Της Ελίζας Παπαδάκη, ΝΕΑ, 12.1.11
Οι επενδυτικές συµπεριφορές στις καθηµερινές αγοραπωλησίες τίτλων ανά τις διεθνείς αγορές δεν βασίζονται σε ολοκληρωµένες ορθολογικές αναλύσεις των πραγµατικών δεδοµένων της όποιας οικονοµίας ή επιχείρησης που επιζητεί τα κεφάλαιά τους· το ξέρουµε πια, στην Ελλάδα το µάθαµε µε τον πιο οδυνηρό τρόπο. Είτε κυνηγούν το άµεσο, βραχυπρόθεσµο κέρδος είτε προσανατολίζονται σε πιο µακροχρόνιες τοποθετήσεις, πολλοί επενδυτές κινούνται συχνά από φήµες, από προβλέψεις για το πώς θα συµπεριφερθούν οι άλλοι, όπου συναντάµε τα φαινόµενα της αγέλης και της αυτοεκπληρούµενης προφητείας:
όταν τούτες τις µέρες όλοι έτρεχαν να πουλήσουν τα οµόλογα της Πορτογαλίας επειδή πίστεψαν ότι θα πέσει η τιµή τους, τότε προφανώς και η χώρα κατακρηµνίζεται, όποιες διαβεβαιώσεις και αν δίνει ο πρωθυπουργός Ζοζέ Σόκρατες ότι το δηµόσιο έλλειµµα µειώνεται· συµπαρασύρει µάλιστα και τα γειτονικά ισπανικά οµόλογα, µπορεί και τα ιταλικά ή τα βελγικά. Μαζί πέφτει και η ισοτιµία του ευρώ, ανοίγοντας µια συζήτηση για το πόσο βιώσιµη θα αποδειχτεί τελικά η Ευρωπαϊκή Νοµισµατική Ενωση.
Σε κλειστά αυτιά φθάνει µήνες τώρα το επιχείρηµα του προέδρου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ότι, αφού αθροίσουµε τις εθνικές οικονοµίες στην ευρωζώνη, δηµόσιο έλλειµµα και δηµόσιο χρέος είναι σηµαντικά χαµηλότερα ως ποσοστό του ΑΕΠ σε σύγκριση µε τις ΗΠΑ, την πιστοληπτική ικανότητα των οποίων ουδείς αµφισβητεί, άρα αστήρικτη είναι η αµφισβήτηση του κοινού ευρωπαϊκού νοµίσµατος. Φαίνεται άδικο και παράλογο, αλλά οι επενδυτές απλώς δεν το ακούνε. Μόνο οι µαζικές αγορές της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας συγκρατούν κάπως τις τιµές. Το επιχείρηµα του Ζαν-Κλοντ Τρισέ ήρθε ωστόσο να αντιστρέψει ο επί δύο δεκαετίες κεντρικός τραπεζίτης των ΗΠΑ Αλαν Γκρίνσπαν, δίνοντας µια πιθανότητα κοντά στο 50% να πληγεί και η αµερικανική οικονοµία από κρίση οµολόγων του δηµόσιου χρέους µέσα στα επόµενα δύο - τρία χρόνια. Για να προληφθεί µια τέτοια κρίση, συνιστά άµεση αύξηση της φορολογίας («Wall Street Journal», 7/1/2011). Προκαλεί εντύπωση η σύσταση του προσκείµενου στο Ρεπουµπλικανικό Κόµµα (επικεφαλής της Fed είχε οριστεί το 1987 από τον κατεξοχήν πολέµιο των φόρων πρόεδρο Ρίγκαν) πανίσχυρου άλλοτε κεντρικού τραπεζίτη, ο οποίος συνέβαλε στην εδραίωση της πεποίθησης ότι «αυτορρυθµίζονται οι αγορές» – πεποίθηση κυρίαρχη µέχρι το 2008 και την κρίση. Αύξηση φόρων ζητούν κατά κανόνα οικονοµολόγοι