"Τόσο στην Ευρώπη όσο και στις ΗΠΑ, η ιδεολογία της ελεύθερης αγοράς που επέτρεψε στις φούσκες των αγορών να αναπτυχθούν ανεξέλεγκτα _ δηλαδή, ότι οι αγορές πάντα ξέρουν καλύτερα, εποµένως οι κυβερνήσεις δενπρέπει να παρεµβαίνουν _ τώρα δένει τα χέρια των υπεύθυνων χάραξης πολιτικής στον σχεδιασµό αποτελεσµατικών µέτρων για την αντιµετώπιση της κρίσης. Θα µπορούσαµε να σκεφτούµε ότι η ίδια η κρίση θα υπέσκαπτε την εµπιστοσύνη σε αυτή την ιδεολογία. Αντιθέτως, έχει αναδυθεί ξανά για ναπαρασύρει κυβερνήσεις και οικονοµίες στη λήψη µέτρων λιτότητας."
Το τέλος του 2010 βρίσκει την παγκόσµια οικονοµία πιο διχασµένη από ό,τι στις αρχές του έτους. Από τη µια, χώρες αναδυόµενων αγορών όπως η Ινδία, η Κίνα και οι οικονοµίες της Νοτιοανατολικής Ασίας καταγράφουν δυναµική ανάπτυξη. Από την άλλη, η Ευρώπη και οι ΗΠΑ. ΗΠΑ και Ευρώπη αντιµετωπίζο υν στασιµότητ α _ στην πραγµατικότητα, µια δυσπραγία όπως της Ιαπωνίας _ και επίµονα υψηλή ανεργία. Το πρόβληµα στις προηγµένες χώρες δεν είναι η αύξηση της ανεργίας αλλά η αναιµική ανάκαµψη ή, χειρότερα, ηπιθανότητα διπλής ύφεσης.
Αυτός ο κόσµος δύο ταχυτήτων γεννά ορισµένους ασυνήθιστους κινδύνους.
Ενώ η οικονοµική παραγωγή της Ασίας είναι πάρα πολύ µικρή γιανα ενισχύσει την ανάπτυξη στονυπόλοιπο κόσµο, µπορεί να φανεί αρκετήγια να αυξήσει σηµαντικά τις τιµέςβασικών εµπορευµάτων.
Παράλληλα, οι προσπάθειες των ΗΠΑ να τονώσουν την οικονοµία τους µέσω της πολιτικής «ποσοτικής χαλάρωσης» της ΟµοσπονδιακήςΤράπεζας (Fed)
µπορεί να έχουν τα αντίθετα αποτελέσµατα. Σε τελική ανάλυση, στις παγκοσµιοποιηµένες χρηµατοπιστωτικές αγορές τα χρήµατα αναζητούν τις καλύτερες ευκαιρίες σε όλο τον κόσµο και αυτές οι ευκαιρίες βρίσκονται στην Ασία, όχι στις ΗΠΑ. Αρα, τα χρήµατα δεν θα πάνε όπου είναι απαραίτητα και µεγάλο µέρος αυτών θα καταλήξει εκεί όπου δεν χρειάζεται, προκαλώντας περαιτέρω άνοδο των τιµών αγαθών και βασικών εµπορευµάτων, ιδίως στις αναδυόµενες αγορές.
∆εδοµένων των υψηλών επιπέδων υπερβάλλοντος παραγωγικού δυναµικού και ανεργίας στην Ευρώπη και στιςΗΠΑ, είναι απίθανο ηποσοτική χαλάρωση να πυροδοτήσει έξαρση πληθωρισµού. Ωστόσο, θα µπορούσε ναεντείνει τις ανησυχίες για τον µελλοντικό πληθωρισµό, επιφέρονταςαύξηση των µακροπρόθεσµων επιτοκίων, ακριβώς το αντίθετο από αυτό που επιδιώκει η Fed. Αυτός δεν είναι ο µοναδικός, ή και ο πιο σηµαντικός, κίνδυνος πτωτικής πορείας που αντιµετωπίζει η παγκόσµια οικονοµία. Η σοβαρότερη απειλή δηµιουργείται από το κύµα λιτότητας που πλήττει τον κόσµο επειδή οι κυβερνήσεις, ιδίως στην Ευρώπη, έχουν να αντιµετωπίσουν τα µεγάλα ελλείµµατα που επέφερε η µεγάλη ύφεση και επειδή οι ανησυχίες για τη δυνατότητα ορισµένων χωρών να εκπληρώσουν τιςυποχρεώσεις αποπληρωµής των χρεών τους προκαλούν αστάθεια στις χρηµατοπιστωτικές αγορές.
