Σελίδες

Παρασκευή 25 Μαρτίου 2011

Εθνική Ιστορία ή μήπως εθνική μυθολογία;

 Του Βασίλη Παναγιωτόπουλου, ΝΕΑ, 25.3.11
Κάτι η τηλεοπτική διάχυση του ΄21 μέσω του ντοκυμαντέρ του ΣΚΑΪ, κάτι η δημοσιονομική κρίση της χώρας που κάνει τους ανθρώπους να αναζητούν απαντήσεις και στο παρελθόν, τροφοδοτούν στον δημόσιο χώρο μια συζήτηση για την Ιστορία, που δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητη. Ωστόσο, για άλλη μια φορά αναβιώνει μπροστά μας μια άγονη συζήτηση για την «ιστορική αλήθεια». Τολμώ να προδικάσω, και μακάρι να διαψευστώ, ότι η συζήτηση αυτή δεν θα πάψει να επανέρχεται στην επικαιρότητα κάθε φορά που η Ιστορία θα χρησιμοποιείται εργαλειακά από τις ποικίλες ομάδες που θεσμικά ή ιδεολογικά παίρνουν μέρος στους αενάως μεταλλασσόμενους κοινωνικούς αγώνες. Αυτή τη φορά το δίλημμα είναι καθαρό: επιστημονική Ιστορία ή παιδαγωγούσα εθνική μυθολογία; Βέβαια σε ορισμένου τύπου κοινωνίες, όπως η δική μας, ακόμη και η επιστημονική Ιστορία της άρτιας τεκμηρίωσης και της αδέσμευτης διαπραγμάτευσης, δύναται να λειτουργήσει ως εθνική μυθολογία. Σήμερα θα παρακάμψω αυτόν τον σκόπελο και θα περιοριστώ να καταθέσω μερικές σκέψεις στη βάση της σημερινής μορφής του διλήμματος: ιστορία ή μυθολογία, Εθνική πάντοτε.

Τα πράγματα συνήθως δεν λέγονται με το όνομά τους. Κανένας από τους οπαδούς της εθνικής μυθολογίας δεν θα δεχτεί την κατηγορία ότι προτείνει συγκαλύψεις και αποκρύψεις ιστορικών συμβάντων. Οταν μάλιστα οι οπαδοί της μυθολογίας σκοντάφτουν μπροστά στην αδιάψευστη ιστορική πληροφορία, αρχίζουν την επαναδιαπραγμάτευση. Απαιτούν τότε την ισότιμη μεταχείριση των μαρτυριών και των ιστορικών πληροφοριών (αυτό δηλαδή που καταστατικά κάνει ακόμη και η στοιχειωδώς επιστημονική έρευνα) και κυρίως, την προσαρμογή του ιστορικού στοχασμού στις ηθικοπλαστικές ανάγκες της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Το αίτημα της αλήθειας, εγγενές συστατικό της ιστοριογραφίας και κάθε πνευματικού εγχειρήματος, θαμπώνει μπροστά στο γιγαντωμένο αίτημα της ενίσχυσης του εθνικού φρονήματος, όπως το αντιλαμβάνονται, πάντοτε, οι προπαγανδιστές της εθνικής μυθολογίας. Μας καλούν δηλαδή να προσαρμοστούμε στις γνωσιακές και ψυχολογικές ικανότητες των παιδιών, τελικά να πάψουμε να είμαστε ιστορικοί και να γίνουμε παιδαγωγοί.

Κάτι τέτοιο όμως δεν μπορεί να γίνει γιατί στερείται παντελώς νοήματος. Η Ιστορία ως επιστήμη της κατανόησης των κοινωνικών μηχανισμών και ως κουλτούρα του χρόνου, έχει ασφαλώς και διδακτικές ευθύνες και παιδαγωγικές λειτουργίες. Εχει όμως μια πολύ μεγαλύτερη ευθύνη και έναν πολύ μεγαλύτερο σκοπό να επιτελέσει, σκοπό πανανθρώπινο και αμετακίνητο στη διαδρομή των αιώνων. Την αυτογνωσία των ανθρώπων και των κοινωνιών, των λαών και των εθνών, που μέσα από την ιστορικοποίηση της ύπαρξής τους προβαίνουν προς την ψυχολογική και συναισθηματική τους ολοκλήρωση, προς τη συγκρότηση της πολιτιστικής τους ταυτότητας. Η επιστημονική Ιστορία δεν μπορεί να μεταμορφωθεί σε παιδαγωγική διαδικασία, γιατί τότε δεν θα επιτελούσε το κοινωνικό της έργο και γιατί η ίδια οφείλει περισσότερα στην εθνική πολιτιστική κοινότητα εντός της οποίας δραστηριοποιείται. Οφείλει να διαμορφώνει την κοινωνική συνείδηση του παρόντος, ως τη μοναδική εγγύηση για τις μορφές και την ποιότητα των ανθρωπίνων σχέσεων του μέλλοντος. Γιατί το μέλλον είναι επίπεδο και γι΄ αυτό διαθέσιμο σε μεταλλαγές και τροποποιήσεις.

