Σελίδες

Κυριακή 20 Μαρτίου 2011

Στο μεταίχμιο μεταξύ αλληλεγγύης και τιμωρίας οι αποφάσεις της Ευρωζώνης στη σύνοδο κορυφής των "27"

 Της Ελίζας Παπαδάκη, Αυγή, 20.3.11
Δεν είναι μόνο τα συνταρακτικά επακόλουθα του μεγάλου σεισμού στην Ιαπωνία ή οι εξελίξεις στη Λιβύη, που σκιάζουν τη σύνοδο κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις 24-25 Μαρτίου. Ανησυχίες αναζωπυρώνονται και ως προς την αντιμετώπιση της κρίσης του χρέους, εκτοπίζοντας βαθμιαία την ανακούφιση για την πρόσφατη συμφωνία των ηγετών της Ευρωζώνης, την οποία οι "27" θα πρέπει τώρα να επικυρώσουν και να προχωρήσουν.
Κεντρική εστία η Γερμανία, όπου μια πλειοψηφία βουλευτών αποκρούει τη δυνατότητα ο από κοινού χρηματοδοτούμενος Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας να αγοράζει ομόλογα κράτους μέλους. Γενικότερα από διάφορες πλευρές αμφισβητείται η επάρκεια του συμβιβασμού που έχει επιτευχθεί.
Μέχρι και τις 2 το πρωί του περασμένου Σαββάτου 12 Μαρτίου, ενόσω ακόμα συνεδρίαζαν οι ηγέτες της Ευρωζώνης, όλες οι πληροφορίες και οι εκτιμήσεις συνέκλιναν ότι δεν επρόκειτο να λάβουν αποφάσεις για την κρίση του χρέους. Άλλωστε η γερμανική κυβέρνηση και προσωπικά η Άγγελα Μέρκελ διαρκώς παρέπεμπαν στις 25 Μαρτίου για «τη λύση» εντείνοντας τη διαπραγματευτική τους πίεση. (Εκεί βασίστηκε η «Αυγή» της προηγούμενης Κυριακής, αδυνατώντας να αναβάλει περισσότερο την παραγωγή του φύλλου). Τις πληροφορίες διέψευσε όμως η κατ’ αρχήν συμφωνία που ανακοινώθηκε, την οποία στο σύνολό του σχεδόν ο Τύπος της Ευρώπης υποδέχθηκε σαν «ευχάριστη έκπληξη».
Συμβιβασμός όπως ήταν, περιείχε δύο σκέλη: Την ενίσχυση του μηχανισμού στήριξης, του προσωρινού τωρινού και του μόνιμου που θα τον διαδεχθεί το 2013, μαζί με μια βελτίωση των όρων αποπληρωμής του δικού μας δανείου διάσωσης, και, έναντι αυτού, ένα «Σύμφωνο για το ευρώ», δεσμευτικότερου συντονισμού των οικονομικών πολιτικών της Ευρωζώνης σε μια γερμανική αντίληψη για την ανταγωνιστικότητα και τη δημοσιονομική πειθαρχία, το οποίο εξ αρχής ήθελε να επιβάλει η κ. Μέρκελ με στήριξη από τη Γαλλία, και τελικά νερώθηκε αρκετά ώστε να γίνει αποδεκτό από όλους.
Η έκδηλη ανακούφιση της ελληνικής κυβέρνησης για τη συμφωνία ήταν δικαιολογημένη: διότι απομάκρυνε την απειλή να βρεθεί η χώρα μας σε αδυναμία να εξυπηρετήσει τα δάνειά της, να πληρώσει δηλαδή τόκους και χρεολύσια σε κάποια από τις προβλεπόμενες προθεσμίες, οπότε να εξαναγκαστεί σε χρεοκοπία. Σημαντική είναι εδώ η επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής του δανείου των 80 δισ. ευρώ από την Ευρωπαϊκή Ένωση, στην οποία θα προσαρμοστεί αμέσως το ΔΝΤ για το δικό του μερίδιο των 30 δις ευρώ, σε επτάμισι χρόνια, καθώς μεταθέτει για αργότερα ένα καλό μέρος από τις πολύ μεγάλες πληρωμές των ετών 2014-15. Επίσης η μείωση του επιτοκίου που βαρύνει το ευρωπαϊκό δάνειο κατά μία μονάδα. Στο Μνημόνιο, υπενθυμίζεται, είχε ορισθεί δύο ολόκληρες μονάδες υψηλότερα από το αντίστοιχο των γερμανικών ομολόγων, σε μιαν αντίληψη αφενός «ποινής» για την αφροσύνη της υπερχρέωσης, αφετέρου «ανταμοιβής» των φορολογουμένων των άλλων χωρών, που ανέλαβαν μεν να σώσουν την Ελλάδα αλλά με κάποιο κέρδος από τη διαφορά από το επιτόκιο