Της Ελίζας Παπαδάκη, 9.3.11
Απόλυτα δικαιολογηµένη ήταν η αγανάκτηση της κυβέρνησης µετά την προχθεσινή απόφαση του οίκου Moody’s να υποβαθµίσει κατά τρία σκαλοπάτια τα ελληνικά κρατικά οµόλογα – από απλά «σκουπίδια» σε χαρτιά αποκλειστικά για «ακραία κερδοσκοπία», στο επίπεδο όπου έως τώρα κατατάσσονταν χώρες εξαιρετικά ασταθείς και αποµονωµένες. Το υπουργείο Οικονοµικών δεν αντέκρουσε µόνο τα επιχειρήµατα ένα προς ένα. Τούτη τη φορά αποφάσισε να τα πει έξω από τα δόντια για το ποιόν των οίκων αξιολόγησης. Σε όλα δίκιο είχε, ακόµα, δυστυχώς, και στην επισήµανση του κινδύνου αξιολογήσεις αυτού του είδους να µετατρέπονται σε αυτοεκπληρούµενες προφητείες µε βαριές συνέπειες. Το πικρό ερώτηµα είναι: πόσο ωφελεί;
Την ελληνική διαµαρτυρία αναπαρήγαγαν ανά τον κόσµο οι εφηµερίδες που ασχολούνται µε τη σχετική ειδησεογραφία.
Ταυτόχρονα σηµείωναν την άνοδο των spreads: όχι των δικών µας που ήταν αναµενόµενη, αλλά και σε νέο ρεκόρ της Πορτογαλίας, την ηπιότερη της Ισπανίας, της Ιταλίας και του Βελγίου. Και δεν παρακάµπτεται ως συνηθισµένη νευρική αντίδραση των αγορών σε ξαφνικές ειδήσεις. Μήνες τώρα κρατάει η φηµολογία του ντόµινο για τις ευρωχώρες µε υψηλό δηµόσιο χρέος, συντηρώντας παράλογα υψηλές τις αποδόσεις των οµολόγων τους· αυτό είναι το κυρίως πρόβληµα που γεννά νέες εξάρσεις µε κάθε αφορµή. Καθιστά τόσο ακριβό τον δανεισµό τους, ώστε να στραγγαλίζει την οικονοµική µεγέθυνση που θα οδηγούσε στη βαθµιαία υποχώρηση του χρέους.
Ελεγε το Σάββατο ένας κατ’ εξοχήν αρµόδιος Ευρωπαίος, ο επικεφαλής του Ταµείου Χρηµατοοικονοµικής Σταθερότητας Κλάους Ρέγκλινγκ:
«Μάθαµε µε επώδυνο τρόπο στη χρηµατοοικονοµική κρίση ότι οι αγορές δεν έχουν πάντα δίκιο. Πιστεύω ότι και πάλι οι αγορές αξιολογούν στραβά την κατάσταση και αυτός είναι ο λόγος που τα spreads είναι τόσο υψηλά». Στις «αγορές» µε αυτήν την έννοια υπάγονται και οι οίκοι που αξιολογούν την πιστοληπτική ικανότητα επιχειρήσεων, τραπεζών, καθώς και κρατών: είναι ιδιωτικές επιχειρήσεις που πωλούν τις υπηρεσίες τους (αξιολογήσεις) µε σκοπό το κέρδος.
Πρόκειται µάλιστα για ιδιαίτερα ολιγοπωλιακή παγκόσµια αγορά, αφού το 54% το ελέγχουν οι τρεις µεγάλες αµερικανικές εταιρείες (Moody’s, Standard & Poor’s και Fitch)· αντίστοιχες υπάρχουν από Κίνα, Ρωσία, Ιαπωνία, Καναδά, Αυστραλία, ενώ ευρωπαϊκός φορέας αξιολόγησης δεν υφίσταται, η σύστασή του ακόµα συζητείται. Η επιρροή τους πάντως δεν είναι πλέον απόλυτη. Τη βαθµολογία που δίνουν οι τρεις καθιερωµένοι οίκοι αγνοεί η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, εφόσον εξακολούθησε να χρηµατοδοτεί τράπεζες που προσφέρουν ως ενέχυρο ελληνικά κρατικά οµόλογα και µετά τον υποβιβασµό τους σε «σκουπίδια». Χάρη σ’ αυτήν την αυτόνοµη απόφασή της κυκλοφορεί ακόµα κάποια ρευστότητα στη χώρα µας, αφού άλλη πηγή πέρα από τις δόσεις του δανείου Ε.Ε. - ∆ΝΤ δεν υπάρχει.