τοποθετούµενοι αριστερά του Κέντρου, οι οποίοι πιστεύουν στην ανάγκη άντλησης πόρων από τον ιδιωτικό πλούτο ώστε να χρηµατοδοτούνται δηµόσια αγαθά, θεµέλιο για την ευηµερία της κοινωνίας συνολικά. Μη µας παραπλανά εδώ µιαψευδώνυµα αριστερή αντίθεση στις προσπάθειες να εισπραχθούν περισσότεροι φόροι, που προβάλλεται αυτόν τον καιρό στη χώρα µας στο όνοµα της ύφεσης. Η αποκατάσταση της ικανότητας του ελληνικού κράτους να δανείζεται και να εξυπηρετεί το χρέος του είναι πρωταρχικό δηµόσιο αγαθό, εφόσον συνιστά βασική προϋπόθεση για ανάπτυξη, αύξηση της παραγωγής, των εισοδηµάτων, της απασχόλησης. Για κάθε ευρώ φόρου που δεν εισπράττεται κόβεται ένα ευρώ από µισθούς, συντάξεις, κοινωνικές πολιτικές, επενδύσεις, πράγµα σίγουρα χειρότερο από την άποψη της κοινωνικής αδικίας και των ανισοτήτων, µάλλον και για την προοπτική της ανάπτυξης. Εχοντας φτάσει στη χρεοκοπία επειδή δεν µειώναµε το χρέος τα χρόνια που αυξανόταν το ΑΕΠ, χάσαµε τη δυνατότητα να επιλέξουµε λίγο παραπάνω έλλειµµα τώρα, ώσπου να βγούµε από την ύφεση. ∆ιότι παραπάνω δανεικά δεν βρίσκουµε.
Αλλά ενώ τα πράγµατα µοιάζουν σχετικά σαφή στο θέµα των φόρων, ως προς τις παγκοσµιοποιηµένες αγορές των οµολόγων η εικόνα διατηρείται συγκεχυµένη.
∆ιακεκριµένοι οικονοµολόγοι που κατατάσσονται στον προοδευτικό χώρο και υπερθεµατίζουν υπέρ της φορολογίας των πλουσιότερων, όπως π.χ. ο Πολ Κρούγκµαν, µέµφονται την πολιτική Οµπάµα ότι δεν αύξησε περισσότερο τις δηµόσιες δαπάνες, άρα και τα ελλείµµατα, για να καταπολεµήσει την ανεργία. Πόσο δικαιολογούνται να αψηφούν τον κίνδυνο µιας κρίσης οµολόγων, όπως την πιθανολογεί ο Γκρίνσπαν, ποιο όριο θα έβλεπαν για τον δανεισµό, τελικά ποιες άλλες λύσεις έχουν κατά νου – πληθωρισµό, αναδιαρθρώσεις; – οι οποίες προωθούµενες µονοµερώς θα µπορούσαν να χειροτερέψουν τις διεθνείς εντάσεις, εφόσον µιλάµε για τις ΗΠΑ;
Ανάλογα ερωτήµατα τίθενται στην Ευρώπη. Αν για να διαφυλαχθεί η Νοµισµατική Ενωση επιβάλλεται πια να προχωρήσει η δηµοσιονοµική ενοποίηση, τότε πρέπει να συνεννοηθούµε πάνω σε βασικές επιλογές: ευρωοµόλογα π.χ. για να πέσουν συγκριτικά οι τόκοι του χρέους, αλλά και εκχώρηση του ελέγχου των δηµόσιων οικονοµικών κάθε χώρας στο συλλογικό ευρωπαϊκό επίπεδο. Αλληλεγγύη µονής κατεύθυνσης δεν νοείται. Ούτε τότε άλλωστε θα έπαυε να είναι καθοριστικός ο ρόλος των αγορών, όπου µεταξύ τραπεζών και κερδοσκοπικών κεφαλαίων µετέχουν επίσης τα ταµεία εκατοµµυρίων συνταξιούχων και η ολοένα πιο ενεργητικά παρούσα αναπτυσσόµενη Κίνα.