που δανείζονται τα δικά τους κράτη (κέρδος που, πάντως, έχει εξανεμιστεί στην περίπτωση της Πορτογαλίας, αφού έφτασε να δανείζεται πια με 7,5%, ενώ μας είχε δανείσει με 5,2%). Η σαράφικη αυτή λογική είχε δεχθεί έντονη κριτική τότε, εκτός Ελλάδας κυρίως, που φαίνεται να έπιασε τόπο. (Όχι για την Ιρλανδία, όμως, του επιτοκίου 5,8%, καθώς ο νέος πρωθυπουργός της δεν θέλησε να συζητήσει εναρμόνιση των συντελεστών φορολόγησης των κερδών, εμμένοντας στο παραδοσιακό ιρλανδικό επενδυτικό κίνητρο ενός φόρου 12,5% μόλις. Δεν έχει φανεί αν κάτι θα αλλάξει εδώ στη σύνοδο της Ε.Ε.)
Την απειλή χρεωκοπίας της Ελλάδας απομάκρυνε όμως προπάντων η δυνατότητα που συμφωνήθηκε να δοθεί στον Μηχανισμό - σε ειδικές περιστάσεις και αφού πρώτα το εγκρίνουν οι χώρες μέλη - να αγοράζει ομόλογα κράτους μέλους στην πρωτογενή αγορά (δηλαδή στην αγορά όπου τα εκδίδει το εν λόγω κράτος). Όταν συνομολογούσαν τη δανειακή σύμβαση με την Ελλάδα, οι υπεύθυνοι της Ευρωομάδας (Eurogroup), της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και του ΔΝΤ εκτιμούσαν ότι, εφόσον προχωρούσαν η δημοσιονομική εξυγίανση και οι άλλες πολιτικές σύμφωνα με το Μνημόνιο, το αργότερο το 2012, όταν πλέον οι εναπομένουσες δόσεις του δανείου σωτηρίας δεν θα κάλυπταν τις ανάγκες πληρωμών, η χώρα μας θα μπορούσε να επιστρέψει στις αγορές για να δανειστεί με ανεκτούς όρους. Έπεσαν μάλλον έξω. Δεν είχαν προβλέψει την εξάπλωση της κρίσης του χρέους στην Ιρλανδία, την Πορτογαλία, δυνητικά στην Ισπανία ή και αλλού, την εντεινόμενη δυσπιστία των «αγορών», τις ραγδαίες υποβαθμίσεις πιστοληπτικής ικανότητας όλων των ασθενέστερων χωρών από μέρους των περιβόητων οίκων αξιολόγησης, ακόμα και όταν υπόκεινται στην ανά τρίμηνο εξέταση από την τρόικα, όπως εμείς. Χρηματοδότηση επαναγοράς του χρέους από τη δευτερογενή αγορά, όπου είναι πεσμένες οι τιμές των ομολόγων, ώστε να μειωθεί το συνολικό ύψος του χρέους, δεν συμφώνησαν οι "17", αφήνοντας έκθετη και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα που έχει αγοράσει 77 δισ. ομόλογα των χωρών σε κρίση. Τώρα προκύπτει όμως ότι, αν του χρόνου δεν επιτυγχάνουμε στην αγορά όσο μακροχρόνιο δανεισμό χρειαζόμαστε, θα μπορεί να παρεμβαίνει και να αγοράζει ελληνικά ομόλογα ο Μηχανισμός. Ανάλογη χρήση θα μπορούσε πιθανώς να κάνει η Πορτογαλία, που, αν και με καλύτερα δημοσιονομικά μεγέθη, τής απαιτούν υπερβολικά επιτόκια.
Κατά της δυνατότητας αυτής υπέβαλαν ωστόσο ψήφισμα στη γερμανική Βουλή βουλευτές από τα κόμματα του κυβερνητικού συνασπισμού, Χριστιανοδημοκράτες και Φιλελεύθεροι, με το σκεπτικό ότι «οι υγιείς χώρες θα επωμιστούν κι άλλο χρέος από τις αδύναμες», όπως έλεγε εκπρόσωπός τους. Η πρόταση ψηφίστηκε την Πέμπτη και από τα κόμματα της αντιπολίτευσης, Σοσιαλδημοκράτες και Πράσινους, με μόνη εξαίρεση την Αριστερά (Linke), και είναι ενδεικτική για τις απόψεις που επικρατούν στη Γερμανία, με τις οποίες η καγκελάριος Μέρκελ είναι αναγκασμένη να έρχεται σε κάποια ισορροπία. Δεν επιβάλλει στη Μέρκελ να αλλάξει στάση στη σύνοδο των "27", θα είναι όμως μια δαμόκλειος σπάθη πάνω από το κεφάλι της πριν από κάθε αύξηση της γερμανικής συνδρομής στον Μηχανισμό που προϋποθέτει έγκριση από το Κοινοβούλιο.