Η έκβαση της πρόωρηςφορολογικής ενοποίησης είναι σχεδόν προκαθορισµένη: η ανάπτυξη θαεπιβραδυνθεί, τα έσοδα από φόρους θαελαττωθούν και η µείωση των ελλειµµάτων θα είναι απογοητευτική. Και στον παγκοσµίως ενοποιηµένο κόσµο µας, η επιβράδυνση της Ευρώπης θα επιδεινώνει την επιβράδυνση στις ΗΠΑ και το αντίστροφο. Με τις ΗΠΑ να είναι σε θέση να δανείζονται σε ιστορικά χαµηλά επιτόκια και µε την υπόσχεση υψηλών αποδόσεων των δηµοσίων επενδύσεων ύστερα από µια δεκαετία αδιαφορίας, είναι σαφές τι πρέπει να γίνει. Ενα πρόγραµµα δηµοσίων επενδύσεων µεγάλης κλίµακας θα δώσει ώθηση στην απασχόληση σε βραχυπρόθεσµο ορίζοντα και στην ανάπτυξη µακροπρόθεσµα, οδηγώντας τελικά σε µείωση του εθνικού χρέους. Ωστόσο, το διάστηµα πριν από την κρίση οι χρηµατοπιστωτικές αγορές επέδειξαν έλλειψη διορατικότητας και το ίδιο κάνουν άλλη µία φορά, ασκώντας πίεση γιαπερικοπή δαπανών, ακόµα και αναυτό συνεπάγεται τη µείωση δηµοσίωνεπενδύσεων, οι οποίες είναι υπέρ το δέον απαραίτητες. Επιπλέον, είναι βέβαιο ότι το πολιτικό αδιέξοδο θα συντείνειστο να γίνουν ελάχιστα για τα άλλα υποβόσκοντα προβλήµατα που αντιµετωπίζει η αµερικανική οικονοµία: οι κατασχέσεις υποθηκευµένων περιουσιακών στοιχείων ενδέχεται να συνεχιστούν αµείωτες (χωρίς να λαµβάνονται υπόψη οινοµικές επιπλοκές), οι µικρές και µεσαίες επιχειρήσεις ενδεχοµένως θα συνεχίσουν να αντιµετωπίζουν έλλειψη κεφαλαίων, ενώ οι µικρές και µεσαίες τράπεζες που παραδοσιακά παρέχουν πιστώσεις σε αυτές τις επιχειρήσεις ενδεχοµένως θα συνεχίσουν τον αγώνα για επιβίωση.
Παράλληλα, στην Ευρώπη είναι απίθανο τα πράγµατανα βελτιωθούν. Η Ευρώπη έσπευσε τελικά ναβοηθήσει την Ελλάδα και την Ιρλανδία. Κατά την περίοδο κλιµάκωσης της κρίσης,στις δύο χώρες κυβερνούσαν δεξιές κυβερνήσεις οι οποίες χαρακτηρίζονταν από διαπλεκόµενο καπιταλισµό ήκαι χειρότερα, αποδεικνύοντας άλλη µία φορά ότι η οικονοµία της ελεύθερης αγοράς δεν έφερε καλύτερα αποτελέσµατα στην Ευρώπη από ό,τι στις ΗΠΑ.
Στην Ελλάδα, όπως στις ΗΠΑ, µια νέα κυβέρνηση ανέλαβε να συµµαζέψει το χάος. Η κυβέρνησητης Ιρλανδίας, η ίδια που είχεενθαρρύνει τοναπερίσκεπτο τραπεζικό δανεισµό και τη δηµιουργία µιας φούσκας ακινήτων, δεν αποδείχθηκε περισσότερο ικανή να διαχειριστεί την οικονοµία µετά την κρίση από ό,τι στο παρελθόν, κάτι που ίσως δεν θα έπρεπε να προκαλεί έκπληξη.
Εκτός απότα πολιτικά τουςπαρεπόµενα, οι φούσκες ακινήτων αφήνουν πίσω µιακληρονοµιά χρέους και υπερβάλλοντος παραγωγικού δυναµικού στην κτηµατοµεσιτική αγορά, που δεν διορθώνεται εύκολα, ιδίως όταν κάποιες τράπεζες µε πολιτικές διασυνδέσεις αντιστέκονται στην αναδιάρθρωση υποθηκών.