Μέσα στους επόµενους µήνες κάποια ερωτήµατα ίσως ξεκαθαρίσουν.
όταν τούτες τις µέρες όλοι έτρεχαν να πουλήσουν τα οµόλογα της Πορτογαλίας επειδή πίστεψαν ότι θα πέσει η τιµή τους, τότε προφανώς και η χώρα κατακρηµνίζεται, όποιες διαβεβαιώσεις και αν δίνει ο πρωθυπουργός Ζοζέ Σόκρατες ότι το δηµόσιο έλλειµµα µειώνεται· συµπαρασύρει µάλιστα και τα γειτονικά ισπανικά οµόλογα, µπορεί και τα ιταλικά ή τα βελγικά. Μαζί πέφτει και η ισοτιµία του ευρώ, ανοίγοντας µια συζήτηση για το πόσο βιώσιµη θα αποδειχτεί τελικά η Ευρωπαϊκή Νοµισµατική Ενωση.
Σε κλειστά αυτιά φθάνει µήνες τώρα το επιχείρηµα του προέδρου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ότι, αφού αθροίσουµε τις εθνικές οικονοµίες στην ευρωζώνη, δηµόσιο έλλειµµα και δηµόσιο χρέος είναι σηµαντικά χαµηλότερα ως ποσοστό του ΑΕΠ σε σύγκριση µε τις ΗΠΑ, την πιστοληπτική ικανότητα των οποίων ουδείς αµφισβητεί, άρα αστήρικτη είναι η αµφισβήτηση του κοινού ευρωπαϊκού νοµίσµατος. Φαίνεται άδικο και παράλογο, αλλά οι επενδυτές απλώς δεν το ακούνε. Μόνο οι µαζικές αγορές της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας συγκρατούν κάπως τις τιµές. Το επιχείρηµα του Ζαν-Κλοντ Τρισέ ήρθε ωστόσο να αντιστρέψει ο επί δύο δεκαετίες κεντρικός τραπεζίτης των ΗΠΑ Αλαν Γκρίνσπαν, δίνοντας µια πιθανότητα κοντά στο 50% να πληγεί και η αµερικανική οικονοµία από κρίση οµολόγων του δηµόσιου χρέους µέσα στα επόµενα δύο - τρία χρόνια. Για να προληφθεί µια τέτοια κρίση, συνιστά άµεση αύξηση της φορολογίας («Wall Street Journal», 7/1/2011). Προκαλεί εντύπωση η σύσταση του προσκείµενου στο Ρεπουµπλικανικό Κόµµα (επικεφαλής της Fed είχε οριστεί το 1987 από τον κατεξοχήν πολέµιο των φόρων πρόεδρο Ρίγκαν) πανίσχυρου άλλοτε κεντρικού τραπεζίτη, ο οποίος συνέβαλε στην εδραίωση της πεποίθησης ότι «αυτορρυθµίζονται οι αγορές» – πεποίθηση κυρίαρχη µέχρι το 2008 και την κρίση. Αύξηση φόρων ζητούν κατά κανόνα οικονοµολόγοι τοποθετούµενοι αριστερά του Κέντρου, οι οποίοι πιστεύουν στην ανάγκη άντλησης πόρων από τον ιδιωτικό πλούτο ώστε να χρηµατοδοτούνται δηµόσια αγαθά, θεµέλιο για την ευηµερία της κοινωνίας συνολικά. Μη µας παραπλανά εδώ µιαψευδώνυµα αριστερή αντίθεση στις προσπάθειες να εισπραχθούν περισσότεροι φόροι, που προβάλλεται αυτόν τον καιρό στη χώρα µας στο όνοµα της ύφεσης. Η αποκατάσταση της ικανότητας του