Του Μαρκ Λαζάρ, «La Repubblica», Επιμέλεια Θ. Γιαλκέτσης, Ελευθεροτυπία, 12.6.11
ΟΙ ΠΛΑΤΕΙΕΣ της Ευρώπης φιλοξενούν αυτές τις μέρες ένα οριζόντιο κίνημα πολιτών, οι οποίοι αποφάσισαν να συγκεντρωθούν για να συζητήσουν και να διαμαρτυρηθούν εναντίον μιας πολιτικής τάξης που αισθάνονται ότι δεν τους εκπροσωπεί πλέον. Στο ακόλουθο άρθρο του, που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα , ο Μαρκ Λαζάρ, καθηγητής στο Ινστιτούτο Πολιτικών Σπουδών του Παρισιού, αναλύει τα γνωρίσματα αυτού του πρωτόγνωρου κινήματος των «αγανακτισμένων».
Το κίνημα των «αγανακτισμένων» (indignados) παρουσιάζει παραδοσιακά χαρακτηριστικά και ταυτόχρονα ανανεωτικές όψεις, που έχουν μια σημασία η οποία υπερβαίνει τα όρια της Ιβηρικής Χερσονήσου. Οι Ισπανοί δεν είναι οι μόνοι που διαμαρτύρονται ενάντια στην επιδείνωση της κοινωνικής κατάστασης. Εδώ και μήνες, η λιτότητα που εφαρμόζεται στις διάφορες ευρωπαϊκές χώρες προσκρούει σε μιαν όλο και πιο ισχυρή αντίσταση.
Το αποτέλεσμα είναι μια πτώση της δημοτικότητας των κυβερνητικών ηγετών, αρνητικές εκλογικές επιδόσεις των κομμάτων τους, απεργίες και μεγάλες διαδηλώσεις. Η δυσαρέσκεια εκφράζεται επομένως με τρόπους γνωστούς στη δημοκρατία: απομάκρυνση από τους ηγέτες που ασκούν εξουσία, εκλογικές ανατροπές, κλασικές συλλογικές δράσεις. Οι ισπανικές διαμαρτυρίες προσθέτουν αναμφίβολα ένα νέο στοιχείο σε αυτό το σενάριο. Πρώτα απ' όλα επειδή πηγάζουν από αυθόρμητους δεσμούς που δημιουργήθηκαν αρχικά από το Διαδίκτυο: οι διαδηλωτές της Μαδρίτης εμπνέονται από το αιγυπτιακό μοντέλο. Δεύτερον, επειδή συγκεντρώνουν κυρίως, αλλά όχι αποκλειστικά, νέους. Αυτοί οι mileuristas (δηλαδή οι νέοι που κερδίζουν χίλια ευρώ τον μήνα) εκφράζουν την οργή τους. Εχουν έναν σωρό πτυχία, αλλά δεν βρίσκουν δουλειά (στην Ισπανία ένας στους δύο νέους κάτω των τριάντα ετών είναι άνεργος και το ποσοστό της ανεργίας είναι πάνω από 20%) ή υποχρεώνονται σε μια πολύ μακρά περίοδο προσωρινής και επισφαλούς απασχόλησης, που επηρεάζει τις άλλες πλευρές της ζωής τους, όπως τη δυνατότητα να αποκτήσουν κατοικία ή να δημιουργήσουν οικογένεια. Στην Ισπανία, όπως και σε άλλες χώρες, οι baby loosers, σύμφωνα με τη διατύπωση του κοινωνιολόγου Λουί Σοβέλ, υποχρεώνονται να φορτωθούν το βάρος των πολυάριθμων προνομίων που κατέκτησαν οι baby boomers. Η γηραιά Ευρώπη κινδυνεύει να οδηγηθεί σε μιαν αληθινή σύγκρουση γενεών. Το ισπανικό κίνημα όμως έχει και μιαν άλλη όψη, εκείνη της αγανάκτησης, στον απόηχο του περίφημου δοκιμίου «Αγανακτήστε» του Στεφάν Εσέλ, που έγινε μπεστ-σέλερ στην Ευρώπη. Το ότι μια κινητοποίηση γεννιέται για ηθικούς λόγους και υπό την ώθηση αιφνίδιων συγκινήσεων δεν είναι κάτι παράξενο. Στη Σικελία, μετά τις δολοφονίες του στρατηγού Ντάλα Κιέζα το 1982 και των δικαστών Φαλκόνε και Μπορσελίνο το 1992, ένα μέρος της κοινωνίας πολιτών ξεσηκώθηκε εναντίον της μαφίας. Στη Γαλλία, η άνοδος του Εθνικού Μετώπου το 1984 προκάλεσε μια κινητοποίηση των νέων εναντίον του ρατσισμού.