Εχει ενδιαφέρον να το σκεφτούµε λίγο, όσοι από τη σύναψη της Συνθήκης του Μάαστριχτ επικρίνουµε την απουσία θεσπισµένου δηµοκρατικού ελέγχου στην Κεντρική Τράπεζα· και να το αντιπαραβάλουµε µε τις αποφάσεις που παίρνουν – ή δεν παίρνουν – από κοινού, ως Ευρωπαϊκό Συµβούλιο, δηµοκρατικά εκλεγµένες εθνικές κυβερνήσεις, οι οποίες ελέγχονται από τα κοινοβούλια των χωρών τους, αλλά και από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο: µε τους όρους που επέβαλαν στα δάνεια διάσωσης της Ελλάδας τον Μάιο και της Ιρλανδίας τον Σεπτέµβριο για παράδειγµα. Μοχθώντας να πείσει ότι τα επιτόκια χρειάζεται να µειωθούν και οι χρόνοι αποπληρωµής να επιµηκυνθούν, ο επίτροπος Ολι Ρεν επίµονα εξηγεί ότι κριτήριο για εκείνες τις αποφάσεις ήταν προπάντων να µη δοθούν λάθος κίνητρα στις υπερχρεωµένες χώρες. Αλλά τώρα, συµπληρώνει, το ζήτηµα είναι το βάρος του χρέους να µπορέσουν να το αντέξουν.
Συνιστά δηλαδή στους ευρωπαίους ηγέτες παραµονές των Συνόδων Κορυφής να περάσουν από την ηθικολογία (των τόσο προσφιλών σε µερίδα της γερµανικής κοινής γνώµης λέξεων «τιµωρία» των «αµαρτωλών») στην πολιτική. Μαζί πιέζουν πολιτικοί και διανοητές υψηλού κύρους µε κορυφαίο τον Ζακ Ντελόρ.
Το πόσο εισακούονταιείναι αµφίβολο, αν και διαφάνηκαν τελευταίακάποιες ισχνές πιθανότητες ναβελτιωθούν οι όροι των δανείων και να ενισχυθεί τοΤαµείο Σταθερότητας, ώστε ναβοηθήσει στη µείωση του χρέουςχρηµατοδοτώντας επαναγορές. Τη χαραµάδα κλείνει όµως η ίδια η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα όταν προαναγγέλλει άνοδο των επιτοκίων που θα αυξήσει πάλι το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους, ενώ εµποδίζει την έξοδο από την ύφεση: µε τοένα χέρι βοηθάει, µε το άλλοχτυπά. Πολύπλοκο το ευρωπαϊκό παιχνίδι και σωστά προειδοποιούσε προχθές ο Πρωθυπουργός για τις δύσκολες προσπάθειες που απαιτούνται, είτε προκύψει λύση στις 25 Μαρτίου είτε όχι. Μόνο που σχέδιο για να οργανώσει τέτοιεςπροσπάθειες η κυβέρνηση δεν έχει παρουσιάσει, ούτε εργάζονται στην κατεύθυνση αυτή τα άλλα κόµµατα και οι κοινωνικοί φορείς.
Την ελληνική διαµαρτυρία αναπαρήγαγαν ανά τον κόσµο οι εφηµερίδες που ασχολούνται µε τη σχετική ειδησεογραφία.
Ταυτόχρονα σηµείωναν την άνοδο των spreads: όχι των δικών µας που ήταν αναµενόµενη, αλλά και σε νέο ρεκόρ της Πορτογαλίας, την ηπιότερη της Ισπανίας, της Ιταλίας και του Βελγίου. Και δεν παρακάµπτεται ως συνηθισµένη νευρική αντίδραση των αγορών σε ξαφνικές ειδήσεις. Μήνες τώρα κρατάει η φηµολογία του ντόµινο για τις ευρωχώρες µε υψηλό δηµόσιο χρέος, συντηρώντας παράλογα υψηλές τις αποδόσεις των οµολόγων τους· αυτό είναι το κυρίως πρόβληµα που γεννά νέες εξάρσεις µε κάθε αφορµή. Καθιστά τόσο ακριβό τον δανεισµό τους, ώστε να στραγγαλίζει την οικονοµική µεγέθυνση που θα οδηγούσε στη βαθµιαία υποχώρηση του χρέους.
Ελεγε το Σάββατο ένας κατ’ εξοχήν αρµόδιος Ευρωπαίος, ο επικεφαλής του Ταµείου Χρηµατοοικονοµικής Σταθερότητας Κλάους Ρέγκλινγκ:
«Μάθαµε µε επώδυνο τρόπο στη χρηµατοοικονοµική κρίση ότι οι αγορές δεν έχουν πάντα δίκιο. Πιστεύω ότι και πάλι οι αγορές αξιολογούν στραβά την κατάσταση και αυτός είναι ο λόγος που τα spreads είναι τόσο υψηλά». Στις «αγορές» µε αυτήν την έννοια υπάγονται και οι οίκοι που αξιολογούν την πιστοληπτική ικανότητα επιχειρήσεων, τραπεζών, καθώς και κρατών: είναι ιδιωτικές επιχειρήσεις που πωλούν τις υπηρεσίες τους (αξιολογήσεις) µε σκοπό το κέρδος.