Κατά τη γνώµη µου, η απόπειρα να διακρίνουµε τις οικονοµικές προοπτικές για το 2011 δεν είναι και τόσο… ενδιαφέρον ερώτηµα: η απάντηση είναι δυσοίωνη, ελάχιστες είναι οι δυνατότητες ανοδικής πορείας και µεγάλος ο κίνδυνος καθίζησης. Το σηµαντικότερο ερώτηµα είναι το εξής: Πόσο καιρό θα χρειαστούν η Ευρώπη και οι ΗΠΑ γιανα ανακάµψουν και κατά πόσο οι οικονοµίες της Ασίας που εξαρτώνται από τις εξαγωγές µπορούν να συνεχίσουν την ανάπτυξή τους αν οι αγορές τους συνεχίσουν να δεινοπαθούν;
Κατά τη γνώµη µου, στην καλύτερη περίπτωση, αυτέςοι χώρες θασυνεχίσουν να καταγράφουν ταχεία ανάπτυξη καθώς µετατοπίζουν το οικονοµικό κέντρο βάρους τους στις τεράστιες και αναξιοποίητες εγχώριες αγορές τους. Αυτό θα απαιτήσει σηµαντική αναδιάρθρωση των οικονοµιών τους, αλλά ηΚίνα και η Ινδία είναι δυναµικές και απέδειξαν την αντοχή τους µε την αντίδρασή τους στη µεγάλη ύφεση.
∆εν είµαι τόσο αισιόδοξοςγια την Ευρώπη και τις ΗΠΑ. Και στις δύο περιπτώσεις, το βασικό πρόβληµα είναι η ανεπαρκής συνολική ζήτηση. Η µέγιστη ειρωνεία είναι ότι υπάρχουν ταυτόχρονα υπερβάλλον παραγωγικό δυναµικό και τεράστιες ακάλυπτες ανάγκες, καθώς και πολιτικές που θα µπορούσαν να αποκαταστήσουν την ανάπτυξη χρησιµοποιώντας αυτό το παραγωγικό δυναµικό για την κάλυψη αυτών των συγκεκριµένων αναγκών.
Για παράδειγµα, τόσο οι ΗΠΑ όσο και η Ευρώπη πρέπει να εκσυγχρονίσουν τις οικονοµίες τους για να αντιµετωπίσουν τις προκλήσεις της υπερθέρµανσης του πλανήτη. Υπάρχουν εφικτές πολιτικές που θα µπορούσαν να αποδώσουν, δεδοµένων των µακροπρόθεσµων δηµοσιονοµικών περιορισµών. Το πρόβληµα έγκειται στην πολιτική: στιςΗΠΑ, το κόµµα των Ρεπουµπλικανών προτιµά να δει τον πρόεδρο Μπαράκ Οµπάµα να αποτυγχάνει, παρά την οικονοµία να επιτυγχάνει. Στην Ευρώπη, 27 χώρες µε διαφορετικά συµφέροντα και προοπτικές κινούνται προς διαφορετικές κατευθύνσεις χωρίς να υπάρχει επαρκής αλληλεγγύη ως αντιστάθµισµα. Υπό αυτό το πρίσµα, τα πακέτα διάσωσης συνιστούν εντυπωσιακά επιτεύγµατα.
Τόσο στην Ευρώπη όσο και στις ΗΠΑ, η ιδεολογία της ελεύθερης αγοράς που επέτρεψε στις φούσκες των αγορών να αναπτυχθούν ανεξέλεγκτα _ δηλαδή, ότι οι αγορές πάντα ξέρουν καλύτερα, εποµένως οι κυβερνήσεις δενπρέπει να παρεµβαίνουν _ τώρα δένει τα χέρια των υπεύθυνων χάραξης πολιτικής στον σχεδιασµό αποτελεσµατικών µέτρων για την αντιµετώπιση της κρίσης. Θα µπορούσαµε να σκεφτούµε ότι η ίδια η κρίση θα υπέσκαπτε την εµπιστοσύνη σε αυτή την ιδεολογία.Αντιθέτως, έχει αναδυθεί ξανά για ναπαρασύρει κυβερνήσεις και οικονοµίες στη λήψη µέτρων λιτότητας.