ελληνικού κράτους να δανείζεται και να εξυπηρετεί το χρέος του είναι πρωταρχικό δηµόσιο αγαθό, εφόσον συνιστά βασική προϋπόθεση για ανάπτυξη, αύξηση της παραγωγής, των εισοδηµάτων, της απασχόλησης. Για κάθε ευρώ φόρου που δεν εισπράττεται κόβεται ένα ευρώ από µισθούς, συντάξεις, κοινωνικές πολιτικές, επενδύσεις, πράγµα σίγουρα χειρότερο από την άποψη της κοινωνικής αδικίας και των ανισοτήτων, µάλλον και για την προοπτική της ανάπτυξης. Εχοντας φτάσει στη χρεοκοπία επειδή δεν µειώναµε το χρέος τα χρόνια που αυξανόταν το ΑΕΠ, χάσαµε τη δυνατότητα να επιλέξουµε λίγο παραπάνω έλλειµµα τώρα, ώσπου να βγούµε από την ύφεση. ∆ιότι παραπάνω δανεικά δεν βρίσκουµε.
Αλλά ενώ τα πράγµατα µοιάζουν σχετικά σαφή στο θέµα των φόρων, ως προς τις παγκοσµιοποιηµένες αγορές των οµολόγων η εικόνα διατηρείται συγκεχυµένη.
∆ιακεκριµένοι οικονοµολόγοι που κατατάσσονται στον προοδευτικό χώρο και υπερθεµατίζουν υπέρ της φορολογίας των πλουσιότερων, όπως π.χ. ο Πολ Κρούγκµαν, µέµφονται την πολιτική Οµπάµα ότι δεν αύξησε περισσότερο τις δηµόσιες δαπάνες, άρα και τα ελλείµµατα, για να καταπολεµήσει την ανεργία. Πόσο δικαιολογούνται να αψηφούν τον κίνδυνο µιας κρίσης οµολόγων, όπως την πιθανολογεί ο Γκρίνσπαν, ποιο όριο θα έβλεπαν για τον δανεισµό, τελικά ποιες άλλες λύσεις έχουν κατά νου – πληθωρισµό, αναδιαρθρώσεις; – οι οποίες προωθούµενες µονοµερώς θα µπορούσαν να χειροτερέψουν τις διεθνείς εντάσεις, εφόσον µιλάµε για τις ΗΠΑ;
Ανάλογα ερωτήµατα τίθενται στην Ευρώπη. Αν για να διαφυλαχθεί η Νοµισµατική Ενωση επιβάλλεται πια να προχωρήσει η δηµοσιονοµική ενοποίηση, τότε πρέπει να συνεννοηθούµε πάνω σε βασικές επιλογές: ευρωοµόλογα π.χ. για να πέσουν συγκριτικά οι τόκοι του χρέους, αλλά και εκχώρηση του ελέγχου των δηµόσιων οικονοµικών κάθε χώρας στο συλλογικό ευρωπαϊκό επίπεδο. Αλληλεγγύη µονής κατεύθυνσης δεν νοείται. Ούτε τότε άλλωστε θα έπαυε να είναι καθοριστικός ο ρόλος των αγορών, όπου µεταξύ τραπεζών και κερδοσκοπικών κεφαλαίων µετέχουν επίσης τα ταµεία εκατοµµυρίων συνταξιούχων και η ολοένα πιο ενεργητικά παρούσα αναπτυσσόµενη Κίνα.
Μέσα στους επόµενους µήνες κάποια ερωτήµατα ίσως ξεκαθαρίσουν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
O διάλογος προϋποθέτει τον σεβασμό της διαφορετικής άποψης. Γι' αυτό κάθε υβριστικό, προσβλητικό ή χυδαίο σχόλιο θα διαγράφεται.