Αυτά τα δύο παραδείγματα φωτίζουν τη διαφορά με τις δράσεις που παρακολουθούμε σήμερα. Τους αγώνες εναντίον της μαφίας στη Σικελία και εναντίον του ρατσισμού στη Γαλλία τους αξιοποίησαν πολιτικά τα κόμματα, το Κομμουνιστικό Κόμμα στην Ιταλία και το Σοσιαλιστικό Κόμμα του Μιτεράν στη Γαλλία. Η αγανάκτηση δεν αρκεί για να κάνει κανείς πολιτική. Οι ισπανοί νέοι το γνωρίζουν αυτό και πράγματι διατηρούν μιαν αμφίσημη σχέση με την πολιτική. Επιτίθενται εναντίον της κυβέρνησης, αλλά είναι δύσπιστοι απέναντι στην αντιπολίτευση και φοβούνται κάθε πολιτική εκμετάλλευση. Ταυτόχρονα, επεξεργάζονται μεταρρυθμίσεις του εκλογικού νόμου, του κοινοβουλίου και του κομματικού συστήματος. Επομένως θα ήταν μεγάλο λάθος να χαρακτηρίσουμε το κίνημά τους φαινόμενο αντιπολιτικής.
Αντίθετα, η ύπαρξή τους επιβεβαιώνει ότι η Ευρώπη διαπερνιέται από αντιφατικές διαδικασίες. Από τη μια μεριά καταγράφει τη θεαματική άνοδο λαϊκιστικών κομμάτων, που κατηγορούν τις υποτιθέμενες ελίτ ότι αποτελούν ένα ενιαίο και ομοιόμορφο μπλοκ, στιγματίζουν τα κόμματα εξουσίας, υμνούν τον λαό που αναγορεύεται μοναδικός κάτοχος κάθε αλήθειας, καταπολεμούν τη μετανάστευση, εκμεταλλεύονται όλους τους φόβους, υποστηρίζουν μιαν αναδίπλωση στο τοπικό, περιφερειακό ή εθνικό πλαίσιο, διεκδικούν μια δημοψηφισματική δημοκρατία βασιζόμενη σε δημοψηφίσματα ακόμα και για τις πιο περίπλοκες προβληματικές και σαγηνεύουν τα λαϊκά στρώματα. Από την άλλη βλέπουμε να αναπτύσσονται κινητοποιήσεις άλλου είδους, οι οποίες εκκινώντας από πολύ υλικά ζητήματα γίνονται σιγά σιγά γενικότερες, επινοούν έναν νέο δημόσιο χώρο διαβούλευσης που δεν είναι εκείνος της τηλεόρασης, απαιτούν διαφάνεια, θέλουν να ελέγχουν τις κυβερνήσεις, επιθυμούν να ακούγεται η φωνή τους, προτείνουν βελτιώσεις στη λειτουργία των πολιτικών συστημάτων, είναι ανοιχτές στον κόσμο και δημιουργούν μια συμμετοχική δημοκρατία στην οποία διακρίνονται συνήθως οι εκπρόσωποι των μεσαίων στρωμάτων.
Σίγουρα αυτή η δεύτερη τάση είναι ακόμα αβέβαιη και εύθραυστη και μπορεί να αποκαλυφθεί εφήμερη (κυρίως αν στη Μαδρίτη οι indignados αποτύχουν στην προσπάθειά τους να επηρεάσουν τις δημόσιες πολιτικές, όπως έχει συμβεί μέχρι τώρα με τις παραδοσιακές κινητοποιήσεις των πατέρων τους), μπορεί να γίνει αντικείμενο χειραγώγησης από μικρές μαχητικές ομάδες και είναι έντονα αντιφατική όταν προτείνει την επινόηση μιας άλλης πολιτικής υπερφαλαγγίζοντας τους εκλεγμένους εκπροσώπους και τις οργανώσεις τους. Απευθύνει όμως μια πραγματική πρόκληση σε όλα τα υπεύθυνα πρόσωπα. Πώς θα μπορέσουν να ενσωματώσουν αυτή την αναζήτηση ενός καλύτερου κόσμου και μιας ανανεωμένης δημοκρατίας; Αν οι πολιτικές ελίτ και τα κλασικά κόμματα παραμείνουν κουφά σε αυτήν την κραυγή, αν αρκεστούν σε ασήμαντες μεταρρυθμίσεις αντί να δώσουν θεσμικές απαντήσεις ικανές να επανασχεδιάσουν τη σύγχρονη Εκκλησία του Δήμου και να ικανοποιήσουν αυτή τη βαθιά προσδοκία για συμμετοχή, κινδυνεύουν να απογοητεύσουν τους πολίτες και να επιδεινώσουν την κρίση της πολιτικής αντιπροσώπευσης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
O διάλογος προϋποθέτει τον σεβασμό της διαφορετικής άποψης. Γι' αυτό κάθε υβριστικό, προσβλητικό ή χυδαίο σχόλιο θα διαγράφεται.