Εάν η πολιτική είναι το πρόβληµα στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ, τότε µόνον οι πολιτικές αλλαγές έχουν πιθανότητες να οδηγήσουν τις οικονοµίες αυτές στην ανάπτυξη. ∆ιαφορετικά, απαιτείται χρόνος µέχρις ότου µειωθεί το πλεονάζον παραγωγικό δυναµικό, απαξιωθούν τα κεφαλαιουχικά αγαθά και οι εσωτερικές δυνάµεις αποκατάστασης της οικονοµίας ενεργοποιηθούν και σταδιακά φέρουν αποτελέσµατα. Ούτως ήάλλως, είναι µακρύς ο δρόµος προς τη νίκη.
Αυτός ο κόσµος δύο ταχυτήτων γεννά ορισµένους ασυνήθιστους κινδύνους.
Ενώ η οικονοµική παραγωγή της Ασίας είναι πάρα πολύ µικρή γιανα ενισχύσει την ανάπτυξη στονυπόλοιπο κόσµο, µπορεί να φανεί αρκετήγια να αυξήσει σηµαντικά τις τιµέςβασικών εµπορευµάτων.
Παράλληλα, οι προσπάθειες των ΗΠΑ να τονώσουν την οικονοµία τους µέσω της πολιτικής «ποσοτικής χαλάρωσης» της ΟµοσπονδιακήςΤράπεζας (Fed)
µπορεί να έχουν τα αντίθετα αποτελέσµατα. Σε τελική ανάλυση, στις παγκοσµιοποιηµένες χρηµατοπιστωτικές αγορές τα χρήµατα αναζητούν τις καλύτερες ευκαιρίες σε όλο τον κόσµο και αυτές οι ευκαιρίες βρίσκονται στην Ασία, όχι στις ΗΠΑ. Αρα, τα χρήµατα δεν θα πάνε όπου είναι απαραίτητα και µεγάλο µέρος αυτών θα καταλήξει εκεί όπου δεν χρειάζεται, προκαλώντας περαιτέρω άνοδο των τιµών αγαθών και βασικών εµπορευµάτων, ιδίως στις αναδυόµενες αγορές.
∆εδοµένων των υψηλών επιπέδων υπερβάλλοντος παραγωγικού δυναµικού και ανεργίας στην Ευρώπη και στιςΗΠΑ, είναι απίθανο ηποσοτική χαλάρωση να πυροδοτήσει έξαρση πληθωρισµού. Ωστόσο, θα µπορούσε ναεντείνει τις ανησυχίες για τον µελλοντικό πληθωρισµό, επιφέρονταςαύξηση των µακροπρόθεσµων επιτοκίων, ακριβώς το αντίθετο από αυτό που επιδιώκει η Fed. Αυτός δεν είναι ο µοναδικός, ή και ο πιο σηµαντικός, κίνδυνος πτωτικής πορείας που αντιµετωπίζει η παγκόσµια οικονοµία. Η σοβαρότερη απειλή δηµιουργείται από το κύµα λιτότητας που πλήττει τον κόσµο επειδή οι κυβερνήσεις, ιδίως στην Ευρώπη, έχουν να αντιµετωπίσουν τα µεγάλα ελλείµµατα που επέφερε η µεγάλη ύφεση και επειδή οι ανησυχίες για τη δυνατότητα ορισµένων χωρών να εκπληρώσουν τιςυποχρεώσεις αποπληρωµής των χρεών τους προκαλούν αστάθεια στις χρηµατοπιστωτικές αγορές.