Απομακρύνθηκε η απειλή χρεωκοπίας - δεν εξαφανίστηκε
Αν όμως η Ελλάδα πήρε πράγματι μιαν ανάσα, ίσως για δύο χρόνια ακόμα, από τον Ιούνιο του 2013, που θα τεθεί σε λειτουργία ο μόνιμος Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας, το ενδεχόμενο αναδιάρθρωσης του χρέους με συμμετοχή και των ιδιωτών, περικοπής δηλαδή της αξίας των ομολόγων που έχει εκδώσει, θα παίζει και επίσημα πλέον («στην απίθανη περίπτωση», όπως αναφέρεται, που μια χώρα δεν αντιμετωπίζει πρόβλημα ρευστότητας αλλά ικανότητας αποπληρωμής του χρέους της). Μια τέτοια περικοπή θα ζημίωνε όλους όσοι κατέχουν ομόλογα του ελληνικού κράτους - ξένες τράπεζες και κεφάλαια που διαχειρίζονται αποταμιεύσεις, κερδοσκοπικά αλλά και συντηρητικά, όταν πρόκειται για ταμεία συντάξεων, και συνάμα πολύ περισσότερο τις εγχώριες τράπεζες και τα ασφαλιστικά ταμεία με τρομακτικές συνέπειες για την εθνική οικονομία - ενώ θα απέκλειε τη χώρα από τις αγορές για πολλά χρόνια ακόμα. Γι’ αυτό και καταβάλλεται κάθε προσπάθεια να αποφευχθεί.
Αλλά, καθώς εντείνεται η κρίση στην περιφέρεια της Ευρωζώνης, πληθαίνουν οι εκτιμήσεις ότι η αναδιάρθρωση του χρέους της Ελλάδας - του μεγαλύτερου όλων των χωρών σε σχέση με το ΑΕΠ και ακόμα ανερχόμενου - κάποια στιγμή θα γίνει. Αυτή τη γνώμη φέρεται να εξέφρασε ο επικεφαλής του προσωρινού Ταμείου Χρηματοοικονομικής Σταθερότητας Κλάους Ρέγκλινγκ, ενώ μικρότερη βαρύτητα έχει ανάλογη δήλωση ενός από τους «πέντε σοφούς» (οικονομικούς εμπειρογνώμονες της γερμανικής κυβέρνησης), του καθηγητή Λαρς Φελντ, ο οποίος την ίδια άποψη λέει από τις 20 Ιανουαρίου που ανέλαβε στο Συμβούλιο.
Από την άλλη πλευρά η Ευρωπαϊκή Αρχή Εποπτείας των Τραπεζών (ΕΒΑ), ανακοινώνοντας προχθές λεπτομέρειες για τις νέες δοκιμασίες αντοχής στις οποίες θα υποβληθούν οι ευρωπαϊκές τράπεζες, εξακολουθεί να μην περιλαμβάνει το ενδεχόμενο χρεωκοπίας κάποιου κράτους στα σενάριά της. Παραμένει στην πάγια ευρωπαϊκή θέση ότι θα ήταν αδιανόητο.
Η κρίση του χρέους της Ευρωζώνης είναι ωστόσο διττή, κρατών και τραπεζών, και, όπως παρατηρούν πολλοί αναλυτές, οι αποφάσεις της 12ης Μαρτίου που θα επικυρωθούν αυτή τη βδομάδα, παραμένουν στο μεταίχμιο, ανάμεσα σε δύο επιλογές: της αλληλεγγύης μεταξύ των χωρών που μοιράζονται το κοινό νόμισμα, που θα σήμαινε συνένωση των χρεών τους κάτω από ένα ενιαίο ευρωομόλογο, αλλά και των πολιτικών τους, ώστε να συναποφασίζονται και να ελέγχονται κεντρικά??? και της εξώθησης όσων είναι υπερχρεωμένες στη χρεωκοπία / αναδιάρθρωση. Και οι δύο επιλογές θα είχαν κόστος για τις πλούσιες χώρες, τη Γερμανία ειδικότερα: στην πρώτη για να στηριχθούν οι κοινωνίες που έπληξε η κρίση, στη δεύτερη για να στηριχθούν οι τράπεζες, αλλά και οι κοινωνίες, γιατί θα πληγούν πολύ βαρύτερα ακόμα. Όσο η Ε.Ε. μένει σ’ αυτό το μεταίχμιο, τέλος στην κρίση δεν διακρίνεται.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

O διάλογος προϋποθέτει τον σεβασμό της διαφορετικής άποψης. Γι' αυτό κάθε υβριστικό, προσβλητικό ή χυδαίο σχόλιο θα διαγράφεται.