιτέλους πράξη τα λόγια περί δικαιοσύνης και να φορολογήσουν περισσότερο τους πολύ πλουσίους. Όσοι βγάζουν χρήματα από τα χρήματα πληρώνουν ακόμα πιο λίγα, σημείωνε και αντέκρουε το επιχείρημα ότι οι φόροι τρομάζουν τις επενδύσεις θυμίζοντας ότι με την πολύ υψηλότερη φορολογία ώς το 1980 (39,9% στις υπεραξίες) δημιουργούνταν πολύ περισσότερη απασχόληση.
Η αναγκαία κοινωνική πολιτική μπορεί να χρηματοδοτηθεί επομένως χωρίς νέα ελλείμματα, με τις κατάλληλες αλλαγές στο φορολογικό σύστημα, εξηγεί ο Σαξ. Αντίστοιχα, οι αναγκαίες επενδύσεις μπορούν σε μεγάλο βαθμό να γίνουν αυτοχρηματοδοτούμενες, βάζοντας διόδια, για παράδειγμα σε μια καινούργια γέφυρα. Πέρα από μια νέα δημοσιονομική πολιτική και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού απαιτείται ένα ενιαίο πολιτικό σχέδιο, καταλήγει ο Σαξ σημειώνοντας την απουσία του και από τα αποτελέσματα της συνάντησης Μέρκελ - Σαρκοζί την περασμένη εβδομάδα.

Πίσω από τις ανάγκες Μέρκελ - Σαρκοζί
Πολύ κατώτεροι από τις επιτακτικές ανάγκες της κρίσιμης φάσης που διανύει η Ευρώπη αποδείχθηκαν η Γερμανίδα καγκελάριος και ο Γάλλος πρόεδρος στη συνάντησή τους την περασμένη Τρίτη. Αν και επιβεβαίωσαν τη βούλησή τους να εφαρμόσουν πλήρως τις αποφάσεις της 21ης Ιουλίου και να ενισχύσουν τη διακυβέρνηση της Ευρωζώνης, με την εμμονή τους στην άρνηση περαιτέρω βημάτων για την ενοποίηση του χρέους - μέχρις ότου τουλάχιστον θα έχει προχωρήσει πολύ περισσότερο η ενοποίηση των οικονομικών πολιτικών για την ανταγωνιστικότητα και των δημοσιονομικών πολιτικών για τη εξάλειψη των ελλειμμάτων, διευκρίνισε ο Νικολά Σαρκοζί αφήνοντας ένα παραθυράκι για το απώτερο μέλλον - φάνηκαν να μην αντιλαμβάνονται πόσο άμεση απειλή συνιστά πλέον η κρίση του χρέους για την Ευρωζώνη συνολικά. Επιπλέον απογοήτευσαν μην έχοντας μια συγκροτημένη πρόταση να αρθρώσουν για το πώς θα μπει ξανά μπροστά η ανάπτυξη στην Ευρώπη, την ώρα που, κατά ειρωνική σύμπτωση, γινόταν γνωστή η στασιμότητα σχεδόν της γερμανικής οικονομίας το δεύτερο τρίμηνο του έτους - μόλις 0,1% αυξήθηκε το γερμανικό ΑΕΠ - και η αναθεώρηση προς τα κάτω των πολύ ευνοϊκών στοιχείων του πρώτου τριμήνου. Για την ανάπτυξη, την ουσιαστική προϋπόθεση για να ελεγχθούν χρέος και ελλείμματα, η Άγγελα Μέρκελ και ο Νικολά Σαρκοζί απλώς σιώπησαν.
Τις αγορές οι δηλώσεις τους τις άφησαν έτσι αδιάφορες να συνεχίζουν την καθοδική τους πορεία. Η πιο καλή τους επί μέρους πρωτοβουλία μάλιστα, η επιβεβαίωση της παλιάς πρότασης για την επιβολή ενός φόρου στις χρηματοοικονομικές συναλλαγές, που οι δύο ηγέτες δήλωσαν αποφασισμένοι να προωθήσουν, συνέτεινε προφανώς στην πτώση στα Χρηματιστήρια. Αλλά είναι ακόμα πολύ αόριστη και αποκομμένη για να αναθαρρήσουμε οι υπόλοιποι. Ούτε η - ορθή - πρόθεσή τους να ενοποιηθούν οι φόροι στα εταιρικά κέρδη, αρχίζοντας από τις δύο χώρες τους, είναι αρκετή σε συνθήκες σαν τις σημερινές.
Την προσήλωση των ηγετών των δύο κεντρικών χωρών της Ευρώπης στις αποφάσεις της τελευταίας συνόδου κορυφής και στη δημιουργία μιας μόνιμης δομής για τη διακυβέρνηση της Ευρωζώνης χαιρέτισαν εντούτοις οι κυβερνήσεις της Ισπανίας και της Ιταλίας, παραμερίζοντας την απογοήτευσή τους για την εκ νέου απόρριψη των ευρωομολόγων. Η παρέμβαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας από τις 8 Αυγούστου στις αγορές των ομολόγων τους άλλωστε έχει απομακρύνει κάπως τον άμεσο κίνδυνο που αντιμετώπιζαν. Αντίστοιχα θετικά σχολίασε τη συνάντηση και η ελληνική κυβέρνηση που μοιάζει να μην έχει από πού αλλού να πιαστεί.
Όσο για την αναφορά ξανά σε ποινές - μελλοντικές διακοπές της χρηματοδότησης από τα ευρωπαϊκά ταμεία για χώρες που παραβιάζουν τις πολιτικές του Συμφώνου Σταθερότητας Πλους - στην επιστολή που απηύθυναν Μέρκελ και Σαρκοζί στον πρόεδρο της Ε.Ε. Χέρμαν βαν Ρόμποϊ, περισσότερο από τις ανάγκες επικοινωνίας της καγκελαρίου με το εκλογικό της ακροατήριο φαίνεται να υπαγορεύονται, παρά κάποια άμεση πρακτική χρησιμότητα να έχουν. Το ίδιο και η εμμονή να εγγραφεί ο «χρυσός κανόνας» απαγόρευσης των δημοσίων ελλειμμάτων στα εθνικά Συντάγματα των χωρών της Ευρωζώνης, όπου διαφωνούν και δημοσιονομικά ενάρετες χώρες σαν την Αυστρία. Όχι πως δεν χρειάζεται να συμφωνηθούν και να γίνονται σεβαστοί κοινοί κανόνες - είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να προχωρήσει προς την ομοσπονδία και να επιβιώσει ενιαία η Ευρώπη. Αλλά η σύμπνοια εθνών και ευρύτερων κοινωνικών δυνάμεων που απαιτείται, και δεν υπάρχει σήμερα, είναι αδύνατον να επιτευχθεί προτάσσοντας τη λογική της τιμωρίας και του χωροφύλακα.
Με δριμύτητα επέκριναν ωστόσο την άρνηση των δύο ηγετών να προχωρήσουν προς τα ευρωομόλογα και να παρουσιάσουν ένα βιώσιμο σχέδιο για την Ευρώπη οι αντιπολιτεύσεις των χωρών τους - σοσιαλδημοκράτες, οικολόγοι, αριστεροί. Επίσης προσωπικότητες, από τον Ζακ Ντελόρ αρχίζοντας, και μελετητές που επισημαίνουν ότι χωρίς να γίνουν άμεσα βήματα προς τη δημοσιονομική ένωση, το κοινό αύριο δεν είναι εξασφαλισμένο. Ακόμα και ο πιο θετικός απέναντι στα αποτελέσματα της συνάντησης διευθυντής του Μπρύγκελ Ζαν Πιζανί - Φερύ, καθώς έβλεπε να γίνονται «μικρά βήματα» προς το «μεγάλο άλμα» για το οποίο δεν είναι ακόμα έτοιμες οι κοινωνίες της Ευρώπης, ευχόταν οι αγορές να αρκεστούν σε αυτά για την ώρα. Η ευχή του δεν φαίνεται να εκπληρώνεται όμως…