Πρόκειται µάλιστα για ιδιαίτερα ολιγοπωλιακή παγκόσµια αγορά, αφού το 54% το ελέγχουν οι τρεις µεγάλες αµερικανικές εταιρείες (Moody’s, Standard & Poor’s και Fitch)· αντίστοιχες υπάρχουν από Κίνα, Ρωσία, Ιαπωνία, Καναδά, Αυστραλία, ενώ ευρωπαϊκός φορέας αξιολόγησης δεν υφίσταται, η σύστασή του ακόµα συζητείται. Η επιρροή τους πάντως δεν είναι πλέον απόλυτη. Τη βαθµολογία που δίνουν οι τρεις καθιερωµένοι οίκοι αγνοεί η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, εφόσον εξακολούθησε να χρηµατοδοτεί τράπεζες που προσφέρουν ως ενέχυρο ελληνικά κρατικά οµόλογα και µετά τον υποβιβασµό τους σε «σκουπίδια». Χάρη σ’ αυτήν την αυτόνοµη απόφασή της κυκλοφορεί ακόµα κάποια ρευστότητα στη χώρα µας, αφού άλλη πηγή πέρα από τις δόσεις του δανείου Ε.Ε. - ∆ΝΤ δεν υπάρχει.
Εχει ενδιαφέρον να το σκεφτούµε λίγο, όσοι από τη σύναψη της Συνθήκης του Μάαστριχτ επικρίνουµε την απουσία θεσπισµένου δηµοκρατικού ελέγχου στην Κεντρική Τράπεζα· και να το αντιπαραβάλουµε µε τις αποφάσεις που παίρνουν – ή δεν παίρνουν – από κοινού, ως Ευρωπαϊκό Συµβούλιο, δηµοκρατικά εκλεγµένες εθνικές κυβερνήσεις, οι οποίες ελέγχονται από τα κοινοβούλια των χωρών τους, αλλά και από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο: µε τους όρους που επέβαλαν στα δάνεια διάσωσης της Ελλάδας τον Μάιο και της Ιρλανδίας τον Σεπτέµβριο για παράδειγµα. Μοχθώντας να πείσει ότι τα επιτόκια χρειάζεται να µειωθούν και οι χρόνοι αποπληρωµής να επιµηκυνθούν, ο επίτροπος Ολι Ρεν επίµονα εξηγεί ότι κριτήριο για εκείνες τις αποφάσεις ήταν προπάντων να µη δοθούν λάθος κίνητρα στις υπερχρεωµένες χώρες. Αλλά τώρα, συµπληρώνει, το ζήτηµα είναι το βάρος του χρέους να µπορέσουν να το αντέξουν.
Συνιστά δηλαδή στους ευρωπαίους ηγέτες παραµονές των Συνόδων Κορυφής να περάσουν από την ηθικολογία (των τόσο προσφιλών σε µερίδα της γερµανικής κοινής γνώµης λέξεων «τιµωρία» των «αµαρτωλών») στην πολιτική. Μαζί πιέζουν πολιτικοί και διανοητές υψηλού κύρους µε κορυφαίο τον Ζακ Ντελόρ.
Το πόσο εισακούονταιείναι αµφίβολο, αν και διαφάνηκαν τελευταίακάποιες ισχνές πιθανότητες ναβελτιωθούν οι όροι των δανείων και να ενισχυθεί τοΤαµείο Σταθερότητας, ώστε ναβοηθήσει στη µείωση του χρέουςχρηµατοδοτώντας επαναγορές. Τη χαραµάδα κλείνει όµως η ίδια η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα όταν προαναγγέλλει άνοδο των επιτοκίων που θα αυξήσει πάλι το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους, ενώ εµποδίζει την έξοδο από την ύφεση: µε τοένα χέρι βοηθάει, µε το άλλοχτυπά. Πολύπλοκο το ευρωπαϊκό παιχνίδι και σωστά προειδοποιούσε προχθές ο Πρωθυπουργός για τις δύσκολες προσπάθειες που απαιτούνται, είτε προκύψει λύση στις 25 Μαρτίου είτε όχι. Μόνο που σχέδιο για να οργανώσει τέτοιεςπροσπάθειες η κυβέρνηση δεν έχει παρουσιάσει, ούτε εργάζονται στην κατεύθυνση αυτή τα άλλα κόµµατα και οι κοινωνικοί φορείς.
Πολύπλοκο το ευρωπαϊκό παιχνίδι και σωστά προειδοποιούσε προχθές ο Πρωθυπουργός για τις δύσκολες προσπάθειες που απαιτούνται, είτε προκύψει λύση στις 25 Μαρτίου είτε όχι
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
O διάλογος προϋποθέτει τον σεβασμό της διαφορετικής άποψης. Γι' αυτό κάθε υβριστικό, προσβλητικό ή χυδαίο σχόλιο θα διαγράφεται.