Η έκβαση της πρόωρηςφορολογικής ενοποίησης είναι σχεδόν προκαθορισµένη: η ανάπτυξη θαεπιβραδυνθεί, τα έσοδα από φόρους θαελαττωθούν και η µείωση των ελλειµµάτων θα είναι απογοητευτική. Και στον παγκοσµίως ενοποιηµένο κόσµο µας, η επιβράδυνση της Ευρώπης θα επιδεινώνει την επιβράδυνση στις ΗΠΑ και το αντίστροφο. Με τις ΗΠΑ να είναι σε θέση να δανείζονται σε ιστορικά χαµηλά επιτόκια και µε την υπόσχεση υψηλών αποδόσεων των δηµοσίων επενδύσεων ύστερα από µια δεκαετία αδιαφορίας, είναι σαφές τι πρέπει να γίνει. Ενα πρόγραµµα δηµοσίων επενδύσεων µεγάλης κλίµακας θα δώσει ώθηση στην απασχόληση σε βραχυπρόθεσµο ορίζοντα και στην ανάπτυξη µακροπρόθεσµα, οδηγώντας τελικά σε µείωση του εθνικού χρέους. Ωστόσο, το διάστηµα πριν από την κρίση οι χρηµατοπιστωτικές αγορές επέδειξαν έλλειψη διορατικότητας και το ίδιο κάνουν άλλη µία φορά, ασκώντας πίεση γιαπερικοπή δαπανών, ακόµα και αναυτό συνεπάγεται τη µείωση δηµοσίωνεπενδύσεων, οι οποίες είναι υπέρ το δέον απαραίτητες. Επιπλέον, είναι βέβαιο ότι το πολιτικό αδιέξοδο θα συντείνειστο να γίνουν ελάχιστα για τα άλλα υποβόσκοντα προβλήµατα που αντιµετωπίζει η αµερικανική οικονοµία: οι κατασχέσεις υποθηκευµένων περιουσιακών στοιχείων ενδέχεται να συνεχιστούν αµείωτες (χωρίς να λαµβάνονται υπόψη οινοµικές επιπλοκές), οι µικρές και µεσαίες επιχειρήσεις ενδεχοµένως θα συνεχίσουν να αντιµετωπίζουν έλλειψη κεφαλαίων, ενώ οι µικρές και µεσαίες τράπεζες που παραδοσιακά παρέχουν πιστώσεις σε αυτές τις επιχειρήσεις ενδεχοµένως θα συνεχίσουν τον αγώνα για επιβίωση.
Παράλληλα, στην Ευρώπη είναι απίθανο τα πράγµατανα βελτιωθούν. Η Ευρώπη έσπευσε τελικά ναβοηθήσει την Ελλάδα και την Ιρλανδία. Κατά την περίοδο κλιµάκωσης της κρίσης,στις δύο χώρες κυβερνούσαν δεξιές κυβερνήσεις οι οποίες χαρακτηρίζονταν από διαπλεκόµενο καπιταλισµό ήκαι χειρότερα, αποδεικνύοντας άλλη µία φορά ότι η οικονοµία της ελεύθερης αγοράς δεν έφερε καλύτερα αποτελέσµατα στην Ευρώπη από ό,τι στις ΗΠΑ.
Στην Ελλάδα, όπως στις ΗΠΑ, µια νέα κυβέρνηση ανέλαβε να συµµαζέψει το χάος. Η κυβέρνησητης Ιρλανδίας, η ίδια που είχεενθαρρύνει τοναπερίσκεπτο τραπεζικό δανεισµό και τη δηµιουργία µιας φούσκας ακινήτων, δεν αποδείχθηκε περισσότερο ικανή να διαχειριστεί την οικονοµία µετά την κρίση από ό,τι στο παρελθόν, κάτι που ίσως δεν θα έπρεπε να προκαλεί έκπληξη.
Εκτός απότα πολιτικά τουςπαρεπόµενα, οι φούσκες ακινήτων αφήνουν πίσω µιακληρονοµιά χρέους και υπερβάλλοντος παραγωγικού δυναµικού στην κτηµατοµεσιτική αγορά, που δεν διορθώνεται εύκολα, ιδίως όταν κάποιες τράπεζες µε πολιτικές διασυνδέσεις αντιστέκονται στην αναδιάρθρωση υποθηκών.
Κατά τη γνώµη µου, η απόπειρα να διακρίνουµε τις οικονοµικές προοπτικές για το 2011 δεν είναι και τόσο… ενδιαφέρον ερώτηµα: η απάντηση είναι δυσοίωνη, ελάχιστες είναι οι δυνατότητες ανοδικής πορείας και µεγάλος ο κίνδυνος καθίζησης. Το σηµαντικότερο ερώτηµα είναι το εξής: Πόσο καιρό θα χρειαστούν η Ευρώπη και οι ΗΠΑ γιανα ανακάµψουν και κατά πόσο οι οικονοµίες της Ασίας που εξαρτώνται από τις εξαγωγές µπορούν να συνεχίσουν την ανάπτυξή τους αν οι αγορές τους συνεχίσουν να δεινοπαθούν;
Κατά τη γνώµη µου, στην καλύτερη περίπτωση, αυτέςοι χώρες θασυνεχίσουν να καταγράφουν ταχεία ανάπτυξη καθώς µετατοπίζουν το οικονοµικό κέντρο βάρους τους στις τεράστιες και αναξιοποίητες εγχώριες αγορές τους. Αυτό θα απαιτήσει σηµαντική αναδιάρθρωση των οικονοµιών τους, αλλά ηΚίνα και η Ινδία είναι δυναµικές και απέδειξαν την αντοχή τους µε την αντίδρασή τους στη µεγάλη ύφεση.