Γνωστικά λοιπόν, δεν μπορούμε να φανταστούμε παρά μια μόνο Ιστορία και αυτή θα είναι η επιστημονική. Δεν είναι δυνατόν η κοινότητα των ιστορικών να υπηρετεί δύο εκδοχές της Ιστορίας: μια υπεύθυνη, έγκυρη και στοχαστική για την ικανοποίηση μιας μικρής ομάδας μυημένων (μανδαρίνων;) και μια δεύτερη εκδοχή λαϊκή, για ευρεία κατανάλωση και σχολική χρήση. Κάτι τέτοιο θα αποτελούσε παραλογισμό, τον οποίο δεν θα μπορούσε να υποφέρει ένας στοιχειωδώς ορθολογικός ερευνητής.

Αλλά τότε πώς θα συντελεστεί το παιδαγωγικό έργο της Ιστορίας; Αλλωστε αυτή την κοινωνική ανάγκη εκμεταλλεύονται όσοι προπαγανδίζουν τη παραγωγή μιας μυθολογικής- ηθικοπλαστικής Ιστορίας, αποκαθαρμένης από τα «στίγματα», κατ΄ αυτούς, της κριτικότητας με τα οποία βαρύνεται και ευθύνεται, κατά τους ίδιους πάντοτε, η επιστημονική Ιστορία. Η απάντηση στο ερώτημα αυτό δεν είναι πολύ δύσκολη. Ο,τι συμβαίνει με όλες τις επιστήμες όταν συνοψίζονται και εκλαϊκεύονται για σχολική χρήση, θα γίνει και με την Ιστορία. Καμία επιστήμη δεν αυτοακυρώνεται όταν βγαίνει από το επιστημονικό εργαστήριο ή τον χώρο της πρωτογε νούς παραγωγής της, για να μεταφερθεί στο σχολείο. Η Αστρονομία στο σχολείο δεν ανοίγει διάλογο με την Παλαιά Διαθήκη για την πρώτη ημέρα της δημιουργίας, ούτε η Φιλοσοφία με τη Θεολογία. Οι παιδαγωγικές επιστήμες στο σύνολό τους και ο ειδικότερος κλάδος της Διδακτικής της Ιστορίας, καλούνται να οργανώσουν τη μετάβαση από το σπουδαστήριο της επιστημονικής Ιστορίας στη σχολική τάξη, με όρους που οι ίδιοι οι παιδαγωγοί / εκπαιδευτικοί θα ορίσουν με τη δική τους επιστημονική ευθύνη. Χωρίς καμία παραχώρηση στην αφελή ιστορική υποκουλτούρα που προτείνεται από κάποιες συντηρητικές πλευρές, αλλά και χωρίς υπερβάλλοντα ζήλο, αυτό το είδος ιστοριογραφικού πουριτανισμού (purisme), που καμιά φορά διεισδύει σε καλοπροαίρετα επιστημονικά περιβάλλοντα.

Βασικό κριτήριο της σχολικής συμπύκνωσης και της παιδαγωγικής απλούστευσης της επιστημονικής Ιστορίας δεν μπορεί να είναι άλλο από την ικανότητα του νέου ατόμου, παιδιού και εφήβου, να προσλάβει και να επεξεργαστεί την πολυπλοκότητα του ιστορικού φαινομένου, και κυρίως την πυκνότητα του ιστορικού χρόνου. Πριν τρομάξει και απωθήσει την Ιστορία σε «δευτερεύον μάθημα» ή πριν προλάβει η Πολιτεία και τη μετατρέψει σε «προαιρετικό». Τελικά δεν μπορούμε να δεχτούμε να λειτουργήσει το αίτημα (νόμιμο και παραδεκτό) της σχολικής προσαρμογής ως δούρειος ίππος για την άλωση της Ιστορίας από τη μυθολογία. Αν και ξέρουμε καλά ότι οι μύθοι είναι φτιαγμένοι από ατσάλι.

Ο Βασίλης Παναγιωτόπουλος είναι ιστορικός, ομότιμος διευθυντής ερευνών ΙΝΕ/ΕΙΕ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

O διάλογος προϋποθέτει τον σεβασμό της διαφορετικής άποψης. Γι' αυτό κάθε υβριστικό, προσβλητικό ή χυδαίο σχόλιο θα διαγράφεται.