Πόσο ομοιογενές είναι το μέτωπο κατά του Μνημονίου; Ολοι μιλούν για τους αδικημένους χαμηλόμισθους και χαμηλοσυνταξιούχους. Και έχουν δίκιο. Στο πλευρό τους όμως συστρατεύονται πολλοί που διαχρονικά φέρουν μέρος της ευθύνης για την κακοδαιμονία αυτών που υποτίθεται ότι υπερασπίζονται: οι «φτωχοί» ελεύθεροι επαγγελματίες, οι περιπτεράδες και οι ταξιτζήδες και οι πάσης φύσεως επιχειρηματίες που αρνούνται να κόψουν αποδείξεις, τα ρετιρέ και οι αργόμισθοι του Δημοσίου, οι προμηθευτές με τα φουσκωμένα τιμολόγια και γενικώς τα τρωκτικά που με τον έναν ή τον άλλον τρόπο ροκάνιζαν επί δεκαετίες τα έσοδα του κράτους
Η Ιστορία μάς διδάσκει ότι τέτοιου είδους διλήμματα τίθενται όταν έρχεται η στιγμή της αλήθειας, δηλαδή όταν διακυβεύεται κάτι αφάνταστα σημαντικό. Και κατά γενική ομολογία, αυτό συμβαίνει σήμερα. Συνεπώς, σε τελική ανάλυση, ο καθένας καλείται να πει το μεγάλο ναι ή το μεγάλο όχι. Αλλά εδώ προκύπτει μια αντίφαση: πριν φτάσουμε στην τελική επιλογή με όρους άσπρου-μαύρου, θα πρέπει να προηγηθεί μια κριτική επεξεργασία των επιμέρους στοιχείων, που αναγκαστικά συγκρούεται με τη μονόχρωμη σκέψη προς την οποία οδεύουμε. Προφανώς αυτά τα δύο δεν πάνε μαζί. Επειδή όμως η πολιτική δεν είναι μόνο διανοητική άσκηση αλλά και πράξη, η αντίφαση αποδεικνύεται μη θεραπεύσιμη και η μόνη λύση που μπορώ να σκεφτώ είναι απλώς να συνειδητοποιήσουμε το πρόβλημα. Κι όποτε η συζήτηση πλησιάζει επικίνδυνα το ένα ή το άλλο άκρο, να χτυπάμε το καμπανάκι.
Στην Ελλάδα γέρνουμε προς το μανιχαϊσμό του άσπρου-μαύρου και κατ' επέκταση αποδίδουμε στα δύο αντιμαχόμενα στρατόπεδα μια ομοιογένεια που συχνά δεν υπάρχει, ενώ οι αφηρημένες γενικεύσεις τις οποίες διακινεί ο πολιτικός λόγος γίνονται ακόμα πιο ανθεκτικές στον έλεγχο της κριτικής σκέψης, επειδή φορτίζονται συναισθηματικά. Μέσα από αυτό το πρίσμα, και με όρους ομοιογένειας-ανομοιογένειας, ας δούμε το μέτωπο κατά του Μνημονίου.
Πόσο ομοιογενές είναι; Ολοι μιλούν για τους αδικημένους χαμηλόμισθους και χαμηλοσυνταξιούχους. Και έχουν δίκιο. Στο πλευρό τους όμως συστρατεύονται πολλοί που διαχρονικά φέρουν μέρος της ευθύνης για την κακοδαιμονία αυτών που υποτίθεται ότι υπερασπίζονται: οι «φτωχοί» ελεύθεροι επαγγελματίες, οι περιπτεράδες και οι ταξιτζήδες και οι πάσης φύσεως επιχειρηματίες που αρνούνται να κόψουν αποδείξεις, τα ρετιρέ και οι αργόμισθοι του Δημοσίου, οι προμηθευτές με τα φουσκωμένα τιμολόγια και γενικώς τα τρωκτικά που με τον έναν ή τον άλλον τρόπο ροκάνιζαν επί δεκαετίες τα έσοδα του κράτους.
Πόσο ομοιογενείς είναι λοιπόν οι λόγοι απόρριψης του Μνημονίου; Πάλι πολλοί θα επικαλεστούν την περικοπή μισθών-συντάξεων και την πολιτική της λιτότητας σε συνδυασμό με τη μείωση του κόστους εργασίας που επέβαλε η κυρίαρχη σήμερα νεοφιλελεύθερη αντίληψη. Και θα έχουν δίκιο. Στην περίπτωση της Ελλάδας, όμως, πόσοι διαφωνούν με το νοικοκύρεμα -στο μέτρο που έγινε- της σπατάλης; Οσο γι' αυτούς που καταγγέλλουν την κυβέρνηση επειδή δεν πάταξε τη φοροδιαφυγή, στην ουσία διαμαρτύρονται όχι επειδή εφαρμόστηκε αλλά επειδή δεν εφαρμόστηκε το Μνημόνιο. Κι εκείνοι που το απορρίπτουν γενικώς και αορίστως θα πρέπει να γίνουν πιο σαφείς: υπήρχαν ή δεν υπήρχαν κοινωνικές ομάδες και συντεχνίες που όλα αυτά τα χρόνια έζησαν ζωή χαρισάμενη στην πλάτη των μισθωτών και των συνταξιούχων;
Θέλω απλώς να πω ότι το Μνημόνιο είναι κάτι σύνθετο που σηκώνει άλλοτε το γιούχα και άλλοτε το χειροκρότημα. Γι' αυτό οφείλουμε να είμαστε σαφείς ως προς το τι απορρίπτουμε, τι εγκρίνουμε και κυρίως γιατί. Μπορώ να καταλάβω την κριτική στην κυβέρνηση για πολλά πράγματα και κυρίως για την ολιγωρία της στο θέμα της φοροδιαφυγής, που επιτρέπει μέχρι και υποψίες για πολιτική βούληση να μη γίνει τίποτα. Αλλά πριν πάρουμε την τελική απόφαση υπέρ ή κατά του Μνημονίου, είμαστε υποχρεωμένοι να την αιτιολογήσουμε αντί να ρητορεύουμε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
O διάλογος προϋποθέτει τον σεβασμό της διαφορετικής άποψης. Γι' αυτό κάθε υβριστικό, προσβλητικό ή χυδαίο σχόλιο θα διαγράφεται.