Αυγή, 25.09.10
Άξια, υψηλόφρων και συχνά εντελώς προβλέψιμη, η σουηδική πολιτική σκηνή σπάνια έχει προσφέρει τόση ένταση. Τώρα ένας εκλογικός σεισμός μοιάζει να έχει αλλάξει την κατάσταση αυτή. Οι εκλογές της περασμένης Κυριακής έδωσαν σε ένα κόμμα κατά της μετανάστευσης τις πρώτες του βουλευτικές έδρες και στέρησαν την πλειοψηφία από την κυβερνητική συμμαχία, βυθίζοντας τη χώρα σε σπάνια πολιτική αστάθεια.
Εντωμεταξύ οι σοσιαλδημοκράτες, αρχιτέκτονες του σύγχρονου σουηδικού κράτους και ένα από τα πιο επιτυχημένα πολιτικά κόμματα, κατέγραψαν το χειρότερο αποτελέσμά τους από τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Πίσω από την αναταραχή υπάρχουν δομικές αλλαγές στη σουηδική πολιτική και μια μάχη σχετικά με τον τρόπο διατήρηση του συστήματος πρόνοιας, που ξεκινά από το νηπιαγωγείο και φθάνει ώς τον τάφο.
Αν και η επιτυχία της κεντροδεξιάς υπογραμμίζει μια μακροχρόνια στροφή στην πολιτική, οι αναλυτές λένε ότι οι Σουηδοί παραμένουν βαθιά προσκολλημένοι στο σύστημα προνοίας τους και θέλουν οι αλλαγές να είναι προοδευτικές, όχι ριζοσπαστικές. Παρά την αποτυχία απόσπασης πλειοψηφίας, ο πρωθυπουργός Φρέντρικ Ράινφελντ μπορεί να γίνει ο πρώτος κεντροδεξιός ηγέτης που κερδίζει δύο διαδοχικές θητείες. Τη Δευτέρα ζήτησε περισσότερο χρόνο για να "κατακάτσει" το εκλογικό αποτέλεσμα και υποσχέθηκε να έχει κυβέρνηση, που μπορεί κάλλιστα να είναι μειοψηφική, ώς τις 4 Οκτωβρίου. Εμφανίστηκε να βολιδοσκοπεί τους Πράσινους, που έκαναν προεκλογική εκστρατεία εναντίον του, και η αρχική τους απάντηση ήταν αρνητική.
Οι επιλογές του Ράινφελντ είναι περιορισμένες, γιατί έχει δεσμευτεί να μη συνεργαστεί με το αντι-μεταναστευτικό κόμμα, τους Σουηδούς Δημοκράτες, των οποίων ο ηγέτης Τζίμι Άκεσον περιέγραψε την αύξηση του μουσουλμανικού πληθυσμού ως τη μεγαλύτερη εξωτερική απειλή για τη χώρα του από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Εν πάση περιπτώσει, μια συμφωνία με τον Άκεσον δεν θα ήταν λογική για τον Ράινφελντ, γιατί η επιτυχία του έχει οικοδομηθεί επί κεντρώου εδάφους. Μόνον με αυτόν τον τρόπο κατάφερει να τιθασσεύσει τους σοσιαλδημοκράτες, που για το μεγαλύτερο διάστημα του περασμένου αιώνα διέθεταν μια από τις πιο αποτελεσματικές εκλογικές μηχανές της Δυτικής Ευρώπης. Η πολιτική τους φιλοσοφία διαμόρφωσε ένα έθνος με υψηλούς φόρους και γενναιόδωρο δίκτυο κοινωνικής προστασίας. (...) Και τα βασικά κεντροδεξιά κόμματα, συμπεριλαμβανομένου των Μετριοπαθών του Ράινφελντ, αναγνωρίζουν επίσης τη σημασία της πρόνοιας. Το Μετριοπαθές Κόμμα, που έχει ως πρότυπό του τον Ρόναλντ Ρέηγκαν και τη Μάργκαρετ Θάτσερ, υπογραμμίζει προσεκτικά τις κεντρώες του περγαμηνές.
Μπορεί η κυβέρνηση Ράινφελντ να μετρίασε ορισμένα προνόμια, κυρίως εκείνων που ισχυρίζονται ότι είναι πολύ άρρωστοι και δεν μπορούν να εργαστούν, αλλά απέφυγε προσεκτικά να εμφανιστεί ως παράγοντας ριζοσπαστικής μεταρρύθμισης. Στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας, η Μόνα Σαλίν, επικεφαλής των σοσιαλδημοκρατών, ήταν στα καλύτερά της όταν η περίθαλψη έγινε το κεντρικό θέμα. (...)
Με τα δύο κόμματα να διαγκωνίζονται σε παρεμφερές πεδίο και με θολές τις ιδεολογικές διαχωριστικές γραμμές, άνοιξε ο δρόμος για τους Σουηδούς Δημοκράτες, που έχουν κεφαλαιοποιήσει τις εντάσεις που δημιούργησε η απώλεια βιομηχανικής απασχόλησης και η αύξηση της μετανάστευσης. (...) Αλλά οι πολιτικοί της κεντρικής πολιτικής σκηνής παραμένουν προσηλωμένοι στο παραδοσιακό κοινωνικό μοντέλο, έστω και σε ένα ελαφρώς λιγότερο γενναιόδωρο. Εδώ στη Σουηδία, όταν ο κόσμος ψηφίζει, η πρόνοια παραμένει πιο σημαντική από τον πλούτο του. Πιστεύοντας ότι μπορεί να σχηματίσει κυβέρνηση, ο Ράινφελντ θα περιοριστεί σε μεταρρυθμίσεις που θα υπογραμμίζουν ότι υπάρχει "μια μεγαλύτερη ηθική και οικονομική διαφορά μεταξύ τού να εξαρτάται κάποιος από την πρόνοια και τού να εργάζεται", εξηγεί ο Μάρτιν Άνταλ, διευθυντής του Fores, ενός κεντροδεξιού ερευνητικού ινστιτούτου. "Δεν είναι επανάσταση, είναι σίγουρα εξέλιξη".
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
O διάλογος προϋποθέτει τον σεβασμό της διαφορετικής άποψης. Γι' αυτό κάθε υβριστικό, προσβλητικό ή χυδαίο σχόλιο θα διαγράφεται.