Ακόμα στον αέρα το δεύτερο ελληνικό πακέτο
Στο μεταξύ, και παρά τις κατηγορηματικές διαβεβαιώσεις των Μέρκελ και Σαρκοζί, διόλου εξασφαλισμένη δεν είναι ακόμα η έγκαιρη υλοποίηση του πακέτου που συμφωνήθηκε για την Ελλάδα στις 21 Ιουλίου. Η εγγύηση που δέχθηκε να παράσχει ο υπουργός Οικονομικών Ευ. Βενιζέλος στη Φινλανδία προκειμένου αυτή να μετάσχει στο δεύτερο πακέτο για τη χώρα μας, και που πρακτικά ακυρώνει τη συνεισφορά της, αφαιρεί το ένα δισ. που θα έδινε, αφού συνεπάγεται ισόποση κατάθεση εκ μέρους μας, άνοιξε την όρεξη και σε άλλες χώρες, την Αυστρία, τη Σλοβενία, τη Σλοβακία, που κινούνται προς την έξοδο «από την πίσω πόρτα», όπως χαρακτηριστικά έγραφε η Handelsblatt. Τη διάθεση αποχώρησης επιχείρησε να ανακόψει με ανακοίνωσή της την Παρασκευή η Επιτροπή, αλλά μένει να δούμε τι θα γίνει.
Η ομολογία του κ. Βενιζέλου ότι η πτώση του ελληνικού ΑΕΠ φέτος ενδέχεται να ξεπεράσει και το 4,5%, σε τηλεοπτική του συνέντευξη το πρωί της Παρασκευής, έκανε τον γύρο του κόσμου στα πρωτοσέλιδα του διεθνούς Τύπου, εντείνοντας τις ανησυχίες για το ελληνικό χρέος που κατέχουν ξένες τράπεζες. Από αύριο η ελληνική οικονομία μπαίνει ξανά κάτω από το μικροσκόπιο της τρόικας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

O διάλογος προϋποθέτει τον σεβασμό της διαφορετικής άποψης. Γι' αυτό κάθε υβριστικό, προσβλητικό ή χυδαίο σχόλιο θα διαγράφεται.