∆εν είµαι τόσο αισιόδοξοςγια την Ευρώπη και τις ΗΠΑ. Και στις δύο περιπτώσεις, το βασικό πρόβληµα είναι η ανεπαρκής συνολική ζήτηση. Η µέγιστη ειρωνεία είναι ότι υπάρχουν ταυτόχρονα υπερβάλλον παραγωγικό δυναµικό και τεράστιες ακάλυπτες ανάγκες, καθώς και πολιτικές που θα µπορούσαν να αποκαταστήσουν την ανάπτυξη χρησιµοποιώντας αυτό το παραγωγικό δυναµικό για την κάλυψη αυτών των συγκεκριµένων αναγκών.
Για παράδειγµα, τόσο οι ΗΠΑ όσο και η Ευρώπη πρέπει να εκσυγχρονίσουν τις οικονοµίες τους για να αντιµετωπίσουν τις προκλήσεις της υπερθέρµανσης του πλανήτη. Υπάρχουν εφικτές πολιτικές που θα µπορούσαν να αποδώσουν, δεδοµένων των µακροπρόθεσµων δηµοσιονοµικών περιορισµών. Το πρόβληµα έγκειται στην πολιτική: στιςΗΠΑ, το κόµµα των Ρεπουµπλικανών προτιµά να δει τον πρόεδρο Μπαράκ Οµπάµα να αποτυγχάνει, παρά την οικονοµία να επιτυγχάνει. Στην Ευρώπη, 27 χώρες µε διαφορετικά συµφέροντα και προοπτικές κινούνται προς διαφορετικές κατευθύνσεις χωρίς να υπάρχει επαρκής αλληλεγγύη ως αντιστάθµισµα. Υπό αυτό το πρίσµα, τα πακέτα διάσωσης συνιστούν εντυπωσιακά επιτεύγµατα.
Τόσο στην Ευρώπη όσο και στις ΗΠΑ, η ιδεολογία της ελεύθερης αγοράς που επέτρεψε στις φούσκες των αγορών να αναπτυχθούν ανεξέλεγκτα _ δηλαδή, ότι οι αγορές πάντα ξέρουν καλύτερα, εποµένως οι κυβερνήσεις δενπρέπει να παρεµβαίνουν _ τώρα δένει τα χέρια των υπεύθυνων χάραξης πολιτικής στον σχεδιασµό αποτελεσµατικών µέτρων για την αντιµετώπιση της κρίσης. Θα µπορούσαµε να σκεφτούµε ότι η ίδια η κρίση θα υπέσκαπτε την εµπιστοσύνη σε αυτή την ιδεολογία.Αντιθέτως, έχει αναδυθεί ξανά για ναπαρασύρει κυβερνήσεις και οικονοµίες στη λήψη µέτρων λιτότητας.
Εάν η πολιτική είναι το πρόβληµα στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ, τότε µόνον οι πολιτικές αλλαγές έχουν πιθανότητες να οδηγήσουν τις οικονοµίες αυτές στην ανάπτυξη. ∆ιαφορετικά, απαιτείται χρόνος µέχρις ότου µειωθεί το πλεονάζον παραγωγικό δυναµικό, απαξιωθούν τα κεφαλαιουχικά αγαθά και οι εσωτερικές δυνάµεις αποκατάστασης της οικονοµίας ενεργοποιηθούν και σταδιακά φέρουν αποτελέσµατα. Ούτως ήάλλως, είναι µακρύς ο δρόµος προς τη νίκη.
Η ιδεολογία της ελεύθερης αγοράς τώρα δένει τα χέρια των πολιτικών στον σχεδιασµό µέτρων για την αντιµετώπιση της κρίσης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
O διάλογος προϋποθέτει τον σεβασμό της διαφορετικής άποψης. Γι' αυτό κάθε υβριστικό, προσβλητικό ή χυδαίο σχόλιο θα διαγράφεται.